Δυσφήμιση είναι η διάδοση μιας δήλωσης που βλάπτει τη φήμη ενός ατόμου, επιχείρησης, προϊόντος, ομάδας, κυβέρνησης, θρησκείας, ή έθνους.

Σύμφωνα με το ποινικό δίκαιο, για να συντρέχει δυσφήμιση, μια δήλωση θα πρέπει να είναι γενικά εσφαλμένη και να έχει γίνει από κάποιον άλλον από το πρόσωπο που δυσφημείται. Σε μερικές δικαιοδοσίες του κοινού δικαίου γίνεται διάκριση ανάμεσα στην προφορική δυσφήμιση, που αποκαλείται και συκοφαντία, και τη δυσφήμιση με άλλα μέσα όπως μέσα από έντυπα και εικόνες, ονομαζόμενη και ως λίβελος.

Σε κάποιες δικαιοδοσίες Αστικού Δικαίου, η δυσφήμιση αντιμετωπίζεται περισσότερο ως έγκλημα παρά ως αστικό αδίκημα. Η Επιτροπή των Ηνωμένων Εθνών για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα αποφάνθηκε το 2012 ότι ο νόμος περί λίβελλου μιας χώρας, συγκεκριμένα των Φιλιππίνων, δεν ήταν συμβατός με τα άρθρα 1 και 9 της Διεθνούς Σύμβασης για τα Αστικά και Πολιτικά Δικαιώματα, παροτρύνοντας επίσης τις χώρες μέλη της σύμβασης να σκεφτούν σοβαρά την αποποινικοποίηση του λίβελλου.

Παραπομπές

Επεξεργασία


Εξωτερικοί σύνδεσμοι

Επεξεργασία
  •   Λεξιλογικός ορισμός του δυσφήμιση στο Βικιλεξικό
  •   Πολυμέσα σχετικά με το θέμα στο Wikimedia Commons