Πορνογραφία
Πορνογραφία ή πορνό είναι η αναπαράσταση σεξουαλικών πράξεων, λεκτικά ή μέσω εικόνων, με υπερβολικό τονισμό των γενετήσιων στοιχείων και με κύριο σκοπό την σεξουαλική διέγερση του ατόμου.
ΕτυμολογίαΕπεξεργασία
Ο ελληνικός όρος πορνογραφία αποτελεί αντιδάνειο της γαλλικής λέξης pornographie, η οποία με την σειρά της αποτελεί παράγωγο της λέξης πορνογράφος.[1] Η λέξη πορνογράφος απαντάται στο έργο του Αθήναιου Δειπνοσοφισταί (περ. 2ος αι.), όπου φαίνεται να χρησιμοποιείται για να περιγράψει ζωγράφους που αναπαριστούσαν πόρνες στα έργα τους.[2] Η γαλλική λέξη pornographie εμφανίστηκε τον 19ο αιώνα και αρχικά χρησιμοποιήθηκε για την περιγραφή ερωτικών τοιχογραφιών που βρέθηκαν στα ερείπια της Πομπηίας.[3] Ο όρος πορνογραφία αποτελεί αναχρονισμό όταν εφαρμόζεται σε παλαιότερες ιστορικές περιόδους.
Χρήση του όρουΕπεξεργασία
Ο ακριβής ορισμός της πορνογραφίας είναι στην πραγματικότητα αρκετά δύσκολος και δεν υπάρχει συνήθως καθολική συμφωνία ως προς το χαρακτηρισμό ενός έργου ως πορνογραφικού. Επιπλέον, τα όρια της πορνογραφίας διαφέρουν όταν εξετάζονται στα πλαίσια διαφορετικών πολιτισμών ή/και εποχών.
Η πορνογραφία στον κινηματογράφοΕπεξεργασία
Ο όρος πορνογραφική ταινία αναφέρεται σε ταινίες που απεικονίζουν λεπτομερειακά διείσδυση και άλλες σεξουαλικές πράξεις, συνήθως με σκοπό τη διέγερση του θεατή. Εμφανίστηκαν σχεδόν ταυτόχρονα με την εμφάνιση του κινηματογράφου και έχουν πολλά κοινά με τις υπόλοιπες μορφές πορνογραφίας. Άλλες ορολογίες που χρησιμοποιούνται στην Ελληνική γλώσσα για να περιγράψουν τέτοιου είδους ταινίες είναι: "αισθησιακή ταινία", "ταινία για ενηλίκους" και "τσόντα". τσόντα = εκ της Ιταλικής giunta (πρβλ. και Ισπανική junta) που σημαίνει "ένωση, προσθήκη κλπ.".
Για μια αναλυτικότερη επισκόπηση του ορισμού και της ιστορίας της πορνογραφίας στο κινηματογράφο, δείτε: Πορνογραφική ταινία.
Πορνογραφία στην ΕλλάδαΕπεξεργασία
Σε ότι αφορά την εγχώρια νομοθεσία, η πώληση και κατοχή πορνογραφικού υλικού είναι νόμιμη σε ειδικά έντυπα, DVD, συνδρομητική τηλεόραση και ειδικό κινηματογράφο και μόνο σε ενήλικους. Ωστόσο κατά το ν. 5060/1931 (άρθρο 29) απαγορεύεται η "διακίνηση" ασέμνων στον τύπο ενώ, κατά το άρθρο 14 παρ. 3 του Συντάγματος, επιτρέπεται, για τέτοια δημοσιεύματα η κατάσχεση εφημερίδων, ακόμα και πριν από την κυκλοφορία τους (Άσεμνο θεωρείται αυτό που προσβάλλει, κατά το κοινό αίσθημα, την αιδώ). Νόμιμη είναι επίσης σήμερα και η παραγωγή ή εκτύπωση πορνογραφικού υλικού στην Ελλάδα και υφίστανται εδώ και αρκετά χρόνια ορισμένα ελληνικά έντυπα και από το 2008 μία κινηματογραφική εταιρεία.
Με το άρ. 348Α του Ποινικού Κώδικα, που εισήχθη με το Ν. 3064/2002, τιμωρείται η "Πορνογραφία ανηλίκων", στην οποία περιλαμβάνεται τόσο η συμβατική όσο και η ηλεκτρονική της μορφή. Με τη διάταξη αυτή τιμωρείται ακόμα και η εικονική (π.χ. με καρτούν) παιδική πορνογραφία, καθώς και η απλή κατοχή παιδικού πορνογραφικού υλικού.[4]
ΠαραπομπέςΕπεξεργασία
ΒιβλιογραφίαΕπεξεργασία
- Moulton, Ian Frederick. Before pornography: erotic writing in early modern England, Oxford University Press, 2000.
Εξωτερικοί σύνδεσμοιΕπεξεργασία
- Pornography and Censorship, Stanford Encyclopedia of Philosophy.
- Πορνογραφία και Λογοκρισία[1], Η Εγκυκλοπαίδεια της Φιλοσοφίας του Στάνφορντ.