O Φιλόθεος Χατζής ήταν Κύπριος Φιλικός, ο οποίος διετέλεσε Αρχιεπίσκοπος Δημητσάνης κατά τα έτη 1795-1821. Πρωτοστάτησε στην προετοιμασία της Ελληνικής Επανάστασης του 1821. Φυλακίστηκε από τους Τούρκους στην Τριπολιτσά πριν την έναρξη της Επανάστασης και πέθανε στην φυλακή περίπου έξι μήνες αργότερα.

Φιλόθεος Χατζής
Γενικές πληροφορίες
Θάνατος21  Σεπτεμβρίου 1821[1]
Πληροφορίες ασχολίας
Ιδιότηταιερέας
Υπογραφή

Βιογραφικά στοιχεία

Επεξεργασία

Γεννήθηκε στην Κύπρο μετά τα μέσα του 18ου αιώνα, αλλά περισσότερα στοιχεία για τον ακριβή τόπο, ημερομηνία ή για τα νεανικά του χρόνια δεν είναι γνωστά[2]. Αναφέρεται ότι καταγόταν από κάποιο χωριό της Λευκωσίας[3][4] και ότι ήταν ανάµεσα στα πνευµατικά τέκνα του Μητροπολίτη Πάφου Αγίου Παναρέτου (1767-1790), µαζί µε τον Κύπριο Πατριάρχη Αντιοχείας Ανθέµιο (1791-1813). Φαίνεται ότι δεν απέκτησε σπουδαία μόρφωση[5][6], αλλά αναφέρεται ως άνθρωπος φιλήσυχος και σεβαστός[7]. Στα τέλη του 18ου αιώνα, περί το 1790, σε νεαρή ηλικία έφυγε από την Κύπρο και μετέβη στην Κωνσταντινούπολη. Εκεί υπηρέτησε στο Οικουμενικό Πατριαρχείο ως Δευτερεύων των Διακόνων του κυπριακής καταγωγής Πατριάρχη Γερασίμου του Γ΄ (1794 – 1797) και επέδειξε, σύμφωνα με τον ίδιο τον Πατριάρχη, «ζήλο και αφοσίωση προς την Εκκλησία[2]».

Το 1795 οι κάτοικοι της Δημητσάνας ζήτησαν με γράμμα τους από τον Πατριάρχη Γεράσιμο τον Γ΄ να αντικαταστήσει τον Αρχιεπίσκοπο Αμβρόσιο (1767– 1795), ο οποίος τον Οκτώβριο της ίδιας χρονιάς είχε υποβάλει παραίτηση λόγω γήρατος και δεν είχε αφήσει καλές εντυπώσεις κατά τη διάρκεια της αρχιερατείας του. Από τους ιστοριογράφους της εποχής κατηγορείτο ως νωθρός, απαίδευτος και αδιάφορος για την πνευματική ανάπτυξη του ποιμνίου του. Για όλους αυτούς και άλλους λόγους οι Δημητσανίτες είδαν την παραίτηση του Αμβρόσιου με ανακούφιση. Έτσι, τον Νοέμβριο του 1795 ο Φιλόθεος εξελέγη Αρχιεπίσκοπος Δημητσάνης και Αργυροκάστρου[8].

Η αρχιερατεία του

Επεξεργασία

Ο Φιλόθεος ποίμανε τους κατοίκους της μητροπολιτικής του περιφέρειας Δημητσάνης για 26 χρόνια. Κατά τα χρόνια της αρχιερατείας του ανεγέρθηκε αρχιεπισκοπικό μέγαρο[9] και καταβλήθηκαν μεγάλες προσπάθειες για τη συνέχιση της λειτουργίας των Σχολών της περιοχής, σε όλη την επαρχία της Αρκαδίας. Σώζεται Σιγίλλιο του Πατριάρχη Καλλινίκου του Ε΄(1801-1806, 1808-1809), το οποίο τον διορίζει, μαζί με Επίσκοπο Αμυκλών Νικηφόρο Κουγιά(1779-1816), έφορο στην Ελληνική Σχολή Βυτίνας[10]. Ιδιαίτερα φρόντισε την φημισμένη Σχολή της Δημητσάνης[9], την οποία ενίσχυε με πολλούς τρόπους, ούτως ώστε να συνεχίσει τη λειτουργία της. Επειδή όμως οι οικονομικοί πόροι της Δημητσάνης ήταν περιορισμένοι, ο Φιλόθεος ζήτησε το 1816, συνεπικουρούμενος από τους προκρίτους της πόλης, την έγκριση του Πατριαρχείου, ώστε να συνδεθεί άμεσα η Σταυροπηγιακή Μονή Φιλοσόφου με τη Σχολή της Δημητσάνης[11]. Έτσι, τα έσοδα της Μονής από τα διάφορα κτήματά της θα χρησιμοποιούνταν για την κάλυψη των εξόδων συντήρησης της Σχολής. Ο τότε Πατριάρχης Κύριλλος ο ΣΤ΄ (1813-1818) και η Ιερά Σύνοδος του Οικουμενικού Πατριαρχείου, ενέκριναν τη σύνδεση αυτή και με την έκδοση Σιγιλλίου, τον Ιούλιο του 1816, όρισαν ως έφορο της Σχολής τον Παλαιών Πατρών Γερμανό (1806-1826)[12]. Τόσο ο Παλαιών Πατρών Γερμανός όσο και ο Εθνομάρτυρας Πατριάρχης Γρηγόριος ο Ε΄ (1797-1798, 1806-1808, 1818-1821) ήταν απόφοιτοι της Σχολής αυτής. Ζωηρό ενδιαφέρον επέδειξε και για τις Μονές της επαρχίας του[13].

Ο Φιλόθεος μυήθηκε στη Φιλική Εταιρεία, κατά μία άποψη από τον Παλαιών Πατρών Γερμανό[14], ο οποίος είχε μυηθεί από τον Αντώνιο Πελοπίδα από τη Στεμνίτσα, και με χρήματα της εκκλησίας πρωτοστάτησε στην εγκατάσταση και λειτουργία των μπαρουτόμυλων Δημητσάνης (γενέτειρας του Πατριάρχη Γρηγορίου του Ε΄). Με το μπαρούτι αυτό τροφοδοτούσαν όλη την Επανάσταση[α]. Πριν από την έναρξη της επανάστασης λειτουργούσαν 14 μπαρουτόμυλοι, που παρήγαγαν μεγάλες ποσότητες πολεμοφοδίων[15].

Ο Φιλόθεος Χατζής αγάπησε πολύ τη Δημητσάνα και συνδέθηκε μαζί της και με συγγενικούς δεσμούς, καθώς τη θεωρούσε δεύτερη πατρίδα του. Συγκεκριμένα κάλεσε και έφερε τον αδελφό του από την Κύπρο, τον Γεώργιο Χατζή ή Χατζηγεώργιο και τον πάντρεψε με την αδελφή του κηπουρού του Παναγιώτη (Μπαξεβάνου). Αγόρασε επίσης κήπο στο Παλιοχώρι[16].

Στην Πελοπόννησο, ο τοπικός διοικητής κάλεσε στην Τριπολιτσά, όπου ήταν η έδρα του, αρκετούς Αρχιερείς και προύχοντες δήθεν «προς σύσκεψιν[17]». Τότε ακούστηκαν αρκετές φωνές, ότι, ενόψει της έναρξης του αγώνα, δεν πρέπει να προσέλθουν αλλά να κρυφτούν προσωρινά και να στελεχώσουν εν συνεχεία τα επαναστατημένα σώματα. Τελικά αποφασίστηκε να μεταβούν στην Τριπολιτσά, ώστε με την εκεί παρουσία τους να παραπλανήσουν τους κατακτητές και να δώσουν την ευκαιρία στον λαό να προετοιμαστεί καλύτερα. Είναι χαρακτηριστικά τα λόγια του Επισκόπου Ανδρούσης Ιωσήφ, τα οποία φανερώνουν και την εθελούσια θυσία τους, χάριν του υπόδουλου λαού[18]: « Ἂς τρέξωμεν ἵνα τὰ ὄμματα τῶν Ὀθωμανών, ἕως οὗ ἐνδυναμώσωσι οἱ ἡμέτεροι. Ἂν δὲ καὶ μας θανατώσωσι, γενηθήτω τὸ θέλημα τοῦ Κυρίου. Θανατούμεθα ὀλίγοι καὶ τὸ ἔθνος σῴζεται[19]». Ο Ιωάννης Φιλήμονας στο βιβλίο του «Δοκίμιον Ἱστορικὸν περὶ τῆς Ἑλληνικῆς Ἐπαναστάσεως»[20], αναφέρει ότι έως τις αρχές Μαρτίου 1821 προσήλθαν οι περισσότεροι από όσους είχε προσκαλέσει, μεταξύ δε αυτών ήτο και ο Φιλόθεος Χατζής, παρά το γεγονός ότι την περίοδο αυτή ήταν άρρωστος. Οι άλλοι αρχιερείς ήσαν οι: Τριπόλεως Δανιήλ, Μονεμβασίας Χρύσανθος, Ανδρούσης Ιωσήφ, Χριστιανουπόλεως Γερμανός, Ωλένης Φιλάρετος, Κορίνθου Κύριλλος και Ναυπλίου Γρηγόριος. Από τους προύχοντες της Πελοποννήσου παρουσιάστηκαν ο γιος του Πετρόμπεη, Αναστάσιος Μαυρομιχάλης, και οι Π. Αζέλιος Οικονόμου, Θεόδωρος Δεληγιάννης, Πανάγος Κυριάκος, Αναγνώστης Κωστόπουλος, Ιωάννης Τομαράς, Αντώνιος Καραπατάς, Ιωάννης Βιλαέτης και άλλοι...ο Παλαιών Πατρών Γερμανός, ο Κερνίτσης Προκόπιος δεν προσήλθον.

Στην αρχή όλοι είχαν ελευθερία κινήσεως, αλλά στη συνέχεια τους περιόρισαν σε χώρο που ανήκε στον ταμία του Πασά. Στις 21 Μαρτίου τους υποχρέωσαν να στείλουν εγκύκλιο προς τον ελληνικό πληθυσμό, τον οποίο προέτρεπαν να παραμείνει πιστός στο Σουλτάνο[21]. Την εγκύκλιο αυτή υπέγραψαν οι εφτά από τους οχτώ Αρχιερείς. Ο Φιλόθεος όμως δεν την υπέγραψε[22]. Τελικά  μεταφέρθησαν στις 17 Απριλίου 1821 στις φυλακές της Τριπολιτσάς, όπου υπέφεραν τα πάνδεινα[23]. Στις φυλακές αυτές οι Αρχιερείς της Πελοποννήσου υπέγραψαν στις 15 Ιουνίου 1821 «Συνυποσχετικό» έγγραφο για κοινή συνεργασία υπέρ της πατρίδος[24]. Οι Αρχιερείς και οι Πρόκριτοι αλυσοδέθηκαν σε ένα μικρό δωμάτιο με ειδική αλυσίδα που αιχμαλώτιζε τα κεφάλια τους[25]. Η βαριά αλυσίδα 350 κιλών που πίεζε τον τράχηλό τους σε συνδυασμό με τον πολύ μικρό χώρο, τους εμπόδιζε να κινηθούν ή να εντείνουν τα πόδια τους. Η δυσοσμία συνεχώς αυξανόταν από την παρουσία ενός δοχείου που χρησιμοποιείτο ως αφοδευτήριο. Όταν κάποιος το επισκεπτόταν για σωματική του ανάγκη όλοι ήταν υποχρεωμένοι να μετακινηθούν εξαιτίας της αλυσίδας που τους συνέδεε. Στις άθλιες συνθήκες διαβίωσης ερχόταν να προστεθεί και το αθλίας ποιότητας φαγητό καθώς και οι ύβρεις και οι απειλές των Τούρκων.

Αποτέλεσμα αυτών όλων ήτο, περί τα τέλη Αυγούστου, να αποβιώσει πρώτος ο Μητροπολίτης Μονεμβασίας Χρύσανθος[26]. Τέλος Σεπτεμβρίου, οι Τούρκοι βλέποντας ότι πλησιάζει η κατάληψη της Τριπολιτσάς από τους Έλληνες και θέλοντας να χρησιμοποιήσουν τους Αρχιερείς και τους προύχοντες ως ομήρους, τους μετέφεραν από τις φυλακές και τους περιόρισαν σε άλλο χώρο. Τους έδωσαν καινούργια ρούχα και τροφή για να επιζήσουν. Η εξάντληση όμως όλων ήταν πάρα πολύ μεγάλη και πολύ γρήγορα ο ένας μετά τον άλλο αποβίωσαν∙ Μεταξύ αυτών και ο Φιλόθεος, στις 21 Σεπτεμβρίου 1821[27].

Η απελευθέρωση της Τριπολιτσάς από τα ελληνικά στρατεύματα την επόμενη ημέρα (στις 23 Σεπτεμβρίου 1821) βρήκε ζώντες μόνο τρεις από τους οχτώ Αρχιερείς που φυλακίστηκαν (Τριπόλεως Δανιήλ, Κορίνθου Κύριλλο και Ανδρούσης Ιωσήφ) καθώς και τρεις προύχοντες. Ο Μητροπολίτης Τριπολιτσάς Δανιήλ Παναγιωτόπουλος (1765-1831) περιέγραψε τα δεινά που υπέστησαν σε μακροσκελές στιχούργημα 752 στίχων, το οποίο συνέταξε τον Αύγουστο του 1822[28] στη Μονή της Άνω Χρέπας[29]. Για τον Δημητσάνης Φιλόθεο Χατζή γράφει ότι πέθανε «τότε ὁ Δημητσάνης, ὁ τῆς ἐμῆς πατρίδος ποιμὴν ὁ ἁγιώτατος ἐκείνης τῆς μερίδος...[30]».

Υποσημειώσεις και παραπομπές

Επεξεργασία

Υποσημειώσεις

Επεξεργασία
  1. Ο Λοΐζος Φιλίππου στο βιβλίο του «Κύπριοι Αγωνισταί», σελ. 140, αναφέρει: «Εἰς τὴν ἐπαρχία του κατορθώνει ἕνα μοναδικὸν φαινόμενον καθ’ ὅλον τὸν Ἑλληνισμό. Πρὸ τοῦ ἀγῶνος σύσσωμος ἡ Δημητσάνα ἐμυήθη εἰς τὰ τῆς Φιλικῆς Ἑταιρείας, πρᾶγμα τὸ ὁποῖο ἐξυπηρέτησε κατὰ τρόπον μοναδικὸν τὸν ἀγῶνα, διότι διευκολύνθη ἡ κατασκευὴ καὶ ἀποθήκευση τῆς ἀναγκαίας πυρίτιδος ὑπὸ τῶν ἀδελφῶν Νικολάου καὶ Σπυρίδωνος Σπηλιωτόπουλου».

Παραπομπές

Επεξεργασία
  1. churchofcyprus.org.cy/wp-content/uploads/2021/09/%CE%A6%CE%B9%CE%BB%CE%BF%CC%81%CE%B8%CE%B5%CE%BF%CF%82.pdf.
  2. 2,0 2,1 Κοκκινόφτας 2021, σελ. 1.
  3. Μεγάλη Κυπριακή Εγκυκλοπαίδεια, τόμος 13, σελίδα 247 - Λευκωσία 1950
  4. Εγκυκλοπαιδικό Λεξικό Ελευθερουδάκης, τόμος 12ος, Αθήνα 1931, σελίδα 621, Πέτρου Γεωργαντζή «Οι Αρχιερείς και το εικοσιένα», Ξάνθη 1985, σελ. 39 κ.α
  5. Κοκκινόφτας 2021, σελ. 6.
  6. Γριτσόπουλος, Τάσος (1950). «Η Αρχιεπισκοπή Δημητσάνης και Αργυροκάστρου». Επετηρίς Εταιρίας Βυζαντινών Σπουδών Κ: 245. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 2022-09-20. https://web.archive.org/web/20220920172739/https://ir.lib.uth.gr/xmlui/bitstream/handle/11615/15460/article.pdf?sequence=1&isAllowed=y. Ανακτήθηκε στις 17 Σεπτεμβρίου 2022. 
  7. Φώτιος Χρυσανθόπουλος, επιμ. (1888). Βίοι Πελοποννησίων ανδρών και των εξώθεν εις την Πελοπόννησον ελθόντων κληρικών, στρατιωτικών και πολιτικών των αγωνισαμένων τον αγώνα της επαναστάσεως. Αθήνα: Σταύρος Ανδρόπουλος, Τυπογραφείο Π. Δ. Σακελλαρίου. σελ. 295. Ανακτήθηκε στις 10 Απριλίου 2010. 
  8. Κοκκινόφτας 2021, σελ. 2.
  9. 9,0 9,1 Κοκκινόφτας 2021, σελ. 3.
  10. Π. Παπαζαφειρόπουλου «Περὶ τῆς ἐν Βυτίνη Ἑλληνικῆς Σχολῆς τῶν πρώτων αὐτῆς διδασκάλων καὶ τῆς ἐν αὐτῇ καταρτιζομένης βιβλιοθήκης»,  Ναύπλιον 1858, σελ. 32, 34
  11. Ευθυμίου Καστόρχη: «Περί της εν Δημητσάνη Σχολής και περί των καθιδρυτών και πρώτων αυτής διδασκάλων», Αθήναι 1846, σελ. 66-71
  12. Κοκκινόφτας 2021, σελ. 5.
  13. Κοκκινόφτας 2021, σελ. 4.
  14. Κοκκινόφτας 2021, σελ. 9.
  15. Ιωάννου Φιλήμονος «Φιλική Εταιρεία», Ναύπλιον 1834, σελ. 368-376
  16. Χρονικά των Αρκάδων, τόμος Δ΄-1977, του ιστοριοδίφη Χρ. Γ. Κωνσταντόπουλου
  17. Πέτρου Γεωργαντζή  ό.π.π., σελ. 300-304
  18. Κοκκινόφτας 2021, σελ. 12.
  19. Κωνσταντίνου «Ἡ Ἐκκλησία εἰς τὸν ἀγῶνα τῆς Ἐλευθερίας», Ἀθῆναι 1952, σελ. 95-98
  20. τόμος 4ος Αθήνα 1860, σελ. 370
  21. Δημητρίου Πετρακάκου «Κοινοβουλευτική Ιστορία της Ελλάδος, 1453-1843, τόμος Α΄, Αθήνα 1935, σελ. 237
  22. Κοκκινόφτας 2021, σελ. 14.
  23. Σίμου Μπαλάνου: «Αἱ θυσίαι τοῦ κλήρου ὑπὲρ τῆς ἐθνικῆς ἀποκαταστάσεως μέχρι τὸ 1821», Ἡμερολόγιο τῆς Μεγάλης Ἑλλάδος – Ἀθῆναι 1922, σελ. 253-263
  24. Δημητρίου Πετρακάκου, ό.π.π., σελ. 238
  25. Ιωσήφ Ζαφειρόπουλου Ιερομονάχου «Οἱ Ἀρχιερεῖς καὶ οἱ προύχοντες ἐντὸς τῆς ἐν Τριπόλει φυλακῆς ἐν ἔτει 1821», Ἀθῆνα 1890
  26. Κοκκινόφτας 2021, σελ. 19.
  27. Κοκκινόφτας 2021, σελ. 22.
  28. Κοκκινόφτας 2021, σελ. 15.
  29. Απόστολος Βαρνάβας – Επίσημο περιοδικό της εκκλησίας της Κύπρου. Περ. Γ΄.τομος Ν.Δ., Μάρτιος 1993, τεύχος 3
  30. Τάσου Γριτσόπουλου: «Μητροπολίτης Ἀμυκλῶν καὶ Τριπολιτσὰς Δανιὴλ Παναγιωτόπουλος», Θεολογία, τόμος ΛΑ΄, Ἀθῆνα 1960, σελ. 424-443

Βιβλιογραφία - πηγές

Επεξεργασία
  • Αμβροσίου Φραντζή: Επιτομή της Ιστορίας της αναγεννηθείσης Ελλάδος – τ.μ.Δ΄ 1841.
  • Φ. Χρυσανθόπουλου – Φωτάκου: Βίος Πελοποννησίων Ανδρών 1888.
  • Ιωσήφ Ζαφειρόπουλου: Οι Αρχιερείς και οι προύχοντες εντός της εν Τριπόλει φυλακής, εν έτει 1821 (βλ.εκ. 1890).
  • Τάσου Γριτσόπουλου: Η Αρχιεπισκοπή Δημητσάνης... 1950.
  • Θάνου Βαγενά: Ο Επίσκοπος Δημητσάνης Φιλόθεος (εφημ. Αρκαδικόν φ.3-18-3-1956).
  • Γεωργίου Καρβέλα: Ιστορία της Δημητσάνης 1972.
  • Χρήστος Κωνσταντόπουλος: Χρονικά των Αρκάδων, τόμ. Δ΄ 1977 σελ. 65.
  • Κ. Κοκκινόφτα: Ο Κύπριος Μητροπολίτης Δημητσάνης Φ.Χ. περ. Απόστολος Βαρνάβας, σελ. 116, Περ.Γ΄, τομ.ΝΔ΄, Μάρτιος 1993, τεύχη 3.
  • Μεγάλη Κυπριακή Βιβλιοθήκη, τόμ.13ος, Λευκωσία 1990, σελ. 247.
  • Πάπυρος Λαρούς: τόμ.12ος, Αθήνα 1964, σελ. 740
  • Γιάννης Ιωαννίδης: «Μικρή Εγκυκλοπαίδεια Εθνομαρτύρων Κληρικών», τόμ. Β΄, Αθήνα 1992, σελ. 19.
  • Άντρου Παυλίδη: «Ιστορία της Νήσου Κύπρου», Λευκωσία 1992, σελ. 169.
  • Πέτρου Γεωργαντζή: «Οι Αρχιερείς και το Εικοσιένα», Ξάνθη 1985, σελ. 39.
  • Ευθυμίου Καστάρχη: «Περί της εν Δημητσάνη Σχολής», Αθήνα 1846, σελ. 66-71.
  • Αρχ. Θεοφίλου Σιμόπουλου: «Μάρτυρες και ΑγωνισταίΙεράρχαι», Αθήνα 1971, σελ. 385-394.
  • Αμβροσίου Φραντζή: «Επιτομή της Ιστορίας της Αναγεννηθείσης Ελλάδος», τόμ.Δ΄, Αθήνα 1841, σελ. 97.
  • Ευάγγελου Σαβράμη: «Συμβολαί εις την Ιστορίαν της Δημητσάνης» Επετηρίς της Εταιρείας Βυζαντινών Σπουδών, έτος Θ΄, Αθήνα 1932, σελ. 219-238.
  • Τάκη Κανδηλώρου: «Η Φιλική Εταιρεία 1814-1821», Αθήνα 1926, σελ. 343.
  • Άγγελου Παπακώστα: «Η συμβολή της Κύπρου στην επανάσταση του Εικοσιένα», Ν. Εστία, τόμος 58, Αθήνα 1955, σελ. 1175.
  • Λοίζου Φιλίππου: «Κύπριοι Αγωνισταί», Λευκωσία 1953, σελ. 140-141.
  • Δημητρίου Πετρακάκου: «Κοινοβουλευτική Ιστορία της Ελλάδας (1453-1843)», τόμ.Α΄, Αθήνα 1935, σελ. 237.
  • Βασιλείου Μυστακίδου: «Επισκοπικοί Κατάλογοι», Επετηρίς Εταιρείας Βυζαντινών Σπουδών, τόμ. ΙΒ΄, Αθήνα 1936, σελ. 170.
  • Ιωάννου Φιλήμονος: «Δοκίμιον Ιστορικού περί της Ελληνικής Επαναστάσεως», τόμ.4ος, Αθήναι 1860, σελ. 204.
  • Α. Λαζάρου: «Η Κύπρος γενέτειρα του Ομήρου», σελ. 110.
  • Γ. Σπανού: «Κύπριοι στος Αγώνες του 1821».
  • Φώτιος Χρυσανθόπουλος, επιμ. (1888). Βίοι Πελοποννησίων ανδρών και των εξώθεν εις την Πελοπόννησον ελθόντων κληρικών, στρατιωτικών και πολιτικών των αγωνισαμένων τον αγώνα της επαναστάσεως. Αθήνα: Σταύρος Ανδρόπουλος, Τυπογραφείο Π. Δ. Σακελλαρίου. σελ. 295. Ανακτήθηκε στις 10 Απριλίου 2010. 
  • Κοκκινόφτας, Κωστής (2021). «Ο Αρχιεπίσκοπος Δημητσάνης (1795-1821) Φιλόθεος Χατζής». Κύπρος και 1821 (Λευκωσία: Κέντρο Μελετών Ιεράς Μονής Κύκκου): 197-224. https://churchofcyprus.org.cy/wp-content/uploads/2021/09/%CE%A6%CE%B9%CE%BB%CE%BF%CC%81%CE%B8%CE%B5%CE%BF%CF%82.pdf. Ανακτήθηκε στις 17 Σεπτεμβρίου 2022.