Άλμπα Λόνγκα

οικισμός της Ιταλίας

Η Άλμπα Λόνγκα ήταν αρχαία πόλη που ίδρυσαν οι Λατίνοι στην κεντρική Ιταλία, 19 χιλιόμετρα νοτιοανατολικά από τη Ρώμη στην ευρύτερη περιοχή της λίμνης Άλμπανο πάνω στους Αλβανούς λόφους. Η πόλη ιδρύθηκε σαν πρωτεύουσα της Λατινικής Ομοσπονδίας, την κατέστρεψε τον 7ο αιώνα π.Χ. το Ρωμαϊκό Βασίλειο και οι κάτοικοι εγκαταστάθηκαν στη Ρώμη. Οι θρυλικοί ιδρυτές της Ρώμης Ρωμύλος και Ρώμος προέρχονταν από τη βασιλική οικογένεια της Άλμπα Λόνγκα, σύμφωνα με την Αινειάδα που έγραψε ο Βιργίλιος ήταν εξ΄αίματος απόγονοι του Αινεία κόρη της Βένους.[1][2][3] Ο Τίτος Λίβιος έγραψε ότι οι επιφανείς οικογένειες πατρικίων της Ρώμης προέρχονταν από την Άλμπα Λόνγκα.[4] Σύμφωνα με τον Τίτο Λίβιο ιδρύθηκε από τον γιο του Αινεία Ασκάνιο στους πρόποδες του Αλβανού Όρους, επεκτάθηκε κατά μήκος της ράχης.[5] Ο Διονύσιος ο Αλικαρνασσεύς επανέλαβε την ίδια ιστορία, πρόσθεσε ότι ο Ασκάνιος μαζί επέλεξε τη θέση σύμφωνα με κάποιο όραμα του πατέρα του, μετέφερε Λατινικούς πληθυσμούς. Το όνομα της προέρχεται από το συνθετικό "Άλμπα" που μεταφράζεται "λευκό" και το συνθετικό "λόνγκα" που μεταφράζεται ως "μακρύ", σημαίνει συνολικά "μακρύ λευκό όρος". Ο Διονύσιος τοποθετεί την πόλη ανάμεσα στο Αλβανό όρος και την ομώνυμη λίμνη ξεκινώντας έναν μεγάλο κύκλο διαφωνιών σχετικά με τη θέση της.[6] Από τον 16ο αιώνα επιλεγεί πολλές τοποθεσίες, πιθανότερο ήταν το Κάστρο Γκαντόλφο όπου βρισκόταν η Έπαυλη του Δομιτιανού, ο Γιουβενάλης έγραψε ότι βρισκόταν εκεί η πύλη της Άλμπα Λόνγκα.[7] Τα αρχαιολογικά ευρήματα περιείχαν πολλές πόλεις στην Εποχή του Σιδήρου σε προ-αστική φάση, κάθε πόλη είχε τη δική της Νεκρόπολη, η μεγαλύτερη βρισκόταν στο Κάστρο Γκαντόλφο που υποδεικνύει ότι ήταν μεγάλο αστικό κέντρο. Στα τελευταία χρόνια της Δημοκρατικής περιόδου οικοδομήθηκαν πολλές Ρωμαϊκές έπαυλοι που μνημονεύονται στην αρχαία λογοτεχνία.

Τα ερείπια της Άλμπα Λόνγκα

Ίδρυση Επεξεργασία

Σύμφωνα με τη Ρωμαϊκή μυθολογία μετά την πτώση της Τροίας (1184 π.Χ.) ο Αινείας με μια ομάδα Τρώων που διασώθηκαν από τη σφαγή διέσχυσαν τη Μεσόγειο και διασκορπίστηκαν στη Σικελία, την Καρχηδόνα και την Ιταλική χερσόνησο.[8][9] Στην κεντρική Ιταλία ο τοπικός βασιλιάς Λατίνος υποδέχτηκε τον Αινεία, του έδωσε σύζυγο την κόρη του Λαβίνια, κατόπιν ίδρυσε την πόλη Λαβίνιο προς τιμή της συζύγου του. Ο Λατίνος έπεσε στη μάχη και όρισε διάδοχο τον γαμπρό του Αινεία. Ο Ασκάνιος διαδέχτηκε τον πατέρα του όταν έπεσε και εκείνος σε μάχη και έγινε βασιλιάς των Λατίνων, στη συνέχεια ίδρυσε με 600 εποίκους από το Λαβίνιο τη νέα του πρωτεύουσα Άλμπα Λόνγκα (1151 π.Χ.).[10][11][12] Οι απόγονοι του παρέμειναν βασιλείς του Λατίου για 500 ακόμα χρόνια. Η Άλμπα Λόνγκα ήταν η ηγέτιδα των 30 πόλεων της Λατινικής Ομοσπονδίας.[13] Τα συνέδρια της Ομοσπονδίας γινόντουσαν στην πεδιάδα ανάμεσα στο Αλβάνο και το Μαρίνο, οι θυσίες γινόντουσαν στο Όρος του Αλβάνου από το οποίο φαινόταν όλη η πεδιάδα του Λατίου.[14] Οι αποικίες της Άλμπα Λόνγκα περιείχαν πληθυσμούς από τη Μητρόπολη αλλά ήταν σαφώς διακριτές από αυτήν, αποτελούσαν 30 πόλεις με τον ίδιο τρόπο που δημιουργήθηκε η Δωδεκάπολις με 12 πόλεις των Ιώνων.[15] Με τον ίδιο τρόπο το Λατινικό βασίλειο του Λατίνου όπως και το βασίλειο των Ρουτούλων που κυβερνούσε ο Τούρνος περιείχαν 30 πόλεις, το Λαύρεντον ήταν η πρωτεύουσα του Λατινικού βασιλείου πριν την άφιξη του Αινεία.[16]

Πόλεμοι με Ρώμη Επεξεργασία

 
Η λίμνη του Αλμπάνο όπως φαίνεται από το Κάστρο Γκαντόλφο

Τον 7ο αιώνα π.Χ. ο πολεμοχαρής βασιλίάς Τύλλος Οστίλιος διαδέχθηκε τον ειρηνικό Νουμά Πομπίλιο. Στη διάρκεια της βασιλείας του ξέσπασε πόλεμος ανάμεσα στο βασίλειο της Ρώμης και τη γειτονική πόλη Άλμπα Λόνγκα με πρόσχημα τη ληστεία. Οι δύο πλευρές ζήτησαν ειρήνη, όταν η αντιπροσωπεία της Άλμπα έφτασε στη Ρώμη ο Τύλλος τους υποδέχθηκε πολύ θερμά με τέχνασμα ώστε να καθυστερήσουν να απαντήσουν, εκμεταλλεύτηκε την κατάσταση για να κυρήξει τον πόλεμο.[17] Ο Τίτος Λίβιος περιγράφει τον πόλεμο σαν "εμφύλιο" αφού οι κάτοικοι της Ρώμης κατάγονταν από την Άλμπα Λόνγκα.[18] Ο βασιλιάς της Άλμπα Γάιος Κλουίλιος βάδισε με τον στρατό του στη Ρώμη, έσκαψε μια τάφρο γύρω από την πόλη που έμεινε γνωστή σαν "Κλουδιανή τάφρος". Ο ικανός βασιλιάς ωστόσο Γάιος Κλουίλιος πέθανε υπό αδιευκρίνιστες συνθήκες και τον διαδέχθηκε ο Μέττιος Φουφέττιος.[19] Ο Τύλλος Οστίλιος βάδισε με τον στρατό του εναντίον των Αλβανών, οι δύο στρατοί συναντήθηκαν, ο Φουφέττιος ζήτησε να συζητήσουν για ειρήνη, ο Τύλλος το αποδέχθηκε αλλά οι δύο στρατοί ήταν έτοιμοι για τη μάχη.[20] Στη συνάντηση ο Φουφέττιος πρότεινε στον Τύλλο να λύσουν τις διαφορές τους ειρηνικά χωρίς αιματοχυσία επειδή θα εξασθενούσαν οι δύο πόλεις και θα τις κατακτούσαν και τις δύο οι Ετρούσκοι.

Στη συμφωνία που ακολούθησε αποφάσισαν να μονομαχήσουν δυο τρίδυμοι αδελφοί από τις δυο πόλεις, οι περίφημοι Οράτιοι και Κουριάτιοι, η πόλη των νικητών θα υπέτασσε την πόλη των ηττημένων. Ο Τίτος Λίβιος μελέτησε τις πηγές και κατέληξε στο συμπέρασμα ότι οι Οράτιοι εκπροσωπούσαν τη Ρώμη και οι Κουριάτιοι την Άλμπα.[21] Η συμφωνία μεταξύ των δύο βασιλέων κατοχυρώθηκε με ψήφους και από τις δυο πλευρές.[22] Στη μάχη που ακολούθησε οι δύο Οράτιοι σκοτώθηκαν, ο επιζών παρίστανε ότι οπισθοχωρεί αλλά κατόπιν ξεγέλασε τους Κουριάτιους και σκότωσε και τους τρεις.[23] Ο νικητής βασιλιάς Τύλλος Οστίλιος διέταξε τον Γάιο Φουφέττιο να επιστρέψει με τον λαό του στην Άλμπα ως υποτελής του και να τον βοηθήσει με στρατό στον πόλεμο εναντίον της Ετρουσκικής φυλής των Βήιων.[24] Σε λίγο ξέσπασε πόλεμος με τους Βήιους, ο Φουφέττιος έστειλε στρατό όπως υποσχέθηκε αλλά ξεγέλασε τους Ρωμαίους και δεν συμμετείχε στη μάχη, άφησε τους Ρωμαίους να πολεμήσουν μόνοι τους εναντίον των Βήιων και να τους νικήσουν.[25] Ο Τύλλος Οστίλιος σαν τιμωρία εκτέλεσε τον Γάιο Φουφέττιο, κατεδάφισε όλα τα σπίτια της 400χρονης Άλμπα εκτός από τους ναούς και μετέφερε όλους τους κατοίκους στη Ρώμη διπλασιάζοντας τον πληθυσμό της. Οι επιφανείς οικογένειες της Άλμπα καταγράφηκαν και συμμετείχαν στη διοίκηση της νέας τους πόλης, ο Τύλλος οικοδόμησε το νέο κτίριο της Γερουσίας την Κουρία για να στεγάσει τα περισσότερα μέλη. Οι νέοι Αλβανοί έποικοι της Ρώμης μεταφέρθηκαν σε ξεχωριστή συνοικία στον Καίλιο λόφο.[26]

Λατρεία Επεξεργασία

Ο ναός της Βέστα που βρισκόταν στους πρόποδες του Παλατίνου λόφου έξω από τη Ρώμη υπήρχε πριν την ίδρυση της Άλμπα Λόνγκα, η λατρεία της Βέστα δεν επιτρεπόταν να γίνει έξω από την πόλη.[27][28] Η λατρεία της Βέστα ξεκίνησε από το Λαβίνιο, τη μητρική πόλη της Άλμπα Λόνγκα κατόπιν μεταφέρθηκε στην πόλη. Οι Ρωμαίοι ανώτεροι αξιωματούχοι θα έπρεπε να αποδώσουν με την εκλογή τους θυσίες στους Ρωμαίους πατρώους θεούς Πενάτες που εισήγαγε ο Αινείας από την Τροία. Η Βέστα ανήκε στους Πενάτες θεούς και η λατρεία της ήταν παρόμοια με τη λατρεία της στην Τροία.[29] Οι ιέρειες της Βέστας γνωστές ως Εστιάδες Παρθένες είχαν την επίβλεψη του ναού και έπρεπε να φροντίζουν να είναι η ιερή εστία μόνιμα αναμμένη. Η ύπαρξη της Άλμπα Λόνγκα αναφέρεται στις πρώτες Ρωμαϊκές παραδόσεις που καταγράφουν τη μητέρα του Ρωμύλου και του Ρέμου Ρέα Σιλβία.[30] Ο βασιλιάς Νουμάς Πομπίλιος μετέφερε τη λατρεία στη Ρώμη και θα διατηρηθεί μέχρι την εποχή που θα επιβληθεί στη Ρωμαϊκή αυτοκρατορία ο Χριστιανισμός. Στην κορυφή του Αλβανού Όρους υπήρχε πανάρχαιο ιερό αφιερωμένο στον Γιούπιτερ. Ο ιστορικός Τζούλιους Φλόρους τον 2ο αιώνα αναφέρει ότι ίδρυσε το ιερό ο Ασκάνιος μαζί με την Άλμπα Λόνγκα, κάλεσε όλους τους Λατίνους να το λατρέψουν. Η Λατινική Ομοσπονδία καθιέρωσε ετήσιες εορτές που συμμετείχαν όλες οι πόλεις υπό την ηγεσία της Άλμπα Λόνγκα, θυσιαζόταν ένας λευκός ταύρος και μοιραζόταν η σάρκα του στους συμμετέχοντες. Μετά την καταστροφή της Άλμπα Λόνγκα η λατρεία των Πενάτων θεών μεταφέρθηκε στη Ρώμη, ο βασιλιάς Ταρκύνιος ο Υπερήφανος ίδρυσε στην κορυφή του Αλβανού Όρους ναό αφιερωμένο στον Γιούπιτερ, ερείπια του σώζονται μέχρι σήμερα. Βρέθηκαν τέλος ερείπια του ασφαλτοστρωμένου δρόμου που ένωνε την Άλμπα Λόνγκα με την Αππία οδό κοντά στην Αρικία.

Παραπομπές Επεξεργασία

  1. Guralnik, David B, ed. (1986). "Alba Longa". Webster's New World Dictionary of the American Language (Second College ed.). New York, NY: Prentice Hall Press
  2. Mish, Frederick C, ed. (1985). "Alba Longa". Webster's Ninth New Collegiate Dictionary (9th ed.). Springfield, MA: Merriam-Webster
  3. Τίτος Λίβιος, Ab urbe condita, 1:28–30
  4. Τίτος Λίβιος, Ab urbe condita, 1:28–30
  5. Titus Livius (2004). "I.3". History of Rome
  6. Διονύσιος ο Αλικαρνασσεύς, "Ρωμαϊκές αρχαιότητες", "I.66"
  7. Müller, Christian (1824). Roms Campagna in beziehung auf alte geschichte: dichtung und kunst (The Ancient World of Roman Campagna: Poetry and Art) (in German). Vol. II. Leipzig: F. A. Brockhaus. σ. 91
  8. Βιργίλιος, Αινειάδα
  9. ll, Michael Spring Virgil's the Aeneid σ. 22
  10. Τίτος Λίβιος, Ab urbe condita, 1:28–30
  11. Διονύσιος ο Αλικαρνασσεύς, "Ρωμαϊκές αρχαιότητες", "I.66"
  12. Leonard Schmitz 1847 History of Rome, σ. 14
  13. Rome, Italy (City) British and American Architectural Society Journal, Τόμος 2, σ. 313
  14. Viscount James Bryce Bryce The World's History: The Mediterranean nations, σ. 343
  15. Barthold Georg Niebuhr, William Smith, Leonhard Schmitz The History of Rome, Τόμος 2, σσ. 20-22
  16. Barthold Georg Niebuhr, William Smith, Leonhard Schmitz The History of Rome, Τόμος 2, σσ. 20-22
  17. Wilhelm Ihne Early Rome: From the Foundation of the City to Its Destruction by the Gauls
  18. Τίτος Λίβιος, Ab urbe condita, 1:23
  19. Τίτος Λίβιος, Ab urbe condita, 1:23
  20. Τίτος Λίβιος, Ab urbe condita, 1:23
  21. Τίτος Λίβιος, Ab urbe condita, 1:23–24
  22. Τίτος Λίβιος, Ab urbe condita, 1:24
  23. Τίτος Λίβιος, Ab urbe condita, 1:25
  24. Τίτος Λίβιος, Ab urbe condita, 1:26
  25. Τίτος Λίβιος, Ab urbe condita, 1:27
  26. Τίτος Λίβιος, Ab urbe condita, 1:33
  27. James George Frazer (Editor and translator) Fastorum libri sex, σ. 179
  28. Διονύσιος ο Αλικαρνασσεύς, II. 65
  29. https://books.google.gr/books?id=1iVCbaFwr9AC&pg=PA124&redir_esc=y#v=onepage&q&f=false
  30. William Smith A Dictionary of Greek and Roman Antiquities

Πηγές Επεξεργασία

  • Ashby, Thomas (1899). "Alba Longa". The Journal of Philology. 27 (53): 37–50.
  • Paret, Daniel; Legoüez, A. (1853). Encyclopédie classique: pouvant servir aux candidats à l'examen du Baccalauréat ès Lettres
  • Dionysius of Halicarnassus (1950). William Thayer (ed.). Roman Antiquities. Loeb Classical Library. Translated by Ernest Cary. Cambridge, Chicago: Harvard University, University of Chicago.
  • Livius, Titus (1853). "The History of Rome, Books 1 to 8". Translated by D. Spillan. Project Gutenberg.
  • Huyzendveld, Antonia (2000). "Alba Longa". Digiter geoarchaeologia. Archived from the original on 22 July 2011.
  • Piperno, Roberto (2009). Moore, Rosamie (ed.). "Giuseppe Vasi's Digression – Albano". romeartlovers.it.
  • Richter, GMA (2009) [1976]. "Alba Longa (Castel Gandolfo) Latium, Italy". In Stillwell, Richard (ed.). The Princeton Encyclopedia of Classical Sites. Princeton, Medford: Princeton University Press, Perseus Digital Library.
  • Gioacchino, Francesco (1787). "Memorie storiche dell' antichissima citta di Alba-Longa e dell' Albano moderno". Giovanni Zempel. Retrieved 21 June 2015. (Italian)