Έντουαρντ Ένγκελ

Γερμανός ιστορικός της λογοτεχνίας

Ο Έντουαρντ Ένγκελ ή στα ελληνικά Εδουάρδος Έγγελ[5] (γερμανικά: Eduard Engel‎‎, 12 Νοεμβρίου 1851, Στολπ23 Νοεμβρίου 1938, Μπόρνιμ, Πότσνταμ) ήταν Γερμανός γλωσσολόγος και λόγιος που έγινε γνωστός ως υπερασπιστής της «αναμόρφωσης της γλώσσας και του ύφους της».[6] Παρόλο που εναντιώθηκε στην «βάναυση γλωσσική σχολική εκπαίδευση»,[7] ορισμένες φορές έκανε την υπέρβαση όπως οι συνάδελφοι του από τον Πανγερμανικό Γλωσσολογικό Σύλλογο.

Έντουαρντ Ένγκελ
Γενικές πληροφορίες
Όνομα στη
μητρική γλώσσα
Eduard Engel (Γερμανικά)
Γέννηση12  Νοεμβρίου 1851[1]
Σουούπσκ[2]
Θάνατος23  Νοεμβρίου 1938[1]
Μπόρνιμ
Χώρα πολιτογράφησηςΓερμανικό Ράιχ
Εκπαίδευση και γλώσσες
Ομιλούμενες γλώσσεςΓερμανικά[3][4]
ΣπουδέςΠανεπιστήμιο Χούμπολτ
Πληροφορίες ασχολίας
Ιδιότηταιστορικός της λογοτεχνίας
συγγραφέας
Commons page Σχετικά πολυμέσα

Ο Έντουαρντ Ένγκελ γεννήθηκε στις 12 Νοεμβρίου 1851 στην πόλη Στολπ της Πομερανίας. Γονείς του ήταν ο καγκελάριος του περιφερειακού δικαστηρίου Λέβιν Ένγκελ και η σύζυγός του Ράχελ Ένγκελ, το γένος Κλότσμαν. Μετά τον θάνατο του πατέρα του το 1861, αν και αντιμετώπιζε οικονομικά προβλήματα, είχε τη δυνατότητα να παρακολουθήσει τα μαθήματα του γυμνασίου δωρεάν.[8]

Μεταξύ 1870 και 1873 σπούδασε Σανσκριτική, κλασική και ρωμαϊκή φιλολογία στο Πανεπιστήμιο Φρίντριχ-Βίλχελμς στο Βερολίνο. Το 1873 μετακόμισε στο Ρόστοκ και απέκτησε το διδακτορικό του δίπλωμα το 1874. Η διατριβή του, η οποία γράφηκε στα λατινικά, είχε τον τίτλο De pristinae linguae Francicae syntaxi (Περί της δομής των προτάσεων της αρχαίας φραγκικής γλώσσας).[8]

Ως φοιτητής ο Ένγκελ εργάστηκε ως στενογράφος στην Βουλή των Αντιπροσώπων της Πρωσίας. Από το 1871 έως το 1919 ήταν ο επίσημος στενογράφος της Γερμανικής Βουλής και από το 1882 έως το 1904 επικεφαλής του τμήματος στενογραφίας της Βουλής. Το 1875 νυμφεύτηκε την Ισπανίδα Πάουλα Ντολόρες ντε Μπλαβιέρες ι Μεντόζα (απεβ. 1910), χωρίς να αποκτήσει τέκνα μαζί της. Το 1912 νυμφεύτηκε σε δεύτερο γάμο την Άννα Γκένγκερ (απεβ. 1947).

Από το 1879 έως το 1884 ο Ένγκελ ήταν εκδότης του Magazins für die Literatur des Auslandes (Περιοδικό για τη λογοτεχνία των άλλων χωρών). Εξέδωσε βιβλία της γαλλικής, αγγλικής και αμερικανικής λογοτεχνίας και υπήρξε κριτικός συγγραφέων όπως του Εμίλ Ζολά, του Έντγκαρ Άλλαν Πόε, του Βίλχελμ Ράαμπε και ο Τέοντορ Φοντάνε. Το 1903 εξελέγη καθηγητής και έγινε μέλος της επιτροπής ανατολικών σπουδών του Πανεπιστημίου του Βερολίνου. Το έργο του Geschichte der deutschen Literatur von den Anfängen bis zur Gegenwart (Ιστορία της γερμανικής λογοτεχνίας από την αρχή έως σήμερα) του 1906 είχε 38 εκδόσεις. Στο έργο αυτό αρνήθηκε σε μεγάλο βαθμό «να παρουσιάσει ή να σχολιάσει διανοητικές ή επίσημες ιστορικές εκφράσεις, ακόμη και υπό το πρίσμα ιστορικών και κοινωνικών καταστάσεων»[9] και περιορίστηκε σε παράθεση «σύντομων χαρακτηριστικών των συγγραφέων και των έργων τους»[9], αλλά παρουσίασε μια συντηρητική άποψη και πολέμησε οποιαδήποτε σύγχρονη λογοτεχνική τάση: «Αντιτάχθηκε έντονα στον νατουραλισμό, […] πιο συγκεκριμένα ζήλευε τον Χάουπτμαν, όπως και μετέπειτα τους Ρίλκε και Γκεόργκε, όταν απέκτησε περισσότερη εμμονή με τις γλωσσολογικές απόψεις του».[9]

Τα πρώτα του χρόνια έγραψε μυθιστορήματα αλλά στη συνέχεια ασχολήθηκε, πέρα από γλωσσολογικά θέματα, και με θέματα ιστορίας και πολιτικής (Die Heimat des Odysseus: Lewkas oder Ithaka - Η πατρίδα του Οδυσσέα: Λευκάδα ή Ιθάκη, Frankreichs Geistesführer - Ο πνευματικός οδηγός της Γαλλίας, 1914–1919. Ein Tagebuch - 1914–1919. Ένα Ημερολόγιο, Kaspar Hauser – Schwindler oder Prinz? - Κάσπαρ Χάουζερ – Απατεώνας ή πρίγκιπας;). Σημαντικό ρόλο στα έργα του έπαιξε η αγάπη του για τον ελληνικό πολιτισμό. Το σχέδιο του, να αγοράσει ένα σπίτι ή ένα οικόπεδο στην Ελλάδα, δεν πραγματοποιήθηκε ποτέ.

Πολιτικά, ο Ένγκελ ήταν συντηρητικός.[10] Όπως πολλοί Γερμανοί, υποδέχθηκε τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο με ενθουσιασμό.[11] Ενέκρινε τις δολοφονίες των σοσιαλιστών Κουρτ Άισνερ, Καρλ Λίμπκνεχτ και Ρόζα Λούξεμπουργκ[12] το 1919 και του κεντρώου πολιτικού Ματίας Ερτσμπέργκερ το 1921.[13] Η κατάληψη της εξουσίας από τους Εθνικοσοσιαλιστές το 1933 έγινε δεκτή από τον Ένγκελ υπό προϋποθέσεις: Επαίνεσε τον συγχρονισμό όπως και την κατάπνιξη των σοσιαλδημοκρατικών και κομμουνιστικών απόψεων, αλλά κατέκρινε τον διχασμό του λαού ο οποίος κατέστρεψε τη φήμη της Γερμανίας στο εξωτερικό.[14] Ωστόσο, πλέον ο Ένγκελ θεωρούσε πως ο ιουδαϊσμός θα έφερνε την καταστροφή. Παρά το φιλογερμανικό του πνεύμα του απαγορεύθηκε να εκδίδει βιβλία, η σύνταξη του διακόπηκε και τα πιο επιτυχημένα έργα δυσφημίστηκαν. Έχοντας στερηθεί όλες τις τακτικές πηγές εσόδων, στηρίχθηκε στους φίλους του και απεβίωσε φτωχός του 1938.

Κριτικός γλωσσολογίας

Επεξεργασία

Η αυστηρή του αίσθηση της γλώσσας, μαζί με την απόρριψη ξένων λέξεων, δεν κράτησε μέχρι το μεταίχμιο του αιώνα. Το 1911 εκδόθηκε το πιο γνωστό έργο του Ένγκελ, το Deutsche Stilkunst (Γερμανικό καλλιτεχνικό ύφος), στο οποίο έγραψε αρκετά κεφάλαια κατά της χρήσης ξένων λέξεων.[15]

Το Deutsche Stilkunst, το οποίο χρησιμοποιήθηκε σε μεγάλο βαθμό ως βιβλίο έκφρασης, εμφανίστηκε για τελευταία φορά το 1931 στην 31η έκδοσή του.[16] Το 1944[16] εμφανίστηκε ένας διάδοχος του Ένγκελ: ο Λούντβιχ Ράινερς έγραψε ένα δικό του έργο με τον ίδιο τίτλο το οποίο βασίστηκε σε μεγάλο βαθμό σε αυτό του Ένγκελ και εκδιδόταν μέχρι τη δεκαετία του 1990.[17] Το γεγονός πως ο Λούντβιχ Ράινερς χρωστούσε πολλά στον Έντουαρντ Ένγκελ έγινε γνωστό το 1943 και λίγο μετά το τέλος του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου, αλλά όπως και ο Ένγκελ τέθηκε σε αφάνεια τα επόμενα χρόνια.[16] Ακόμη και μετά τον πόλεμο τα έργα του Ένγκελ δεν επανεκδόθηκαν. Το Deutsche Stilkunst ψηφιοποιήθηκε και διανέμεται ελεύθερα από την λήξη των πνευματικών δικαιωμάτων του συγγραφέα. Το 2016 ο εκδοτικός οίκος Die andere Bibliothek εξέδωσε σε δύο τόμους την 31η έκδοση του 1931 με πρόλογο του Στέφαν Στίρνεμαν. Τον Απρίλιο του 2017 ο εκδοτικός οίκος Zürcher Persephone-Verlag εξέδωσε την 30 έκδοση του έργου από το 1922.

Παραπομπές

Επεξεργασία
  1. 1,0 1,1 1,2 Εθνική Βιβλιοθήκη της Γερμανίας: (Γερμανικά) Gemeinsame Normdatei. Ανακτήθηκε στις 26  Απριλίου 2014.
  2. Εθνική Βιβλιοθήκη της Γερμανίας: (Γερμανικά) Gemeinsame Normdatei. Ανακτήθηκε στις 11  Δεκεμβρίου 2014.
  3. «Identifiants et Référentiels». (Γαλλικά) IdRef. Agence bibliographique de l'enseignement supérieur. Ανακτήθηκε στις 20  Μαΐου 2020.
  4. CONOR.SI. 112749923.
  5. Ετήσιον Ημερολόγιον του Έτους 1888, Ελληνικαί εαριναί ημέραι: Ναύπλιον-Τιρύνς-Άργος
  6. Eduard Engel: Deutsche Stilkunst. 22-24. Auflage. Tempsky/Freytag, Wien/Leipzig 1917, σελ. 46.
  7. Eduard Engel: Deutsche Stilkunst. 22-24. Auflage. Tempsky/Freytag, Wien/Leipzig 1917, σελ. 52.
  8. 8,0 8,1 Heidi Reuschel: Tradition oder Plagiat? Die „Stilkunst“ von Ludwig Reiners und die „Stilkunst“ von Eduard Engel im Vergleich. University of Bamberg Press, Bamberg 2014, ISBN 978-3-86309-284-9, σελ. 82.
  9. 9,0 9,1 9,2 Helmuth Mojem: Der gefallene Engel. Neue Zürcher Zeitung. 28/29-01-1995.
  10. Heidi Reuschel: Tradition oder Plagiat? Die „Stilkunst“ von Ludwig Reiners und die „Stilkunst“ von Eduard Engel im Vergleich. University of Bamberg Press, Bamberg 2014, ISBN 978-3-86309-284-9, σελ. 86.
  11. Heidi Reuschel: Tradition oder Plagiat? Die „Stilkunst“ von Ludwig Reiners und die „Stilkunst“ von Eduard Engel im Vergleich. University of Bamberg Press, Bamberg 2014, ISBN 978-3-86309-284-9, σελ. 85.
  12. Eduard Engel: 1914–1919. Ein Tagebuch. Georg Westermann, Berlin/Braunschweig/Hamburg 1920, σελ. 2478.
  13. Anke Sauter: Eduard Engel. Literaturhistoriker, Stillehrer, Sprachreiniger. Ein Beitrag zur Geschichte des Purismus in Deutschland. Collibri, Bamberg 2000, ISBN 3-926946-43-1, σελ. 127.
  14. Anke Sauter: Eduard Engel. Literaturhistoriker, Stillehrer, Sprachreiniger. Ein Beitrag zur Geschichte des Purismus in Deutschland. Collibri, Bamberg 2000, ISBN 3-926946-43-1, σσ. 129–131.
  15. Eduard Engel: Deutsche Stilkunst. 22-24. Auflage. Tempsky/Freytag, Wien/Leipzig 1917, σελ. 144–257.
  16. 16,0 16,1 16,2 Stefan Stirnemann: Ein Betrüger als Klassiker. Eduard Engels „Deutsche Stilkunst“ und Ludwig Reiners. Αρχειοθετήθηκε 2006-09-03 στο Wayback Machine. στο Kritische Ausgabe. 2/2004, σσ. 48–50
  17. Heidi Reuschel: Tradition oder Plagiat? Die „Stilkunst“ von Ludwig Reiners und die „Stilkunst“ von Eduard Engel im Vergleich. University of Bamberg Press, Bamberg 2014, ISBN 978-3-86309-284-9, σελ. 407.

Βιβλιογραφία

Επεξεργασία
  • Gerhard Baumann: Jüdische und völkische Literaturwissenschaft. Ein Vergleich zwischen Eduard Engel und Adolf Bartels. Eher, München 1936.
  • Ruth Schmidt-Wiegand (1959), Engel, Eduard, 4, Berlin: Duncker & Humblot, σελ. 499–500 , (πλήρες κείμενο στο διαδίκτυο)
  • Charlotte Jolles: „Dutzende von Briefen hat Theodor Fontane mir geschrieben …“. Neuentdeckte Briefe Fontanes an Eduard Engel. In: Jahrbuch der Deutschen Schillergesellschaft. Bd. 28. Stuttgart 1984, σσ. 1–59.
  • Helmuth Mojem: Der gefallene Engel. Leben und Werk des Literaturhistorikers Eduard Engel. στο Neue Zürcher Zeitung, 28/29-01-1995.
  • Helmuth Mojem: Literaturbetrieb und literarisches Selbstverständnis. Der Briefwechsel Wilhelm Raabes mit Eduard Engel. στο Jahrbuch der Raabe-Gesellschaft. Tübingen 1995, σσ. 27–87.
  • Anke Sauter: Eduard Engel. Literaturhistoriker, Stillehrer, Sprachreiniger. Ein Beitrag zur Geschichte des Purismus in Deutschland. (= Dr. Rabes Doktorhüte; 4). Collibri, Bamberg 2000, ISBN 3-926946-43-1 (zugl. Dissertation, Universität Bamberg, 1999).
  • Gottfried Fischer: Dem Sprachpfleger Eduard Engel zum 150. Geburtstag. In: Wiener Sprachblätter. 1/2002, σσ. 3–5. Muttersprache, Wien 2002.
  • Judith Hansen: Engel, Eduard. In: Internationales Germanistenlexikon 1800–1950. Bd. 1: A–G. de Gruyter, Berlin, New York, 2003, σσ. 437–438.
  • Heidi Reuschel: Tradition oder Plagiat? Die „Stilkunst“ von Ludwig Reiners und die „Stilkunst“ von Eduard Engel im Vergleich. University of Bamberg Press, Bamberg 2014, ISBN 978-3-86309-284-9.