Φιλική Εταιρεία

μυστική οργάνωση που προετοίμασε την Ελληνική Επανάσταση του 1821
Για άλλες χρήσεις, δείτε: Φιλική Εταιρεία (αποσαφήνιση).

Η Φιλική Εταιρεία ήταν η σημαντικότερη από τις μυστικές οργανώσεις που σχηματίστηκαν για την προετοιμασία της Επανάστασης του 1821, για την απελευθέρωση των Ελλήνων από την Οθωμανική Αυτοκρατορία. Ιδρύθηκε το 1814 στην Οδησσό της Ρωσίας, και σύμφωνα με τους παλαιότερους ιστορικούς, από τον Εμμανουήλ Ξάνθο, τον Νικόλαο Σκουφά και τον Αθανάσιο Τσακάλωφ. Τέταρτο μέλος της, μυήθηκε ο Αντώνιος Κομιζόπουλος από τη Φιλιππούπολη[1][2]. Τρίτο ή πέμπτο μέλος της Εταιρείας πιθανό να ήταν ο Νικόλαος Γαλάτης .[3] Επίσης από τα πρώτα μέλη που μυήθηκαν ήταν και ο Παναγιώτης Αναγνωστόπουλος (και μάλιστα κατά ορισμένες πηγές υπήρξε συνιδρυτής, πριν τον Ξάνθο που μυήθηκε αργότερα). Η Μικρασιάτισσα Κυριακή Ναύτη από τη Σμύρνη ήταν η πρώτη γυναίκα μέλος.[4][5] Οι Φιλικοί, αφού μυούνταν στην Εταιρεία, έδιναν όρκο πίστης και επικοινωνούσαν με κώδικες, ψευδώνυμα και συνθηματικές λέξεις. Αυτή η μυστικότητα εξηγεί εν μέρει τα λίγα και ασαφή τεκμήρια που διαθέτουμε για την συγκεκριμένη οργάνωση[6].Το 1817 μεταφέρθηκε στην Κωνσταντινούπολη για να μυήσουν περισσότερους ευκολότερα.

Φιλική Εταιρεία
Το σύμβολο της Φιλικής Εταιρείας
Ίδρυση14 Σεπτεμβρίου 1814, πριν 210 έτη (1814--9-14)
ΈδραΟδησσός
Κωνσταντινούπολη μετά το 1818
Περιοχή δράσηςΕλλαδικός χώρος και Μολδοβλαχία
Γενικός ΈφοροςΑλέξανδρος Υψηλάντης, Δημήτριος Υψηλάντης (μετά από την φυλάκιση του Αλέξανδρου Υψηλάντη)
Σημαντικά πρόσωπαΕμμανουήλ Ξάνθος
Νικόλαος Σκουφάς
Αθανάσιος Τσακάλωφ
Παναγιώτης Αναγνωστόπουλος
ΜήνυμαΕλευθερία ή Θάνατος

Προδρομικές μυστικές οργανώσεις

Επεξεργασία

Της Επανάστασης του 1821 είχαν προηγηθεί αρκετές άλλες τοπικές εξεγέρσεις, με έναρξη ήδη από τον 15ο αιώνα και με τελευταία αυτή του Νικοτσάρα στη Βόρεια Ελλάδα.[7] Στις αρχές του 19ου αι., ήταν ήδη αναπτυγμένο το κίνημα του Νεοελληνικού Διαφωτισμού (1750-1821) το οποίο στηρίχθηκε στον γαλλικό Διαφωτισμό[8], τις ιδέες του οποίου διέδωσαν η Γαλλική Επανάσταση, καθώς και οι Ναπολεόντειοι πόλεμοι[9]. Στο πλαίσιο του νεοελληνικού Διαφωτισμού, σημαντικές προσωπικότητες θα επιχειρήσουν να μεταλαμπαδεύσουν στο υπόλοιπο γένος τις φιλελεύθερες ιδέες της εποχής και να το μορφώσουν.

Από ανθρώπους με μόρφωση που ζούσαν σε πόλεις της Ευρώπης, της Βλαχίας και της Ρωσίας τέθηκαν οι βάσεις της Φιλικής Εταιρείας. Το 1809 ιδρύεται στο Παρίσι το Ελληνόγλωσσον Ξενοδοχείον, από τον Θεσσαλονικέα λόγιο Γρηγόριο Ζαλύκη, ενώ ανάμεσα στα μέλη του είναι και ο Αθανάσιος Τσακάλωφ, μετέπειτα ιδρυτικό μέλος της Φιλικής Εταιρείας[10]. Συγκροτείται τυπικά ως εταιρεία μελέτης του αρχαιοελληνικού πολιτισμού, στην ουσία όμως σκοπός είναι η απελευθέρωση της Ελλάδας και προς αυτήν την κατεύθυνση γίνονται όλες οι κινήσεις. Για την παράνομη δράση της η οργάνωση υιοθετεί τους κανόνες των Καρμπονάρων και των Ελευθεροτεκτόνων, ενώ τα μέλη της δεσμεύονται με όρκο και φέρουν ως αναγνωριστικό ένα χρυσό δακτυλίδι με τα αρχικά Φ.Ε.Δ.Α. (Φιλικός Ελληνικός Δεσμός Άλυτος). Από το 1815, όμως, άρχισε να παρακμάζει, καθώς η συντριβή του Ναπολέοντα έσβησε όποια όνειρα είχαν να τους βοηθήσει.

Μια δεύτερη προσπάθεια ξεκίνησε στην Αθήνα, με την έμμεση υποστήριξη της Αγγλίας, το 1813. Ιδρύθηκε τότε η «Φιλόμουσος Εταιρεία», με κεντρικό σκοπό την καλλιέργεια του ελληνικού πνεύματος των νέων, την έκδοση βιβλίων, τη βοήθεια φτωχών σπουδαστών κ.λπ. Μόνο που αυτή η οργάνωση ποτέ δεν απέκτησε λαϊκό έρεισμα, καθώς κινείτο σε κύκλους λογίων και διπλωματών[11].

Άλλη παρόμοια μυστική οργάνωση ήταν η «Εταιρεία του Φοίνικος» στην οποία ανήκαν αρχικά οι Σκουφάς και Ξάνθος. Κατά μία άποψη μάλιστα από αυτή προήλθε η Φιλική Εταιρεία.[12]

Ίδρυση της Φιλικής Εταιρείας

Επεξεργασία
 
Εμμανουήλ Ξάνθος
 
Νικόλαος Σκουφάς

Στα πλαίσια του διακαούς πόθου για αποτίναξη του τουρκικού ζυγού και με σαφή την επίδραση των μυστικών εταιρειών της Ευρώπης, συναντιούνται το 1814 στην Οδησσό τρεις Έλληνες και αποφασίζουν τη σύσταση μιας αυστηρά συνωμοτικής οργάνωσης, η οποία θα προετοίμαζε τον ξεσηκωμό όλων των Ελλήνων. Συμβολικά είχε οριστεί η 14η Σεπτεμβρίου, επέτειος της Ύψωσης του Τιμίου Σταυρού, ως ημέρα ίδρυσής της.[13] Πρόκειται για τον Νικόλαο Σκουφά, 35 χρόνων, από το Κομπότι της Άρτας, τον Εμμανουήλ Ξάνθο, 42 χρόνων, από την Πάτμο και τον Αθανάσιο Τσακάλωφ, 26 χρόνων, από τα Γιάννενα. Και οι τρεις έχουν ήδη γίνει κοινωνοί των επαναστατικών ιδεών και του εταιρισμού. Ο Σκουφάς είχε ιδιαίτερες επαφές με τον Κωνσταντίνο Ράδο, ο οποίος ήταν μυημένος στον καρμποναρισμό. Ο Ξάνθος είχε μυηθεί σε τεκτονική Στοά της Λευκάδας («Εταιρεία των Ελεύθερων Κτιστών», της Αγίας Μαύρας), ενώ ο Τσακάλωφ είχε υπάρξει ιδρυτικό μέλος μιας Φιλανθρώπου Εταιρείας και γνώριζε την οργάνωση του Ελληνόγλωσσου Ξενοδοχείου[14]. Το καταστατικό και το πρόγραμμα της Φιλικής Εταιρείας ήταν γραμμένο στη δημοτική ελληνική γλώσσα "για να μπορεί να φτάσει και να γίνει αντιληπτό σε κάθε τσοπάνο".[15]

Ο ρόλος των Σκουφά-Ξάνθου-Τσακάλωφ στην ίδρυση της Φιλικής Εταιρείας

Επεξεργασία

Ο Ξάνθος είχε μεταβεί για λογαριασμό τριών εμπόρων από την Κωνσταντινούπολη στην Πρέβεζα και στα Γιάννενα, για να κλείσει συμφωνία αγοραπωλησίας ελαιολάδου και επιστρέφει στην Οδησσό. Αρχές Νοεμβρίου 1813 γνωρίζεται με τους Σκουφά και Τσακάλωφ.

Δεν είναι εξακριβωμένο ποιος από τους τρεις είχε τη σύλληψη της ιδέας για την ίδρυση της Εταιρείας. Ο Ξάνθος στα απομνημονεύματά του δηλώνει πως είναι αυτός που παρακίνησε τον Σκουφά, αλλά είναι βέβαιο ότι ο Σκουφάς σχημάτισε πρώτος ένα αρχικό πλάνο για την Εταιρεία.[14]

Σκοπός της ίδρυσής της

Επεξεργασία

Σκοπός της Φιλικής Εταιρείας ήταν η γενική επανάσταση των Ελλήνων για την «ανέγερσιν και απελευθέρωσιν του Ελληνικού Έθνους και της Πατρίδoς μας», όπως μας πληροφορεί ο ίδιος ο Ξάνθος. Και σημειώνει στα «Απομνημονεύματά» του: ..δια να ενεργήσωσι μόνοι των ό,τι ματαίως από πολλού χρόνου ήλπιζον από την φιλανθρωπίαν των χριστιανών βασιλέων».

Η πορεία ανάπτυξης της Φιλικής είναι εντυπωσιακή. Οι εμπνευστές της άφησαν έντεχνα, να διαδοθεί η φήμη πως είχαν κοινούς σκοπούς με την προϋπάρχουσα "Φιλόμουσο Εταιρεία" (η οποία το 1813 είχε φτάσει σε μεγάλη ανάπτυξη στην Αθήνα, στοχεύοντας στη διάσωση αρχαιοτήτων και τη βελτίωση του πνευματικού επιπέδου της νεολαίας)[16] Το διάστημα 1814-1816 τα μέλη της αριθμούν περίπου 20. Ως τα μέσα του 1817 αναπτύσσεται κυρίως μεταξύ των Ελλήνων της Ρωσίας και της Μολδοβλαχίας, αλλά και πάλι τα μέλη της δεν υπερβαίνουν τα 30. Όμως, από το 1818 σημειώνονται αθρόες μυήσεις. Κατά το 1820 εξαπλώνεται σε όλες σχεδόν τις περιοχές της Ελλάδας και τις περισσότερες ελληνικές παροικίες του εξωτερικού. Χιλιάδες υπολογίζονται οι μυημένοι, μολονότι είναι γνωστά μόνο 1096 ονόματα. Τους πρώτους μήνες του 1821 τα μέλη της αριθμούν δεκάδες χιλιάδες. Η οργάνωση είχε υπερβεί τα ίδια της τα όρια. Σημαντικότατο ρόλο σε αυτή την αυξητική πορεία, έπαιξε και το γεγονός πως οι Φιλικοί, σκόπιμα συνέδεαν τη Ρωσική Αυλή με την ηγεσία της εταιρείας τους, κάνοντας λόγο για την (ανύπαρκτη) "Ανώτατη Αρχή", που υπονοούσαν ότι ήταν η κορυφή της Ρωσικής Αυτοκρατορίας (ουσιαστικά ο ίδιος ο τσάρος) και ότι, με την έναρξη του ελληνικού αγώνα, θα στέκονταν αλληλέγγυα. Αυτό το ψεύδος ενέπνευσε τους υπόδουλους Έλληνες, φέροντας στο επίκεντρο τις παραδόσεις και προφητείες παλαιότερων ετών, σύμφωνα με τις οποίες η απελευθέρωση της Ελλάδας θα πραγματοποιούνταν με τη βοήθεια του "Ξανθού Γένους", που ήταν το Ρωσικό[17].

 
Αθανάσιος Τσακάλωφ

Στις γραμμές της συσπειρώνονται κυρίως έμποροι και μικροαστοί, αλλά και Φαναριώτες και κοτζαμπάσηδες και κληρικοί, πρόσωπα που θα διαδραματίσουν αγωνιστικό ρόλο (θετικό ή αρνητικό) στον αγώνα για την ανεξαρτησία, όπως οι οπλαρχηγοί Θεόδωρος Κολοκοτρώνης, Οδυσσέας Ανδρούτσος, Αναγνωσταράς, ο αρχιμανδρίτης Γρηγόριος Δικαίος (Παπαφλέσσας), οι Φαναριώτες Αλέξανδρος Μαυροκορδάτος και Νέγρης, οι Υδραίοι μεγαλοκαραβοκύρηδες Κουντουριώτηδες, οι μεγαλοκoτζαμπάσηδες Ζαΐμης, Λόντος, Νοταράς, ο μητροπολίτης Παλαιών Πατρών Γερμανός κ.ά.

Διάρθρωση της Εταιρείας

Επεξεργασία

Η όλη διάρθρωση της Φιλικής Εταιρείας στηρίχθηκε στα οργανωτικά πρότυπα των καρμπονάρων και των ελευθεροτεκτόνων[18]. Οι ιδρυτές, δηλαδή, της Εταιρείας πήραν αρκετά στοιχεία από τις τεκτονικές στοές. Για παράδειγμα, δημιούργησαν ένα μυστικό αλφάβητο με τα «γράμματα των ιερέων», που αποτελούνταν από ελληνικά στοιχεία και αραβικούς αριθμούς[19]. Βέβαια η Φιλική Εταιρεία δεν ήταν παρακλάδι μασονικής στοάς, αλλά χρησιμοποίησε στοιχεία από τον μασονισμό, αποσκοπώντας στο να διατηρήσει τη μυστικότητά της. Επιπλέον, τα ιδρυτικά στελέχη χρησιμοποιούσαν αλφαβητικά ψευδώνυμα, ώστε να διατηρηθεί μυστική η ταυτότητά τους. Έτσι, λοιπόν, το ΑΒ αντιστοιχούσε στον Τσακάλωφ, το ΑΓ στον Σκουφά και το ΑΔ στον Ξάνθο.[20]

Η ηγετική της ομάδα απεκαλείτο «η Αόρατος Αρχή» και περιβλήθηκε από την πρώτη στιγμή με τέτοια μυστική αίγλη, ώστε να πιστεύεται ότι συμμετείχαν σε αυτή πολλές σημαντικές προσωπικότητες, όχι μόνον Έλληνες μα και ξένοι, όπως ο τσάρος Αλέξανδρος Α΄ της Ρωσίας. Στην πραγματικότητα, τον πρώτο καιρό ήταν μόνο οι τρεις ιδρυτές της. Κατόπιν, από το 1815 έως το 1818, προστέθηκαν άλλοι πέντε και μετά τον θάνατο του Σκουφά προστέθηκαν άλλοι τρεις.

Το 1818, η Αόρατη Αρχή μετονομάστηκε σε «Αρχή των Δώδεκα Αποστόλων» και κάθε Απόστολος επωμίστηκε την ευθύνη μιας μεγάλης περιφέρειας. Οι Απόστολοι της Φιλικής Εταιρείας ήταν δώδεκα και ορίστηκαν από τον Σκουφά, όταν πήγε στην Κωνσταντινούπολη την άνοιξη του 1818. Αυτοί ήταν οι ακόλουθοι:[21]

  1. ο Γεωργάκης Ολύμπιος για τη Σερβία,
  2. ο Βατικιώτης για τη Βουλγαρία,
  3. ο Πεντεδέκας για τη Ρουμανία,
  4. ο Λουριώτης για την Ιταλία,
  5. ο Αναγνωσταράς για τα νησιά του Σαρωνικού,
  6. ο Χρυσοσπάθης για τη Μεσσηνία,
  7. ο Φαρμάκης για τη Μακεδονία και Θράκη,
  8. ο Κροκίδας για την Ήπειρο,
  9. ο Πελοπίδας για την Πελοπόννησο,
  10. ο Ίπατρος για την Αίγυπτο,
  11. ο Κατακάζης για τη Νότια Ρωσία και
  12. ο Κυριάκος Καμαρηνός για τον Πετρόμπεη της Μάνης.

Όλοι αυτοί, μετά το θάνατο του Σκουφά, διασκορπίστηκαν στις περιφέρειες που τους ορίστηκαν και άρχισαν να μυούν τους Έλληνες στους σκοπούς της Φιλικής Εταιρείας. Ανάμεσα σ' αυτούς πεφωτισμένοι λόγιοι και επιστήμονες της εποχής, αλλά και προεστοί όπως ο Κόντε Ιωάννης Κεφαλάς από την Ήπειρο και άλλοι εξέχοντες άνδρες.

Η όλη δομή ήταν πυραμιδοειδής και στην κορυφή δέσποζε η «Αόρατος Αρχή». Κανείς δε γνώριζε ούτε είχε δικαίωμα να ρωτήσει ποιοι την αποτελούσαν. Οι εντολές της εκτελούνταν ασυζητητί, ενώ τα μέλη δεν είχαν δικαίωμα να λαμβάνουν αποφάσεις. Η Εταιρεία απεκαλείτο «Ναός» και είχε αρχικά τέσσερις βαθμίδες μύησης: α) οι αδελφοποιητοί ή βλάμηδες, β) οι συστημένοι, γ) οι ιερείς[22] και δ) οι ποιμένες. Όταν το 1818 η εταιρεία μετέφερε την έδρα της στην Κωνσταντινούπολη, δημιουργήθηκαν ακόμα δύο βαθμοί ε) οι αφιερωμένοι και στ) οι αρχηγοί των αφιερωμένων, οι οποίοι δίνονταν αποκλειστικά σε στρατιωτικούς. Αργότερα οι βαθμίδες συμπληρώθηκαν από ζ)τους απόστολους και η) το Γενικό Επίτροπο της Αρχής, τίτλος που δόθηκε στον Αλεξ. Υψηλάντη, όταν δέχτηκε την αρχηγία της Φιλικής Εταιρείας (1820)[23].

Οι Ιερείς ήταν επιφορτισμένοι με το έργο της μύησης στους δύο πρώτους βαθμούς. Όταν ο Ιερέας πλησίαζε κάποιον, σιγουρευόταν για τη φιλοπατρία του και τον κατηχούσε πλάγια στους σκοπούς της εταιρείας, οπότε το τελευταίο στάδιο ήταν να ορκιστεί.

 
Ο όρκος, ελαιογραφία του Δ. Τσόκου (1849).

Τότε τον πήγαινε σε κάποιον κληρικό—κάτι καθόλου εύκολο αν ο ιερέας δεν ήταν ήδη μυημένος. Πήγαινε και έβρισκε τον ιερέα και του έλεγε ότι ήθελε να ορκίσει κάποιον για προσωπική τους υπόθεση, προκειμένου να διαπιστώσει ότι λέει την αλήθεια. Ο κληρικός φορούσε το πετραχήλι και έπαιρνε το Ευαγγέλιο, οπότε ο κατηχητής έπαιρνε παράμερα τον υποψήφιο και του υπαγόρευε ψιθυριστά τον «μικρό όρκο», τον οποίο έπρεπε να τον επαναλαμβάνει ο κατηχούμενος χαμηλόφωνα τρεις φορές.

«Ορκίζομαι εις το όνομα της αληθείας και της δικαιοσύνης, ενώπιον του Υπερτάτου Όντος, να φυλάξω, θυσιάζων και την ιδίαν μου ζωήν, υποφέρων και τα πλέον σκληρά βάσανα το μυστήριον, το οποίον θα μου εξηγηθεί και ότι θα αποκριθώ την αλήθειαν εις ό,τι ερωτηθώ».

Όταν γινόταν αυτό, τότε ο κατηχητής πλησίαζε τον υποψήφιο στον ιερέα και τον ρωτούσε:

«Είναι αληθινά, αδελφέ, αυτά που μου επανέλαβες τρεις φορές;»

«Είναι και θα είναι αληθινά και για την ασφάλειά τους ορκίζομαι στο Ευαγγέλιο», απαντούσε ο υποψήφιος. Την ίδια περίπου ερώτηση, έκανε και ο κληρικός και αφού έπαιρνε καταφατική απάντηση, τον όρκιζε στο Ευαγγέλιο, δίχως να γνωρίζει την ουσία της υπόθεσης».

Από εκεί και μετά ο μυούμενος θεωρείτο νεοφώτιστο μέλος της Εταιρείας, ήταν δηλαδή Βλάμης, με όλα τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις. Ο Φιλικός με το βαθμό του Ιερέα είχε αμέσως την υποχρέωση να του δείξει όλα τα σημάδια αναγνώρισης μεταξύ των Βλάμηδων. Τόσο οι Βλάμηδες όσο και οι Συστημένοι αγνοούσαν τους επαναστατικούς σκοπούς της οργάνωσης. Ήξεραν μόνο πως υπήρχε μια Εταιρεία που πασχίζει για το γενικό καλό του έθνους, η οποία συμπεριελάμβανε στους κόλπους της και σημαντικά πρόσωπα. Κάτι τέτοιο διαδιδόταν σκόπιμα, για να τονώνεται το ηθικό των μελών αφενός και αφετέρου για να γίνεται ευκολότερα ο προσηλυτισμός.

Η διαδικασία μύησης

Επεξεργασία
 
Ο Όρκος της Φιλικής Εταιρείας.

Από τη μυητική βαθμίδα των Συστημένων αναδεικνύονταν όσοι επρόκειτο να περάσουν στην επόμενη, εκείνη των Ιερέων. Προηγείτο λεπτομερής παρακολούθηση του χαρακτήρα τους και δοκιμαζόταν ο βαθμός αφοσίωσής τους στην υπόθεση της ελευθερίας. Όποιος κρινόταν ώριμος να προχωρήσει στο βαθμό του Ιερέα, τον αναλάμβανε ο μυητής. Κατ' αρχάς διεξαγόταν ένας σημαντικός διάλογος ανάμεσά τους, κατά τη διάρκεια του οποίου ο μυητής του έθετε καίριες ερωτήσεις για τη σχέση του με τη Φιλική Εταιρεία, για το ότι μπορούσε να χάσει και τη ζωή του για τα ιδεώδη της, για το πόσο αισθανόταν έτοιμος και ικανός να προχωρήσει. Εάν οι απαντήσεις ήταν ικανοποιητικές, του ανακοίνωνε ότι επρόκειτο να περάσει στη βαθμίδα των Ιερέων και χώριζαν για να ξανασυναντηθούν την επόμενη νύχτα.

Ο υποψήφιος έφερνε ένα μικρό κίτρινο κερί που του είχε ζητηθεί από πριν και πήγαιναν σ' ένα ασφαλές σπίτι.[22] Εκεί ο μυητής έπαιρνε ένα εικόνισμα και το έστηνε στο τραπέζι. Μπροστά από το εικόνισμα άναβαν το κερί. Μέσα στην επιβλητική ατμόσφαιρα του μισοσκόταδου ο μυητής τον ρωτούσε με επισημότητα για τελευταία φορά:

«Μήπως δεν στοχάζεσαι τον εαυτόν σου εις αρκετήν δύναμιν; Έχεις ακόμη καιρό να παραιτηθής.. Από τον δεσμόν όπου εμβαίνεις μόνον ο θάνατος θα ημπορή να σε λυτρώση! Σε ολίγoν κάθε μεταμέλειά σου θα είναι ασυγχώρητος!»

«Το εστοχάστηκα και στέργω», έπρεπε να είναι η απάντηση που αναμενόταν από τον υποψήφιο και εάν την έδινε, τότε συνεχιζόταν η μυητική διαδικασία.

Αμέσως μετά ο μυητής έπαιρνε το κερί και το έδινε στον υποψήφιο που το κρατούσε με το αριστερό χέρι, ενώ γονάτιζαν και οι δύο, έκαναν το σταυρό τους και ασπάζονταν την εικόνα. Σε αυτή τη θέση ο μυητής διάβαζε το «τον μεγάλο όρκο" και ο μυούμενος τον επαναλάμβανε με κάθε σεβασμό της ιερής εκείνης στιγμής.

«Ορκίζομαι ενώπιον του αληθινού Θεού, ότι θέλω είμαι επί ζωής μου πιστός εις την Εταιρείαν κατά πάντα. Να φανερώσω το παραμικρόν από τα σημεία και τους λόγους της, μήτε να σταθώ κατ΄ουδένα λόγον ή αφορμή του να καταλάβωσι άλλοι ποτέ, ότι γνωρίζω τι περί τούτων, μήτε εις συγγενείς μου, μήτε εις πνευματικόν ή φίλον μου.

Ορκίζομαι ότι εις το εξής δεν θέλω έμβει εις καμμίαν εταιρείαν, οποία και αν είναι, μήτε εις κανέναν δεσμόν υποχρεωτικόν. Και μάλιστα, οποιονδήποτε δεσμόν αν είχα, και τον πλέον αδιάφορον ως προς την Εταιρείαν, θέλω τον νομίζει ως ουδέν.

 
Η σφραγίδα της Φιλικής Εταιρείας

Ορκίζομαι ότι θέλω τρέφει εις την καρδίαν μου αδιάλλακτον μίσος εναντίον των τυράννων της πατρίδος μου, των οπαδών και των ομοφρόνων με τούτους, θέλω ενεργεί κατά πάντα τρόπον προς βλάβην και αυτόν τον παντελή όλεθρόν των, όταν η περίστασις το συγχωρήσει.

Ορκίζομαι να μη μεταχειριστώ ποτέ βίαν δια να αναγνωρισθώ με κανένα συνάδελφον, προσέχων εξ εναντίας με την μεγαλυτέραν επιμέλειαν να μην λανθασθώ κατά τούτο, γενόμενος αίτιος ακολούθου τινός συμβάντος, με κανένα συνάδελφον.

 
Το Έμβλημα της Φιλικής Εταιρείας

Ορκίζομαι να συντρέχω, όπου εύρω τινά συνάδελφον, με όλην την δύναμιν και την κατάστασίν μου. Να προσφέρω εις αυτόν σέβας και υπακοήν, αν είναι μεγαλύτερος εις τον βαθμόν και αν έτυχε πρότερον εχθρός μου, τόσον περισσότερον να τον αγαπώ και να τον συντρέχω, καθ΄όσον η έχθρα μου ήθελεν είναι μεγαλυτέρα.

Ορκίζομαι ότι καθώς εγώ παρεδέχθην εις Εταιρείαν, να δέχομαι παρομοίως άλλον αδελφόν, μεταχειριζόμενος πάντα τρόπον και όλην την κανονιζομένην άργητα, εωσού τον γνωρίσω Έλληνα αληθή, θερμόν υπερασπιστήν της πατρίδος, άνθρωπον ενάρετον και άξιον όχι μόνον να φυλάττη το μυστικόν, αλλά να κατηχήση και άλλον ορθού φρονήματος.

Ορκίζομαι να μην ωφελώμαι κατ΄ουδένα τρόπον από τα χρήματα της Εταιρείας, θεωρών αυτά ως ιερό πράγμα και ενέχυρον ανήκον εις όλον το Έθνος μου. Να προφυλάττωμαι παρομοίως και εις τα λαμβανόμενα εσφραγισμένα γράμματα.

Ορκίζομαι να μην ερωτώ κανένα των Φιλικών με περιέργειαν, δια να μάθω οποίος τον εδέχθη εις την Εταιρείαν. Κατά τούτο δε μήτε εγώ να φανερώσω, ή να δώσω αφορμήν εις τούτον να καταλάβη, ποίος με παρεδέχθη. Να αποκρίνομαι μάλιστα άγνοιαν, αν γνωρίζω το σημείον εις το εφοδιαστικόν τινός.

Ορκίζομαι να προσέχω πάντοτε εις την διαγωγήν μου, να είμαι ενάρετος. Να ευλαβώμαι την θρησκείαν μου, χωρίς να καταφρονώ τας ξένας. Να δίδω πάντοτε το καλόν παράδειγμα. Να συμβουλεύω και να συντρέχω τον ασθενή, τον δυστυχή και τον αδύνατον. Να σέβομαι την διοίκησιν, τα έθιμα, τα κριτήρια και τους διοικητάς του τόπου, εις τον οποίον διατριβώ.

Τέλος πάντων ορκίζομαι εις Σε, ω ιερά πλην τρισάθλια Πατρίς ! Ορκίζομαι εις τας πολυχρονίους βασάνους Σου. Ορκίζομαι εις τα πικρά δάκρυα τα οποία τόσους αιώνας έχυσαν και χύνουν τα ταλαίπωρα τέκνα Σου, εις τα ίδια μου δάκρυα, χυνόμενα κατά ταύτην την στιγμήν, και εις την μέλλουσαν ελευθερίαν των ομογενών μου ότι αφιερώνομαι όλως εις Σε. Εις το εξής συ θέλεις είσαι η αιτία και ο σκοπός των διαλογισμών μου. Το όνομά σου ο οδηγός των πράξεών μου, και η ευτυχία Σου η ανταμοιβή των κόπων μου. Η θεία δικαιοσύνη ας εξαντλήσει επάνω εις την κεφαλήν μου όλους τους κεραυνούς της, το όνομά μου να είναι εις αποστροφήν, και το υποκείμενόν μου το αντικείμενον της κατάρας και του αναθέματος των Ομογενών μου, αν ίσως λησμονήσω εις μίαν στιγμήν τας δυστυχίας των και δεν εκπληρώσω το χρέος μου. Τέλος ο θάνατός μου ας είναι η άφευκτος τιμωρία του αμαρτήματός μου, δια να μη λησμονώ την αγνότητα της Εταιρείας με την συμμετοχήν μου».

Με το πέρας του όρκου ο μυητής ακουμπούσε το δεξί του χέρι στον ώμο του μυούμενου και δήλωνε με κάθε επισημότητα:

«Ενώπιον του αοράτου και πανταχού παρόντος αληθινού Θεού,. του καθ' αυτό δικαίου, του εκδικούντος την παράβασιν και παιδεύοντος την κακίαν, καθιερώνω κατά τους κανόνας της Φιλικής Εταιρείας τον (ονοματεπώνυμο) εκ πατρίδος (τόπος καταγωγής), ετών (ηλικία) και επαγγέλματος (τάδε) και δέχομαι τούτον ιερέα, καθώς εδέχθην τούτον εις την Εταιρείαν των Φιλικών».[22][24]

 
Αλέξανδρος Υψηλάντης με το έμβλημα του Ιερού Λόχου. Εθνικό Ιστορικό Μουσείο, Αθήνα

Το κερί έσβηνε και φυλασσόταν ευλαβικά, ενώ από εκείνη τη στιγμή ο μυημένος ήταν Ιερέας της Φιλικής. Την επόμενη μέρα του δείχνονταν τα σημάδια αναγνώρισης. Την τρίτη ημέρα έπρεπε να αποστηθίσει τον μυστικό κώδικα της οργάνωσης, ενώ την τέταρτη μέρα απαντούσε σε ένα προκαθορισμένο ερωτηματολόγιο. Τέλος, ο νέος Ιερέας συνεισέφερε ένα χρηματικό ποσό για τους σκοπούς της οργάνωσης, που συνοδευόταν από ένα γράμμα, το οποίο στη συνθηματική γλώσσα απεκαλείτο αφιερωτικό. Σε αυτό το γράμμα ο μυητής χάραζε στην κορυφή το δικό του μυστικό σήμα αφιέρωσης και δίπλα το μυστικό σήμα καθιέρωσης του Ιερέα, που στο εξής αποτελούσε τη συμβολική του υπογραφή. Παραδινόταν, επίσης, στον Ιερέα ένα γράμμα που πάντα είχε μαζί του και στη μυστική γλώσσα των Φιλικών ονομαζόταν γράμμα υπεροχής. Όταν ένας Ιερέας συναντούσε κάποιον Συστημένο και έκαναν τα σημεία αναγνώρισης, ο δεύτερος ήταν υποχρεωμένος να δείξει το συστατικό του γράμμα εάν το ζητούσε ο πρώτος, αρκεί αυτός να έδειχνε από μακριά το γράμμα υπεροχής. Προκειμένου να διαφυλάσσονται τα στεγανά της «Αόρατης Αρχής», κανείς νεοφώτιστος Ιερέας δεν μπορούσε να επικοινωνήσει απευθείας με αυτήν, παρά μόνο μέσω του μυητή του. Αυτή η πυραμιδοειδής δομή ήταν που διαφύλαξε μέχρι τέλους και διατήρησε αλώβητη τη Φιλική Εταιρεία.

Έτσι, ο νέος Ιερέας ήταν έτοιμος να ξεκινήσει το έργο της διαφώτισης και της στρατολόγησης νέων μελών, εφόσον έδινε έναν τελικό όρκο, στον οποίο ορκιζόταν ότι πάντοτε θα διακήρυσσε τα ιδεώδη της οργάνωσης. Η ανώτατη βαθμίδα μύησης στη Φιλική Εταιρεία ήταν οι Ποιμένες, οι οποίοι στρατολογούνταν από τις τάξεις των Ιερέων. Κατά την τελετή μύησής τους οι υποψήφιοι Ποιμένες έφερναν μαζί το κερί της προηγούμενης μύησής τους και για άλλη μια φορά έδιναν μέγα όρκο εμπρός στο εικόνισμα ότι θα τηρούν αυστηρά τα καθήκοντά τους, ότι δε θα δέχονται στις τάξεις τους άσωτους ή φιλάργυρους και ότι δεν πρόκειται για κανένα λόγο να μαρτυρούν το βαθμό τους. Συνέτασσαν και αυτοί ένα αφιερωτικό γράμμα προς την «Αόρατο Αρχή», στο οποίο χαράσσονταν διαφορετικά σύμβολα. Επίσης, διαφορετικό κώδικα είχε και το γράμμα που έφεραν μαζί τους. Σε καμιά βαθμίδα δεν υπήρχε δυνατότητα λήψης αποφάσεων, ούτε επιτρεπόταν να συσκέπτονται και να συνεδριάζουν. Υπάκουαν ασυζητητί στις εντολές της ηγεσίας.

Οι σημαντικότεροι μυητές ήταν αυτοί που έκαναν περισσότερες από δέκα μυήσεις στην Φιλική Εταιρεία[25]
Μυήσεις Όνομα Επάγγελμα Καταγωγή Μυητής Τόπος μυήσεως Χρονολογία
49 Αναγνωσταράς Στρατιωτικός Πελοπόννησος Ν. Σκουφάς Οδησσός 1817
36 Γ. Δικαίος Κληρικός Πελοπόννησος Π. Αναγνωστόπουλος Κωνσταντινούπολη 1818
31 Ν. Καλυβάς Ιατρός Ζάκυνθος Ι. Ασημακόπουλος Ζάκυνθος 1819
30 Α. Παππάς Δάσκαλος Θεσσαλία Ιταλία 1818
25 Κ. Πεντεδέκας Έμπορος Ήπειρος Ν. Γαλάτης Μόσχα 1816
23 Σ. Χαχαμάκης Έμπορος Κωνσταντινούπολη Ν. Σκουφάς Οδησσός 1817
23 Α. Στρατηγόπουλος Έμπορος Σμύρνη Οδησσός 1820
18 Π. Αναγνωστόπουλος Έμπορος Πελοπόννησος Ν. Σκουφάς Οδησσός 1815
18 Ν. Παμπούκης Δάσκαλος Πελοπόννησος Αναγνωσταράς Ύδρα 1818
17 Α. Τσούνης Έμπορος Πελοπόννησος Οδησσός 1818
17 Ε. Χρυσοσπάθης Στρατιωτικός Πελοπόννησος Ν. Σκουφάς Οδησσός 1817
16 Ν. Σκουφάς Έμπορος Ήπειρος Οδησσός 1814
15 Π. Αρβάλης Έμπορος Πελοπόννησος Κωνσταντινούπολη 1818
13 Π. Αθανασίου Έμπορος Πελοπόννησος Α. Τσακάλωφ Κωνσταντινούπολη 1818
12 Γ. Γάτσος Έμπορος Ήπειρος Α. Κομιζόπουλος Μόσχα 1817
12 Α. Πελοπίδας Έμπορος Ήπειρος Γ. Δικαίος Κωνσταντινούπολη 1818
12 Σ. Αρβανιτάκης Έμπορος Ζάκυνθος Ν. Μουζάκης Γαλάτσι 1820
11 Δ. Παμπούκης Κληρικός Πελοπόννησος Ν. Παμπούκης Πελοπόννησος 1819
11 Θ. Κολοκοτρώνης Στρατιωτικός Πελοπόννησος Αναγνωσταράς Ζάκυνθος 1818
10 Δ. Πελοπίδας Έμπορος Πελοπόννησος -Ναούμ- Οδησσός 1820
10 Ι. Κλάδος Ιατρός Κύθηρα -Ναούμ- Ύδρα 1820

Η πορεία προς την Επανάσταση

Επεξεργασία
 
Προκήρυξη της Φιλικής Εταιρείας για την Ελληνική επανάσταση

To 1818 η έδρα της Φιλικής μεταφέρθηκε από την Οδησσό στην Κωνσταντινούπολη, δηλαδή στην καρδιά της Οθωμανικής εξουσίας, κάτι που πιστοποιούσε «την αυτοπεποίθηση των Φιλικών στις συνομωτικές οργανωτικές τους ικανότητες»[26] ενώ ο θάνατος του Σκουφά ήταν σοβαρή απώλεια. Με αφορμή αυτό το γεγονός και με δεδομένη τη ραγδαία εξάπλωσή της, οι υπόλοιποι από τους ιδρυτές επιχείρησαν να βρουν μια μεγάλη προσωπικότητα να αναλάβει τα ηνία, θέλοντας να της προσδώσουν μεγαλύτερο κύρος και αίγλη.Στις αρχές του 1818 έγινε μια συνάντηση με τον Ιωάννη Καποδίστρια ο οποίος αρνήθηκε να αναλάβει την ηγεσία, καθώς δεν μπορούσε να προδώσει την εμπιστοσύνη του τσάρου. Στην πραγματικότητα ο ίδιος θεωρούσε ότι θα μπορούσε να προσφέρει περισσότερα από τη θέση που βρισκόταν ως Υπουργός Εξωτερικών της Ρωσίας[27]. Τελικά, μετά από αρκετές επαφές, τον Απρίλιο του 1820 ανέλαβε την αρχηγία της Φιλικής Εταιρείας ο Αλέξανδρος Υψηλάντης.

 
ΤΟ ΚΡΥΠΤΟΓΡΑΦΙΚΟ ΑΛΦΑΒΗΤΟ ΤΗΣ ΦΙΛΙΚΗΣ ΕΤΑΙΡΕΙΑΣ

Οι συνθήκες έδειχναν πλέον αρκετά ώριμες για να εκδηλωθεί η εξέγερση και εκπονήθηκε ένα μεγαλόπνοο σχέδιο. Κατά την κρατούσα άποψη, το σχέδιο ήταν αρχικά να ξεσπάσει ταυτόχρονα επανάσταση των Σέρβων και των Μαυροβουνίων, καθώς και στη Μολδοβλαχία. Παράλληλα να κάψουν τον τουρκικό στόλο στην Κωνσταντινούπολη, ενώ να ηγηθεί ο Υψηλάντης της επανάστασης στην Πελοπόννησο.

Νεώτερη μελέτη δείχνει ότι ως αρχική εστία της Επανάστασης είχε επιλεγεί η Πελοπόννησος. Αυτό προκύπτει από τη μεγάλη συγκέντρωση "αποστόλων" της Εταιρείας και μυήσεων σ' αυτή την περιοχή. Επιδιώχθηκε μάλιστα η δημιουργία ενός κύκλου μελών με ηγετικές θέσεις στην τοπική κοινωνία. Το 1820, μετά από αίτημα Πελοποννήσιων προεστών και ιεραρχών δημιουργήθηκε η Εφορία της Πελοποννήσου ή της Πάτρας, όπως συχνά αναφέρεται στις πηγές. Πιστεύεται ότι η σχετική πρόταση διατυπώθηκε από τον Παλαιών Πατρών Γερμανό στο κείμενο με τον τίτλο "Στοχασμοί των Πελοποννησίων περί του καλού συστήματος". Οι προτάσεις μεταφέρθηκαν από τον Ιωάννη Παπαρρηγόπουλο στον Αλέξανδρο Υψηλάντη στην Οδησσό. Αυτός όρισε τρείς κοτζαμπάσηδες και τρείς ιεράρχες ως εφόρους, με επικεφαλής τον Ιωάννη Βλασσόπουλο, πρόξενο της Ρωσίας στην Πάτρα. Αυτή η προσπάθεια των Πελοποννησίων προεστών είχε ερμηνευτεί παλαιότερα ως αντίδραση απέναντι στην ανάπτυξη των επαναστατικών δικτύων στην Πελοπόννησο, και η αποδοχή του αιτήματος από τον Υψηλάντη ως αποτέλεσμα πολιτικού συμβιβασμού. Όμως η μελέτη των πηγών δείχνει ότι οι αρμοδιότητες της εφορίας Πελοποννήσου ήταν παρόμοιες με αυτές των άλλων εφοριών, ενώ και η εξουσία της Αρχής δεν αμφισβητήθηκε από τους Πελοποννησίους. Αντίθετα, από τις πηγές φαίνεται ότι οι τοπικές ηγεσίες της Πελοποννήσου κινήθηκαν προς την ενσωμάτωσή τους σε μοντέρνες πολιτικές και επαναστατικές δομές (όπως ήταν και η Φ. Εταιρεία), δίκτυα και σχέσεις εξουσίας. Αυτό εξηγεί και το μεγάλο βαθμό νομιμοφροσύνης που έδειξαν οι κοτζαμπάσηδες και οι ιεράρχες της Πελοποννήσου προς τη Φ. Εταιρεία στους λίγους μήνες μέχρι την έναρξη της Επανάστασης. Αποδέχτηκαν τις αποφάσεις-εντολές της Εταιρείας για την έναρξη της Επανάστασης και τις υλοποίησαν. Η μυστική συνέλευση της Βοστίτσας (Ιανουάριος 1821) ήταν μια διευρυμένη σύσκεψη των μελών της εφορίας με τον απόστολο του Υψηλάντη, τον Γρηγόριο Δικαίο-Παπαφλέσσα. Ο κοινός ιστοριογραφικός τόπος ότι στη Βοστίτσα υπήρξε σύγκρουση απόψεων των κοτζαμπάσηδων και ιερέων με τον Δικαίο, (όπως αναφέρεται π.χ. στην Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, ΙΒ', σ. 79) και ότι το ξέσπασμα της Επανάστασης έγινε περίπου τυχαία, δεν γίνεται αποδεκτό από σύγχρονους ιστορικούς (π.χ. Β. Παναγιωτόπουλος, Δ. Τζάκης). Οι συντονισμένες ενέργειες υψηλού ρίσκου και συνωμοτικότητας (μετακινήσεις, συσκέψεις, συγκέντρωση χρημάτων και πολεμικού υλικού, πυκνή αλληλογραφία κτλ) και η ετοιμότητα που υπήρξε το τρίτο δεκαήμερο του Μαρτίου του 1821, δεν θα μπορούσαν να επιτευχθούν αν στη Βοστίτσα είχε απορριφθεί το επαναστατικό σχέδιο της Φ. Εταιρείας. Η διαδεδομένη ιστοριογραφική άποψη που θέλει τον Δικαίο απομονωμένο ή και καταδιωκόμενο από τους κοτζαμπάσηδες και αρχιερείς βασίζεται στην επιλεκτική χρήση κάποιων πηγών (π.χ. Φωτάκος, Φραντζής, Π.Π.Γερμανός) και την αποσιώπηση άλλων, όπως η αποστολή του Σπ. Χαραλάμπους προς τον Ιάκωβο Τομπάζη και τους Υδραίους Φιλικούς με τις αποφάσεις της συνέλευσης της Βοστίτσας. Πιστεύεται δηλαδή ότι στη Βοσίτσα δεν υπήρξαν μόνο αντιρρήσεις αλλά έγινε και η αποδοχή του σχεδίου για μετάβαση του Αλ. Υψηλάντη στη Μάνη και έναρξη της Επανάστασης.[28]

Για ανεξιχνίαστους λόγους (Τζάκης, σ. 101) και αφού κάποια από τα σχέδια της Εταιρείας είχαν ήδη προδοθεί ή διαρρεύσει, η επανάσταση κηρύχθηκε το Φεβρουάριο του 1821 στο Ιάσιο, πρωτεύουσα της Μολδαβίας. Στις 24 Φεβρουαρίου κυκλοφόρησε η περίφημη προκήρυξη του Υψηλάντη, «ΜΑΧΟΥ ΥΠΕΡ ΠΙΣΤΕΩΣ ΚΑΙ ΠΑΤΡΙΔΟΣ»,[29] στην οποία ανταποκρίθηκαν αρκετοί Έλληνες, μεταξύ των οποίων οι νέοι. Όμως η Ρωσία δεν ήλθε ως αναμενόμενος αρωγός, ενώ το Πατριαρχείο, κατόπιν πιέσεων της Πύλης, αφόρισε επισήμως στις 23 Μαρτίου τον Αλέξανδρο Υψηλάντη και τον Μιχαήλ Σούτσο, μαζί με όλους τους επαναστάτες:

«[...] θέλοντες (οι επαναστάτες) να διαταράξωσιν την άνεσιν και ησυχίαν των ομογενών μας πιστών ραγιάδων της κραταιάς βασιλείας την οποίαν απολαμβάνουσιν υπό την αμφιαφή αυτής σκιά με τόσης ελευθερίας προνόμια, όσα δεν απολαμβάνει άλλο έθνος υποτελές και υποκείμενον... να διακηρύξετε την απάτην των ειρημένων κακοποιών και κακοβούλων ανθρώπων και να τους αποδείξητε και να τους στηλιτεύετε πανταχού ως κοινούς λυμεώνας και ματαιόφρονας... και παραδίδοντας και εκείνους τους απλουστέρους, όσοι ήθελον φορασθή, ότι ενεργούν ανοίκεια του ραγιαδικού χαρακτήρος [...]».

Μπορεί η μάχη του Δραγατσανίου (Ιούνιος 1821) να οδήγησε στη σφαγή των νέων του Ιερού Λόχου και στη συντριβή του κινήματος στις Παραδουνάβιες Ηγεμονίες, αλλά απετέλεσε τον ιδανικό αντιπερισπασμό για να κηρυχθεί η Επανάσταση στην Ελλάδα.

Αναγνωστόπουλος - Ξάνθος

Επεξεργασία


Η διαμάχη με τον Παναγιώτη Αναγνωστόπουλο ξεκίνησε με αφορμή την δημοσίευση του έργου του Φιλήμωνος με τίτλο: Δοκίμιον ιστορικό. Περί Φιλικής Εταιρείας. Μεγάλο μέρος της διήγησης του έργου αυτού είχε βασιστεί σε αφηγήσεις του Φιλικού και πολιτικού, Παναγιώτη Αναγνωστόπουλου. Σύμφωνα με αυτόν οι ιδρυτές της Φιλικής Εταιρείας ήταν ο Τσακάλωφ, ο Σκουφάς και ο ίδιος. Παράλληλα διατύπωσε υπονοούμενα σχετικά με οικονομικές ατασθαλίες του Εμμανουήλ Ξανθού. Ο τελευταίος προκειμένου να υπερασπιστεί την τιμή του επέλεξε να απαντήσει με αρθρογραφία στον έντυπο τύπο. Ο Φιλήμων με άρθρο του στην εφημερίδα "Αιών" παραδέχτηκε ότι είχε αδικήσει τον Ξάνθο. Ο Αναγνωστόπουλος παράλληλα έδωσε στην δημοσιότητα δύο επιστολές, μια της γυναίκας του Ξάνθου και μια του Τσακάλωφ που αμφισβητούσαν την συνεισφορά του Ξάνθου στην Φιλική Εταιρεία. Εντύπωση επίσης προκαλεί η στάση του Τσακάλωφ και του Σέκερη, οι οποίοι αν και γνώριζαν για την διαμάχη που είχε ξεσπάσει δεν επενέβησαν για να αποκαταστήσουν την όποια αλήθεια προτιμώντας την σιωπή.

Το γεγονός ότι ο Ξάνθος είχε ως ψευδώνυμο το Α.Δ. και ο Παναγιώτης Αναγνωστόπουλος το Α.Ι συγκλίνει στο γεγονός ότι ο Ξάνθος είχε μυηθεί πρώτος από τον Αναγνωστόπουλο. Το Α.Α. ήταν κενό για αυτόν που θα αναλάμβανε την αρχηγία της οργάνωσης, το Α.Β. ήταν στον Τσακάλωφ και το Α.Γ. στον Σκουφά. Ερωτήματα όμως προκαλεί η αντικατάστασή του Ξάνθου με τον Γαλάτη και αυτό γιατί μερικά χρόνια αργότερα ο Νικόλαος Γαλάτης εμφανίζεται με τα χαρακτηριστικά Α.Δ. που θεωρητικά ανήκαν στον Ξάνθο, ενώ ο Εμμανουήλ Ξάνθος με το Α.Θ. Σύμφωνα με τους ιστορικούς, αυτό εξηγείται αφού ο τελευταίος για τέσσερα χρόνια είχε εξαφανιστεί. Η απουσία του προφανώς συνέβαλε στην αντικατάστασή του.

Δολοφονία Γαλάτη

Επεξεργασία
Κύριο λήμμα: Νικόλαος Γαλάτης

Η δολοφονία του Νικολάου Γαλάτη όπως και του Κυριάκου Καμαρηνού αποτελούν σκοτεινά σημεία στην ιστορία της Φιλικής Εταιρείας[30]. Ο Νικόλαος Γαλάτης, ένα χαρισματικό άτομο, υπήρξε όντως αμφιλεγόμενη προσωπικότητα, η οποία όμως συνέβαλε με την τόλμη και τον ενθουσιασμό της τα μέγιστα στην Εταιρεία (αύξησε θεαματικά όχι μόνον τον αριθμό των μελών της, αλλά και τα εισοδήματά της από εισφορές, γεγονός καίριας σημασίας για τον διοργανούμενο επαναστατικό αγώνα). Εντούτοις, του καταμαρτυρούσαν σπατάλες —ενδεχομένως και ατασθαλίες με το ταμείο της Εταρείας— καθώς και αλαζονική συμπεριφορά και φιλαρχία — επεδίωκε δηλαδή να αναλάβει τα ηνία της οργάνωσης. Πιθανόν να ήθελε να παραγκωνίσει ακόμα και τον Καποδίστρια παρουσιαζόμενος στον τσάρο Αλέξανδρο ως άνθρωπός του στην Ελλάδα.

Τον σκότωσαν δύο μέλη της Εταιρείας με το αιτιολογικό ότι είχε καταστεί επικίνδυνος και, συγκεκριμένα, επικαλέστηκαν ότι εκβίαζε πως, αν δεν του παρέδιδαν την ηγεσία, θα κατέδιδε τους πάντες στον Χαλέτ Εφέντη — σημαντικό παράγοντα του Οθωμανικού κράτους στην Κωνσταντινούπολη. Μετά από την εκτόξευση της απειλής αυτής, ανέλαβαν την εξόντωσή του ο Αθανάσιος Τσακάλωφ και ο Μανιάτης Παναγιώτης Δημητρόπουλος ή Δημητρακόπουλος. Τον παρέσυραν στην Ερμιόνη δήθεν για αρχαιολογική εκδρομή[31] και εκεί, ενώ ο Τσακάλωφ παρακολουθούσε από μικρή απόσταση, ο Δημητρόπουλος πυροβόλησε τον Γαλάτη πισώπλατα. Καθώς πέθαινε απευθυνόμενος στον δολοφόνο του είπε: «Αχ. Μ' εφάγατε. Τι σας έκαμα;». Ο Δημητρόπουλος φέρεται να του απάντησε με δάκρυα: «Δεν είχαμε άλλον τρόπο να γλιτώσομε από την ανοικονόμητον κακίαν σου». Ύστερα από δεκαπέντε λεπτά ξεψύχησε. Επί τόπου πρέπει να σκότωσαν και τον υπηρέτη του. Στη συνέχεια διέφυγαν στη Μάνη και από εκεί στην Πίζα της Ιταλίας.

Από πολλούς ιστορικούς προβλήθηκε ως αναγκαία για την επιβίωση της οργάνωσης η δολοφονία του Γαλάτη, όπως και του Καμαρηνού, το «έγκλημα» του οποίου ήταν πως έλεγε σε μέλη της Φιλικής και άλλους όσα του είχε πει ο ίδιος ο Ιωάννης Καποδίστριας — ότι δηλαδή δεν έπρεπε ακόμα να κηρυχθεί επανάσταση. Εντούτοις, εκφράζεται η άποψη ότι ίσως και οι δύο φόνοι μπορούσαν να είχαν αποφευχθεί. Για τον δε Γαλάτη, εκφράζεται και η άποψη ότι η ιστορία της προδοσίας κατασκευάστηκε ώστε να συγκαλυφθούν τα πραγματικά κίνητρα ή ότι κάποιες ασυνέπειές του μεγαλοποιήθηκαν για να αιτιολογηθεί η εκτέλεσή του. Ο Γαλάτης, δηλαδή, με την παιδεία, τις διασυνδέσεις και τον προσωπικό του πλούτο παρουσιαζόταν με περισσότερα ηγετικά προσόντα από οιονδήποτε άλλο στον μικρό τότε κύκλο της Φιλικής, και ίσως τα σφάλματα στα οποία περιέπεσε να μεγεθύνθηκαν ώστε να απαλλαγούν από εκείνον όσοι είχαν εξίσου υψηλές φιλοδοξίες.

Απόηχος της Εταιρείας στους Νεώτερους Χρόνους

Επεξεργασία

Στους νεότερους χρόνους κατ' απομίμηση της Φιλικής Εταιρείας δημιουργήθηκαν άλλες δύο οργανώσεις με αυτή την ονομασία στη διάρκεια της Μεταξικής Δικτατορίας: μία με έδρα την Αθήνα και μία στην Κρήτη[32]

Δείτε επίσης

Επεξεργασία

Παραπομπές

Επεξεργασία
  1. Πάπυρους, Λαρούς Μπριττάνικα
  2. «Φάνης Μαλκίδης, Επ. Καθηγητής ΔΠΘ, Η Χάρτα του Ρήγα, ως μέσο πληροφόρησης για την ανθρωπογεωγραφία της Θράκης». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 18 Φεβρουαρίου 2010. Ανακτήθηκε στις 13 Φεβρουαρίου 2010. 
  3. Μωραϊτίνης-Πατριάρχης,, Ελευθέριος (2002). Νικόλαος Γαλάτης, ο φιλικός: ιστορική μονογραφία. [Αθήνα]: Κέδρος. σελ. 74-79. ISBN 960-04-2189-7. 55029621. 
  4. Μικρασιατικά Χρονικά, Τόμοι 1-2, 1938, σελ. 117
  5. Φιλολογικός Σύλλλογος Παρνασός, Παρνασσός, 1969, σελ. 202
  6. Γαζή 2013.
  7. Σάθας Κωνσταντίνος (1869), pts&height=601.92 pts&maxpage=674 Τουρκοκρατουμένη Ελλάς : ιστορικόν δοκίμιον περί των προς αποτίναξιν του Οθωμανικού ζυγού επαναστάσεων του Ελληνικού Έθνους (1453-1821)
  8. Πιζάνιας 2003, σελ. 35, 37.
  9. Πιζάνιας 2003, σελ. 36, 37, 40.
  10. Καργάκος, Σαράντος (2019). Ἡ Ἑλληνική Ἐπανάσταση τοῦ 1821. Α'. Αθήνα: ΠΕΡΙΤΕΧΝΩΝ. σελ. 96. 
  11. Βακαλόπουλος, Απόστολος (2000). ΕΠΙΛΕΚΤΕΣ ΒΑΣΙΚΕΣ ΙΣΤΟΡΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΕΩΣ. Α'. Θεσσαλονίκη: ΒΑΝΙΑΣ. σελ. 35. 
  12. Καλέβρας Παναγιώτης, Επιστολαί ή τα κατά την επανάστασιν της Ελλάδος και τα προ αυτής συμβάντα, ανέκδοτα πολιτικά και θρησκευτικά μυστικοσυμβούλια ήτοι Εταιρείαι της Ασίας της Ευρώπης και της Αμερικής ως προς την Ελλάδα και της Ελλάδος ως προς εαυτήν, Αθήναι, 1856, σελ. 14. Ο Π. Καλέβρας υπήρξε Φιλικός και Ιερολοχίτης.
  13. Ιωάννης Μαζαράκης-Αινιάν,«Φιλική Εταιρεία», στο:Αρχείο Εμμανουήλ Ξάνθου,εκδ.Ιστορική και Εθνολογική Εταιρεία της Ελλάδος, Αθήνα, 1997, σελ.θ
  14. 14,0 14,1 Ιωάννης Μαζαράκης-Αινιάν,«Φιλική Εταιρεία», στο:Αρχείο Εμμανουήλ Ξάνθου,εκδ.Ιστορική και Εθνολογική Εταιρεία της Ελλάδος, Αθήνα, 1997, σελ.ι
  15. Υψηλάντης Νικόλαος, Memoirs de prince Nicolas Ipsilanti, Paris, χωρίς ημ/νία. Αναφέρεται στο O.M.Π. Σπάρο "Η Ελληνική Επανάσταση και η Ρωσία", Β' έκδοση, εκδ. Μπάυρον, μετάφραση από τη Σοβιετική Έκδοση "Σκέψη", Μόσχα, 1965, σ. 34.
  16. Σπυρίδων Τρικούπης, "Ιστορία της Ελληνικής Επανάστασης", Τόμος Α΄, Κεφάλαιο Πρώτο: 'Η Εταιρεία των Φιλικών", σελ. 35-36, "Νέα Σύνορα", Α.Α. Λιβάνης, Αθήνα 1993
  17. Σπ. Τρικούπης, ο. πρ. σελ. 36
  18. Ιστορία του Ελληνικού Έθνους. Αθήνα: Εκδοτική Αθηνών. 1975. σελ. 424. 
  19. Καργάκος, Σαράντος (2019). Ἡ Ἑλληνική Ἐπανάσταση τοῦ 1821. Αθήνα: ΠΕΡΙ ΤΕΧΝΩΝ. σελ. 101. 
  20. Καργάκος, Σαράντος (2019). Ἡ Ἑλληνική Ἐπανάσταση τοῦ 1821. Αθήνα: ΠΕΡΙΤΕΧΝΩΝ. σελ. 105. 
  21. Φωτιάδης, Δημήτρης (1977). Η Επανάσταση του 21. Α' (2η έκδοση). Αθήνα: Νίκος Βότσης. σελ. 278. 
  22. 22,0 22,1 22,2 George Waddington (1825). «Besuch in Griechenland: In den Jahren 1823 und 1824» (στα γερμανική μετάφραση). Stuttgart, bei Friedrich Franck. Ανακτήθηκε στις 19 Αυγούστου 2009. 
  23. Φωτιάδης, Δημήτρης (1977). Η Επανάσταση του 21. Α' (2η έκδοση). Αθήνα: Νίκος Βότσης. σελ. 246. 
  24. Φιλήμων, Ιωάννης (2011). Δοκίμιον Ιστορικόν περί της Φιλικής Εταιρίας. Αθήνα: Εκδόσεις Πελεκάνος. σελ. 130-133. 
  25. «Ο Ελληνισμός υπό ξένη κυριαρχία (1669–1821)». Ιστορία του Ελληνικού Έθνους: ISBN 960-213-095-4. Τόμος ΙΑ΄. Εκδοτική Αθηνών. 1971, σελ. 430. ISBN 960-213-107-1. OCLC 636806977. «Βραβείο Ακαδημίας Αθηνών 1980». 
  26. Χαράλαμπος Παπασωτηρίου, Ο αγώνας για την ελληνική ανεξαρτησία. Πολιτική και στρατηγική των Ελλήνων και της οθωμανικής αυτοκρατορίας 1821-1832, εκδ.Ι. Σιδέρης, Αθήνα, 1996, σελ.59
  27. Καργάκος, Σαράντος (2019). Ἡ Ἑλληνική Ἐπανάσταση τοῦ 1821. Α'. Αθήνα: ΠΕΡΙΤΕΧΝΩΝ. σελ. 119. 
  28. «Διονύσης Τζάκης, H ΕΦΟΡΙΑ ΤΗΣ ΦΙΛΙΚΗΣ ΕΤΑΙΡΕΙΑΣ ΣΤΗΝ ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟ: ΣΚΕΨΕΙΣ ΓΙΑ ΤΗ ΣΥΜΜΕΤΟΧΗ ΤΩΝ ΤΟΠΙΚΩΝ ΗΓΕΤΙΚΩΝ ΟΜΑΔΩΝ ΣΤΟ ΕΘΝΙΚΟ ΚΙΝΗΜΑ, Ιόνιος Λόγος, τομ. Ε' (2015), σ. 104-110» (PDF). Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο (PDF) στις 4 Νοεμβρίου 2015. Ανακτήθηκε στις 29 Ιουλίου 2020. 
  29. Νικόλαος Τωμαδάκης (1971). «Προκήρυξις του Αλεξάνδρου Υψηλάντου «ΜΑΧΟΥ ΥΠΕΡ ΠΙΣΤΕΩΣ ΚΑΙ ΠΑΤΡΙΔΟΣ» και ο «ΥΜΝΟΣ ΕΙΣ ΤΗΝ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑΝ» του Διονυσίου Σολωμού». ΕΕΦΣΠΑ. σελ. 17. Ανακτήθηκε στις 10 Απριλίου 2021. 
  30. "Ήταν προδότες ή δολοφονήθηκαν άδικα ;" Ανακτήθηκε στις 19/12/2021
  31. Ιωάννης Μαζαράκης-Αινιάν,«Φιλική Εταιρεία», στο:Αρχείο Εμμανουήλ Ξάνθου,εκδ.Ιστορική και Εθνολογική Εταιρεία της Ελλάδος, Αθήνα, 1997, σελ.λε'
  32. Σπύρος Λιναρδάτος, 4η Αυγούστου, εκδ. Θεμέλιο, Αθήνα, 1988, σελ.325, υπό.1

Εξωτερικοί σύνδεσμοι

Επεξεργασία

Βιβλιογραφία

Επεξεργασία
  • Νικόλαος Φ. Τόμπρος, «Η πορεία της Φιλικής Εταιρείας στη Μεσσηνία και τα μέλη της: Τεκμηριωτικές αναζητήσεις στο αρχείο Μ. Φερέτος», ΚΘ΄ ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΙΣΤΟΡΙΚΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ 16-18 Μαΐου 2008, Θεσσαλονίκη 2009, σελ. 64-84
  • Αχ.Διαμαντάρα, «Έγγραφα Φιλικής Εταιρείας, Νισυριακά», Δελτίον της Ιστορικής και Εθνολογικής Εταιρείας της Ελλάδος, τομ. Θ', σελ. 556-566
  • Ιωάννης Φιλήμων,«Δοκίμιον Ιστορικόν περί της Φιλικής Εταιρίας», εκδόσεις Πελεκάνος, Αθήνα, 2011, σελ. 130-133
  • Καργάκος, Ι. Σαράντος,«Ἡ Ἑλληνική Ἐπανάσταση τοῦ 1821» , Εκδόσεις Περί τεχνών, Αθήνα, 2019, σελ. 101
  • Συλλογικό Έργο, Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, τ. ΙΑ΄, Εκδοτική Αθηνών, 1975, σελ. 424-432