ΕΛΛΗΝΙΣΜΟΣ ΚΑΙ ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΣΜΟΣ

                                                                                                                   Σελ. 1
   Όταν οι πρωτόπλαστοι εξεδιώχθησαν από τον παράδεισο συνοδευόμενοι από την φοβερά,αλλά δικαία,κατάρα του Δημιουργού,διατήρησαν κατά Θεία παραχώρηση,εκ της παραδεισίου αίγλης μόνο το πνεύμα,το οποίο ο Θεός εχάρισε εις τον άνθρωπο,και τον σφοδρό πόθο της επιστροφής εις την ποθεινή πατρίδα,εκ της οποίας για την αμαρτία της παρακοής εξεδιώχθησαν.
Το πνεύμα,το σπέρμα λόγου έμφυτο,το οποίο κατά τον μάρτυρα και απολογητή Ιουστίνο,εχάρισε ο Θεός εις τον άνθρωπο και ο πόθος της επιστροφής πλησίον του Δημιουργού υπήρξαν οι δύο πόλοι,περί τους οποίους περιεστράφη έκτοτε η ύπαρξη του ανθρώπου επί της γης.
         Κατ`αρχάς ο άνθρωπος,ευρεθείς αιφνιδίως εν μέσω της αγρίας φύσεως,περιστοιχιζόμενος υπό αναρίθμητων εχθρών και κατατρεχόμενος υπό των καιρικών μεταβολών,εχρησιμοποίησε το θείο δώρο του Δημιουργού του και κατόρθωσε δια των επινοήσεων του πνεύματος του να αντιπαλαίσει αποτελεσματικώς κατά παντός εχθρού και να διατηρήσει εαυτόν αλώβητο εν μέσω των περιστοιχιζόντων αυτόν πολλών και ποικίλων κινδύνων,προς τούτοις κατόρθωσε να δαμάσει πλείστα εκ των αγρίων ζώων και να επινοήσει τρόπους,διά των οποίων εξεμεταλλεύθη προς ωφέλεια του την γη και την θάλασσα και να εφεύρει τρόπους διαφυγής και προφύλαξης από τους κινδύνους των καιρικών μεταβολών και των διαφόρων ασθενειών.
        Προϊόντος του χρόνου,αφού ο άνθρωπος κατόρθωσε δια της δυνάμεως του πνεύματος του να ασφαλίσει εαυτόν εν μέσω του περιβάλλοντος αυτόν κόσμου και να ιδρύσει κοινωνίες και πολιτείες,εχρησημοποίησε το πνεύμα του δια την ικανοποίηση του σφοδρού πόθου της επιστροφής πλησίον του Θεού.Ησθάνθη δηλαδή ακατανίκητη τη νοσταλγία προς ένα κόσμο ιδεώδη,εκ του οποίου επίστευε ότι προήρχετο και εξέπεσε λόγω παρακοής εις το θέλημα του Θεού,δηλαδή λόγω αμαρτίας.
         Η συνείδηση αυτή του ανθρώπου περί του ότι το ανθρώπινο γένος έζη κάποτε εις ένα κόσμο θείας μακαριότητας,εκ της οποίας εξέπεσε δια την αμαρτία,καταφαίνεται τόσο εκ του ιερού Βιβλίου της Παλαιάς Διαθήκης,της οποίας η περιγραφή της πτώσεως των πρωτοπλάστων είναι εις όλους γνωστή,όσο και εκ πολλών κειμένων αρχαίων Ελλήνων και Λατίνων συγγραφέων,οι οποίοι δια της πνευματικής των ανατάσεως και των οραματισμών της ψυχής των συνέλαβαν το αληθές νόημα και την πραγματική υπόσταση του ανθρώπου εν σχέσει προς το υπό του Θεού δημιουργηθέν σύμπαν.       
        Θα αναφέρομε εν συντομία μερικά κείμενα αρχαίων συγγραμμάτων,εκ των οποίων καταδεικνύεται η συναίσθηση του ανθρώπου περί της αρχαίας μακαριότητας του ανθρωπίνου γένους και η εκ ταύτης πτώση λόγω αμαρτίας.
        Α) Η γνωστή περιγραφή της πτώσης των πρωτοπλάστων εις την ιερά Ιστορία της Παλαιάς Διαθήκης.
        Β) Ο Ησίοδος εις το έργον του <<Έργα και ημέραι>> στοιχ. 60-100 διηγείται αλληγορικώς την πτώση του ανθρωπίνου γένους εκ της μακαριότητας του δια του γνωστού μύθου της Πανδώρας.  Η Πανδώρα, κατά τον Ησίοδο, εδημιουργήθη εκ του χοός υπό του Ηφαίστου κατά διαταγή του Διός.Η γυνή αυτή είχε πάντα τα θεία δώρα,με τα οποία την επροίκισαν οι θεοί,εξ ού και το όνομα Πανδώρα και κατά συνέπεια ήτο ευτυχής.Εις αυτήν λοιπόν ο Ζευς είχε δώσει ένα κιβώτιο (πιθάρι)

περιέχον όλα τα αγαθά με την εντολή να μη τα ανοίξει.

                                                                                                          Σελ.2

Η Πανδώρα πηγαίνει με τον Ερμή εις τον Επιμηθέα και κατά παράκληση του ανοίγει το κιβώτιο,από το οποίο εξεχύθησαν εις τους ανθρώπους όλαι αι συμφοραί και ενεφανίσθησαν τα δεινά της ανθρωπότητος.Εκ της παρακοής (αμαρτίας) της Πανδώρας επεσωρεύθησαν τα δεινά εις τους ανθρώπους.

         Εκ της διηγήσεως αυτής του Ησιόδου καταδεικνύεται η γνώμη περί της προ της αμαρτίας μακαριότητος του ανθρωπίνου γένους και της εκ ταύτης δια την παρακοή πτώσεως.
         Γ) Ο Πλάτων εις το Συμπόσιο διηγείται δια του Αριστοφάνους περί των πρώτων ανθρώπων ότι ζούσαν ευτυχείς και είχαν τρομερή σωματική δύναμη και αντοχή.Τα έβαλαν όμως με τους Θεούς και αυτοί τους τιμώρησαν σχίζοντας τα σώματα των στα δύο,δηλαδή αμάρτησαν και εξέπεσαν εκ της μακαριότητας.
         Δ) Ο Σωκράτης εις την απολογία του λέγει <<Καθεύδοντες διατελούτε αν,ει μη άλλον τινά ο Θεός επιπέμψει κηδόμενος υμών>>.Εδώ εκτός της πτώσεως υποδηλούται και ο τρόπος της λυτρώσεως.
         Ε) Ο Οβίδιος εις τα <<Μεταμορφώσεως>>του,Βιβλ.Β! στοιχ.89 και εξής λέγει.

Χρυσή πέφυκε η πρώτη ηλικία του ανθρωπίνου γένους,καθ’ήν ουδενός τιμωρού υπάρχοντος,έκαστος εξ ιδίας πρωτοβουλίας άνευ νόμου την ευσέβειαν και το δίκαιον εκαλλιέργει,που σημαίνει την εποχή της χρυσής μακαριότητος,εις την οποίαν ζούσε το ανθρώπινο γένος.

        Εκ των ανωτέρω καταδεικνύεται ότι πολύ προ της εκ Θεού αποκαλύψεως της Χριστιανικής θρησκείας,διά της οποίας καθωρίσθη σαφώς η θεότις του ανθρώπου εν τω κόσμω και η σχέση αυτού προς τον Δημιουργό Θεό,ο άνθρωπος είχε συνείδηση της αρχαίας μακαριότητος του και της εκ ταύτης δια τινά αμαρτία πτώσεως του και επεδίωξε δια του πνεύματος του να συλλάβει το νόημα της υπάρξεως του και να ανακαλύψει την αληθή γνώση,δηλαδή την επιστροφή εις την αρχαία μακαριότητα πλησίον του Θεού.
         Επί πολλούς αιώνες ο άνθρωπος εβασανίζετο από την ανησυχία της ψυχής του και από τον σφοδρό πόθο της αποκαταστάσεως του και επεζήτει δια ψυχικών ανατάσεων και πνευματικών οραματισμών να ενατενίσει και πλησιάσει το Θείο.Η προσπάθεια αυτή του ανθρώπου εδημιούργησε την επιστήμη της φιλοσοφίας δηλαδή την αγάπη προς την σοφία,προς την γνώση του αληθούς όντος,του αφθάρτου και αιωνίου,την διερεύνηση της φύσεως των όντων και της αξίας ή απαξίας αυτών,δηλαδή την γνώση της αληθείας,η οποία οδηγεί στην ανατένιση του Θεού.
         Η φιλοσοφία είναι δημιούργημα του ανθρωπίνου πνεύματος,το οποίο οχούμενο ως εφ άρματος επί του πλανήτου της γης καθιστά τούτον τον πλανήτη διαπρεπή,φωταυγή και φωτοβόλον όχι δια το μέγεθος του ή δι’άλλο τινά λόγο,αλλά

δια μόνον το λόγο ότι κατοικείται από τον άνθρωπο,τον οποίο ο Θεός,αν και πταίσαντα,αγάπησε υπέρ πάντα τα δημιουργήματα του και εχάρισε εις αυτόν το πνεύμα,το οποίο δικαίως χαρακτηρίζεται ως ακριβές τού υπερτάτου Λόγου είδωλον,γνήσιον του πανσόφου δημιουργού γέννημα,φωτοβόλος του ανεσπέρου φωτός ακτίς,τελειώτης του υλικού κόσμου και προσηνής ξενοδόχος πάσης εκ του ουρανού εκπορευομένης υπεραισθητής εννοίας.

         Μεταξύ όλων των λαών της γής,οι οποίοι εκαλλιέργησαν το θείο δώρο του Δημιουργού και παρουσίασαν δια μέσου των αιώνων πνευματική εξέλιξη δημιουργήσαντες πολιτισμό,την πρώτη θέση αναμφισβητήτως κατέχουν οι Αρχαίοι Έλληνες.Η συνείδηση της πνευματικής υπεροχής των απέναντι των συνανθρώπων των καταφαίνεται εκ του χαρακτηρισμού των βαρβάρων, τον οποίον απέδιδαν εις πάντα μη Έλληνα.   
                                                                                                               
                                                                                                         Σελ. 3
 Σήμερα η συνείδηση αυτή είναι επιστημονική αλήθεια,την οποία αποδεικνύει η μελέτη της αρχαίας Ελληνικής Φιλολογίας-Φιλοσοφίας της Ιστορίας και η συγκριτική εξέταση της εξέλιξης του ανθρωπίνου πολιτισμού δια μέσου των αιώνων.
         Οι Αρχαίοι Έλληνες,καλλιεργήσαντες το πνεύμα των,δικαίως δύνανται να συγκριθούν με τον αγαθόν και πιστό δούλο του Ευαγγελίου,ο οποίος επολλαπλασίασε το υπό του κυρίου του δοθέν προς αυτόν τάλαντο.
         Πολύ προ της ενανθρωπήσεως του Κυρίου μια τεράστια προσπάθεια κατεβλήθη από τους αρχαίους Έλληνες εις τον τομέα τούτον του κατ’ανθρώπου εφικτού,προσπάθεια,η οποία εξιδανίκευσε τον άνθρωπον,ύψωσε τούτον υπεράνω των γηίνων και ανέδειξε τας εξεχούσας (μορφας) φυσιογνωμίας των αρχαίων Ελλήνων φιλοσόφων,μεταξύ των οποίων λάμπουν ως αστέρες πρώτου μεγέθους ο Σωκράτης,ο Πλάτων,ο Αριστοτέλης κ.λ.π. οι οποίοι με πνευματική διαύγεια και ψυχική ανωτερότητα,εγγίζουσα τα όρια του υπερανθρώπου,και κατόρθωσαν δια της φιλοσοφίας να συλλάβουν την ιδέα του αληθούς Θεού και να οραματισθούν υπεραισθητούς θείους κόσμους,προς τους οποίους τείνει διαρκώς μετά νοσταλγίας η ψυχή του ανθρώπου.

Πέντε αιώνες προ της ενανθρωπήσεως του Υιού του Θεού ο φιλόσοφος Αναξαγόρας εν τη προσπαθεία του να εύρει τον Δημιουργό του κόσμου και εξηγήσει πόθεν προέρχεται η θαυμαστή τάξις και αρμονία εις το σύμπαν,τον οποίο κόσμο ο Πυθαγόρας ονόμασε διέγνωσε και διεκήρυξε ότι <<Νους τα πάντα διεκόσμησε>>.Ο δε Νους ούτος είναι ο Θεός <<μόνος αυτός αφ’εαυτού ών>> άυλος,απαθής,παντοδύναμος,πάνσοφος,παντογνώστης. Μετά από λίγο ανέτειλε εις το στερέωμα της Ελληνικής φιλοσοφίας ο κυριότερος εκπρόσωπος της κατ’άνθρωπο τελειότητος,ο σοφός Σωκράτης,περί του οποίου δεν είναι υπερβολή να είπωμε ότι ήλθε εις τον κόσμο ως πρόδρομος της θείας σοφίας και προπονητής της ανθρωπίνης ψυχής εις την Χριστιανική αρετή,δεδομένου ότι και οι σοφοί πατέρες της εκκλησίας τον χαρακτηρίζουν ως Χριστιανό προ Χριστού ζήσαντα. Ο Σωκράτης εδίδασκε ότι ο αληθής Θεός είναι ένας,παντενόπτης,παντεπίσκοπος,πανταχού παρών και περί πάντων προνοών.Εις τα απομνημονεύματα του Ξενοφώντος ο Σωκράτης λέγει περί Θεού (Α!.δ.ι8) <<Γνώσει το θείον ότι τοσούτον και τοιούτον εστίν ώσθ’άμα πάντα οράν και πάντα ακούειν και πάντα ταχού παρείναι και άμα πάντων επιμελείσθε>>. Ο Σωκράτης επίσης,ως μας διηγείται ο έξοχος μαθητής του ο Πλάτων,επίστευε και διεκήρειτε την άπειρον του Θεού αγαθότητα και δικαιοσύνη,την αθανασία της ψυχής και την ύπαρξη αιωνίου ζωής. Αι φιλοσοφικαί ιδέαι των Ελλήνων φιλοσόφων και η συναφής προς αυτάς διδασκαλία των δικαίως χαρακτηρίζονται ως η μόνη κατ’άνθρωπο δύναμις,η οποία,κατά θεία βούληση,προεπαίδευσε τους ανθρώπους και κατέστησε τούτους ικανούς να κατανοήσουν και πιστεύσουν εις τα δόγματα της Χριστιανικής αληθείας. Δια της Ελληνικής φιλοσοφίας οι Έλληνες κατέστησαν περιούσιος λαός και σκεύος εκλογής του Θεού και ότε ήλθε το πλήρωμα του χρόνου εκλήθησαν ως εκλεκτοί εις το μέγα του Χριστού πνευματικό και ηθικό δείπνο. Αι Αθήναι,το παιδευτήριο πάσης Ελλάδος και κατ’ακολουθεία παντός του κόσμου,υπήρξαν η κλίμαξ,διά της οποίας ο άνθρωπος προσεπάθησε να ανέλθει προς τον ουρανό πλησίον του Θεού,τα δε Ιεροσόλυμα υπήρξαν η κλίμαξ,διά της οποίας ο Θεός ηυδόκησε να κατέλθει εκ του ουρανού προς την γη πλησίον του ανθρώπου.


                                                                                                 Σελ.4

Μεταξύ των δύο τούτων προνομιούχων τόπων υψώθη,μία ενωτική γέφυρα,η οποία ένωσε τον Ελληνισμό μετά του Χριστιανισμού και έθεσε τον πρώτο εις την υπηρεσία του δεύτερου δια την διάδοση και εμπέδωση του εις τον κόσμο. Δια της εναρμονίου ταύτης ενώσεως ο μεν αρχαίος Ελληνισμός αναβαπτισθείς εν τη κολυμβήθρα του Χριστιανικού πνεύματος εξεχριστιανίσθη,ανεκαινίσθη,ανεγεννήθη ηθικώς και εγένετο Χριστιανικός Ελληνισμός,ο δε Χριστιανισμός λαβών και χρησιμοποιήσας κατά θεία βούληση τα στοιχεία του Ελληνισμού ήτοι: την αρχαία Ελληνική φιλοσοφία,την τελεία Ελληνική γλώσσα,την γοητευτική Ελληνική ποίηση και την γλυκυτάτη Ελληνική μελωδία,εξελληνίσθη και προσέλαβε εξωτερική λαμπρότητα ανάλογη προς το πνευματικό του εσωτερικό μεγαλείο,εξελληνίσθη και κατέστη Ελληνικός Χριστιανισμός. Εκ της αρμονικής και θείας ταύτης συνθέσεως σχέσεως του Ελληνισμού και του Ορθοδόξου Χριστιανισμού προήλθε το νεώτερο Ελληνικό Έθνος,το μετά Χριστόν,το οποίο έχον ως πνευματικό κέντρο την πόλη του Μεγάλου Κωνσταντίνου,την βασιλίδα των πόλεων,καταγλαϊζόμενο εκ της λάμψεως του αρχαίου Ελληνισμού και εξυψούμενο δια της εν Χριστώ πνευματικής και ηθικής δυνάμεως εδημιούργησε νέα μορφή Ελληνικού πολιτισμού,τον Ελληνοχριστιανικό πολιτισμό. Και τώρα ας εξετάσομε τας υπηρεσίας τας οποίας προσέφερε ο Ελληνισμός δια την διάδοση και εμπέδωση του Χριστιανισμού εις τον κόσμο. Όταν οι Απόστολοι Φίλιππος και Ανδρέας ανήγγειλαν εις τον Κύριο ότι Έλληνες τινές προσελθόντες επεθύμουν να τον ιδούν,ο Ιησούς,καθώς διηγείται ο Ευαγγελιστής Ιωάννης (Ι Β! 23) ανεφώνησε <<Ελήλυθεν η ώρα ίνα δοξασθεί ο υιός του ανθρώπου>>.Τη στιγμή εκείνη εγένετο η πρώτη συνάντηση του Ελληνισμού μετά του Χριστιανισμού.Η Ελληνική φυλή, πρώτη εξ όλων των φυλών της γης ήρχετο κατά θεία φώτιση και σύμφωνα προς τας ανεξιχνιάστους βουλάς του Θεού,ήρχετο να προσκυνήσει ευλαβώς κατά την στιγμήν εκείνη τον Υιόν του Θεού.Κατά την ευλαβή ταύτη επίσκεψη των πρώτων Ελλήνων,το θείο στόμα του γλυκυτάτου Ναζωραίου ανεφώνησε με έκδηλο χαρά <<Ελήλυθεν η ώρα,ίνα δοξασθεί ο Υιός του ανθρώπου>>. Το νόημα των λόγων του Κυρίου είναι ότι από της στιγμής ταύτης,κατά την οποία εγένετο η σεμνή και ευλαβής αυτή πρώτη Ελληνική επίσκεψη προς τον Κύριο ημών Ιησού Χριστό,αρχίζει η δόξα αυτού εις τον κόσμο,επειδή ο Ελληνισμός ως ανθρώπινη δύναμη είχε προορισθεί υπό της θείας προνοίας να προσφέρει ο’τι απαιτείτο δια την επί της γης σύσταση της Χριστιανικής πίστης,την διάδοση και εμπέδωση αυτής εις τον κόσμο.Τα στοιχεία,τα οποία το Ελληνικό Έθνος εκαλείτο υπό του Θεού να προσφέρει εις την υπηρεσία της Χριστιανικής αλήθειας ήσαν: η σοφία των αρχαίων Ελλήνων,η αξιοθαύμαστος ηθική των Ελλήνων φιλοσόφων,η γλώσσα και φιλολογία,η γοητευτική μελωδία,η θαυμαστή καλλιτεχνία και τέλος το ιερό αίμα των μυριάδων Ελλήνων μαρτύρων,οι οποίοι εμαρτύρησαν κατά καιρούς υπέρ της Χριστιανικής πίστεως. Ο Ελληνισμός,διαδοθείς ευρύτατα δια των κατακτήσεων του Μεγάλου Αλεξάνδρου υπήρξε,ως προείπομεν,ο παιδαγωγός της ανθρωπότητας, ο φωτοδότης του πολιτισμού ο φορέας του Ευαγγελίου εις τον κόσμο,ο συνδετικός κρίκος ο τον Παρθενώνα προς την στοά του Σολομώντος συνδέσας και τον ναό της του Θεού Σοφία δημιουργήσας,ο ενώσας την πόλη του Πλάτωνος με την αγία πόλη της Ιερουσαλήμ. Κατά πάντα ταύτα το Ελληνικό Έθνος δύναται να χαρακτηρισθεί ως <<έθνος άγιον,γένος εκλεκτόν,λαός εις περιποίηση>>.

                                                                                                Σελ. 5

Το Ελληνικό πνεύμα πάντως δεν εγνώρισε τους θεόπνευστους Προφήτας,διά της φιλοσοφίας ως προείπομε διεπίστωσε την ύπαρξη ενός και μόνο αληθινού Θεού και προσπάθησε να καθορίσει εντός των ορίων του κατ’άνθρωπο εφικτού τας ιδιότητας αυτού εν σχέσει προς τον κόσμο. Ο Ελληνισμός άνοιξε μετ’ευλαβίας τας αγκάλας αυτού προς τον εναθρωπήσαντα θείο Λόγο και παρεχώρησε εις τον Χριστιανισμό την Ελληνική σοφία ως ανθρώπινη δύναμη κατάλληλο δια την διατύπωση των δογμάτων της Χριστιανικής θρησκείας και την περιφρούρηση αυτών,ως καταφαίνεται και εκ των λόγων του Μεγάλου Βασιλείου,ο οποίος εθαύμαζε ταύτη διότι <<ουκ εά τα δόγματα ευδιάσπαστα είναι και ευάλωτα τοις βουλομένοις>>. Έθεσε επίσης εις την υπηρεσία του Χριστιανισμού την ηθική των αρχαίων Ελλήνων φιλοσόφων,η οποία προεγύμνασε την ανθρωπίνη ψυχή εις την Χριστιανική αρετή και ευσέβεια.Εις το κεφάλαιο τούτο εξαίρεται η ηθική του Σωκράτους,ο οποίος εδίδασκε σχετικά ότι είναι προτιμότερο να αδικείται ο άνθρωπος παρά να αδική.<<ει’αναγκαίον είη αδικείν ή αδικείσθαι,εγοίμην αν μάλλον αδικείσθαι ή αδικείν>>. Η φιλοσοφική ηθική των Στωικών εδίδασκε την αταραξία της ψυχής και καρτερία του ανθρώπου εις τας θλίψεις και τας βασάνους,τας οποίας ούτος πρέπει να δέχεται ευλαβώς και αγογγύστως,επειδή προέρχονται εκ Θεού κατά την ανεξερεύνητο βούληση του και δια τούτο συνίστα υπομονή εις τας συμφοράς,απάθεια εις τα πλήγματα της μοίρας και εγκαρτέρηση εις τας πικρίας της ζωής. Η ηθική αυτή διδασκαλία είχε προπαρασκευάσει την ψυχή των Χριστιανών,οι οποίοι εμψυχούμενοι και από την δύναμη της πίστεως υπέμειναν τους μεγάλους διωγμούς,οι οποίοι διήρκεισαν έως τρεις ολοκλήρους αιώνας. Η φιλοσοφική ηθική του Επικτήτου (Α! μ.χ.αιώνας) εδίδασκε ότι δεν πρέπει να μένη τις απαθής εις τας δυστυχίας των συνανθρώπων του,αλλά να αισθάνεται συμπάθεια να παρηγορεί στοργικά τους θλιβομένους και να βοηθά φιλανθρώπως τους πάσχοντας (το εγχειρίδιο με μικρές παραλλαγές εχρησιμοποιήθη από τους Χριστιανούς ως κανών μοναχικού βίου και ως κατήχηση του εναρέτου ανθρώπου).Ο φιλόσοφος αυτός εθαυμάζετο και υπό των Μεγάλων Διδασκάλων της Οικουμένης Ιωάννου του Χρυσοστόμου και Γρηγορίου του Θεολόγου δια το περιεχόμενο της ηθικής του διδασκαλίας,καθ’ό δεν πρέπει να ανταποδίδει τις κακόν,το οποίο οι άλλοι του προξενούν,αλλά μόνον φιλία και αγάπη διδάσκων <<ουδενί οργισθήσεται,ουδενί χαλεπά ει,ουδένα λοιδορήσει,ουδένα μισήσει>>(Διατριβαί).Η διδασκαλία αυτή ήτο προδιάθεση της ανθρώπινης ψυχής εις την υψηλή διδασκαλία του Κυρίου,Όστις εδίδαξε <<αγαπάτε τους εχθρούς υμών,ευλογείτε τους καταρωμένους υμάς, καλώς ποιείτε τους μισούντας υμάς. Κατά ταύτα η Χριστιανική ηθική αβασίσθη επί της φιλοσοφικής ηθικής των Ελλήνων,η δε δογματική ανάπτυξη της Χριστιανικής πίστης εστηρίχθη επί Ελληνικών επίσης θεμελίων επί τοσούτον,όσον ήτο αναγκαίο η εκ Θεού αποκαλυφθείσα Χριστιανική αλήθεια να χρησιμοποιήσει ως έρεισμα τα μέχρι της εποχής εκείνης επιτεύγματα της ανθρωπίνης διανοίας. Ο Ελληνισμός παρεχώρησε επίσης εις τον Χριστιανισμό την Ελληνική γλώσσα ως κατάλληλο όργανο δια την γραπτή και άγραφο διδασκαλία,διότι κατά γενική ομολογία η Ελληνική γλώσσα ήτο κατάλληλος δια να εκφρασθούν πλήρως και επακριβώς τα υψηλά διανοήματα και να εξωτερικευθούν επιτυχώς τα βαθύτερα της ανθρωπίνης ψυχής συναισθήματα.

                                                                                                 Σελ. 6                                                                                                                                  Η γλώσσα του Πλάτωνος και του Αριστοτέλη ήτο επί πολλούς μεταχριστιανικούς αιώνες το γλωσσικό ιδίωμα εις το οποίο διανοούντο και έγραφαν οι θεοφόροι Πατέρες και οι Υμνογράφοι της Χριστιανικής εκκλησίας,επειδή αυτή ήτο                                                                                                                                                                                                                                      το καταλληλότερο μέσο δια την διδασκαλία και κατανόηση των Χριστιανικών αληθειών,συνετέλεσε δε τα μέγιστα δια την κατ’άνθρωπον εξάπλωση της Χριστιανικής θρησκείας εις πάσα την γή.Οι τρεις Ιεράρχες και Διδάσκαλοι της Οικουμένης την γλώσσα αυτή εχρησιμοποίησαν δια να φωτίσουν την οικουμένη δια των θεϊκών δογμάτων και να ποτίσουν αυτήν με τα νάματα της θεογνωσίας.

Είναι καταφανές ότι η θεία Πρόνοια όρισε να διατυπωθεί εγγράφως και να διαδίδεται προφορικώς ο θείος λόγος δια της Ελληνικής γλώσσας.Διότι ενώ οι Απόστολοι ήσαν Εβραίοι και εγνώριζαν ότι η Ιερά Βίβλος ήτο γραμμένη εις την Εβραϊκή γλώσσα,αυτοί δεν έγραψαν ούτε εκήρυξαν τον λόγο του Θεού εις την γλώσσα των προγόνων των,αλλ’ούτε και εις την Λατινική γλώσσα,η οποία ήτο η επίσημη γλώσσα της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας.Επομένως,εάν εσκέπτοντο κατ’άνθρωπον,θα έπρεπε ή να χρησιμοποιήσουν την Εβραϊκή γλώσσα δια λόγους Εθνικού γοήτρου ή την Λατινική δια να κολακεύσουν την Εθνική φιλοτιμία της Πανισχύρου Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας,της οποίας η πατρίς των απετέλει επαρχία.Έγραψαν λοιπόν οι Απόστολοι τας θεοπνεύστους και εξ αποκαλύψεως θείας αληθείας εις την Ελληνική γλώσσα κατά θεία βούληση,επειδή αύτη μόνο ηδύνατο να σαγηνεύει και να συναρπάζει τας ψυχάς και να πείθει τα πνεύματα των ανθρώπων. Ο Ελληνισμός έθεσε προς τούτοις εις την διάθεση του Χριστιανισμού προς εξυπηρέτηση της Χριστιανικής λατρείας,δηλαδή της λατρείας του αληθινού Θεού,την ευρυθμία και το κάλλος της Ελληνικής τέχνης,την οποία οι αρχαίοι Έλληνες ανέπτυξαν εις τον ύψιστο βαθμό καλλιεργήσαντες όσον ουδείς άλλος λαός το συναίσθημα του καλού.Τα καλλιτεχνικά στοιχεία και οι άφθαστοι καλλιτεχνικοί συνδυασμοί των αρχαίων Ελλήνων εχρησιμοποιήθησαν,διά να εξωραϊσθεί και ευπρεπισθεί ο άγιος Οίκος του αληθινού Θεού. Ο Ελληνισμός εχάρισε επίσης εις την Χριστιανική εκκλησία την γλυκυτάτη Ελληνική Μουσική,ήτις είναι γνωστή υπό το όνομα Βυζαντινή Μουσική,ίνα δια ταύτης υμνείται το όνομα και η δόξα του Θεού. Εχάρισε επίσης τας άλλας καλάς τέχνας,διά των οποίων θαυμασίως παρίστανται και αισθητοποιούνται τα υπεραισθητά και απρόσιτα δόγματα της Χριστιανικής διδασκαλίας και τα αναμνηστικά ιερά σύμβολα,λαμπρύνονται αι Χριστιανικαί ιεροτελεστίαι και μεγαλύνονται αι κατανυκτικαί εκκλησιαστικαί ιερουργίαι. Επίσης ο Ελληνισμός προσέφερε δια την εμπέδωση και στερέωση του Χριστιανισμού εν τω κόσμω το αίμα των αναριθμήτων Ελλήνων μαρτύρων,των οποίων αι ψυχαί γέμισαν τα ουράνια σκηνώματα και δύναται τις ειπείν μετέφεραν τον Ελληνισμό και εις τους ουρανούς δια το αμέτρητο αυτών πλήθος. Κατά πάντα τα ανωτέρω δια του Ελληνισμού εδοξάσθη κατ’άνθρωπο ο Χριστός και ο Ελληνισμός υπήρξε το σταθερότερο σημείο επαφής εν τη ενώσει των επιγείων προς τα επουράνια,ήτις ένωση επραγματοποιήθη δια της ενανθρωπήσεως του Υιού του Θεού,δια της οποίας μετεδόθη εις την γη το φως του ουρανού,δια του οποίου ελυτρώθη ο άνθρωπος,η φύση εγνωρίσθη ελευθέρα και οι πριν εσκοτισμένοι εγένοντο υιοί φωτός. Τέλος ο Ελληνισμός έθεσε εις την υπηρεσία του Χριστιανισμού το φιλοσοφικό οικοδόμημα των αρχαίων Ελλήνων,το οποίο μετά την εκ Θεού αποκάλυψη της Χριστιανικής αλήθειας και τον ακριβή δια ταύτης καθορισμό της υπάρξεως του ανθρώπου επί της γης και της σχέσεως αυτού προς τον Θεό είχε ανάγκη μετασχηματισμού,δοθέντος ότι δια των δογμάτων της νέας θρησκείας είχε δοθεί

                                                                                                    Σελ. 7                                                                                                                       απάντηση εις πλείστα εκ των προβλημάτων της αρχαίας φιλοσοφίας.Το φιλοσοφικό δημιούργημα των Ελλήνων καταυγασθέν υπό του φωτός της Χριστιανικής αληθείας                                                                                                                                                                                                                     προσέλαβε και μορφή φιλοσοφικής σκέψεως,της οποίας την πρώτη εμφάνιση αποτελούν οι Απολογηταί,οι οποίοι ανέλαβαν να υποστηρίξουν την νέα θρησκεία.

Ούτοι επεδόθησαν μετά ζήλου εις την ανεύρεση των στοιχείων εκείνων της Ελληνικής φιλοσοφίας,τα οποία μετά την εκ Θεού αποκάλυψη ήτο δυνατό να γίνουν ανεκτά από το Χριστιανικό κήρυγμα και τοιουτοτρόπως προσεχώρησαν εις τον απαρτισμό μιάς νέας φιλοσοφίας,η οποία στηριζομένη επί της Χριστιανικής μεταφυσικής και ηθικής βάσεως συγχωνεύει τα αφομοιώσιμα εκ της Ελληνικής φιλοσοφίας στοιχεία.Διά της συγχωνεύσεως ταύτης εδημιουργήθη η φιλοσοφική βάση,διά να στηριχθεί επ’αυτής ως νέα πνευματική μορφή ο Ελληνοχριστιανικός πνευματικός πολιτισμός και η αντίστοιχος προς αυτόν Ελληνοχριστιανική φιλοσοφία. Οι κυριότεροι απολογηταί,οι οποίοι δια του λόγου και της γραφίδος υπεστήριξαν μετά παρρησίας τον Χριστιανισμό ενώπιον διωκτών σκληρών και ανεσκεύασαν λίαν επιτυχώς τας περί του Χριστιανισμού μωρίας και προλήψεις των αλλοθρήσκων ήσαν Έλληνες.Έλληνες επίσης ήσαν οι μετ’ασυλλήπτου λογικής ακριβείας εξηγηταί των Αγίων Γραφών και οι βαθυνούστατοι ερμηνευταί του ιερού Ευαγγελίου.Έλληνες ήσαν οι πολυγραφότατοι εκκλησιαστικοί συγγραφείς,οι δημιουργοί της Ελληνοχριστιανικής φιλολογίας,η οποία είναι απαύγασμα εξυγιασμένο της προ Χριστού αρχαίας Ελληνικής φιλολογίας.Έλληνες ήσαν οι Χρυσόστομοι,μελίρρυτοι και γλαφυρότατοι εκκλησιαστικοί ρήτορες,οίτινες ελάμπρυναν τον άμβωνα της εκκλησίας,των οποίων εις πάσα την γη εξήλθε ο φθόγγος και εις τα πέρατα της οικουμένης τα ρήματα.Έλληνες ήσαν οι σοφότατοι φωστήρες και διδάσκαλοι της εκκλησίας,οι οποίοι ανήγαγον τον Χριστιανισμό από της απλής πίστεως εις την υψηλή γνώση και την μετά λόγου πίστη.Έλληνες οι θεοφόροι ιεράρχαι των Οικουμενικών Συνόδων,οι οποίοι κατεπολέμον και εξηφάνιζον τας δυσσεβείς αιρέσεις.Έλληνες ήσαν οι εμπνευσμένοι ποηταί,οι απαράμιλλοι υμνωδοί και μελωδοί των εκκλησιαστικών ασμάτων.Και γενικώς ειπείν πάντες οι μεγάλοι εκκλησιαστικοί άνδρες οι πολυειδώς και πολυτρόπως τον Χριστιανισμό υπηρετήσαντες ήσαν Έλληνες συγκεντρούντες εν εαυτοίς αρμονικώς την θεωρία μετά της πείρας,την μάθηση μετά της πράξεως,τους καλούς λόγους μετά των αγαθών έργων,την αρχαία σοφία μετά της Χριστιανικής,την ποίηση μετά του μέλους,την γνώση μετά της πίστεως,την Ελληνική παιδεία μετά της Χριστιανικής ευσεβείας,την πολυμάθεια μετά της Χριστιανικής αρετής. Εξ όλων των ανωτέρω εκτεθέντων κατεδείχθη ότι παρά την φαινομενική αντίδραση μεταξύ του Χριστιανισμού και του αρχείου Ελληνισμού,αντίθεση, η οποία επιφανειακώς στηρίζεται εις το γεγονός της θρησκευτικής διαφοράς και διαφαίνεται εις το γεγονός διωγμών τινών και καταστροφών του αρχαίου κόσμου,υπάρχει σχέση στενοτάτη μεταξύ Χριστιανισμού και Ελληνισμού,η οποία συνετελέσθη ευθύς κατά τους πρώτους αιώνας της επαφής των δύο τούτων κόσμων δια του συνδυασμού Ελληνικών και Χριστιανικών στοιχείων. Η γνώμη την οποία υπεστήριξαν μερικοί,ότι δηλαδή η Ελληνική αρχαιότης εξηφανίσθη δια της επικρατήσεως του Χριστιανισμού είναι εσφαλμένη,οφείλεται δε εις αδικαιολόγητον εχθρότητα εναντίον του Χριστιανισμού,τον οποίων θέλουν να εμφανίσουν ως ένοχο της λεγομένης υπ’αυτών καταστροφής του αρχαίου κόσμου.Οι υποστηρίζοντες τούτο επρόσεξαν εξωτερικά τινά φαινόμενα αντιθέσεως μεταξύ των δύο κόσμων,όπως είναι η καταστροφή των αρχαίων Ναών,η διάλυση των φιλοσοφικών σχολών κ.λ.π.

                                                                                                Σελ. 8                                                                                                                      Απόδειξη περί της στενής σχέσεως του Ελληνισμού προς τον Χριστιανισμό,σχέσεως ουσίας,είναι το γεγονός ότι οι μεγάλοι φορείς του Χριστιανικού πνεύματος είναι μορφαί του δύοντος Ελληνικού κόσμου,όπως π.χ. ο                                                                                                                      Παύλος,ο Ευαγγελιστής Ιωάννης ,ο Ωριγένης,ο Ιουστίνος κ.α.Μετά τούτων εξηκολούθει να ζει ο αρχαίος κόσμος.Δεν επιτρέπεται λοιπόν να ομιλώμεν περί του τέλους αυτού,αλλά μόνον περί μεταβάσεως εις νέα μορφή υπάρξεως,προς την οποία κατέστη ικανός δια του Χριστιανισμού και του συνδυασμού προς αυτόν των προς ζωή ικανών στοιχείων αυτού.Κατ’ αυτόν τον τρόπον ο Ελληνισμός δεν απέθανε αλλά τεθείς εις την υπηρεσία της Χριστιανικής αληθείας και συγχωνευθείς μετά του Χριστιανισμού έλαβε εξ αυτού νέα ζωή,εξελλήνισε τούτον και παρουσίασε νέα μορφή πολιτισμού,του Ελληνοχριστιανικό πολιτισμό.                                         
         Το ότι ο Ελληνισμός εξελλήνισε τον Χριστιανισμό καταφαίνεται και εκ της αντιλήψεως των εκκλησιαστικών συγγραφέων,οι οποίοι δεν συναισθάνονται τον Χριστιανισμό αντίθετο προς τον αρχαίο κόσμο,αλλά θεωρούν τούτο ως προβαθμίδα του Χριστιανισμού και ανευρίσκουν εν αυτώ την αποκάλυψη του αυτού θείου Λόγου έστω και σπερματική και ουχί πλήρη.

Τοιουτοτρόπως τα παραλλήλως κατ’αρχάς βαίνοντα φαινόμενα του Ελληνισμού και του Χριστιανισμού συγκλίνουσι και συγχωνεύονται προς άλληλα και ούτω δημιουργείται το Ελληνοχριστιανικό πνεύμα και ο Ελληνοχριστιανικός πολιτισμός. Η συγχώνευση και η σύνθεση αυτή εδημιουργήθη κατά τους πρώτους αιώνες από της εμφανίσεως της νέας θρησκείας και διατηρείται μέχρι σήμερα,διότι,εφ’όσον το ανθρωπιστικό ιδεώδες της πλήρους και καθολικής μορφώσεως θα διέπει τα βήματα της ανθρωπότητος,ούτε ο Χριστιανισμός με τας υπερκοσμίους αυτού αξίας ούτε ο αρχαίος Ελληνισμός είναι δυνατόν να εξοβελισθούν από τον σημερινό πολιτισμό,ο οποίος εις πείσμα μερικών υλιστών,οι οποίοι εξυπηρετούν σκοτεινούς σκοπούς,εξακολουθεί και θα εξακολουθεί να είναι πάντοτε Ελληνοχριστιανικός. Η σύνθεση αυτή των δύο μεγάλων δυνάμεων δηλαδή του από Θεού Χριστιανισμού και του κατ’άνθρωπον Ελληνισμού είναι αναγκαία και απαραίτητος δια την ζωή του ανθρώπου.Αρκεί μόνο να υπάρχει η συνείδηση εν τω ανθρώπω της αποστάσεως η οποία χωρίζει τον Χριστιανισμό,ο οποίος είναι εκ Θεού αποκαλυφθείσα αλήθεια,από πάσης εκφάνσεως του παρόντος κόσμου,συνείδησις,η οποία εκπηγάζει εκ της βεβαιότητος της γνώσεως της πλήρους αληθείας εν τη κατά Χριστό θεία αποκαλύψει. Κατά την μεταπολεμική εποχή,εν τη οποία ζώμε,κατά την οποία η ανθρωπότης κινδυνεύει να καταποντισθεί ηθικώς και κατά την οποία επιπλέει ο ανθρώπινος εκφυλισμός και είναι έκδηλος η ηθική αναρχία,η έλλειψη υψηλών ιδανικών,γεναίων φρονημάτων και ευγενών συναισθημάτων,κατά την σημερινή εποχή,καθ’ήν οι άνθρωποι με αγωνία προσπαθούν εκ του εφιαλτικού κλοιού,τον οποίο η λατρεία της ύλης περί αυτούς εσφυρηλάτησε,εν μέσω του σκότους,της δυστυχίας και της αγωνίας,ημείς οι Έλληνες,χάριτι Θεία δυνάμεθα και πρέπει να στραφώμε προς τους δύο φάρους.τον Ελληνισμό και τον Χριστιανισμό,οι οποίοι αρρήκτως συνδεδεμένοι δια μέσου των αιώνων εφώτισαν την Εθνική ημών πορεία και υπήρξαν εις μεν τας ημέρας της ευτυχίας η δημιουργική δύναμις,η οποία εμεγάλυνε και ελάμπρινε το ευσεβές ημών Έθνος,το οποίο χάρις εις την δύναμη αυτή εδημιούργησε ένα θαυμάσιο Ελληνοχριστιανικό πολιτισμό και εστερέωσε μία Ελληνική Αυτοκρατορία επί χίλια έτη,εις δε τας ημέρας της δυστυχίας υπήρξε η παρήγορος ελπίς,ήτις εθέρμανε την ελληνική Ψυχή και προοιώνιζε την ανατολή της ευτυχίας.

                                                                                                      Σελ. 9                                                                                                                                   Ο Παρθενών και η Αγία Σοφία,παρά την μεταξύ των χρονική και τοπική απόσταση, αποτελούν ενιαία εκδήλωση του αυτού πνεύματος,το οποίο, εφ’όσον μεν δεν είχε αποκαλυφθεί υπό του Θεού η αλήθεια,επεζήτησε δια των ιδίων δυνάμεων να πλησιάσει και ατενίσει το Θείο,όταν δε ο Θεός ηυδόκησε να αποκαλύψει την αλήθεια εις τους ανθρώπους,πειθήνιο προς τας εντολάς του,έχον συνείδηση της προελεύσεως                                                                                                                             και αποστολής του,ετέθη ως η μόνη κατ’άνθρωπο δύναμη εις την υπηρεσία της εκ Θεού αποκαλυφθείσης νέας θρησκείας δια την διάδοση και εμπέδωση αυτής.

Εις όλας τας εκδηλώσεις του μεταχριστιανικού πολιτισμού,ήτοι του Ελληνοχριστιανικού πολιτισμού διαλάμπει το Ελληνικό πνεύμα,καθηγιασμένο ήδη δια της Χριστιανικής ευλογίας. Όταν ακούμε εις τους ιερούς Ναούς η αναγινώσκομε τα θεία ρήματα του ιερού Ευαγγελίου,τους μεγαληγόρους ψαλμούς του Δαυίδ και τα αναγνώσματα του θεόπνευστου Προφήτου,όταν ακούμε τας θείας παραινέσεις των θεοκηρύκων Αποστόλων,όταν κατανυγέμεθα με τα άφθαστα λογοτεχνήματα και μελωδήματα της εκκλησιαστικής υμνογραφίας,ας αισθανόμεθα εθνική υπερηφάνεια και ας ευχαριστούμε τον Θεό,ιδιαιτέρως ημείς οι Έλληνες,διότι χάρις εις τον πνευματικό και ηθικό πολιτισμό των προγόνων μας ηυδόκησε ο Κύριος να καταστήσει σκεύος εκλογής το ευσεβές ημών Έθνος και κατά την πρώτη μετ’ αυτού συνάντηση εν τω κόσμω να εκφράσει την χαρά του λέγων.<<Ελήλυθεν η ώρα,ίνα δοξασθεί ο υιός του ανθρώπου>>. Η χαρά αύτη,την οποία ησθάνθη και εξεδήλωσε ο Θεάνθρωπος,όταν οι Έλληνες τον επεσκέφθησαν είναι η τρανοτέρα αναγνώριση των εν τω παρελθόντι υπηρεσιών του Ελληνισμού προς ανύψωση της ανθρωπότητος και η πλέον χαρακτηριστική διαβεβαίωση περί της συνεχίσεως αυτών εν τω μέλλοντι. Όταν ο Κύριος ανεφώνησε <<Εληλυθεν η ώρα, ίνα δοξασθεί ο υιός του ανθρώπου>>επευφήμησε την αξία του Ελληνικού Έθνους και απηύθυνε χαιρετισμό προς τους Έλληνες ως προδρόμους και συνεχιστάς της Χριστιανικής αληθείας. Ας αντηχούν πάντοτε οι λόγοι του Κυρίου εις τα ώττα μας και το βαρυσήμαντο νόημά των ας διακατέχει την ψυχή μας. Πλήρεις Εθνικής υπερηφανείας δια την Θεία τιμή ας αποβάλομε τα έργα του σκότους και ας ενδυθώμε τα όπλα του φωτός,ίνα εν καινότητι ζωής περιπατήσομε εν τω νυν αιώνι και την ποθεινή πατρίδα,εξ ης δια την αμαρτία εξεβλήθημεν,απολαύσωμε εν τω μέλλοντι.


 Μεσολόγγι  Ιανουάριος 1952
						Περικλής  Π. Παπαβασιλόπουλος
         					         Επίτιμος Λυκειάρχης