Γεώργιος Λουδοβίκος φον Μάουρερ
Το λήμμα παραθέτει τις πηγές του αόριστα, χωρίς παραπομπές. |
Ο Γκέοργκ Λούντβιχ φον Μάουρερ ή Γεώργιος Λουδοβίκος φον Μάουρερ (γερμ. Georg Ludwig von Maurer, 1790-1872) ήταν επιφανής Βαυαρός νομομαθής, καθηγητής του Πανεπιστημίου του Μονάχου, μέλος της Βασιλικής Ακαδημίας, ισόβιος σύμβουλος του κράτους της Βαυαρίας και μέλος της τριμελούς Αντιβασιλείας του Όθωνα στο νεοσύστατο Βασίλειο της Ελλάδος.
Γεώργιος Λουδοβίκος φον Μάουρερ | |
---|---|
Γενικές πληροφορίες | |
Όνομα στη μητρική γλώσσα | Georg Ludwig von Maurer (Γερμανικά) |
Γέννηση | 2 Νοεμβρίου 1790[1][2] Ερπολζχάιμ |
Θάνατος | 9 Μαΐου 1872[1][2] Μόναχο[3] |
Τόπος ταφής | παλαιό νότιο νεκροταφείο του Μονάχου (48°7′47″ s. š., 11°34′0″ v. d.) |
Χώρα πολιτογράφησης | Βασίλειο της Βαυαρίας Ελλάδα Γερμανική Αυτοκρατορία |
Εκπαίδευση και γλώσσες | |
Ομιλούμενες γλώσσες | Γερμανικά[4] |
Σπουδές | Πανεπιστήμιο της Χαϊδελβέργης |
Πληροφορίες ασχολίας | |
Ιδιότητα | νομικός ιστορικός ιστορικός πολιτικός διδάσκων πανεπιστημίου διπλωμάτης νομικός[5] |
Εργοδότης | Πανεπιστήμιο του Μονάχου |
Οικογένεια | |
Τέκνα | Konrad von Maurer |
Αξιώματα και βραβεύσεις | |
Αξίωμα | Υπουργός Εξωτερικών |
Βραβεύσεις | Βαυαρικό Μαξιμιλιανό Τάγμα για τις Επιστήμες και Τέχνες (1867) επίτιμος διδάκτωρ του πανεπιστημίου της Βιέννης[6] |
Σχετικά πολυμέσα | |
Βιογραφία
ΕπεξεργασίαΓεννήθηκε στο Ερποτζχάιμ, παρά τω Ντυρκεχάιμ στις 2 Νοεμβρίου 1790. Ο πατέρας του ήταν Προτεστάντης κληρικός (πάστορας). Τελειώνοντας το Γυμνάσιο της Χαϊδελβέργης, όπου είχαν καταφύγει οι γονείς του μετά την εισβολή του γαλλικού στρατού, σπούδασε νομικά στο πανεπιστήμιο της ίδιας πόλης, όπου και αναγορεύθηκε διδάκτορας. Αρχικά ασχολήθηκε με τη δικηγορία και στη συνέχεια μετέβη στο Παρίσι, (1812), για συνέχιση σπουδών. Μελετώντας εκεί επί διετία το γαλλικό Δίκαιο, επέστρεψε στη Βαυαρία και εισήλθε στον δικαστικό κλάδο.
Το 1814 διορίστηκε δικαστικός αντεπίτροπος του κράτους, (σημερινός αντιεισαγγελέας πρωτοδικών), το 1816 γενικός αντεπίτροπος του κράτους (αντιεισαγγελέας εφετών), και τον επόμενο χρόνο μέλος του εφετείου του αναθεωρητικού δικαστηρίου όπου και ανέλαβε δικαστικός επίτροπος του κράτους.
Ο Μάουρερ παράλληλα με τα δικαστικά του καθήκοντα ασχολήθηκε και με τη συγγραφή ακαδημαϊκών μελετών, εκδίδοντας το 1824 το περίφημο έργο του Geschichte des altgermanischen, namentlich altbayrischen öffentlich-mündlichen Gerichtsverfahrens, με το οποίο άρχισε και η ακαδημαϊκή του σταδιοδρομία με την ανακήρυξή του ως μέλους της Ακαδημίας των Επιστημών και τον διορισμό του ως καθηγητή της Ιστορίας του γερμανικού και γαλλικού Δικαίου στο Πανεπιστήμιο του Μονάχου. Το 1829 ο βασιλιάς της Βαυαρίας Λουδοβίκος Α΄ τον ανακήρυξε Μυστικοσύμβουλο της Πολιτείας (Geheimer Hofrat und Staatsrat) και το 1831 του απένειμε τον τίτλο του Ιππότη ισόβιου συμβούλου.
Αντιβασιλεία Όθωνα
ΕπεξεργασίαΤην τελευταία θέση αυτή κατείχε ο Μάουρερ όταν ο Βασιλιάς τον κάλεσε να συμμετάσχει στην τριμελή επιτροπή αντιβασιλείας της Ελλάδος που θα συνόδευε τον νεαρό Βασιλιά Όθωνα στην Ελλάδα. Ο Μάουρερ αποδέχθηκε τον διορισμό και ήλθε στην Ελλάδα μαζί με τον Όθωνα, όπου από την πρώτη στιγμή, κατά την κατανομή των αρμοδιοτήτων διοίκησης της νέας χώρας, ανέλαβε με ιδιαίτερο ζήλο το πλέον δυσχερέστερο έργο, όπως ομολογήθηκε αργότερα, που ήταν η οργάνωση της Δικαιοσύνης, της Εκκλησίας και της Εκπαίδευσης.
Με την ανάληψη της Αντιβασιλείας η οργάνωση της Δικαιοσύνης και ειδικά η σύσταση δικαστηρίων ήταν η πλέον αναγκαία, όταν μάλιστα μετά τη δολοφονία του Ιωάννη Καποδίστρια η κυβέρνηση που ακολούθησε στις 20 Οκτωβρίου 1832 με διάταγμά της είχε καταργήσει όλα τα δικαστήρια εκτός από τα ειρηνοδικεία! Έτσι με το από 22 Φεβρουαρίου 1833 βασιλικό διάταγμα της Αντιβασιλείας ο Μάουρερ προέβη στη σύσταση των πρώτων τριμελών δικαστηρίων στο Ναύπλιο (πρωτεύουσα), Μεσολόγγι, και Θήβα. Το τελευταίο στις 8 Δεκεμβρίου 1833 μεταφέρθηκε στη Χαλκίδα. Παράλληλα όμως έπρεπε και να εκδοθεί ένα πλήθος διαταγμάτων προκειμένου να υφίσταται ομοιόμορφη οργάνωση των παραπάνω, καθώς και μια σαφέστερη νομοθεσία περί των αδικημάτων, την απόδοση της δικαιοσύνης, κ.λπ. Την οργάνωση αυτή ανέλαβε προσωπικά ο Μάουρερ, ο οποίος και πέτυχε σε διάστημα μόλις δύο ετών να τη φέρει σε πέρας αφενός με την εκπόνηση του ποινικού νόμου και αφετέρου με την οργάνωση των δικαστηρίων.
- Ο «Ποινικός Νόμος του φον Μάουρερ» συντάχθηκε αρχικά κατά τον περίφημο βαυαρικό αντίστοιχο νόμο του 1813, που ήταν έργο του Φέρμπαχ, γνωστότερος ως γερμανικός ποινικός νόμος με όλες τις βελτιώσεις που είχε στο μεταξύ υποστεί (1822, 1827, και 1831). Ο νόμος αυτός δημοσιεύτηκε στις 10 Ιανουαρίου του 1834 και τέθηκε σε ισχύ στις 19 Απριλίου του 1834 κατά μετάφραση στην ελληνική υπό των Σχοινά και Πολυζωίδη.
- Η δε «Πολιτική Δικονομία» συντάχθηκε με βάση τόσο το γαλλικό όσο και το γερμανικό πρότυπο, με περιέχουσα αρκετή ύλη του σήμερα αποκαλούμενου αστικού δικαίου, η οποία και δημοσιεύτηκε στις 2/14 Απριλίου 1834.
- Η «Ποινική Δικονομία» που συντάχθηκε με πρότυπα τη γαλλική και περισσότερο τη βαυαρική δημοσιεύτηκε στις 10/22 Μαρτίου 1834 με την οποία και καθορίστηκε και ο θεσμός των ορκωτών δικαστηρίων που υπεραμύνονταν ο Μάουρερ.
- Ενώ ο νέος «Οργανισμός Δικαστηρίων και Συμβολαιογράφων» ακολούθησε το γαλλικό σχετικό νόμο ως πρότυπο θέτοντας το θεσμό των Ειρηνοδικείων, Πρωτοδικείων, Εφετείων και του Ακυρωτικού που ονομάστηκε Άρειος Πάγος. Το διάταγμα αυτού δημοσιεύτηκε στις 21 Ιανουαρίου / 2 Φεβρουαρίου του 1834 (ν.ημ.).
Με νεότερα σχετικά διατάγματα που εκδόθηκαν τον Ιανουάριο του 1835 διορίστηκε και το πρώτο προσωπικό των νέων δικαστηρίων, ενώ ορίσθηκε η 25 Ιανουαρίου του 1835 ως ημέρα πλήρους εφαρμογής όλων των παραπάνω νέων νομοθετημάτων, εκτός του πρώτου που είχε ήδη τεθεί σε ισχύ.
Και όμως για το ηράκλειο αυτό νομοθετικό έργο, αν ληφθεί υπόψη η υπάρχουσα τότε υποδομή και τα μέσα της εποχής με τις πρώτες αδυναμίες συνεννόησης προκειμένου το νεοσύστατο Βασίλειο να συνταχθεί με τα ευρωπαϊκά της εποχής πρότυπα, ο Μάουρερ κατακρίθηκε.
Μετά από μια σειρά φαινομένων εχθρικής στάσης του προέδρου της Αντιβασιλείας Κόμη Άρμανσμπεργκ προς το πρόσωπο του Μάουρερ, που ήταν προϊόν των έντονων διαφωνιών του δεύτερου ως προς την άσκηση εξουσίας του πρώτου, ο Μάουρερ με διαταγή του Βασιλιά της Βαυαρίας ανακλήθηκε τον Ιούλιο του 1834, ενώ στις 21 Ιουλίου του ίδιου έτους δημοσιεύθηκε και το σχετικό βασιλικό διάταγμα της διακοπής του ως μέλος της Αντιβασιλείας.
Ανάκληση
ΕπεξεργασίαΕπιστρέφοντας ο Μάουρερ στη Βαυαρία ανέλαβε τα προηγούμενα καθήκοντά του και το 1847 ανέλαβε υπουργός στη κυβέρνηση του Άμπελ, για λίγο όμως χρονικό διάστημα, μετά την παραίτηση της κυβέρνησης. Όταν επισκέφθηκε αργότερα την Ελλάδα, το 1858, στις εορτές της 25ετηρίδας της βασιλείας του Όθωνα, σύσσωμοι οι Έλληνες δικαστές τον τίμησαν με ειδικό χρυσό μετάλλιο που έφερε την προτομή του και ειδικό επίγραμμα σε ένδειξη ευγνωμοσύνης.
Ο Μάουρερ πέθανε στο Μόναχο στις 9 Μαΐου 1872. Γιος του ήταν ο Κόνραντ φον Μάουρερ, επίσης καθηγητής πανεπιστημίου.
Συγγραφικό έργο
Επεξεργασία- Geschichte des altgermanischen, namentlich altbayrischen öffentlich-mündlichen Gerichtsverfahrens, Χαϊδελβέργη 1824
- Einleitung zur Geschichte der Mark-, Hof-, Dorf- und Stadt-Verfaßung und der öffentlichen Gewalt, εκδ. «Kaiser», Μόναχο 1854
- Geschichte der Markenverfassung in Deutschland, Erlangen 1856
- Geschichte der Fronhöfe, der Bauernhöfe und der Hofverfassung in Deutschland, 4 τόμοι, Erlangen 1862-63
- Geschichte der Dorfverfassung in Deutschland, 2 τόμοι, Erlangen 1865-66
- Geschichte der Städteverfassung in Deutschland, 4 τόμοι, Erlangen 1869-71
Παραπομπές
Επεξεργασία- ↑ 1,0 1,1 1,2 Εθνική Βιβλιοθήκη της Γερμανίας: (Γερμανικά) Gemeinsame Normdatei. Ανακτήθηκε στις 9 Απριλίου 2014.
- ↑ 2,0 2,1 2,2 (Αγγλικά) SNAC. w6jd55wj. Ανακτήθηκε στις 9 Οκτωβρίου 2017.
- ↑ «Большая советская энциклопедия» (Ρωσικά) Η Μεγάλη Ρωσική Εγκυκλοπαίδεια. Μόσχα. 1969. Ανακτήθηκε στις 28 Σεπτεμβρίου 2015.
- ↑ «Identifiants et Référentiels». (Γαλλικά) IdRef. Agence bibliographique de l'enseignement supérieur. Ανακτήθηκε στις 20 Μαΐου 2020.
- ↑ Ανακτήθηκε στις 14 Ιουνίου 2019.
- ↑ geschichte
.univie .ac .at /en /persons /georg-ludwig-von-maurer-dr-hc.
Πηγές
Επεξεργασία- Μεγάλη Ελληνική Εγκυκλοπαίδεια, τόμ. ΙΣΤ΄, σελ. 655