Ανάθημα του Δαόχου

αρχαίο γλυπτικό συγκρότημα

Πίσω από τον κίονα με τις χορεύτριες στο Ιερό του Απόλλωνα στους Δελφούς βρισκόταν ο Θησαυρός των Θεσσαλών, όπου ήταν τοποθετημένο το περίφημο Μνημείο του Δαόχου, μια μαρμάρινη επιμήκης βάση όπου έστεκαν τα αγάλματα οκτώ μελών της οικογένειας του αναθέτη μαζί με το άγαλμα του Απόλλωνα. Ο Δάοχος, γιος του Αγία, φιλομακεδόνας πολιτικός από τη Φάρσαλο, διετέλεσε ιερομνήμονας στο δελφικό ιερό από το 336 ως το 332 π.Χ. και αφιέρωσε το σύμπλεγμα ως ένδειξη τιμής προς την επιφανή οικογένειά του.

Το Ανάθημα του Δαόχου στο Αρχαιολογικό Μουσείο Δελφών

Γενικά στοιχεία Επεξεργασία

Το ανάθημα του Δαόχου ήταν το γλυπτό ανάθημα του τέτραρχου της Θεσσαλίας, Δαόχου Β' στον θεό Απόλλωνα, το οποίο είχε τοποθετηθεί στο πλάτωμα βορειοανατολικά του ναού του Απόλλωνος στους Δελφούς. Το έργο χρονολογείται πιθανότατα μεταξύ των ετών 339-334 π.Χ., διάστημα κατά το οποίο ο Δάοχος Β΄ κατείχε το αξίωμα του ιερομνήμονα της Φαρσάλου στην Δελφική Αμφικτυονία. Έχουν, ωστόσο, προταθεί και άλλες χρονολογίες για την ανάθεση του μνημείου.

Αρχικά θεωρήθηκε ότι το ανάθημα έστεκε ελεύθερο στο χώρο. Ωστόσο, πρόσφατες μελέτες [1] έχουν οδηγήσει στο συμπέρασμα ότι μάλλον το μνημείο ήταν τοποθετημένο στο εσωτερικό ενός οίκου, κατά το πρότυπο των υπόλοιπων θησαυρών, ο οποίος κτίστηκε ενδεχομένως προγενέστερα, περί το 361 π.Χ. από τον Αγέλαο. Το αφιέρωμα είχε την μορφή γλυπτού συντάγματος και περιελάμβανε εννέα μορφές- οκτώ μέλη της οικογένειας του αναθέτη και μια ακόμη μορφή, πιθανότατα θεού- οι οποίες ήταν στημένες πάνω σε στενόμακρο βάθρο. Στην κύρια όψη το βάθρο έφερε επιγραφές με τα ονόματα και τις ιδιότητες των εικονιζόμενων προσώπων. Εκτός από την πρώτη θέση που δεν είχε επιγραφή και που εικόνιζε μάλλον τον θεό Απόλλωνα, οι υπόλοιπες θέσεις του βάθρου από δεξιά προς τα αριστερά καταλαμβάνονταν κατά σειρά από τις εικόνες των Ακνονίου, Αγία, Τηλεμάχου, Αγελάου, Δαόχου Ι, Σισύφου Ι, Δαόοχου ΙΙ και Σισύφου ΙΙ. Η παρουσία του Αγία σε αυτή την ομάδα οδήγησε τους μελετητές να αποδώσουν το σύνταγμα του Δαόχου στο εργαστήριο του Λυσίππου, καθότι ο Λύσιππος είχε πλάσσει έναν χάλκινο ανδριάντα του Αγία στη Φάρσαλο, όπως μαρτυρεί το ενεπίγραφο βάθρο του αγάλματος που βρέθηκε στη θεσσαλική πόλη [2].

Τα περισσότερα τμήματα του μνημείου ήλθαν στο φως το 1894 κατά την διάρκεια της “Μεγάλης Ανασκαφής” υπό την καθοδήγηση του διευθυντή της Σχολής J. Th. Hommolle [3]. Χάρη στην εύρεση ορισμένων πλίνθων των αγαλμάτων μέσα στις υποδοχές του βάθρου είναι δυνατή η συσχέτιση πέντε μορφών με τις επιγραφές που έχουν χαραχθεί στην κύρια όψη του βάθρου: Ακνόνιος, Αγίας, Δάοχος Ι, Σίσυφος Ι και Δάοχος ΙΙ Για την ταύτιση του Αγελάου, του Τηλεμάχου και του Σισύφου ΙΙ ανέκυψαν διαφωνίες ανάμεσα στους μελετητές, όπως επίσης υπήρξαν διαφορετικές προτάσεις και για την ταυτότητα της μορφής που θα καταλάμβανε την πρώτη θέση στο ανάθημα.

Περιγραφή Επεξεργασία

Αναλυτικά, οι ταυτίσεις για κάθε μια από τις θέσεις του βάθρου έχουν ως εξής:

Θέση Ι Επεξεργασία

Κρίνοντας από το γεγονός ότι δεν υπάρχει επιγραφή για την ταυτότητα της μορφής και ότι αυτή θα ήταν καθιστή, όπως προκύπτει από το εύρος της υποδοχής της πλίνθου, είναι φανερό ότι η μορφή που θα απεικονιζόταν σε αυτή την θέση διέφερε από τις υπόλοιπες οκτώ και ότι μάλλον ήταν θεϊκή μορφή. Αρχικά οι Gardiner και Smith [4] είχαν προτείνει την ταύτιση με τη θεά Αθηνά, προστάτιδα της Φαρσάλου, ωστόσο ο Will διατύπωσε την επικρατέστερη και σήμερα άποψη, ότι επρόκειτο για τη μορφή του Απόλλωνα.[5] Με την ταύτιση αυτή συνάδει και η αναθηματική επιγραφή: «τάδε δῶρα στῆσεμ Φοίβῳ ἄνακτι» (βλ. θέση VIII). Με την άποψη αυτή συμφωνεί και ο καθηγητής Π. Θέμελης, ο οποίος μάλιστα πρότεινε τη σύνδεση ενός αγάλματος καθιστού κιθαρωδού Απόλλωνα με το συγκεκριμένο ανάθημα [6].

Θέση ΙΙ Επεξεργασία

Στη θέση ΙΙ του βάθρου υπάρχει η επιγραφή: Ἀκνόνιος Ἀπάρου τέτραρχος Θεσσαλῶν. Ο Ακνόνιος ήταν ο γενάρχης του οίκου του Δαόχου. Η πλίνθος του Μουσείου Δελφών αρ.1922 (στο εξής: ΜΔ) με τα υπολείμματα των ποδιών πάνω σε αυτήν ταιριάζει ακριβώς στην εσοχή της θέσης ΙΙ. Κατά τον Homolle με τον Ακνόνιο συνδέεται και το ντυμένο άγαλμα ΜΔ αρ. 1827, καθότι η στάση της μορφής ταιριάζει με την τοποθέτηση του ποδιού στην πλίνθο ΜΔ αρ.1922.[7]

Θέση ΙΙΙ Επεξεργασία

 
Το άγαλμα του Αγία, πιθανόν έργο του Λυσίππου

Στην θέση ΙΙΙ του βάθρου υπάρχει η επιγραφή:

Πρῶτος Ὀλύμπια παγκράτιον, Φαρσάλιε νίκᾳς,
Ἁγία Ἀκνονίου, γῆς ἀπὸ Θεσσαλίας,
Πεντάκις ἐν Νεμέᾳ, τρὶς Πύθια, πεντάκις Ἰσθμοῖ
καὶ σῶν οὐδείς πω στῆσε τρόπαια χερῶν.

Ο παγκρατιαστής Αγίας, πολυνίκης σε τρεις πανελλήνιους αγώνες, ήταν η δεσπόζουσα μορφή του αναθήματος. Η πλίνθος του αγάλματος ΜΔ αρ.1875 βρέθηκε κατά χώρα στη θέση ΙΙΙ του βάθρου και δεν υπάρχει καμία αμφιβολία ότι το άγαλμα που εδραζόταν στη συγκεκριμένη θέση θα πρέπει να απεικονίζει τον Αγία.[8] Το άγαλμα του παγκρατιαστή Αγία που αποδίδεται στον Λύσιππο μας προσφέρει μια αυθεντική εικόνα για την πρώιμη τέχνη του μεγάλου Σικυώνιου γλύπτη.

Θέση IV Επεξεργασία

Στην θέση IV του βάθρου υπάρχει η επιγραφή:

Κἀγὼ τοῦδε ὁμάδελφο[ς ἔ]φυν, ἀριθμὸν δὲ τὸν αὐτὸν
ἤμασι τοῖς αὐτοῖς ἐχφ[έρ]ομαι στεφάνων
νικῶν μουνοπάλ[ης], Τ[υρ]σηνῶν δὲ ἄνδρα κρατίστον
κτεῖνα ἐθέλοντο[ς ἑοῦ Τ]ηλέμαχος δ’ ὄνομα.

Ο αθλητής της πάλης Τηλέμαχος δεν υστερούσε καθόλου σε νίκες από τον περίφημο Αγία. Όπως αναφέρει μάλιστα η επιγραφή, είχε σκοτώσει τον πιο δυνατό άνδρα των Τυρρηνών. Κατά τον Homolle στην θέση IV ταιριάζει ο γυμνός κορμός ΜΔ αρ. 1360 (εικ.4) που παρουσιάζει πολλές ομοιότητες στο πλάσιμο με τον «ομάδελφό» του Αγία, άποψη που συμμερίζονται και άλλοι ερευνητές.[9].Έχουν διατυπωθεί όμως και απόψεις που ταυτίζουν τον Τηλέμαχο με άγαλμα νέου που αναπαύεται σε ερμαϊκή στήλη [10].

Θέση V Επεξεργασία

Στην θέση V του βάθρου υπάρχει η επιγραφή:

Οἳδε μὲν ἀθλοφόρου ῥώμης ἴσον ἔσχον, ἐγὼ δε
σύγγονος ἀμφοτέρων τῶνδε Ἀγέλαος ἔφυν
νικῶ δὲ στάδιον τούτοις ἃμα Πύθια παῖδας
μοῦνοι δὲ θνητῶν τούσδ’ ἔχομεν στεφάνους.

Ο Αγέλαος, ο τρίτος και μικρότερος στην σειρά αδελφός, είναι και ο ίδιος αθλητής, νικητής στο αγώνισμα του δρόμου στους παιδικούς αγώνες στα Πύθια. Δηλώνει με υπερηφάνεια ότι αυτός και τα αδέλφια του είναι οι μόνοι από τους θνητούς που έχουν αυτά τα τρόπαια.Οι Gardiner και Smith [11] αποδίδουν στον Αγέλαο τον κορμό ΜΔ αρ.4585 και εκτιμούν ότι ο αριστερός βραχίονας θα υψωνόταν τουλάχιστον μέχρι το ύψος του ώμου, κρατώντας ίσως δόρυ. Ο Dohrn [12], επικαλούμενος την φράση της επιγραφής που κάνει λόγο για «στεφάνους», πιστεύει ότι ο Αγέλαος κρατούσε με το αριστερό χέρι στέφανο, κίνηση που θα έκαναν και τα άλλα δύο αδέλφια στο ανάθημα.

Θέση VI Επεξεργασία

Στην θέση VI του βάθρου υπάρχει η επιγραφή:

Δάοχος Ἁγία εἰμί, πατρὶς Φάρσαλος ἁπάσης
Θεσσαλίας ἄρξας, οὐ βίᾳ ἀλλὰ νόμῳ
ἑπτὰ καὶ εἴκοσι ἔτη, πολλῇ δὲ καὶ ἀγλαοκάρπῳ
εἰρήνη πλούτῳ τε ἔβρυε Θεσσαλία.

Ο Δάοχος Ι ήταν γιος του Αγία και κυβέρνησε την Θεσσαλία για 27 χρόνια, εξασφαλίζοντας την ειρήνη και την ευημερία στην χώρα. Η ταύτιση εδώ είναι ομόφωνη μεταξύ των ερευνητών.

Θέση VII Επεξεργασία

Στην θέση VII του βάθρου υπάρχει η επιγραφή:

Οὐκ ἔψευσε σε Παλλὰς ἐν ὕπνῳ, Δαόχου υἱὲ
Σίσυφε, ἅ δ’ εἶπε σαφή θῆκεν ὑποσχεσίαν
ἐξ οὐ γὰρ τὸ πρῶτον ἔδυς περὶ τεύχεα χρωτί
οὔτ’ ἔφυγες δηίους οὔτε τι τραῦμ' ἔλαβες.

Στην επιγραφή γίνεται επίκληση στην Αθηνά, η οποία έδωσε πραγματική υπόσχεση στον Σίσυφο και δεν τον ξεγέλασε στον ύπνο του, χαρίζοντάς του ανδρεία στην μάχη και προστατεύοντάς τον από τους εχθρούς. Το άγαλμα της θέσης αυτής ταυτίζεται με τον Σίσυφο Ι, καθότι η πλίνθος του ταιριάζει ακριβώς στην υποδοχή της θέσης VII του βάθρου.[13]

Θέση VIII Επεξεργασία

Στην θέση VIII του βάθρου υπάρχει η επιγραφή:

Αὔξων οἰκείων προγόνων ἀρετὰς τάδε δῶρα
στῆσεμ Φοίβῳ ἄνακτι, γένος καὶ πατρίδα τιμῶν,
Δάοχος εὐδόξῳ χρώμενος εὐλογία,
Τέτραρχος Θεσσαλῶν,
ἱερομνήμων Ἀμφικτυόνων.

Ο αναθέτης του συντάγματος Δάοχος ΙΙ, τέτραρχος των Θεσσαλών και ιερομνήμων, αναθέτει τα αγάλματά αυτά στον Απόλλωνα. Το άγαλμα του Δαόχου ΙΙ δεν σώζεται, παρά μόνον η πλίνθος και τα υπολείμματα των ποδιών πάνω σε αυτήν.[14](εικ.9) Για την εικόνα που θα είχε η μορφή του αναθέτη ο Dohrn [15] πιστεύει ότι αυτός θα παρουσιαζόταν γυμνός, κατά το πρότυπο της ηρωικής γυμνότητας, ενώ αντίθετα ο Τσιριβάκος [16] πιστεύει ότι έφερε ανάλογη ενδυμασία με τους Δάοχο Ι, Σίσυφο Ι και Ακνόνιο, καθώς η πλίνθος που σώζεται δείχνει ότι έφερε σανδάλια.

Θέση IX Επεξεργασία

Στην θέση IX του βάθρου υπάρχει η λιτή επιγραφή: Σίσυφος Δαόχου. Ο Σίσυφος ΙΙ είναι ο γιος του αναθέτη, το νεώτερο μέλος της οικογένειας, και ίσως πολύ νέος σε ηλικία, ώστε να έχει προλάβει να διακριθεί σε κάτι αξιομνημόνευτο.

Παραπομπές Επεξεργασία

  1. Jacquemin, A., Laroche, D., Le monument de Daochos ou le trésor des Thessaliens, BCH 125.1, 305-332
  2. Smith R.R.R., Hellenistic Sculpture, Thames and Hudson, Λονδίνο 1991, 52
  3. Th. Homolle, Lysippe et l’ex-voto de Daochos, BCH 23 (1899) σ.426-433
  4. Gardiner,Ε.M., Smith, K.K., “The group dedicated by Daochus at Delphi”, AJA 13 (1909)σ.447-475
  5. Will,E., “À propos de la base des Thessaliens à Delphes”, BCH 62 (1938) σ.289-304, πιν.30-32
  6. Thémélis, P.,“Contribution à l’étude de l’ex-voto delphique de Daochos” BCH103 (1979) σ.507-520
  7. Homolle,Th., Lysippe et l’ex-voto de Daochos, BCH 23 (1899) σ.426-433
  8. Homolle,ό.π.
  9. Τσιριβάκος,Η.,“Παρατηρήσεις επί του μνημείου του Δαόχου”, ΑΕ 1972, σ.70- 85, πιν.22-33
  10. Gardiner,Ε.M., Smith,K.K., “The group dedicated by Daochus at Delphi”, AJA 13 (1909)σ.447-475
  11. Gardiner,Ε.M.,Smith,K.K., “The group dedicated by Daochus at Delphi”, AJA 13 (1909)σ.447-475
  12. T. Dohrn, “Die Marmor Standbilder des Daochos Weihgeschenks in Delphi”, Antike Plastik, τ.8 (1968) σ.33-53
  13. Homolle, ό.π.
  14. Homolle, ό.π.
  15. T. Dohrn, “Die Marmor Standbilder des Daochos Weihgeschenks in Delphi”,Antike Plastik, τ.8 (1968) σ.33-53
  16. Τσιριβάκος, ό.π.

Βιβλιογραφία Επεξεργασία

  • Adam, Sh., “The technique of Greek sculpture in the archaic and classical periods”, BSA supplement τ.3 (1966)
  • Arnold, D., Die Polykletnachfolge, Βερολίνο 1969
  • Bieber, M., “A critical review”, AJA 74 (1970) σ.92-93
  • Biezantz, H., Die thessalischen Grabreliefs, Mainz am Rhein 1965
  • Boardman, J ., Ελληνική Πλαστική. Ύστερη Κλασική Περίοδος (Μτφ. Α. Καλλεγιά-Γαδ) Αθήνα 1999
  • Bourguet, E., Les ruines de Delphes, Παρίσι 1914

Brown, B., Anticlassicism in Greek Sculpture of the Fourth Century B. C ., Νέα Υόρκη 1973

  • Collignon, M., Lysippe, Παρίσι 1905
  • Croissant, F., Marcadé, J., “Phocide, I. Delphes. Sculptures des frontons du

temple du IV siecle”, BCH 96 (1972) σ.887-895

  • Croissant, F., “Delphes, IΙ. Sculptures”, BCH 98 (1974) σ.785-788
  • Croissant, F., “La statue assise de la voie sacrée à Delphes”, BCH 102 (1978) σ.587-590
  • Croissant, F., “Les frontons du temple du IV siecle à Delphes: Premiers essais de restitution”, RA (1980) σ. 172-181
  • De La Coste Messelière, P., “Un diadumene Lysippéen au musée de Delphes”, RevArtAnc 48 (1925) σ.209-222
  • Dittenberger, G., Sylloge Inscriptionurn Graecarum, τ.1, Hildesheim 1960
  • Dohrn, T., “Die Marmor Standbilder des Daochos Weihgeschenks in Delphi”, Antike Plastik, τ.8 (1968) σ.33-53
  • École Française D’Athènes, Guide de Delphes, Le Musée, Παρίσι 1991
  • Evans, K.E., The Daochos Monument, Michigan 1996
  • Gardiner, E.M., Smith, K.K., “The group dedicated by Daochus at Delphi”, AJA 13 (1909) σ.447-475, πιν.14
  • Gardner, P., “The Apoxyomenos of Lysippus”, JHS 25 (1905) σ.234-259
  • Homolle, Th., “Découvertes de Delphes”, Gazette des Beaux-Arts, 3η σειρά, τ.12 (1894) σ.441-454
  • Homolle, Th., “Ex-vοto trouvés à Delphes”, BCH 21 (1897) σ.592-598
  • Homolle, Th., “La date de l’ex-voto des Thessaliens”, BCH 22 (1898) σ.633
  • Homolle, Th., “Lysippe et l’ex-voto de Daochos”, BCH 23 (1899) σ.421-485
  • Homolle, Th., “Chronique des fouilles et découvertes archéologiques”, BCH 48 (1924)
  • Hyde, W.W., “Lysippus as a worker in marble”, AJA 11 (1907) σ.396-416
  • Θέμελης, Π., “Κεντρική μορφή από το ανατολικό αέτωμα του ναού του Απόλλωνος των Δελφών”, AE 1976, σ.8-11
  • Jacob-Felsch, M., Die Entwicklung griechischer Statuenbasen und die Aufstellung der Statuen, Waldsassen/Bayern 1969
  • Jacquemin, A., Laroche, D., "Le monument de Daochos ou le Tresor des Thessaliens", BCH 125, 2001, 305-332
  • Jex-Blake, K., Sellers, E., The elder Pliny’s chapters on the history of art, Σικάγο 1976
  • Johnson, F.P., Lysippos, Νέα Υόρκη 1968
  • Lattimore, S., “The Chlamys of Daochos”, AJA 79 (1975) σ.87-88
  • Lechat, H., “L’ Agias de Lysippe”, Revue des études anciennes, τ.2 (1900)
  • Lullies, R., Griechische Plastik. Von Anfängen bis zum Ausgang des Hellenismus, Movaxo 1960
  • Marcadé, J ., Recueil des signatures de sculpteurs grecs, τ.1, Παρίσι 1953
  • Moreno, P., Lisippo, l ’arte e la fortuna, 1995
  • Morrow, K.D., Greek Footwear and the Dating of Sculpture, Madison 1985
  • Picard, Ch., De La Coste-Messelière, P., La sculpture grecque à Delphes, Παρίσι 1927
  • Pouilloux, J., Fouilles de Delphes. (Topographie et architecture. La région nord du sanctuaire (de l’epoque archaique à la fin du sanctuaire)) τ.2, Παρίσι 1960
  • Pouilloux, J ., Fouilles de Delphes. (Épigraphie. Fassicule IV. Les inscriptions de la terrasse du temple et de la région nord du sanctuaire) τ.3, Παρίσι 1976
  • Ridgway, B.S., “Die Thessalischer Grabreliefs-Studien zur Nordgriechischen Kunst, by Hagen Biesantz”, AJA 71 (1967) σ.99-101
  • Sjöqvist, E., Lysippus, Cincinnati 1996
  • Smith, K.K., “The Olympic Victory of Agias of Thessaly”, CP 5 (1910) σ.169-174
  • Stewart, A.F., “Lysippan Studies. 1. The Only Creator of Beauty”, AJA 82 (1978)

σ.164-17 1

  • Stewart, A.F., “Lysippan Studies. 2. Agias and Oilpourer”, AJA 82 (1978) σ. 301-313
  • Stewart, A.F., Greek Sculpture. An Exploration, New Haven & Λονδίνο 1990
  • Tarbell, F.B., “Some present problems in the history of greek sculpture” AJA 8 (1904) σ.442-459
  • Thémélis, P., “Contribution à l’étude de l’ex-voto delphique de Daochos” BCH 103 (1979) σ.507-520
  • Themelis, P., Delphi, The Archaeological Site and the Museum, Αθήνα 1980
  • Todisco, L., Scultura Greca del ΙV secolο, Μιλάνο 1993
  • Τσιριβάκος, Η., “Παρατηρήσεις επί του μνημείου του Δαόχου”, ΑΕ 1972, σ.70-85, πιν.22-33
  • Will, E., “À propos de la base des Thessaliens à Delphes”, BCH 62 (1938) σ.289-304, πιν.30-32
  • Wolters, P., “Die delphische Statue des Agias”, Sitz. Bayer. Akad. Wiss., 1913, 4η πραγματεία, Archäologische Bemerkungen, σ.40-50