Ο Στέφανος Ράντοσλαβ (Стефан Радослав, 1192 - μετά το 1235), γνωστός και ως Στέφανος Δούκας, ήταν βασιλιάς της Σερβίας από το 1228 έως το 1234. Στις ελληνικές πηγές αναφέρεται επίσης ως Στέφανος Γ΄ στη διαδοχή των Νεμάνια, και Στέφανος Β΄ στη διαδοχή του βασιλείου της Σερβίας.

Στέφανος Ράντοσλαβ
Βασιλιάς της Σερβίας
Περίοδος1228 - 1234
ΠροκάτοχοςΣτέφανος ο Πρωτόστεπτος
ΔιάδοχοςΣτέφανος Βλάντισλαβ
Γέννηση1192
Θάνατοςμετά το 1235
ΣύζυγοςἌννα Ἀγγελίνα Κομνηνή Δούκαινα
ΟίκοςΟίκος Νεμάνια
ΠατέραςΣτέφανος ο Πρωτόστεπτος
ΜητέραΕυδοκία Αγγελίνα
Υπογραφή
Commons page Σχετικά πολυμέσα
δεδομένα (π  σ  ε )

Ήταν γιος του Στέφανου του Πρωτόστεπτου από την πρώτη σύζυγό του Ευδοκία Αγγελίνα[1]. παππούδες και γιαγιάδες του ήταν ο Αλέξιος Γ´ Άγγελος βυζαντινός αυτοκράτορας και της Ευφροσύνης Δούκαινας Καματηρά. Αδέλφια του ήταν ο Στέφανος Βλάντισλαβ μετέπειτα βασιλιάς της Σερβίας, ο Σάββας Β΄ αρχιεπίσκοπος Σερβίας και η Κομνηνή αρχόντισσα της Κρούγια και του Ελμπασάν.

Σύμφωνα με το "The Realm of the Slavs" (1601) του Μαύρο Ορμπιν (Mavro Orbin) ο Στέφανος Ράντοσλαβ υπηρέτησε αρχικά ως κυβερνήτης της Ζαχλουμίας κατά τη διάρκεια της βασιλείας του πατέρα του. Σύμφωνα με αυτό ο Στέφανος έγινε ζουπάνος της Ζαχλουμίας όταν ο ηγεμόνας της έγινε ο Αντρέας που ήταν ανήλικος και οι Νεμάνια πέρασαν υπό την εξουσία τους μεγάλο τμήμα της Ζαχλουμίας[2]. Αλλού αναφέρει τον Στέφανο Ράντοσλαβ ως κυβερνήτη του Πριγκιπάτου της Ζέτας. Σε έναν χάρτη που χρονολογείται από το 1222 ή το 1228, ο Ράντοσλαβ εμφανίζεται ως συν-ιδρυτής της μονής Ζίτσα με τον πατέρα του[3].

Όταν ο πατέρας του πέθανε το 1227[4] ο Ράντοσλαβος οποίος ήταν ο πρωτότοκος γιος τον έγινε βασιλιάς, στέφθηκε στη μονή της Ζίτσας από τον Αρχιεπίσκοπο Σάββα[4]. Σύμφωνα με τον βιογράφο και μοναχός Θεοδόσιο ο Ράντοσλαβ ήταν ένας καλός κυβερνήτης στην αρχή, αλλά στη συνέχεια και κάτω από την επιρροή της συζύγου του, που ήταν η κόρη του Θεοδώρου της Θεσσαλονίκης και της Ηπείρου (1216-1230)[4]. Ο Ράντοσλαβ έχασε τον θρόνο με την υποστήριξη των σέρβων ευγενών προς όφελος του αδελφού του Στέφανου Βλάντισλαβ κι εγκατέλειψε τη χώρα ανάμεσα 1 Σεπτεμβρίου του 1233 και 4 Φεβρουαρίου 1234, δεν ήταν σε θέση να ανακτήσει ξανά το βασίλειο, αλλά τελικά επέστρεψε ως μοναχός[4]. Ο Ράντοσλαβ κατέφυγε στο Ντουμπρόβνικ (1233) με τη σύζυγό του, και υπάρχουν ενδείξεις ότι ο Ράντοσλαβ είχε οργανώσει κάποιες ενέργειες εναντίον του αδελφού του Βλάντισλαβ και ότι πίστευε ότι θα μπορέσει να επιστρέψει στο θρόνο[5]. Για το λόγο αυτό ο Βλάντισλαβ άρχισε να απειλεί τη Ραγκούσα, η οποία στράφηκε στους Βόσνιους Μπάνους για βοήθεια[5].

Ο Ράντοσλαβ με τη βοήθεια του θείου του αρχιεπίσκοπου Σάββα πήρε μοναστικούς όρκους μαζί με τη γυναίκα του κι επέστρεψαν στη Σερβία ως μοναχοί[5]. Ο Ράντοσλαβ και η σύζυγος του Άννα αποσύρθηκε σε μοναστήρι, το μοναστικό όνομα του ήταν Ιωάννης. Δεν υπάρχει καμία αναφορά για αυτόν μετά από 1235. Ο χρόνος και οι συνθήκες του θανάτου του είναι άγνωστα[3].

Ο Ράνροσλαβ ήταν αρχικά παντρεμένος και με τη Θεοδώρα Κομνηνή Δούκαινα, κόρη του Μιχαήλ Α΄ Κομνηνού Δούκα ηγεμόνα της Ηπείρου. Και οι δύο από τις συζύγους του ήταν μέλη της οικογένειας Μελισσηνού. Ο Ράντοσλαβ θα παντρευτεί την Άννα Δούκαινα Αγγελίνα το 1219 ή 1220. Ήταν κόρη του Θεόδωρου Κομνηνού Δούκα και της Μαρίας Πετραλείφαινας. Απο κάποιες πηγές αναφέρεται ότι απέκτησαν ένα παιδί χωρίς άλλα στοιχεία[6].

Παραπομπές Επεξεργασία

Πηγές Επεξεργασία

 
 
Στο λήμμα αυτό έχει ενσωματωθεί κείμενο από το λήμμα Stefan Radoslav of Serbia της Αγγλικής Βικιπαίδειας, η οποία διανέμεται υπό την GNU FDL και την CC-BY-SA 4.0. (ιστορικό/συντάκτες).