Όττο Όλεντορφ

Γερμανός Στρατηγός των SS

Ο Όττο Όλεντορφ (Otto Ohlendorf, 4 Φεβρουαρίου 1907 – 7 Ιουνίου 1951) υπήρξε ηγετικό στέλεχος της SS και επικεφαλής του Γραφείου ΙΙΙ (Amt III) της Κεντρικού Γραφείου Ασφαλείας του Ράιχ (RSHA) και επικεφαλής του Einsatzgruppe D, υπεύθυνου για τη δολοφονία 90.000 ατόμων στην κατεχόμενη Ουκρανία. Καταδικάστηκε για εγκλήματα πολέμου και εκτελέστηκε το 1951 με απαγχονισμό.

Όττο Όλεντορφ
Γενικές πληροφορίες
Όνομα στη
μητρική γλώσσα
Otto Ohlendorf (Γερμανικά)
Γέννηση4  Φεβρουαρίου 1907[1][2][3]
Χοχενέγκελσεν[4]
Θάνατος7  Ιουνίου 1951[2][5]
φυλακή Λάντσμπεργκ
Αιτία θανάτουαπαγχονισμός
Συνθήκες θανάτουθανατική ποινή
Χώρα πολιτογράφησηςΓερμανική Αυτοκρατορία
Δημοκρατία της Βαϊμάρης
Ναζιστική Γερμανία
Εκπαίδευση και γλώσσες
Ομιλούμενες γλώσσεςΓερμανικά
ΣπουδέςΠανεπιστήμιο του Γκέτινγκεν
Πανεπιστήμιο της Λειψίας
Πανεπιστήμιο Μαρτίνου Λούθηρου του Χάλλε-Βιτεμβέργης
Πληροφορίες ασχολίας
Ιδιότηταοικονομολόγος
νομικός[6]
ΕργοδότηςΚεντρικό Γραφείο Ασφαλείας του Ράιχ (1939–1945)[7]
Περίοδος ακμής1911
Πολιτική τοποθέτηση
Πολιτικό κόμμα/ΚίνημαΕθνικοσοσιαλιστικό Γερμανικό Εργατικό Κόμμα
Ποινική κατάσταση
Κατηγορίες εγκλήματοςέγκλημα κατά της ανθρωπότητας (θανατική ποινή)
έγκλημα πολέμου[8][9]
Αξιώματα και βραβεύσεις
ΒραβεύσειςΧρυσή καρφίτσα του Ναζιστικού Κόμματος
Commons page Σχετικά πολυμέσα

Βιογραφία Επεξεργασία

Ο Όλεντορφ γεννήθηκε στις 4 Φεβρουαρίου του 1907 στη μικρή πόλη Χοχενέγκελσεν (Hoheneggelsen) κοντά στο Χίλντεσχαϊμ. Οι γονείς του ήταν αγρότες. Φοίτησε σε Γυμνάσιο ανθρωπιστικών σπουδών στο Χιλντεσχάιμ και ολοκληρώνοντας τις βασικές σπουδές του γράφτηκε στο Πανεπιστήμιο της Λειψίας αρχικά και του Γκέτινγκεν όπου σπούδασε νομικά και οικονομικά. Ολοκλήρωσε τις σπουδές του το 1933, αλλά ήδη από το 1925 είχε γίνει μέλος στο Εθνικοσοσιαλιστικό Κόμμα (αριθ. μέλους 6531 (ή, κατ' άλλες πηγές, 6631)), ενώ το 1926 έγινε μέλος και στην SS[10] (αριθ. μέλους 880). Τον Οκτώβριο του 1933 γίνεται βοηθός του καθηγητή Γιέννσεν (Jennsen) στο Ίδρυμα Παγκόσμιας Οικονομίας του Πανεπιστημίου του Κιέλου.

Εκεί ειδικεύεται στη μελέτη του Εθνικοσοσιαλισμού και του ιταλικού φασισμού, με συνέπεια να είναι το μοναδικό ηγετικό στέλεχος της SS γνώστης των συνδικαλιστικών πρακτικών και οργανωτικών δομών της φασιστικής Ιταλίας. Τον Ιανουάριο του 1935 τοποθετείται επικεφαλής τμήματος στο Ίδρυμα Εφαρμοσμένης Οικονομικής Επιστήμης και συνεργάζεται με τον καθηγητή Ράινχαρντ Χον (Reinhard Hohn). Παράλληλα, ο ευφυής και δραστήριος νεαρός νομικός και οικονομολόγος δραστηριοποιείται με το συνασπισμό εθνικοσοσιαλιστών φοιτητών στο Κίελο και στο Γκέτινγκεν και διδάσκει στη σχολή του Κόμματος στο Βερολίνο (1935)[11]

Στις αρχές του 1936 γίνεται οικονομικός σύμβουλος στην SD (Sicherheitsdienst), την υπηρεσία εσωτερικής ασφάλειας της SS, ενώ το 1939 τοποθετείται επικεφαλής του Γραφείου (Amt) ΙΙΙ της Εθνικής Υπηρεσίας Ασφαλείας του Ράιχ, που ήταν υπεύθυνο για τη μελέτη των αποτελεσμάτων των κυβερνητικών μέτρων στο γερμανικό πληθυσμό. Η δραστηριότητά του, όμως, δεν περιορίστηκε εκεί: Ανέλαβε επικεφαλής της ειδικής ομάδας Einsatzgruppe D, κινητής μονάδας της SS που ακολουθούσε τη Βέρμαχτ κατά την εισβολή στη Σοβιετική Ένωση. Η ομάδα του Όλεντορφ έδρασε στη νότια Ουκρανία (περιλαμβανομένης και της χερσονήσου της Κριμαίας) και ήταν υπεύθυνη για τον θάνατο 90.000 ατόμων από τον Ιούνιο του 1941 ως τον Μάρτιο του 1942.[12] Ανάμεσα σε άλλες δραστηριότητες, η ομάδα Όλεντορφ ήταν υπεύθυνη για τη σφαγή στη Συμφερόπολη (Κριμαία), όπου στις 13 Δεκεμβρίου 1941 θανατώθηκαν 14.300 άτομα, κυρίως Εβραίοι. Με τη λήξη της αποστολής του επέστρεψε αθόρυβα στη Γερμανία και συνέχισε να ασκεί τα καθήκοντά του στις θέσεις που κατείχε: Παρέμεινε επικεφαλής στο Amt III προαγόμενος σε Ταξίαρχο των SS (SS-Brigadeführer) στις 16 Ιουλίου 1942. Κατά τα τέλη του 1943 τοποθετήθηκε αναπληρωτής γραμματέας στο Υπουργείο Οικονομικών (Reichsministerium für Wirtschaft), με στόχο τη σχεδίαση προγραμμάτων για την ανοικοδόμηση της γερμανικής οικονομίας μετά τον πόλεμο, τομέας ενασχόλησης αυστηρά απαγορευμένος από το καθεστώς. Ο Όλεντορφ είχε την άμεση υποστήριξη του Χάινριχ Χίμλερ και σε αυτό τον τομέα: Στόχευε στην εγκαθίδρυση ενός νέου νομίσματος και στο δραστικό περιορισμό του γραφειοκρατικού οικονομικού σχεδιασμού, τον οποίο θεωρούσε ξεπερασμένο και παρεμποδιστικό για τη μεταπολεμική οικονομική ανάπτυξη. Ο Χίμλερ, βέβαια, στόχευε στην παραμονή του στην εξουσία ύστερα από στρατιωτική κατάρρευση της χώρας του, κατηγορώντας παράλληλα τον Άλμπερτ Σπέερ για τις περί κρατικού παρεμβατισμού αντιλήψεις του ως "μπολσεβίκο".

Ακολουθεί νέα προαγωγή στις 9 Νοεμβρίου 1944: Ονομάζεται υποστράτηγος αρχικά και στη συνέχεια αντιστράτηγος της Αστυνομίας και SS-Gruppenführer.[13] Ύστερα από την αυτοκτονία του Χίτλερ, ο Όλεντορφ, ως σημαίνον οικονομικό στέλεχος του Κόμματος, προτάθηκε από τον στενό συνεργάτη του Χίμλερ Βάλτερ Σέλενμπεργκ (Walter Schellenberg) ως μέλος μιας κυβέρνησης που θα μπορούσε να παρουσιαστεί στους Συμμάχους.

Δίκη και καταδίκη Επεξεργασία

Ο Όλεντορφ πιθανότατα ακολούθησε τον προστάτη του, Χίμλερ, καθώς παραδόθηκε στους Βρετανούς στο Μπρεμερφέρντε (Bremervörde) στις 23 Μαΐου 1945, μαζί με άλλα μέλη της ομάδας Χίμλερ. Κατέθεσε ως μάρτυς στη Δίκη της Νυρεμβέργης στα τέλη του 1945, ενώ παραπέμφθηκε σε δίκη το 1947 σε μια από τις συνακόλουθες δίκες (ο Στρατός των ΗΠΑ εναντίον Ότο Όλεντορφ και άλλων), δίκη γνωστή ως "Δίκη των Einsatzgruppen". Κατά τη διάρκεια της ακροαματικής διαδικασίας ο Όλεντορφ εντυπωσίασε τους δικαστές του με την προσωπικότητά του (είπαν για τον όμορφο νέο που είχαν απέναντί τους ότι επρόκειτο για τον δρα Τζέκυλ και τον κ. Χάιντ). Το αποτέλεσμα της δίκης ήταν η καταδίκη του Όλεντορφ σε θάνατο με απαγχονισμό. Παρά τις πολλές αναθεωρήσεις των Αμερικανών για ανάλογες αποφάσεις, η απόφαση για τον Όλεντορφ δεν άλλαξε: Η εκτέλεσή του πραγματοποιήθηκε στη φυλακή του Λάντσμπεργκ αμ Λεχ στις 7 Ιουνίου 1951.

Πηγές, Αναφορές Επεξεργασία