Απόδραση
Το λήμμα δεν περιέχει πηγές ή αυτές που περιέχει δεν επαρκούν. |
Αυτό το λήμμα παρουσιάζει το θέμα από ελληνική οπτική γωνία ή δίνει δυσανάλογο βάρος στην ελληνική πτυχή ενός παγκόσμιου θέματος. Προσπαθήστε να το ανασκευάσετε ή και να προσθέσετε πληροφορίες έτσι ώστε να καλύπτει πληρέστερα και περισσότερο ουδέτερα το θέμα. Παρακαλούμε δείτε τη σχετική συζήτηση στη σελίδα συζήτησης του λήμματος. |
Γενικά με τον όρο απόδραση, ή δραπέτευση, χαρακτηρίζεται η κολάσιμη εκείνη πράξη κρατούμενου ή φυλακισμένου που ενδεχομένως να επιχειρήσει, ή έχει επιχειρήσει, προκειμένου ν΄ ανακτήσει την ελευθερία του. Σημειώνεται ότι η κράτηση ή φυλάκιση θα πρέπει προηγουμένως να έχει διαταχθεί από κρατική δημόσια Αρχή.
Η πράξη αυτή θεωρείται να προσβάλει την πολιτική εξουσία, και μπορεί να εκδηλωθεί είτε με άσκηση βίας είτε χωρίς. Απόδραση παραπάνω προσώπου μπορεί να συμβεί από κρατητήριο, ή φυλακή, ή νοσοκομείο, ή ιατρείο, που έχει προσαχθεί για ιατρική εξέταση, ή από δικαστική αίθουσα, ή στρατόπεδο ή άλλο χώρο εκτοπισμού ή τέλος κατά την μεταγωγή προς ή από τους προηγουμένους χώρους.
- Ιδιαίτερες περιπτώσεις αποτελούν η απόδραση αιχμαλώτου ή η απόδραση τροφίμου ειδικού εσώκλειστου ιδρύματος που δεν εξετάζονται στο παρόν άρθρο.
Μεταφορικά ο όρος χρησιμοποιείται με την έννοια της φυγής από την καθημερινότητα (π.χ. μικρές αποδράσεις στη θάλασσα ή στη Χ τοποθεσία).
Ελληνική νομοθεσία
ΕπεξεργασίαΣύμφωνα με την ελληνική νομοθεσία (Ποινικό Δίκαιο) η απόδραση χαρακτηρίζεται πλημμέλημα και κατά το άρθρο 173 του Ποινικού Κώδικα προβλέπεται ποινή φυλάκισης μέχρι ένα χρόνο. Η ποινή αυτή εκτίεται, μετά βέβαια τη σύλληψη του δραπέτη, αθροιστικά, δηλαδή μετά την ολοκλήρωση της έκτισης της πρότερης ποινής που είχε επιβληθεί και κρατούνταν, και όχι βάσει των διατάξεων κατά συρροή.
Υπόψη ότι ο νομοθέτης αναγνωρίζει την έμφυτη τάση του ανθρώπου προς απόκτηση της ελευθερίας του και της εξ αυτής ψυχική φόρτιση που μπορεί να έχει ο δράστης, και γι΄ αυτό και η ποινή προβλέπεται μικρή.
Σημειώνεται ότι στον πρώτο ελληνικό ποινικό νόμο που συντάχθηκε επί βασιλείας Όθωνα, όταν όπως λέγεται ασκούσε απόλυτη μοναρχία, η πράξη αυτή δεν χαρακτηριζόταν κολάσιμη, όπως συνέβαινε και σε άλλες Ηγεμονίες της Ευρώπης, (Γερμανική Αυτοκρατορία, Γαλλική Αυτοκρατορία κ.ά.), ενώ υπάρχουν και πολλά παραδείγματα Ηγεμόνων που στη συνέχεια όταν συλλαμβάνονταν οι δραπέτες τους χάριζαν το υπόλοιπο των ποινών τους και τους ελευθέρωναν, ή άλλους που τους προσλάμβαναν ακόμα και στις υπηρεσίες τους, όπως χαρακτηριστική τέτοια περίπτωση ήταν των κουρσάρων.
Σε νεότερη όμως αναθεώρηση του ελληνικού ποινικού νόμου προστέθηκε το παραπάνω άρθρο 173, συνέχεια του οποίου και το άρθρο 174 που περιλαμβάνει τη "στάση κρατουμένων", με βαρύτερες ποινές, "βιαιοπραγίες κατά σωφρονιστικών υπαλλήλων" κ.λπ.
Κατ΄ αντιστοιχία ταυτόσημες διατάξεις για ίδιο αδίκημα τελούμενο από στρατιωτικό προβλέπει και ο στρατιωτικός ποινικός κώδικας κατά τα άρθρα 89 και 90.