Ο Ατενόλφος Α΄, γερμ.: Atenulf I, που ονομάζεται Μέγας (λατιν.: magnus), (απεβ. το 910) από τον Οίκο των Λαντουλφιδών ήταν πρίγκιπας της Κάπουα από τις 7 Ιανουαρίου 887 και του Μπενεβέντο από το 899, όταν κατέκτησε αυτό το πριγκιπάτο. Χρησιμοποίησε επίσης τον τίτλο πρίγκιπας του λαού των Λομβαρδών (princeps gentis Langobardorum), ένας απόηχος τού τίτλου που χρησιμοποιούσε ο πρώτος πρίγκιπας του Μπενεβέντο μετά την κατάρρευση της συνοχής των Λομβαρδών το 774.

Ατενόλφος Α΄ της Κάπουα
Γενικές πληροφορίες
Γέννηση9ος αιώνας
Μπενεβέντο
Θάνατος910
Κάπουα
Πληροφορίες ασχολίας
Ιδιότηταφεουδάρχης
Οικογένεια
ΤέκναΛανδούλφος Α΄ του Μπενεβέντο
Ατενόλφος Β΄ του Μπενεβέντο
ΓονείςΛάντενουλφ του Τεάνο[1] και NN[1]
ΟικογένειαΛανδουλφίδες

Βιογραφία

Επεξεργασία

Γιος τού Λάντενουλφ Α΄, διοικητή (gastald) του Tεάνo, ο Ατενόλφος, μέσω της επιρροής και των κατακτήσεών του, επέτυχε να δικαιώσει τις αξιώσεις της Λομβαρδικής οικογένειάς του για ένα πριγκιπάτο, σε αυτά του Μπενεβέντο και του Σαλέρνο. Από το 879 η Κάπουα είχε αντιπαρατεθεί μεταξύ πολλών υποψηφίων, αλλά μέχρι το 887 ο Ατενόλφος είχε αποκλείσει τους αδελφούς και τους εξαδέλφους του από τη διαμάχη και έγινε ο μοναδικός πρίγκιπας, με τη βοήθεια του υπάτου Αθανασίου της Νάπολης. Τον επόμενο χρόνο (888) βρισκόταν σε πόλεμο με τον Αθανάσιο για τη «Λιβουρνία». Έδωσαν μία αναποφάσιστη μάχη στο Σαν Κάρτσιο στο Κλάνιο.

Ο Ατενόλφος έστρεψε τότε την προσοχή του στο Μπενεβέντο, το οποίο βρισκόταν ακόμη υπό τον έλεγχο του Βυζαντίου και στη συνέχεια στο Σπολέτο. Το κατέκτησε από τον κάποτε έκπτωτο πρίγκιπα Ράντελχις Β΄ το 899 και ανακηρύχθηκε πρίγκιπας στη Σάντα Σοφία στο Μπενεβέντο τον Ιανουάριο του 900. Αντιτάχθηκε από τον άλλοτε επίτροπο του Μπενεβέντο, τον επίσκοπο Πέτρο, τον οποίο εξόρισε στο Σαλέρνο. Έχοντας ενώσει το μεγαλύτερο μέρος των Λομβαρδών της Νότιας Ιταλίας, κατεύθυνε την επιθετικότητά του προς τους Σαρακηνούς του Γκαριλιάνο.

Ο Ατενόλφος Α΄ συμμάχησε με το Αμάλφι και τον Γρηγόριο Δ΄ δούκα της Νάπολης και επιτέθηκε και νίκησε τους Σαρακηνούς το 903. Έγινε υποτελής των Βυζαντινών για να λάβει στρατιωτική βοήθεια, αλλά δεν έλαβε καμιά. Πέρασε το υπόλοιπο της ζωής του προετοιμάζοντας μία μεγάλη δεύτερη αποστολή. Απεβίωσε πριν την ολοκλήρωσή της, αν και είχε ως αποτέλεσμα τη διάσημη και επιτυχημένη μάχη του Γκαριλιάνo το 915. Για τις επιτυχίες του εναντίον των Μουσουλμάνων, του αφιερώθηκε ένα ποίημα του Εουτζένιο Βουλγκάριο. Τον Ατενόλφος Α΄ διαδέχθηκε ο γιος του Λανδούλφος Α΄, τον οποίο είχε συγκυβερνήτη στο πριγκιπάτο το 901. Ο Ατενόλφος Α΄ ανακήρυξε τα δύο πριγκιπάτα της Κάπουα και του Μπενεβέντο αχώριστα και θέσπισε την αρχή της συγκυβέρνησης με τον διάδοχο (γιο ή αδελφό), αρχή που θα διατηρείτο στο πριγκιπάτο μέχρι τη διαίρεσή του το 981.

Οικογένεια

Επεξεργασία

Είχε τέκνα:

Οίκος των Λανδουλφιδών (της Κάπουα)

Επεξεργασία
Λάντενουλφ Α΄
γαστάλδος του Τεάνο
ΟΙΚΟΣ ΛΑΝΔΟΥΛΦΙΔΩΝ
Ατενόλφος Α΄ της Κάπουα
πρίγκιπας της Κάπουα & Μπενεβέντο
Λανδούλφος Α΄ του Μπενεβέντο
πρίγκιπας του Μπενεβέντο & Κάπουας
ανθύπατος, πατρίκιος
∞ Γκέμα της Νάπολης
Ατενόλφος Β΄
συγκυβερνήτης του Μπενεβέντο
Ατενόλφος Γ΄
∞ Ροτίλντα του Σαλέρνο
Λανδούλφος Β΄ ο Ερυθρός
πρίγκιπας του Μπενεβέντο & Κάπουα
∞ Υβαντία
Λανδούλφος της Κόντσα
πρίγκιπας του Μπενεβέντο και Σαλέρνο
Πανδόλφος Α΄ ο Σιδηροκέφαλος
πρίγκιπας του Μπενεβέντο,
Κάπουα, Σπολέτο, Σαλέρνο
∞ Αλοάρα
Λανδούλφος Γ΄
πρίγκιπας του Μπενεβέντο
∞ Γαϊτελγρίμα του Αβελίνο
Λάντενουλφ,
Λάντουλφ,
Ίντουλφ,
Γουαϊμάρ
Λανδούλφος Δ΄
πρίγκιπας του Μπενεβέντο & Κάπουα
Πανδόλφος Β΄
πρίγκιπας του Σαλέρνο
ΑτενόλφοςΛάντενουλφ Β΄
πρίγκιπας της Κάπουα
Λαϊδούλφος
κόμης του Τεάνο
Πανδόλφος Β΄
πρίγκιπας του Μπενεβέντο
Λανδούλφος Ζ΄
πρίγκιπας της Κάπουα
Πανδόλφος Ε΄
πρίγκιπας της Κάπουα
Λανδούλφος Ε΄
πρίγκιπας του Μπενεβέντο
Πανδόλφος Δ΄ ο Λύκος
πρίγκιπας της Κάπουα
Πανδόλφος Β΄ ο Μέλας
πρίγκιπας της Κάπουα
ΙωάννηςΠανδόλφος Γ΄
πρίγκιπας του Μπενεβέντο
Ατενούλφος
πρίγκιπας του Μπενεβέντο
(Ντάουφερ)
πάπας Βίκτωρ Γ΄
Πανδόφος ΣΤ΄
πρίγκιπας της Κάπουα
Λανδούλφος Η΄
πρίγκιπας της Κάπουα
Λανδούλφος ΣΤ΄
πρίγκιπας του Μπενεβέντο
Πανδόλφος Δ΄
συγκυβερνήτης του Μπενεβέντο
  • Caravale, Mario (επιμ.). Dizionario Biografico degli Italiani: IV Arconati – Bacaredda . Ρώμη, 1962.

Παραπομπές σε πηγές

Επεξεργασία