ElenaKtc
Έγινε μέλος στο 3 Απριλίου 2020
υπομειδιάζω < ελληνιστική κοινή υπομειδιάζω / υπομειδιώ< αρχαία ελληνική μειδιάω / μειδιώ < ινδοευρωπαϊκή (ρίζα) *(s)meyh₂- Open book 01.svg Ρήμα Επεξεργασία υπομειδιάζω
(λόγιο) χαμογελώ μ' ένα ελαφρό χαμόγελο Συγγενικές λέξεις Επεξεργασία υπομειδίαμα ανθυπομειδίαμα ανθυπομειδιώ
Υπομειδιάζω = ειρωνεύομαι. Συνώνυμα.