Ο Σάμουελ Κολτ (Samuel Colt, 19 Ιουλίου 1814 - 10 Ιανουαρίου 1862) ήταν Αμερικανός εφευρέτης.

Σάμουελ Κολτ
SamuelColt.jpg
Γενικές πληροφορίες
Όνομα στη
μητρική γλώσσα
Samuel Colt (Αγγλικά)
Γέννηση19  Ιουλίου 1814[1][2][3]
Χάρτφορντ[4]
Θάνατος10  Ιανουαρίου 1862[1][2][3]
Χάρτφορντ[4]
Τόπος ταφήςCedar Hill Cemetery
Χώρα πολιτογράφησηςΗνωμένες Πολιτείες Αμερικής
Εκπαίδευση και γλώσσες
Ομιλούμενες γλώσσεςΑγγλικά[5]
Πληροφορίες ασχολίας
Ιδιότηταεφευρέτης
επιχειρηματίας
τεχνίτης
μηχανικός σχεδιασμού
weapons manufacturing company
Οικογένεια
ΣύζυγοςΕλίζαμπεθ Χαρτ Τζάρβις Κολτ
ΤέκναCaldwell Hart Colt
ΓονείςChristopher Colt[6] και Sarah Caldwell[6]
Στρατιωτική σταδιοδρομία
Βαθμός/στρατόςσυνταγματάρχης
Αξιώματα και βραβεύσεις
ΒραβεύσειςΑίθουσα Φήμης των Εθνικών Εφευρετών
Υπογραφή
Samuel Colt signature 1855.svg
Commons page Σχετικά πολυμέσα

Νεότερα χρόνιαΕπεξεργασία

Ο πατέρας του Κολτ, Κρίστοφερ Κολτ, ήταν αγρότης στο Κονέκτικατ, όταν αποφάσισε να μετακομίσει με την οικογένειά του στο Χάρτφορντ και να ασχοληθεί με τις επιχειρήσεις. Η μητέρα του Κολτ, Σάρα Κάλντγουελ, πέθανε όταν αυτός ήταν δύο χρονών και έμεινε με τον πατέρα του, τις τρεις αδελφές, που οι δύο πέθαναν σε μικρή ηλικία και η τρίτη αυτοκτόνησε αργότερα, και τους τρεις αδελφούς του. Αργότερα, στα τέσσερά του, ο πατέρας του παντρεύτηκε την Όλιβ Σάρτζεντ, η οποία και μεγάλωσε τον Κολτ.

Η αρχήΕπεξεργασία

Ως νέος θαλασσοπόρος που ταξίδευε για την Καλκούτα, ο Κολτ χάραξε ένα ξύλινο μοντέλο πυροβόλου όπλου που αργότερα έγινε το πιο διάσημο όπλο χειρός που σχεδιάστηκε ποτέ. Μετά από αρκετά χρόνια ο Κόλτ κατάφερε να αναπτύξει ένα μηχανισμό που δούλευε. Το επονομαζόμενο revolver (ελληνικά αποδίδεται ως "περίστροφο") είχε έναν μεταλλικό κύλινδρο με υποδοχές για σφαίρες (μύλος), ο οποίος περιστρεφόταν κατά μία θέση κάθε φορά που ο κόκορας σηκωνόταν. Επίσης το revolver ήταν το πρώτο όπλο που χρησιμοποιούσε με επιτυχία την κρουστική δράση.

Παραγωγή όπλωνΕπεξεργασία

Το 1835 ο Κολτ πατεντάρισε το σχέδιο και το 1836, που ιδρύθηκε η εταιρία Patent Arms Manufacturing Company στο Πάτερσον (Paterson), το ρεβόλβερ βγήκε στην παραγωγή. Αργότερα ο Κολτ σχεδίασε τρεις ακόμη τύπους όπλων χειρός, όπως και δύο τουφέκια. Το 1842 το εργοστάσιο έκλεισε λόγω έλλειψης παραγγελιών. Πέντε χρόνια αργότερα η παραγωγή ανέκαμψε όταν η κυβέρνηση των Ηνωμένων Πολιτειών παρήγγειλε χίλια κομμάτια για τον πόλεμο ενάντια στο Μεξικό. Το 1855 ο Κολτ κατασκεύασε νέο εργοστάσιο στο Χάρτφορντ, που έγινε και το μεγαλύτερο ιδιωτικό εργοστάσιο παραγωγής όπλων του κόσμου.

Επανάσταση στην παραγωγήΕπεξεργασία

Ο Κολτ, επηρεασμένος από τον Ιλάια Γουίτνεϊ, ανέπτυξε μια νέα γραμμή παραγωγής βασισμένη στην ξεχωριστή κατασκευή των διαφόρων μερών και στην τελική τους συναρμολόγηση χρησιμοποιώντας μηχανές. Δήλωσε ότι «Δεν υπάρχει τίποτα που να μην μπορεί να παραχθεί από μηχανές». Έτσι, ο Κολτ κατάφερε να παραγάγει εκατόν πενήντα όπλα την ημέρα μέχρι το 1856.

Διάφορα όπλαΕπεξεργασία

Το ρεβόλβερ χρησιμοποιούνταν εκτενώς κατά τη διάρκεια του Εμφύλιου πολέμου στην Αμερική και μέχρι το θάνατό του ο Κολτ είχε παραγάγει πάνω από τετρακόσιες χιλιάδες όπλα. Το 1880 το «peacemaker» έγινε θρύλος στην άγρια Δύση, ενώ το 45άρι ημιαυτόματο πιστόλι του ήταν το τυπικό πιστόλι κατά τη διάρκεια του Α΄ και Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου και παρέμεινε το επίσημο όπλο των Ενόπλων Δυνάμεων των ΗΠΑ μέχρι το 1984. Σήμερα, μαζί με το Εθνικό Ινστιτούτο Δικαιοσύνης, η βιομηχανία Κολτ αναπτύσσει ένα «έξυπνο όπλο» με τεχνολογία που θα επιτρέπει στο όπλο να εκπυρσοκροτεί μόνον από τον νόμιμο κάτοχό του.


  1. 1,0 1,1 1,2 (Αγγλικά) Find A Grave. 217. Ανακτήθηκε στις 9  Οκτωβρίου 2017.
  2. 2,0 2,1 2,2 (Γερμανικά) Εγκυκλοπαίδεια Μπρόκχαους. colt-samuel. Ανακτήθηκε στις 9  Οκτωβρίου 2017.
  3. 3,0 3,1 3,2 «Colt, Samuel» 12  Ιανουαρίου 2018.
  4. 4,0 4,1 «Большая советская энциклопедия» (Ρωσικά) The Great Russian Encyclopedia. Μόσχα. 1969. Ανακτήθηκε στις 28  Σεπτεμβρίου 2015.
  5. Εθνική Βιβλιοθήκη της Γαλλίας: (Γαλλικά) καθιερωμένοι όροι της Εθνικής Βιβλιοθήκης της Γαλλίας. data.bnf.fr/ark:/12148/cb13510355r. Ανακτήθηκε στις 10  Οκτωβρίου 2015.
  6. 6,0 6,1 6,2 6,3 Leo van de Pas: (Αγγλικά) Genealogics. 2003.