Γενικός Πρόλογος (Τσώσερ)

Η εισαγωγή των Ιστοριών του Καντέρμπερυ του Τζέφρυ Τσώσερ

Ο Γενικός πρόλογος είναι η εισαγωγή των Ιστοριών του Καντέρμπερυ του Τζέφρυ Τσώσερ. Παρουσιάζει την ιστορία-πλαίσιο, όπως εκτίθεται σε 858 στίχους σε μεσαιωνικά αγγλικά, στην οποία μια ομάδα προσκυνητών που ταξιδεύουν στο ιερό του Τόμας Μπέκετ στον Καθεδρικό ναό του Καντέρμπερυ συμφωνούν να λάβουν μέρος σε έναν διαγωνισμό αφήγησης. Ο πρόλογος παρουσιάζει και περιγράφει τους προσκυνητές που θα αφηγηθούν τις ιστορίες.[1]

Γενικός Πρόλογος
Οι αρχικοί στίχοι του Γενικού προλόγου, από το χειρόγραφο Hengwrt (περίπου 1400)
ΣυγγραφέαςΤζόφρι Σώσερ
ΤίτλοςThe Prologue
ΓλώσσαΜέση αγγλική γλώσσα
Ημερομηνία δημοσίευσης1389
Μορφήποίημα
ΕπόμενοΗ ιστορία του ιππότη
Commons page Σχετικά πολυμέσα

Περιεχόμενο

Επεξεργασία
 
Το πανδοχείο Τάμπαρντ γύρω στο 1850

Ο αφηγητής ανοίγει τον Γενικό Πρόλογο με μια περιγραφή της επιστροφής της άνοιξης. Περιγράφει τις βροχές του Απριλίου, τα λουλούδια και τα φύλλα που φουντώνουν και τα πουλιά που κελαηδούν. Αυτή την εποχή του χρόνου, λέει, οι άνθρωποι αρχίζουν να νιώθουν την επιθυμία να πάνε για προσκύνημα.

Ο αφηγητής μας λέει ότι καθώς ετοιμαζόταν να πάει σε ένα τέτοιο προσκύνημα, μένοντας στο πανδοχείο Τάμπαρντ στο Σάουθγουορκ, χωριό νότια του Τάμεση, σήμερα συνοικία του Λονδίνου, συνάντησε μια ομάδα 29 προσκυνητών. Είναι άνθρωποι που προέρχονται από όλες τις κοινωνικές τάξεις και όπως ο αφηγητής, έτσι και αυτοί πηγαίνουν να προσκυνήσουν τα λείψανα του μάρτυρα Τόμας Μπέκετ στο Καντέρμπερυ, ενός μάρτυρα που φημίζεται ότι έχει τη δύναμη της θεραπείας των αμαρτωλών, ένα προσκύνημα πολύ δημοφιλές στην Αγγλία του 14ου αιώνα, όπως αναφέρει. Ευχαρίστως του επέτρεψαν να ταξιδέψει μαζί τους καθώς όλοι είχαν συναντηθεί εκεί τυχαία. Εκείνο το βράδυ, η ομάδα κοιμήθηκε στο πανδοχείο και ξύπνησαν νωρίς το επόμενο πρωί για να ξεκινήσουν το ταξίδι τους. Ο αφηγητής στη συνέχεια περιγράφει λεπτομερώς τους διάφορους προσκυνητές, με πλήθος ιστορικών και πολιτιστικών πληροφοριών.[2]

Ο πανδοχέας, του οποίου το όνομα είναι Χάρι Μπέιλι, προτείνει κάθε προσκυνητής της εύθυμης παρέας να διηγείται και να διασκεδάζει τους άλλους με ιστορίες, προτείνοντας ο καθένας να πει δύο ιστορίες στο δρόμο προς το Καντέρμπερυ και δύο στην επιστροφή, συνολικά 120 ιστορίες. Όποιος κριθεί ως ο καλύτερος αφηγητής, θα λάβει ένα δωρεάν γεύμα που θα πληρώσουν οι υπόλοιποι προσκυνητές κατά την επιστροφή τους. Η ομάδα συμφωνεί και καθιστά τον πανδοχέα συντονιστή, κριτή και αρχηγό της. Ξεκίνησαν το επόμενο πρωί και τραβούν κλήρο για να καθορίσουν ποιος θα πει την πρώτη ιστορία. Ο Ιππότης κερδίζει και ετοιμάζεται να πει την ιστορία του.

Στον Γενικό πρόλογο, ο Τσώσερ σκιαγραφεί τον χαρακτήρα των προσκυνητών, προσφέροντας μια αξιοθαύμαστη τοιχογραφία των κοινωνικών τάξεων της εποχής, από την εμπορική αστική τάξη, την εργατική τάξη, την αγροτιά, τον κλήρο, την αριστοκρατία, παρουσιάζοντας ολόκληρη τη μεσαιωνική κοινωνία.

Ξεκινά με την ομάδα των ευγενών (ο Ιππότης, ο νεαρός ακόλουθός του που είναι γιος του και ο υπηρέτης τους). Στη συνέχεια ακολουθούν οι εκπρόσωποι του κλήρου (η ηγουμένη, η δεύτερη μοναχή συνοδευόμενη από τον ιερέα της, ο επαίτης μοναχός και ο καλόγερος), μετά οι εκπρόσωποι της αστικής τάξης (ο έμπορος, ο σπουδαστής, ο δικηγόρος, ο κλητήρας του Ιεροδικείου, ο κτηματίας). Επίσης, ο ξυλουργός, ο υφαντής, ο βαφέας, ο ταπετσιέρης και ο μάγειρας. Ο επιστάτης, ο πλοίαρχος, ο γιατρός και η γυναίκα από το Μπαθ. Ακολουθούν δύο ταπεινοί και ενάρετοι χαρακτήρες (ο πάστορας και ο αδερφός του ο γεωργός) και τέλος μια τελευταία ομάδα: ο μυλωνάς, ο αγρότης, ο διαχειριστής, ο πωλητής συγχωροχαρτίων και ο πανδοχέας. Στο τέλος ο συγγραφέας παρουσιάζει και τον εαυτό του ειρωνικά, καθώς ο ίδιος συμμετέχει στο προσκύνημα.[3]

Στην πραγματικότητα, το συνολικό σχέδιο παρέμεινε απραγματοποίητο (ίσως και λόγω του θανάτου του συγγραφέα), δεδομένου ότι μόνο 22 από τους 30 προσκυνητές που ήταν παρόντες στον πρόλογο αφηγούνται μια ιστορία - σε αυτούς προστίθεται στη συνέχεια ο παπάς και ο υπηρέτης του οι οποίοι συμμετέχουν στην ομάδα προς το τέλος του ταξιδιού - και σε κάθε περίπτωση μόνο μία ιστορία ο καθένας, με εξαίρεση τον Τσώσερ που αφηγείται δύο, συνολικά μόνο 24 ιστορίες σε σύγκριση με τις τουλάχιστον 120 αναμενόμενες εάν η πρόταση του πανδοχέα είχε πραγματοποιηθεί. Η σειρά των Ιστοριών στις διάφορες εκδόσεις διαφέρουν, καθώς στα χειρόγραφα που βρέθηκαν μετά το θάνατο του Τσώσερ, υπήρχαν δέκα διαφορετικά αποσπάσματα.[4]

Το έργο είναι από τα πιο αξιοθαύμαστα στην αναδυόμενη μεσαιωνική αγγλική λογοτεχνία.

Με τη σειρά των χαρακτήρων, ο Τσώσερ ακολουθεί μια διπλή κλίμακα κοινωνικών και ηθικών αξιών: ξεκινά στην αρχή με το ηθικό ανάστημα του Ιππότη, μια σοβαρή και εξιδανικευμένη φιγούρα, και τελειώνει με τη διφορούμενη φιγούρα του πωλητή συγχωροχαρτίων που τοποθετείται στο κάτω μέρος της κλίμακας. Υπάρχει επίσης ένας σατιρικός και χιουμοριστικό τόνος όταν περιγράφει τόσο τους χαρακτήρες του κλήρου όσο και εκείνους της αστικής τάξης, που φτάνει στο αποκορύφωμά του με τη φιγούρα της Γυναίκας από το Μπαθ.[5]

Οι προσκυνητές

Επεξεργασία

Παραπομπές

Επεξεργασία