Ποινικός Κώδικας (Π.Κ., προφερόμενο Πι-Κάπα), ή Γενικός Ποινικός Νόμος, ονομάζεται η συλλογή κανόνων του Ποινικού Δικαίου κάθε χώρας που έχει κωδικοποιηθεί σε ενιαίο νομοθέτημα, που εκδίδουν και στη συνέχεια εφαρμόζουν τα αρμόδια κρατικά όργανα.

Ο Ελληνικός Ποινικός Κώδικας Επεξεργασία

Στην Ελλάδα, πρώτο συστηματοποιημένο ποινικό νομοθέτημα υπήρξε το Απάνθισμα των Εγκληματικών, το οποίο ψηφίσθηκε από την Β' Εθνική Συνέλευση των Ελλήνων και τέθηκε σε ισχύ από 1/7/1823, προς πραγμάτωση της σχετικής πρόβλεψης του επαναστατικού συντάγματος της Επιδαύρου περί συστάσεως επιτροπών για την κατάρτιση αστικού, ποινικού και εμπορικού κώδικα. Το Απάνθισμα παρέμεινε σε ισχύ έντεκα έτη.[1]

Μετά την ίδρυση του ανεξάρτητου ελληνικού κράτους και την έλευση του βασιλέως Όθωνα, κρίθηκε επιτακτική η σύνταξη νέου ποινικού κώδικα, ανταποκρινόμενου στα ευρωπαϊκά νομικά πρότυπα. Έτσι, συντάχθηκε από τον Γκέοργκ Λούντβιχ φον Μάουρερ, μέλος της Αντιβασιλείας, ο Ποινικός Νόμος (Π.Ν.) με βάση πλέον τον βαυαρικό ποινικό κώδικα του 1813, όπως αυτός είχε στη συνέχεια τροποποιηθεί με νεότερα βαυαρικά νομοσχέδια των ετών 1822, 1827 και 1831.

Ο Π.Ν. δημοσιεύτηκε στις 10 Ιανουαρίου του 1834 και τέθηκε σε ισχύ στις 19 Απριλίου του 1834, καταργώντας το Απάνθισμα των Εγκληματικών. Το κείμενο του νόμου δημοσιεύτηκε στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως σε δύο γλώσσες, στην ελληνική και τη γερμανική. Μετά όμως από κάποιες αναγκαίες μεταφραστικές κυρίως διορθώσεις που έγιναν, εκδόθηκε νεότερο διάταγμα για επαναδημοσίευση μόνο του ελληνικού κειμένου δύο χρόνια μετά, στο ΦΕΚ στις 3 Νοεμβρίου του 1836 ως παράρτημα του προηγουμένου. Έκτοτε παρέμεινε σε ισχύ μόνο το ελληνικό κείμενο σύμφωνα με σχετικό διάταγμα. Παρά ταύτα αν και ο ουσιαστικά γερμανικός αυτός νόμος υπήρξε σπουδαίο και λίαν πολύτιμο όργανο ειδικά επί των ερμηνειών της νομικής επιστήμης, δεν μπορούσε να λειτουργήσει επί των λεγομένων τότε «παραλλαγών».

Έτσι ο Ποινικός Νόμος υπέστη πολλές τροποποιήσεις με νεότερα διατάγματα φθάνοντας το 1910 στην ανάγκη έκδοσης νέου ανακαινισμένου ποινικού κώδικα που να περιέχει κωδικοποιημένα όλες τις τροποποιήσεις που στο μεταξύ είχαν πραγματοποιηθεί. Το 1911 συνεστήθη ειδική τριμελής επιτροπή για το σκοπό αυτό που λόγω όμως συνεχών εμποδίων και κωλυμάτων το σχέδιο του νέου νόμου άρχισε να χαρακτηρίζεται «πέπλος της Πηνελόπης» όταν και εκδόθηκε τελικά 40 περίπου χρόνια μετά, το 1950, με την έκδοση του Νόμου 1492/1950 από 17-8-1950, όπου ουσιαστικά μέχρι τότε ίσχυε ο από του 1836 Π.Ν.. Τέλος με την έκδοση του ΠΔ.283/1985 που δημοσιεύτηκε στο ΦΕΚ Α-106/1985 τέθηκε σε ισχύ η μεταγλωττισμένη μορφή του στη δημοτική.

Την 1/7/2019 τέθηκε σε ισχύ ο νυν ισχύων, τέταρτος κατά σειράν, Ποινικός Κώδικας (νόμος 4619/2019) μετά πολύχρονη επεξεργασία από επιτροπή νομικών .

Το περιεχόμενο του Ποινικού Κώδικα κατανέμεται νομοτεχνικά σε δύο μέρη, το μεν πρώτο είναι το Γενικό (διατάξεις περί ευθύνης, ποινών, κλπ. που αφορούν τα αδικήματα γενικά), το δε δεύτερο το Ειδικό μέρος (τα συγκεκριμένα αδικήματα με τις αντίστοιχες ποινές). Αυτών ακολουθούν οι λεγόμενες "μεταβατικές διατάξεις". Στον Π.Κ. δεν περιλαμβάνονται κυρωτικοί κανόνες που αφορούν ιδιαίτερες περιπτώσεις, μη εμπίπτουσες στη βάση του πάγιου και ευρύτερου χαρακτήρα της κοινωνικής ζωής.

Παραπομπές Επεξεργασία

  1. Χατζης*, Αριστειδης (4 Οκτωβρίου 2020). «Ο Ποινικός Κώδικας του 1823». Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ (στα greek). Ανακτήθηκε στις 29 Οκτωβρίου 2023. 

Πηγές Επεξεργασία

  • Το κείμενo του Ποινικού Κώδικα 2019
  • Κοτσαλής, Κιούπης (επιμέλεια) (2007). Ιστορία του Ποινικού Δικαίου και των Ποινικών Θεσμών. Εκδόσεις Αντ. Ν. Σάκκουλα
  • Μιρασγετζής (1940). Ο πρώτος ποινικός κώδιξ της νεωτέρας Ελλάδος, Εκδόσεις Αθήναι
  • Μιρασγετζής (1934) Η Ελληνική Ποινική Νομοθεσία κατά τα έτη 1822-1834, Εκδόσεις Αθήναι