Συζήτηση:Όχθια Αρκαδίας

Τελευταίο σχόλιο: πριν από 6 μήνες από ΛΑΓΟΣ ΔΗΜΗΤΡΗΣ στο θέμα Σχόλιο 2-11-2023


Σχόλιο 2-11-2023 Επεξεργασία

Κατάσταση: νέα κοινοποίηση

ΤΑ ΟΧΘΙΑ ΓΟΡΤΥΝΙΑΣ ΑΡΚΑΔΙΑΣ

Ο οικισμός των Οχθίων (πρώην Καραχασάνι) βρίσκεται στο βορειοδυτικό τμήμα της Περιφερειακής Ενότητας Αρκαδίας, υπάγεται διοικητικά στο Δήμο Γορτυνίας και έχει έδρα τη Δημητσάνα. Είναι χτισμένος αμφιθεατρικά στη βορειοδυτική Ηραία. Το έδαφος του είναι ημιορεινό και έχει γεωγραφική έκταση 2.797 km². Έχει υπέροχη θέα και πλούσια βλάστηση. Βρίσκεται σε υψόμετρο 547 μέτρων, σύμφωνα με τη Γεωγραφική Υπηρεσία Στρατού (ΓΥΣ), και καμαρώνει την όμορφη Φολόη και το φιδίσιο γλίστρημα των νερών των ποταμών Τουθόα (Λαγκαδινό ρέμα) και Λάδωνα, καθώς και του χειμάρρου της Γκούρας. Απέχει είκοσι ένα (21) χιλιόμετρα από τη Δημητσάνα. Ο κεντρικός δρόμος που συνδέει τα περισσότερα χωριά της Άνω Ηραίας διέρχεται περιμετρικά του χωριού και συνεχίζει κατηφορικά προς τον ποταμό Λάδωνα, γέφυρα (Κοκλαμά-Μπερτσιά). Ο επισκέπτης, μέσω των οικισμών Αγιονέρι, Λιοδώρα, Χρυσοχώρι και Κοκλαμά, συναντά σε απόσταση επτά (7) χιλιομέτρων την κεντρική οδική αρτηρία της Αρχαίας Ολυμπίας–Πύργου.

Η κεντρική πλατεία του χωριού (που θεωρείται και το "μπαλκόνι" της Γορτυνίας) βρίσκεται στη θέση "σπηλιά", απ’ όπου μπορεί κανείς να θαυμάσει, τόσο την ημέρα όσο και την νύκτα τη μαγευτική θέα της περιοχής και να διακρίνει πανοραμικά 60 περίπου χωριά της γύρω περιοχής. Σε αυτή την πλατεία γίνονται και οι πολιτιστικές εκδηλώσεις του χωριού.

Ο οικισμός των Οχθίων έχει τέσσερις εκκλησίες: • Του Αγίου Γεωργίου που είναι και ο "πολιούχος Άγιος", ο οποίος βρίσκεται εντός του χωριού και είναι ένας πετρόκτιστος ναός που χρονολογείται από το 1853, όπως αυτό φαίνεται από την πέτρινη σκαλιστή πλάκα διαστάσεων μήκους 1,0 μέτρου και πλάτους 30 εκατοστών με τρεις ισόπλευρους (τετράγωνους) σταυρούς, περίτεχνα σκαλισμένους, καθώς και τη χρονολογία 1853 που δηλώνει το έτος κτήσης του Ιερού Ναού. Η πέτρινη αυτή πλάκα βρέθηκε το έτος 2002 κατά τις εργασίες που έγιναν από την προσθήκη του νέου καμπαναριού, η οποία οδηγηθεί σε διάφορες σκέψεις. Πρώτον, ότι οι σταυροί αυτής της μορφής ήταν το έμβλημα των σταυροφόρων Ναϊτών Ιπποτών που πιθανά εξυπηρετούσε τους στρατιώτες/ιππότες/φρουρούς που είχαν την ευθύνη φύλαξης του παρακείμενου κάστρου (Παλιόκαστρο), το οποίο απέχει 200 περίπου μέτρα από τη σημερινή θέση του Ιερού Ναού. Δεύτερον, ενδέχεται η πέτρινη πλάκα με τους χαραγμένους περίτεχνους σταυρούς να μεταφέρθηκε από άλλη περιοχή (εκτός οικισμού) και να τοποθετήθηκε στην είσοδο ή εντός του Ιερού Ναού, οπότε και χαράχθηκε η χρονολογία κτήσης του. Το δάπεδο του ναού είναι πέτρινο κομψοτέχνημα από την αρχική του κατασκευή. • Του Προφήτη Ηλία που βρίσκεται σε ένα μικρό λοφίσκο (υψόμετρο 380 μέτρων) στην ομώνυμη περιοχή του Αϊ–Λια, χωρίς να είναι γνωστός ο χρόνος ίδρυσής του. Στη θέση του πιθανολογείται ότι προϋπήρχε αρχαιοελληνικός ναός. Για την τοποθεσία αυτή, βιβλιογραφικές αναφορές έχουμε, την αρχαιολογική εκτίμηση από τον Meyer (1939:100-101) και απλές αναφορές από την Jost (1985:75) και την Salavoura, (2008:79). Ειδικότερα, ο Ελβετός αρχαιολόγος Meyer (1939:100-101), αναφέρει ότι εκτός από το αρχαίο νεκροταφείο που εντόπισε στον λόφο του Αγιολιά, υπάρχουν κατάλοιπα από ίχνη οχύρωσης ενός αρχαίου κάστρου, το οποίο θεώρησε ότι πρόκειται για φυλάκιο/οχύρωμα των Ηραιέων προς την Τουθόα. Επίσης, ο Meyer κατέγραψε την ύπαρξη ενός πιθανόν μυκηναϊκού οστράκου, μαζί με κεραμική των αρχαϊκών και κλασικών χρόνων. • Των Αγίων Αποστόλων που χρονολογείται από το 1969 και βρίσκεται στην γραφική περιοχή του Κεφαλόβρυσου, πλησίον του χωριού Αγιονέρι, όπου κάθε χρόνο κάτω από τα βαθύσκια πλατάνια της ομώνυμης πηγής γίνεται πανηγύρι από τον Σύλλογο Οχθιτών Τρίπολης. Η ονοματοδοσία του εξωκλησιού των Αγίων Αποστόλων έγινε σε ανάμνηση του προ υπάρχοντος εξωκλησιού που βρισκόταν σε κοντινή τοποθεσία από την σημερινή. • Της Παναγίας που χρονολογείται από το 1976 και βρίσκεται στην περιοχή του «Κιόσι».


Οι επικρατούσες απόψεις για την ίδρυση του οικισμού

• Ο οικισμός ως ιδιοκτησία

    Έχουμε την πληροφορία από την τοπική παράδοση ότι οι οικισμοί Καραχασάνι και Μπέτσι ήταν τσιφλίκια του Αλή Αγά, ο οποίος ήταν Αλβανόφωνος χριστιανός και γαιοκτήμονας της περιοχής του κάμπου της Ηραίας και έμενε στον πύργο του Λάλα Ηλείας. Ο Αλή Αγάς προίκισε τους δύο γαμπρούς του, Καρά Χασάν και Καρά Μπέτσο, με τα τσιφλίκια των οικισμών Καραχασάνι και Μπέτσι. Στο γαμπρό του Καρά Χασάν έδωσε το μισό του κάμπου της Ηραίας και όλη την περιοχή που έχει σήμερα ο οικισμός Όχθια. Στο γαμπρό του Καραμπέτσο έδωσε το άλλο μισό του κάμπου της Ηραίας και την περιοχή που βρίσκεται σήμερα ο οικισμός Αγιονέρι. Οι γαμπροί του Αλή Αγά έδωσαν αντίστοιχα τα ονόματά τους στους δύο αυτούς οικισμούς (Διονυσόπουλος, 2005:32). 

• Ο οικισμός ως συνέχεια του τοπωνυμίου Αγιώργης

    Στην τοποθεσία Αγιώργης που βρίσκεται στην περιοχή της Κοκκινομηλιάς, κοντά στο χείμαρρο της Γκούρας, υπήρχε οργανωμένος γεωργοποιμενικός καταυλισμός. Είναι άγνωστο πότε έγινε η ίδρυση ή κατοίκηση του καταυλισμού σ’ αυτή την τοποθεσία. Η ύπαρξη εκκλησίας δηλώνει οργανωμένη κατοίκηση που έχει βάθος χρόνου. Αυτό επιβεβαιώνεται από τα κατάλοιπα των λιθόκτιστων σπιτιών, αλλά και από μαρτυρίες κατοίκων που ζούσαν εκεί μόνιμα μέχρι τη δεκαετία του 1940. Μάλιστα, υπήρχε και ομώνυμη εκκλησία, κατάλοιπα της οποίας είναι ορατά μέχρι σήμερα. Ίσως, να αποτέλεσε τόπο εγκατάστασης των πρώτων γεωργοποιμενικών οικογενειών, αφού η ευρύτερη περιοχή προσφέρεται για διαμονή, καθώς και για γεωργική και κτηνοτροφική αξιοποίηση. Η μετακίνηση εκτιμάται ότι έγινε προς δύο κατευθύνσεις. Η μία προς τον οικισμό Ζουλάτικα (σήμερα Αετορράχη)- (Νικολακόπουλος, 2014:40-41) και η άλλη προς τον οικισμό Καραχασάνι (σήμερα Όχθια). 


• Ο οικισμός ως συνέχεια του τοπωνυμίου Αρνοφωλιές

      Είναι γνωστό ότι οι κάτοικοι της ευρύτερης περιοχής είτε γηγενείς είτε έποικοι ήταν διασκορπισμένοι σε οικογένειες (σόια) σε πεδινές ή ημιορεινές τοποθεσίες που ήταν κατάλληλες για βοσκοτόπια ή για γεωργική εκμετάλλευση. Η ζωή τους ήταν γεωργική και ποιμενική. Η κακομεταχείριση που υφίσταντο από τους εκάστοτε κατακτητές ή εποίκους, τους ανάγκασε να εγκαταλείψουν τις πεδινές τοποθεσίες και να αναζητήσουν νέες τοποθεσίες για κατοικία για λόγους ασφάλειας των οικογενειών τους. Έτσι, συγκεντρώνονταν σε μικρές ομάδες και πήγαιναν σε βραχώδεις, δασώδεις και δυσπρόσιτες περιοχές.
      Με βάση αυτό το σκεπτικό, οι πρώτοι κάτοικοι του οικισμού πιθανόν να κατοίκησαν προσωρινά στην τοποθεσία Αρνοφωλιές που βρίσκεται στη θέση Γκορτσούλα. Άλλωστε, αυτό μαρτυρούν οι σπηλιές που ήταν εσωτερικά διαμορφωμένες και εξωτερικά περίκλειστες με πέτρες για να μην είναι ορατές. Οι σπηλιές είναι αρκετά ευρύχωρες και μπορούσαν να χωρέσουν τριάντα (30) περίπου άτομα. 
      Εκτιμάται ότι η κατοίκηση αυτών των σπηλιών πρέπει να έγινε στο χρονικό διάστημα 1500-1600 (Ηχώ των Οχθιτών», 1975, φ.2). Είναι πιθανόν οι κάτοικοι που έμεναν προσωρινά εκεί για λόγους ασφάλειας να μετακινήθηκαν αργότερα στη σημερινή τοποθεσία του οικισμού και να διαμόρφωσαν το υπάρχον οικιστικό πλέγμα. Άλλωστε, η τοποθεσία Αρνοφωλιές είναι πολύ κοντά στον οικισμό των Οχθίων.

• Ο οικισμός ως τουρκικό τοπωνύμιο

Σύμφωνα με μια άλλη άποψη, ο οικισμός Καραχασάνι ήταν τοπωνύμιο Τουρκοαλβανικό και δημιούργημα της πρώτης τουρκοκρατίας (1460-1715). (Διονυσόπουλος, 2005:35). Προέρχεται από όνομα Καρά Χασάν. Εξετάζοντας την αληθοφάνεια αυτής της άποψης, σε κάθε περίπτωση, είναι αναγκαίο να επαληθευτεί αν ο Καρά Χασάν ήταν υπαρκτό πρόσωπο, αν ήταν Τούρκος ή Τουρκαλβανός και πότε έζησε στην περιοχή.

Υποστηρίζεται ότι τα τοπωνύμια που εκφέρονται στη γενική δηλώνουν κατά γενικό κανόνα κτήτορα τσιφλικιών ή προνοιών που φέρουν το όνομα του ιδιοκτήτη και πως τέτοια τοπωνύμια συναντάμε στα βυζαντινά χρόνια και κατά την τουρκοκρατία. Στην περίπτωση του οικισμού Καραχασάνι (σήμερα Όχθια), το τοπωνύμιο δηλώνει ιδιοκτησία. Το ερώτημα είναι, ποιος ήταν ο ιδιοκτήτης αυτής της περιοχής; Δηλαδή, πήρε το όνομα από κάποιο ιδιοκτήτη του οικισμού ή ήταν ιδιοκτήτης τοποθεσίας; Αν ο Καρά Χασάν ήταν όνομα Τούρκου ή Τουρκαλβανού οδηγούμαστε σε κάθε περίπτωση στους χρόνους της πρώτης τουρκικής κατάκτησης (1460-1715). Αυτό ενισχύεται και από την ετυμολογία της λέξης Καραχασάνι. Η άποψη αυτή φαίνεται ότι είναι βάσιμη. Οι κάτοικοι πήγαν σ’ αυτή την περιοχή και εγκαταστάθηκαν είτε οικειοθελώς είτε αναγκαστικά. Πότε χρονικά έγινε αυτό; Μπορεί σ ’αυτή την χρονική περίοδο, αλλά και πρωτύτερα. Είναι γνωστό ότι στη βενετική απογραφή αναφέρεται η ύπαρξη του οικισμού. Αυτό σημαίνει ότι προϋπήρχε κατοίκηση τουλάχιστον 100-150 χρόνια νωρίτερα. Ακόμα, δεν πρέπει να ξεχνούμε ότι πριν από την κατάκτηση της περιοχής από τους τούρκους, έχουμε εποίκιση των Αρβανιτών από τα τέλη του 6ου αιώνα, των Σλάβων (593-811), των Φράγκων (1205-1320), αλλά και μετά την τουρκική κατάκτηση (1460), των Ενετών (1685-1715), όπου μέσω των τοπωνυμίων δηλώνουν την ύπαρξή τους στην περιοχή. Το αντίθετο είναι να είχαν εγκατασταθεί οι πρώτοι κάτοικοι σ’ αυτή την τοποθεσία και στη συνέχεια να δόθηκε το όνομα του Τούρκου ή Τουρκαλβανού ιδιοκτήτη αυτής της περιοχής.

Στον κάμπο της Ηραίας, κοντά στην τοποθεσία Παλιόμυλος, υπάρχουν κατάλοιπα της ομώνυμης βρύσης του Αλήπασα, που σύμφωνα με την παράδοση δόθηκε προς τιμή του τσιφλικά ιδιοκτήτη της περιοχής Αλή Πασά. Από τη βιβλιογραφική έρευνα (Καπράλος, Αχρ.:100) διαπιστώνεται ότι υπήρχε το όνομα Αλή Αγά Α’, ο οποίος έζησε προ του 1800, καθώς και ο εγγονός αυτού Αλή Αγά Β΄ που είχαν έδρα διαμονής το Λάλα Ηλείας. Ακόμα, υπήρχε και το όνομα Αλή Φαρμάκης που ήταν Οθωμανός αξιωματούχος από του Λάλα Ηλείας. Πιθανόν να δόθηκε σ’ αυτά τα πρόσωπα το όνομα της βρύσης, τα οποία αποκαλούσαν τιμητικά και πασάδες.

• Ο οικισμός ως συνέχεια του τοπωνυμίου Κεφαλόβρυσος

Ο Κεφαλόβρυσος, είναι μια ειδυλλιακή τοποθεσία που βρίσκεται στα όρια με τον οικισμό Αγιονέρι. Εκεί υπάρχει ένα κεφαλάρι που πηγάζει νερό και αρδεύει τη γύρω περιοχή και τον κάμπο της Ηραίας. Σε μικρή απόσταση από την πηγή, στη θέση Σπαρτιά, υπήρχε η εκκλησία των Αγίων Αποστόλων, της οποίας εμφανή κατάλοιπα υπάρχουν και σήμερα. Είναι προφανές ότι στην περιοχή αυτή υπήρχε κάποιας μορφής υποτυπώδης αγροποιμενική κατοίκηση. Άλλωστε, υπήρχαν και οι προϋποθέσεις για διαμονή. Δεν μπορούμε να εκτιμήσουμε το χρόνο διαμονής των κατοίκων αυτής της τοποθεσίας. Ενδεχομένως, οι κάτοικοι αυτής της τοποθεσίας να μετακινήθηκαν προς τη σημερινή τοποθεσία του οικισμού των Οχθίων ή και προς τον οικισμό του Αγιονερίου. Ωστόσο, πέραν των καταλοίπων στο δάπεδο της μικρής εκκλησίας δεν υπάρχουν άλλα εμφανή κατάλοιπα (κεραμίδια, πέτρινα κτίσματα κ.λπ.) που να δείχνουν οργανωμένη οίκηση.

• Ο οικισμός ως συνέχεια του τοπωνυμίου Μπερκουμάδι

Η τοποθεσία Μπερκουμάδι βρίσκεται στον κάμπο της Ηραίας. Υπάρχουν ενδείξεις από τα μικροαντικείμενα που έχουν βρεθεί διάσπαρτα στα χωράφια της περιοχής ότι υπήρχε παλαιότερα κάποιας μορφής κατοίκηση. Η γειτνίαση της περιοχής με την παρακείμενη βρύση του Αλήπασα και η δυνατότητα άρδευσης από την πηγή του Κεφαλόβρυσου σε συνδυασμό με το πεδινό του εδάφους που προσφέρεται για γεωργικές καλλιέργειες και για τροφή των αιγοπροβάτων, καθώς και το ήπιο κλίμα, παρείχαν αυτή τη δυνατότητα. Ακόμα, τα κατάλοιπα του υδρόμυλου που βρίσκεται στην τοποθεσία του Παλιόμυλου, επιβεβαιώνουν ότι σ’ αυτή την περιοχή υπήρχε οργανωμένο οικιστικό πλέγμα. Το ζητούμενο είναι αν αυτό ήταν από τους αρχαίους χρόνους ή τη μετέπειτα εποχή. Όμως, αν λάβουμε υπόψη μας τη γλωσσική προέλευση του τοπωνυμίου, αυτό μας οδηγεί στην ύπαρξη συνοικισμού Αρβανιτών χριστιανών προ τουρκοκρατίας ή Αρβανιτών μουσουλμάνων επί τουρκοκρατίας. Αυτό μαρτυρούν τα πήλινα ευρήματα (ζάρες, κεραμίδια, στάμνες) της περιοχής, καθώς και το εμφανές κατάλοιπο του Τζαμιού, αλλά και οι μαρτυρίες των κατοίκων από την προφορική παράδοση. Πιθανόν τα πήλινα αντικείμενα να κατασκευάζονταν στη θέση Μαγαζιά πλησίον της τοποθεσίας του Αγιολιά. Ως επιπρόσθετο στοιχείο αναφέρεται ότι οι Αρβανίτες έδιναν ονομασίες στις ελληνικές τοποθεσίες που προέρχονταν από Σλάβικο γλωσσικό δανεισμό.

• Ο οικισμός ως συνέχεια του τοπωνυμίου Μαγαζιά

Η τοποθεσία Μαγαζιά βρίσκεται ενδιάμεσα των θέσεων Κιόσι και Αγιολιά. Η λέξη είναι τουρκική και υποδηλώνει ότι στην περιοχή αυτή υπήρχε κατοίκηση με υποτυπώδη εμπορική δραστηριότητα. Πράγματι, στην τοποθεσία υπάρχει μικρό κατάλοιπο κτίσματος στο παρακείμενο ποιμνιοστάσιο που μαρτυρεί αυτό. Επίσης, υπάρχουν προφορικές μαρτυρίες για κατοίκηση αυτής της περιοχής επί τουρκοκρατίας (Δημητρόπουλος, 1970:1). Σ’ αυτό συνέβαλε η ύδρευση της περιοχής από την παρακείμενη πηγή στου Κιόσι, καθώς και το εξωκλήσι του Αγιολιά. Αν λάβουμε υπόψη μας τις αρχαιολογικές εκτιμήσεις του Meyer ότι στην τοποθεσία του Αγιολιά υπήρχε αρχαίο κάστρο με πύργο εντός αυτού, το οποίο ήταν κάποιας μορφής οχύρωση των Ηραιατών και ότι το εξωκκλήσι ήταν πιθανόν αρχαιοελληνική εκκλησία τότε μπορούμε να οδηγηθούμε στο συμπέρασμα ότι εκεί υπήρχε κατοίκηση από τους αρχαίους ή αρχαϊκούς χρόνους και να δεχθούμε ότι υπάρχει κάποια συνέχεια στη μετέπειτα κατοίκηση της σημερινής θέσης του οικισμού.


• Ο οικισμός ως συνέχεια του αρχαίου κόσμου

Με βάση το ιστορικό πλαίσιο αναφοράς εξετάζουμε τις πληροφορίες για τα ιστορικά δρώμενα της περιοχής σε σχέση με τις εκτιμήσεις του Ελβετού αρχαιολόγου Meyer που επισκέφτηκε διάφορες τοποθεσίες της Ηραίας το έτος 1936, μεταξύ των οποίων ήταν και τοποθεσίες του Αγιολιά και Παλαιόκαστρου στον οικισμό των Οχθίων.

Ο Meyer (1939:100) είναι ο πρώτος αρχαιολόγος που αναφέρει ότι στην κορυφή του λόφου του Αγιολιά υπήρχε αρχαίο κάστρο (οχύρωμα) και εντός αυτού πύργος. Ταπεινά κατάλοιπα (ίχνη) αυτών είναι διατηρημένα στη νοτιοδυτική πλευρά του εδάφους. Το αρχαίο αυτό κάστρο θεώρησε ότι πρόκειται για συνοριακή φύλαξη των Ηραιέων (Παυσανίας VIII, 25, 12) προς την νότια κυρίως περιοχή του Τουθόα ποταμού. Αναφέρει και την ύπαρξη ενός κατεστραμμένου νεκροταφείου, γύρω στο πετρώδες έδαφος της εκκλησούλας του Αγιολιά. Επίσης, ο Meyer κατέγραψε ότι μεταξύ των τεκμηρίων υπάρχει χονδροειδής κεραμική, ένα μυκηναϊκό κόκκινο όστρακο (απομεινάρι) που έμοιαζε με απομίμηση της μυκηναϊκής κεραμικής, ένα μεγάλο κεραμικό πιάτο του 6ου αιώνα που ήταν απομίμηση κορινθιακής τεχνικής, καθώς και πολλά άλλα όστρακα (απομεινάρια) των αρχαϊκών (10ος-7ος αιώνας π.Χ.) και κλασικών χρόνων (7ος-4ος αιώνας π.Χ.) που ήταν όχι μόνο μέσα στο οχύρωμα αλλά και έξω από αυτό. Ακόμα, αναφέρει και την εύρεση μιας σιδερένιας μύτης βέλους, η οποία αναφέρει ότι βρίσκεται στο Εθνικό Μουσείο Αθηνών.

Σε νεότερη επιστημονική του εργασία ο Meyer (1957:20), στηριζόμενος στα αναφερόμενα από τον Στράβωνα (Γεωγραφικά, βιβλίο VIII, 3,2, σελ. 337) για την ένωση εννιά δήμων (αγροτικών κοινοτήτων της περιοχής) σε μια πόλη την Ηραία από τον βασιλιά της Σπάρτης Κλεόμβροτο ή Κλεώνυμο, υποστηρίζει ότι τα όστρακα που εντοπίστηκαν στην περιοχή της Ηραίας αποδεικνύουν την ύπαρξη οικισμών της αρχαίας εποχής και εκτιμά ότι μερικοί από αυτούς τους οικισμούς υπήρξαν αργότερα και ως οχυρά, όπως Καρα-Χασάν, Παλούμπα, Παλαιόκαστρον, Βουφάγιον.

Αναφορά για τον λόφο του Αγιολιά κάνει και η Jost (1985:75), η οποία υποστηρίζει ότι η περιοχή αυτή καταλαμβάνει μια στρατηγική πάνω από τον ποταμό Τουθόα που καθιστά πολύ εύλογη την ύπαρξη ενός μικρού οχυρού και παρουσιάζει οπτικά την τοποθεσία.

Επισημαίνουμε ότι μικροαντικείμενα (π.χ. πήλινες στάμνες, πιθάρια, κανάτια, κεραμίδια) έχουν βρεθεί, κατ’ επανάληψη, από τους κατοίκους του οικισμού. Αν η εκτίμηση του Meyer επαληθεύεται τότε η περιοχή του Αγιολιά μας δηλώνει την ύπαρξη ενός οργανωμένου οικιστικού πλέγματος που περιελάμβανε κάστρο (οχύρωμα) ή μικρή ακρόπολη (πύργο) με τη μορφή της μικρής πολίχνης από την συνένωση της αρχαίας Ηραίας (380-371 π.Χ.) σε πόλη-κράτος ή και παλαιότερα. Ο Παυσανίας που επισκέφτηκε την περιοχή της αρχαίας Ηραίας το 170-173 μ.Χ. βρήκε πολίχνες που κατοικούνταν, χωρίς να τις ονοματίζει, αλλά έδειχναν την εικόνα της παρακμής.

Το εκκλησάκι του Αγιολιά πιθανόν να ήταν αρχαιοελληνικός ναός. Με την επικράτηση του χριστιανισμού ήταν σύνηθες οι χριστιανικοί ναοί να κτίζονται στα ερείπια των ειδωλολατρικών ναών. Τα μικροαντικείμενα παραπέμπουν σ’ αυτό. Σημειώνεται ότι στην ευρύτερη περιοχή υπήρχε η αρχαία πόλη του Ογκείου που τοποθετείται στη συμβολή των ποταμών Τουθόα και Λάδωνα, ένα χιλιόμετρο μεταξύ του οικισμού Καλλιάνι και της ανατολικής όχθης του Λάδωνα (Παπαχατζής,1967:288/3). Το Όγκειο ήταν τόπος ιερός, όπου υπήρχαν ναοί και λατρευόταν ο θεός Ογκαίος Απόλλωνας και η θεά Δήμητρα που στην Αρκαδία ήταν θεά της βλάστησης και είχε τις προσωνυμίες Ερινύς και Λουσία. Ακόμα, υπήρχε και το ιερό του Ασκληπιού Παιδός που τοποθετείται στη θέση Μπερτσιά που βρίσκεται απέναντι στην εκβολή του ποταμού Τουθόα. Είναι πιθανόν να υπήρχε κάποια σχέση αυτών με το οχύρωμα της περιοχής του Αγιολιά που είναι σε μικρή απόσταση και έχει ορατότητα προς αυτή την περιοχή. Επίσης, σύμφωνα με τον Όμηρο, υπήρχαν η Ενισπίη και η Στρατίη που ήταν παραποτάμιοι συνοικισμοί του Λάδωνα, καθώς και η Ρίπη ή Ρισπίη που ήταν κατοικημένη νησίδα και βρισκόταν μέσα στον ποταμό Λάδωνα.

Το αρχαίο νεκροταφείο που εντοπίστηκε είναι γύρω από το υπάρχον εκκλησάκι του Προφήτη Ηλία.

Όσον αφορά στα μικροαντικείμενα (μυκηναϊκό κεραμικό, κεραμική των αρχαϊκών και κλασικών χρόνων) που ανευρέθηκαν στην τοποθεσία του Αγιολιά, αυτά μας οδηγούν σε χρόνους κλασικούς 480-323 π.Χ., αρχαϊκούς 750-480 π.Χ. ή μυκηναϊκούς 1600–1100 π.Χ. για τους οποίους μέχρι στιγμής δεν υπάρχουν άλλα ευρήματα να συνεκτιμηθούν και να αξιολογηθούν. Απλά αναφέρεται ότι στον οικισμό των Λουτρών Ηραίας και συγκεκριμένα στο λόφο του Αγ. Γεωργίου σε ανασκαφή που έγινε το 2005 εντοπίστηκαν τα ίχνη μιας Μυκηναϊκής νεκρόπολης της υστεροελλαδικής περιόδου, που χρονικά τοποθετείται μεταξύ του 1400 και 1180 π.Χ. Συγκεκριμένα, βρέθηκε ένας θαλαμοειδής τάφος και πλήθος μικροαντικειμένων (Καραπαναγιώτου, 2007:260-277). Αυτό μαρτυρεί ότι στη γύρω περιοχή υπήρχε κατοίκηση από τους μυκηναϊκούς χρόνους.

Η τοποθεσία του Παλαιόκαστρου ή Παλιόκαστρου βρίσκεται βορειοανατολικά του οικισμού και στο υψηλότερο σημείο αυτού, έχει πανοραμική θέα προς την κοιλάδα του Τουθόα και του Λάδωνα και του οροπεδίου της Φολόης. Ο Meyer (1939:100) μας μεταφέρει τη μαρτυρία των τότε κατοίκων του οικισμού ότι εκεί υπήρχαν σπίτια και επισημαίνει ότι δεν εντόπισε διακριτά κατάλοιπα αυτών. Η Jost, (1985:75) αναφέρει ότι στην τοποθεσία αυτή υπήρχε κάστρο που δεν έχει προσδιοριστεί χρονολογικά. Επιπρόσθετο στοιχείο είναι η στρατηγική θέση της τοποθεσίας αυτής που καθιστά πολύ εύλογη την ύπαρξη ενός μικρού οχυρού για επικοινωνία και πληροφόρηση. Αυτό το στοιχείο οδηγεί στην εκδοχή για την ύπαρξη μικρού κάστρου ή φυλακίου το οποίο πιθανόν να βρισκόταν σε σύνδεση με τα άλλα αρχαία ή Φράγκικα κάστρα της ευρύτερης περιοχής Αν ήταν αρχαίο κάστρο θα ήταν μικρός περιτειχισμένος οικισμός για αντιμετώπιση ξένων επιδρομών ή για γενικότερη προφύλαξη ή μετάδοση πληροφοριών. Ακόμα, μπορεί να ήταν μικρό κάστρο για μεταφορά οπτικών πληροφοριών μέσω πυρσών και σε επαφή με δίκτυο παρόμοιων κάστρων της περιοχής. Μπορεί στη φραγκοκρατία ή ενετοκρατία να χρησιμοποιήθηκε για τη μεταφορά φωτεινών σημάτων μέσω των φρυκτών (πυρσών) με το κάστρο της Άκοβας ή άλλα αρχαία κάστρα της περιοχής (π.χ. Παλιόκαστρο Σέρβου). Εκτιμάται ότι αυτό δεν συνδέεται με την κατοίκηση της σημερινής θέσης του οικισμού, καθότι δεν έχουμε ενδείξεις ή άλλα τεκμήρια, πέραν της μαρτυρίας των κατοίκων στον αρχαιολόγο Meyer. Όμως, τίποτε δεν μπορεί να αποκλειστεί. Ίσως, να υπήρχε κάποιας μορφής κατοίκηση στους αρχαίους χρόνους.

Όταν ο αρχαίος κόσμος και ο πολιτισμός του τερματίστηκε, η Ηραία για 10 αιώνες παρουσίαζε όψη τέλειας παρακμής, σύμφωνα με τη μαρτυρία του περιηγητή Παυσανία (2ο αιώνας μ.Χ.). Ακολουθεί μια μεταβατική κατάσταση, όπου τα αρχαία ονόματα των κωμών και πόλεων εξαφανίζονται. Με την επικράτηση του χριστιανισμού από τον 5ο μ.Χ. αιώνα, νέοι οικισμοί και κωμοπόλεις άρχισαν να ιδρύονται πάνω στις εξαφανισμένες αρχαίες πόλεις και κωμοπόλεις. Είναι η εποχή που οι Ηραιάτες δέχτηκαν τον Χριστιανισμό και ιδρύεται η Επισκοπή της Θέλπουσας που εξυπηρετούσε και την περιοχή της Ηραίας. Στη διαμόρφωση της νέας κατάστασης συνέβαλαν οι οικειοθελείς εποικίσεις των πρώτων Αρβανιτών και Σλάβων από τα τέλη του 6ου μ.Χ. αιώνα που ως νομάδες επέλεγαν ορεινά κυρίως μέρη και ίδρυαν γεωργοκτηνοτροφικούς οικισμούς. Έπειτα ενώθηκαν με γειτονικούς ελληνικούς οικισμούς, έμαθαν την ελληνική γλώσσα, τα ήθη και έθιμα και αφομοιώθηκαν με τον τοπικό πληθυσμό. Τη χρονική αυτή περίοδο πιθανόν να ξεκίνησε η νέα κατοίκηση της περιοχής σε διάφορες τοποθεσίες της Ηραίας με τη μορφή του αγροτικού και ποιμενικού σχηματισμού.

Στο πλαίσιο αυτό έγινε και η εγκατάσταση των οικιστών στη σημερινή θέση των Οχθίων που ήταν αποτέλεσμα της σταδιακής ώθησης των διάσπαρτων οικογενειών που ζούσαν κατά ομάδες σε χαμηλότερο υψομετρικό επίπεδο και σε διάφορες τοποθεσίες (Μπερκουμάδι, Κεφαλόβρυσο, Γύρα, Μαγαζιά, Αγιολιά, Παλιόκαστρο, Αγιώργης, Αρνοφωλιές), όπου διευκολυνόταν η αγροτική και ποιμενική τους ζωή. Η εγκατάσταση στη σημερινή τοποθεσία των πρώτων κατοίκων του οικισμού έγινε στη διάρκεια μεγάλου χρονικού διαστήματος, όταν ωρίμασαν οι κοινωνικές τους σχέσεις και αντιλήφθηκαν ότι η γειτνίαση ήταν νέα αναγκαιότητα για τη διαμόρφωση μιας ενιαίας κοινότητας, όπου η κοινωνική αλληλεγγύη και το αίσθημα της ασφάλειας μπορούσαν να συμβάλλουν στην καλύτερη επιβίωσή τους. Προς την κατεύθυνση αυτή συνέβαλαν και τα ιστορικά γεγονότα (εποικήσεις, κατακτήσεις) που διαδραματίστηκαν στην ευρύτερη περιοχή.


Η δημογραφική κατάσταση του οικισμού των Οχθίων

Η δημογραφική κατάσταση του οικισμού των Οχθίων, με βάση τις μέχρι σήμερα απογραφές, έχει ως ακολούθως: ΠΙΝΑΚΑΣ ΔΗΜΟΓΡΑΦΙΚΗ ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΤΟΥ ΟΙΚΙΣΜΟΥ ΤΩΝ ΟΧΘΙΩΝ ΕΤΟΣ ΠΛΗΘΥΣΜΟΣ ΕΤΟΣ ΠΛΗΘΥΣΜΟΣ 1815 100 1940 185 1851 98 1951 225 1861 130 1961 256 1879 146 1971 109 1889 175 1981 62 1896 181 1991 99 1907 206 2001 128 1920 201 2011 54 1928 178 2021 27

Σχετικά με τη Διοικητική Διαίρεση του Κράτους και την ένταξη του οικισμού των Οχθίων σε διάφορους Δήμους, αναφέρονται τα ακόλουθα: • Από το 1834-1861 ο οικισμός Καρακασάνι (τα Όχθια) ανήκε στον Δήμο Λυκουρίας (Φ.Ε.Κ. 16/12.5.1835, 80/28.12.1836 και 5/8.3.1841) με έδρα του Παλούμπα και από το 1861-1912 στον τέως Δήμο Ηραίας με έδρα τον Άγιο Ιωάννη και με τη συγχώνευση του Δήμου Ηραίας με το Δήμο Λυκουρίας (Β.Δ 7.12.1844) απέκτησε νέα έδρα ως Δήμος Ηραίας του Παλούμπα μέχρι το 1912. Από το 1912 με το νόμο ΔΝΖ (4057/14.2.1912) «περί συστάσεως Δήμων και Κοινοτήτων», εντάχθηκε στην Κοινότητα Αετορράχης μέχρι το έτος 1997. • Από το 1912, με το Β.Δ της 18.8.1912, (Φ.Ε.Κ. 252/Α/24.8.1912), οι συνοικισμοί Ζουλάτικα, Καρακασάνι και Μπούζα, αποτέλεσαν την κοινότητα Ζουλάτικα. • Με το Β.Δ. 200/20/9/1913 έγινε διόρθωση του ονόματος του οικισμού ως ακολούθως: «Διορθούμεν το όνομα του συνοικισμού Καρακασάνι δια του πραγματικού Καραχασάνι». • Με το Β. Δ/γμα 179/30.8.27 «Ο συνοικισμός Καραχασάνι της αυτής κοινότητος Ζουλάτικα μετονομάζεται εις «Όχθια τα». • Με τον Νόμο 2539/97 «περί συγκρότηση της Πρωτοβάθμιας Αυτοδιοίκησης» (Σχέδιο Καποδίστριας) για τη συνένωση κοινοτήτων με μεγαλύτερους Δήμους τα Όχθια αποσπώνται από την Κοινότητα Αετορράχης και ως συνοικισμός υπάγεται διοικητικά στο Δήμο της Ηραίας, με έδρα τον οικισμό Παλούμπα. • Με τον Νόμο 3852/7.6.2010 «Νέα Αρχιτεκτονική της Αυτοδιοίκησης και της Αποκεντρωμένης Διοίκησης−Πρόγραμμα Καλλικράτης», ο οικισμός (Δημοτική Κοινότητα) Όχθια, διοικητικά ανήκει πλέον στη Δημοτική Ενότητα Ηραίας και υπάγεται στον Δήμο της Γορτυνίας, με έδρα τη Δημητσάνα.


Λαγός Δημήτρης Ομότιμος Καθηγητής Πανεπιστημίου Αιγαίου


ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

ΞΕΝΟΓΛΩΣΗ

Jost, M. (1985). «Sanctuaires et cultes d’ Arcadie». Paris. Meyer, E. (1939). «Peloponnesische Wanderungen, Reisen und Forschungen zur antiken und mittelalterlichen Topograghie von Arkadien und Achaia». Zürich und Leipzig. Salavoura, E. (2008). «Ρίπη, Στρατίη και ηνεμόεσσα Ενίσπη. Η ομηρική τριάδα-φάντασμα της Αρκαδίας». In Pikoulas: Proceedings of the International Symposium in Honour of James Roy. Stemnitsa, pp. 73-90.

ΕΛΛΗΝΙΚΗ

Διονυσσόπουλος, Κ. (2005). «Τα ¨Οχθια Γορτυνίας». Εκδόσεις Παύλος. Αθήνα. Ηχώ των Οχθιτών (1975-1984). Ενημερωτικόν Δελτίον Συλλόγου ΟΧΘΙΤΩΝ Γορτυνίας «Ο Προφήτης Ηλίας». Αθήνα. Καπράλος, Χ. (αχρ.). «Αρκαδικοί Θρύλοι». Έκδοση 2η. Εκδόσεις Βυζάντιο. Καραπαναγιώτου, A. (2007). «Λουτρά Ηραίας: Νέο μυκηναϊκό νεκροταφείο στη βορειοδυτική Αρκαδία». Πρακτικά του Ζ’ Διεθνούς Συνεδρίου Πελοποννησιακών Σπουδών, Πελοποννησιακά, Παράρτημα 27, Β’, σελ. 260-272. Αθήνα. Λαγός, Δ. (2021). «Όχθια Ηραίας Αρκαδίας: Ιστορικές και τοπωνυμικές Αναζητήσεις».. Εκδοσεις Κριτική. Αθήνα. Νικολακόπουλος, Ι. (2014). «Η Αετορράχη Αρκαδίας». Τομοι A’ & Β’. Αυτοέκδοση. Αθήνα. Παυσανίας. «Ελλάδος Περιήγησις: Αρκαδικά» VΙΙΙ. Στράβων. «Γεωγραφικά». VIII Αναφορά: ΛΑΓΟΣ ΔΗΜΗΤΡΗΣ (συζήτηση) 05:09, 2 Νοεμβρίου 2023 (UTC)Απάντηση

Επιστροφή στη σελίδα "Όχθια Αρκαδίας".