Δημήτρης Δημητρίου (Νικηφόρος)

Έλληνας στρατιωτικός, αντιστασιακός και καπετάνιος του ΕΛΑΣ

Ο Δημήτρης Δημητρίου ή Καπετάν Νικηφόρος (Άνω Αγόριανη Παρνασσίδας, 14 Ιουνίου 1921 - Νέα Σμύρνη, 27 Φεβρουαρίου 2000) ήταν Έλληνας στρατιωτικός που πολέμησε ενάντια στη Γερμανική εισβολή στην Ελλάδα και διακεκριμένος καπετάνιος στις τάξεις του ΕΛΑΣ. Στις αρχές των Δεκεμβριανών το σύνταγμά του αιχμαλωτίστηκε, και ο ίδιος αργότερα φυλακίστηκε και απελευθερώθηκε το 1952.

Δημήτρης Δημητρίου (Νικηφόρος)
Γενικές πληροφορίες
Γέννηση1921
ΘάνατοςΦεβρουάριος 2000
Χώρα πολιτογράφησηςΕλλάδα
Εκπαίδευση και γλώσσες
Ομιλούμενες γλώσσεςΕλληνικά
Πληροφορίες ασχολίας
Ιδιότηταστρατιωτικός
συγγραφέας

Έγραψε αυτοβιογραφικά και λογοτεχνικά έργα.

Βιογραφικό Επεξεργασία

Τα πρώτα χρόνια Επεξεργασία

Ο Δημήτρης Δημητρίου γεννήθηκε το 1921 στην Άνω Αγόριανη Παρνασσίδας και ήταν γιος δασκάλου. Αφού ολοκλήρωσε τις εγκύκλιες σπουδές του, το 1938 εισήλθε στη Στρατιωτική Σχολή Ευελπίδων. Με την κήρυξη του ελληνοϊταλικού πολέμου, στις 28 Οκτωβρίου 1940, ορκίστηκε ανθυπίλαρχος και στάλθηκε στο μέτωπο. Πολέμησε κατά των Γερμανών εισβολέων στα ελληνοβουλγαρικά σύνορα ως διοικητής διμοιρίας βαρέων πολυβόλων στο 193ο μηχανοκίνητο Σύνταγμα. Για τη δράση του στο μέτωπο προτάθηκε από τον διοικητή του για ηθική αμοιβή.[1]

Στην Εθνική Αντίσταση Επεξεργασία

Με την κατάρρευση του μετώπου επέστρεψε στο χωριό του και εντάχθηκε στις πρώτες ανταρτοομάδες του Άρη Βελουχιώτη. Ήταν από τους πρώτους μόνιμους αξιωματικούς του Ελληνικού Στρατού που βγήκε στο βουνό και πολέμησε εναντίον των κατακτητών, μέσα από τις τάξεις του ΕΑΜ-ΕΛΑΣ με το ψευδώνυμο "Νικηφόρος". Δεν έγινε ποτέ μέλος του ΚΚΕ. Έλαβε μέρος στη μάχη του Γοργοποτάμου, στη Μάχη της Ρεκάς, στη Μάχη της Αράχωβας (1943) στη Μάχη στις Καρούτες, και σε δεκάδες άλλες μάχες κατά των στρατευμάτων κατοχής. Όταν τα αντάρτικα σώματα του ΕΛΑΣ της Ρούμελης οργανώθηκαν σε Επαρχιακά Αρχηγεία, ανέλαβε στρατιωτικός αρχηγός των Αρχηγείων Παρνασσίδος-Λοκρίδος-Δωρίδος και κατόπιν του 5ου Ανεξάρτητου Τάγματος Παρνασσίδος μαζί με τον Διαμαντή. Η μονάδα αυτή μετεξελίχθηκε στο 2ο Σύνταγμα του ΕΛΑΣ, του οποίου ο Νικηφόρος έγινε καπετάνιος, με περιοχή δράσης την Αττικοβοιωτία. Προτάθηκε δύο φορές από το Γενικό Στρατηγείο του ΕΛΑΣ για το Αριστείο του Απελευθερωτικού Αγώνα.[2] Ο πατέρας του, Νικόλαος Δημητρίου, συνελήφθη από τους Ιταλούς στις 18 Αυγούστου 1942 (αμέσως μετά την εκτέλεση του δωσίλογου και καταδότη Παναγιώτη Δρίβα από την ομάδα του Νικηφόρου στη Σουβάλα) και στις αρχές Οκτωβρίου οι Ιταλοί έκαψαν το σπίτι τους στην Άνω Αγόριανη. Εκτός από τον Νικηφόρο, στο βουνό βγήκε και ο αδερφός του Γιάννης Δημητρίου. Η μητέρα του μαζί με τα υπόλοιπα παιδιά της οικογένειας κατάφερε να επιζήσει κυνηγημένη. Στις 6 Μαρτίου 1943, ο Νικηφόρος, επικεφαλής 25 μαχητών του ΕΛΑΣ και μετά από παράτολμη επιχείρηση, κατάφερε να ελευθερώσει 80 κρατουμένους από τις φυλακές της Λειβαδιάς, ανάμεσα τους και τον ηλικιωμένο πατέρα του. Ο συντηρητικός Νικόλαος Δημητρίου ακολούθησε τον Νικηφόρο στο βουνό και αστειευόμενος έλεγε ότι υπήρξε ο πρώτος 'Ελληνας "βασιλοκομμουνιστής".[εκκρεμεί παραπομπή]

Εναντίον του 5/42 Επεξεργασία

Στις 4 Μαρτίου 1944 ο Νικηφόρος αφαίρεσε στρατιωτικά είδη (μπότες) μαχητών του 5/42[3], οι οποίοι πριν είχαν εγκαταλείψει τις κοινές θέσεις άμυνας[εκκρεμεί παραπομπή] με τμήματα του ΕΛΑΣ στο 51ο χιλιόμετρο (θέση στη διαδρομή Γραβιάς-Άμφισσας), ενώ ο Θύμιος Δεδούσης με αφορμή αυτό το περιστατικό ανταπάντησε με την εκτέλεση του ελασίτη αγωνιστή Κωνσταντίνου Βάρσου στο Κροκύλιο και στη συνέχεια με κήρυξη στρατιωτικού νόμου στην περιοχή, και άρχισε αλυσίδα προκλήσεων. Ο Νικηφόρος με το τάγμα του συμμετείχε στις συγκρούσεις που ακολούθησαν, και με την άφιξη μικρής μονάδας υπό τον Άρη Βελουχιώτη, υποστήριξε την τελική επίθεση και διάλυση της αντιστασιακής ομάδας του 5/42 του συνταγματάρχη Δημήτριου Ψαρρού. Η επίθεση του επικεντρώθηκε στον 4ο λόχο του 5/42 τον οποίο διοικούσε ο Δεδούσης. Ο συνταγματάρχης Ψαρρός μετά τη διάλυση του συντάγματος του δεν διέφυγε και παρέμεινε στο πεδίο των συγκρούσεων σε μια απελπισμένη προσπάθεια να περισώσει ότι μπορούσε, και παραδόθηκε στον ΕΛΑΣ στη Σκάλα Καραΐσκου. Κατά επιθυμία του οδηγήθηκε στον Νικηφόρο, και στη συνέχεια ο συνταγματάρχης Ψαρρός, συνοδεία μικρού αποσπάσματος ελασιτών από το τάγμα του Νικηφόρου, κατευθύνθηκε αιχμάλωτος προς τον Σταθμό Διοίκησης στον λόφο του Άη Λιά για να παραδοθεί στον αρχηγό της τοπικής μεραρχίας του ΕΛΑΣ αντισυνταγματάρχη Γεώργιο Ρήγο. Πρίν όμως φτάσει στον Σταθμό Διοίκησης, η ομάδα συναντήθηκε με τον ταγματάρχη Ευθύμιο Ζούλα, προσωπικό εχθρό του Ψαρρού, ο οποίος κατηφόριζε από το αρχηγείο και σύμφωνα με πολλές αναφορές καθύβρισε και εξετέλεσε με το ατομικό του περίστροφο τον αιχμάλωτο συνταγματάρχη. [εκκρεμεί παραπομπή]

Απελευθέρωση της Ελλάδας Επεξεργασία

Ο Νικηφόρος με το 2ο Σύνταγμα του ΕΛΑΣ τον Οκτώβρη του 1944 απελευθέρωσε τη Λαμία από τους Γερμανούς. Ως επίσημος, επιτετραμμένος υποδέχθηκε τον Άρη Βελουχιώτη στην πλατεία Ελευθερίας της Λαμίας, όταν αυτός επέστρεψε από την Πελοπόννησο και έλαβε μέρος στην πανηγυρική τελετή για την απελευθέρωση της πόλης την Παρασκευή 20 Οκτωβρίου 1944. (Ο Άρης Βελουχιώτης επανήλθε στην πόλη για τις εκδηλώσεις εορτασμού της 28ης Οκτωβρίου και εκφώνησε τον γνωστό λόγο του την Κυριακή, 29 Οκτωβρίου 1944). Προς τα τέλη του Νοεμβρίου το Σύνταγμά του κινήθηκε και εγκαταστάθηκε στην Αττικοβοιωτία.[4]

Εκείνο το διάστημα θεωρούνταν υπέρμαχος της βίαιης κατάληψης της εξουσίας από το ΕΑΜ στο πρότυπο της σκέψης του Βελουχιώτη και Ανδρέα Τζήμα.[5] Σύμφωνα με τη Β. Κομπιλάκου, οι αντίπαλοι του Νικηφόρου τον κατηγορούσαν για αλαζονεία και "Βοναπαρτισμό".

Μετά την Απελευθέρωση Επεξεργασία

Άνευ μάχης παράδοση του 2ου Συντάγματος του ΕΛΑΣ Επεξεργασία

Κύριο λήμμα: δεκεμβριανά

Αμέσως μετά το αιματηρό συλλαλητήριο της 3ης Δεκέμβρη του 1944 ο Νικηφόρος διατάχθηκε να κινηθεί με το Σύνταγμά του και να εισέλθει στην Αθήνα. Το 2ο Σύνταγμα ήταν μία από τις καλύτερες και πιο άρτια εξοπλισμένες μονάδες του ΕΛΑΣ και η ηγεσία του ΕΑΜ προσδοκούσε πολλά από αυτή σε ενδεχόμενη σύγκρουση με τις κυβερνητικές δυνάμεις. Το βράδυ της 3ης προς την 4η Δεκέμβρη το Σύνταγμά του που είχε στρατοπεδεύσει στην Κηφισιά αφοπλίστηκε από τους Άγγλους χωρίς καμία αντίσταση μετά από φιλικές συζητήσεις[6], ενώ εκείνος κατηγορήθηκε πως έλειπε αδικαιολόγητα. Για την πράξη του αυτή κατηγορήθηκε για προδοσία και ζητήθηκε να δικαστεί από στρατοδικείο, αλλά μέσα στη δίνη των γεγονότων που ακολούθησαν τελικά δεν δικάστηκε, τέθηκε όμως σε προσωρινή διαθεσιμότητα. [7] Συνέπεια αυτού του γεγονότος ήταν να εκδοθούν διαταγές απαγόρευσης ως εσχάτη προδοσία της παράδοσης σε Βρετανικές δυνάμεις, από την Κεντρική Επιτροπή του ΕΛΑΣ.

Στις μάχες των Δεκεμβριανών Επεξεργασία

Αργότερα ο Νικηφόρος πολέμησε στα Δεκεμβριανά, όπου πήρε μέρος και στην αιχμαλωσία δυνάμεων της ΡΑΦ στην Κηφισιά [8].

Στο Μπούλκες και στο Ρουμπίκ Επεξεργασία

Μετά την ήττα του Δεκέμβρη, τη Συμφωνία της Βάρκιζας και την παράδοση των όπλων του ΕΛΑΣ στάλθηκε μαζί με τους Περικλή, Θύμιο Ζούλα, Ερμή (Βασίλη Πριόβολο) στο Μπούλκες στη Γιουγκοσλαβία όπου έμεινε για ένα διάστημα[9], και από εκεί μετέβη στο Ρούμπικ της Αλβανίας. Το καλοκαίρι του 1945 εγκρίθηκε κατ' εξαίρεση η επιστροφή του Νικηφόρου στην Ελλάδα κάτι που προκάλεσε ορισμένες αντιδράσεις από συναγωνιστές του[10].

Επιστροφή και σύλληψη Επεξεργασία

Με παρέμβαση του Ανδρέα Τζήμα στα τέλη του 1945 επίστρεψε κρυφά στην Αθήνα. Το βράδυ της 16ης Μαΐου 1946 συνελήφθη συμπτωματικά στην οδό Αιόλου αργότερα οδηγήθηκε σε δίκη όπου φυλακίζεται.[11] Καταδικάστηκε το 1947 από στρατοδικείο "δις εις θάνατον" για την εκτέλεση του δωσίλογου Παναγιώτη Δρίβα το 1942, καθώς και σε επιπλέον 20 χρόνια φυλακή από άλλη υπόθεση. Σύμφωνα με όλα τα διαθέσιμα στοιχεία, ο Δρίβας επέστρεφε στο σπίτι του, επιβάτης σε τρίκυκλη μοτοσυκλέτα την οποία οδηγούσε Ιταλός στρατιώτης, όταν έπεσε στην ενέδρα των ανταρτών στη γέφυρα του Κηφισσού, μεταξύ Πολυδρόσου και Λιλαίας. Σύμφωνα με τον Γιώργο Χουλιάρα - Περικλή που συμμετείχε στην επιχείρηση (βλ. «Ο Δρόμος είναι Άσωτος»), ιταλικό στρατιωτικό απόσπασμα απέδωσε τιμές στην κηδεία του Δρίβα (το οποίο αποτελεί ωμή παραδοχή ότι ήταν δωσίλογος), αλλά αυτό δεν επηρέασε την κρίση του δικαστηρίου που καταδίκασε τον Νικηφόρο μεσούντος του εμφυλίου πολέμου. Μετά από αγώνα του πατέρα του Νικόλαου Δημητρίου, ο οποίος προσκόμισε μαρτυρικές καταθέσεις των ηγετών της βρετανικής αποστολής Κρις Γουντχάουζ και Έντυ Μάγιερς για την πολεμική δράση του Νικηφόρου αλλά και για το ιστορικό του δωσίλογου για τον οποίον επεβλήθη η καταδίκη, η θανατική ποινή μετετράπη σε ισόβια κάθειρξη (Αύγουστος 1948). Αναφέρεται οτι ο εύπορος Παναγιώτης Δρίβας χαρακτηριζόταν σε επίσημα έγγραφα του μετεμφυλιακού κράτους ως «αγωνιστής», πιθανότατα για να εξασφαλιστεί σύνταξη στους οικείους του.[εκκρεμεί παραπομπή]

Ύστερη ζωή Επεξεργασία

Τελικά αποφυλακίστηκε το 1952 και ιδιώτευσε, ενώ πολιτικά ήταν κοντά στην ΕΔΑ [12].

Γοργοπόταμος 1964 Επεξεργασία

Στους εορτασμούς της επετείου του σαμποτάζ στον Γοργοπόταμο, το 1964 ήταν παρών μαζί με άλλους αξιωματικούς του ΕΛΑΣ και του ΕΔΕΣ όταν εξερράγη νάρκη, ενώ από την έκρηξη σκοτώθηκε η αδερφή του Ασημούλα Ραχιώτη [13]. Διώχθηκε από τις αρχές μαζί με άλλους παλαίμαχους του ΕΛΑΣ και του ΕΔΕΣ για "αντίσταση κατά των αρχών" [14], αθωώθηκε όμως στο δικαστήριο που ακολούθησε [15].

Σύνδεσμος Εθνικής Ενότητας των Ελλήνων Επεξεργασία

Το 1977 γίνεται ιδρυτικό μέλος του Συνδέσμου Εθνικής Ενότητας των Ελλήνων, με σκοπό τη συνεννόηση των πολιτικών παρατάξεων στη χάραξη εθνικής στρατηγικής. Ενώ το 1979 έβγαζε λόγους εναντίον της στήριξης του ΚΚΕ [16].

Πληροφορίες προσώπου Επεξεργασία

Ήταν ο πρωτότοκος από τα έξι παιδιά του δασκάλου Νικολάου Ι. Δημητρίου και της Μάρθας Κόντου. Επίσης ήταν αδερφός της μητέρας του Γρηγόρη Ψαριανoύ. Το 1982 με την αναγνώριση της Εθνικής Αντίστασης, του απονεμήθηκε ο βαθμός του συνταγματάρχη ε.α. Ο Θρασύβουλος Τσακαλώτος σε πρόταση νόμου ζήτησε να του χορηγηθεί ο βαθμός του αντιστράτηγου ε.α. Υπήρξε πολυγραφότατος συγγραφέας και μέλος της εταιρίας Ελλήνων Λογοτεχνών. 'Ηταν παντρεμένος με την Αφροδίτη (Ντίντα) Νέτσου από τη Λαμία. Ο Δημήτρης Δημητρίου πέθανε στη Νέα Σμύρνη στις 27 Φεβρουαρίου 2000 και κηδεύτηκε στην ιδιαίτερη πατρίδα του, την Άνω Αγόριανη Παρνασσίδας.

Συγγραφικό έργο Επεξεργασία

Το 1956 έγινε μέλος της Εταιρείας Ελλήνων Λογοτεχνών. Έγραψε αρκετά έργα με κυριότερα τα παρακάτω:

  • "Η καμπάνα της Αγόριανης" (θεατρικό)
  • "Το χρονικό του Γοργοποτάμου"
  • "Χρόνια δίχως ειρήνη" (μυθιστόρημα)
  • "Αντάρτης στα βουνά της Ρούμελης" (χρονικό, τρεις τόμοι, 1965)
  • "Ελληνική εμπειρία '44-'67"
  • "Η δυναμική των ανθρωπίνων σχέσεων" (δοκίμιο)
  • "Τα φοβερά ντοκουμέντα: Γοργοπόταμος".
  • "Τα Ολέθρια του Οίκου μας... και μίτος ουδείς;" Αθήνα 1993 & 1997
  • "Δεκεμβριανά 1944 - Αφοπλισμός και Παράδοση του 2ου Συντάγματος του ΕΛΑΣ", Αθήνα 1997

Πηγές Επεξεργασία

  1. Δοκίμιο Ιστορίας του ΚΚΕ, Α΄ τόμος 1919-1949, εκδόσεις Σύγχρονη Εποχή, Αθήνα 2012
  2. Ιστορία της Αντίστασης 1940-45, Εκδόσεις Αυλός, Αθήνα 1979
  3. Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, τόμος ΙΣΤ, Εκδοτική Αθηνών, Αθήνα 2000
  4. Χαριτόπουλος Διονύσης: "Άρης ο αρχηγός των ατάκτων", Εκδόσεις Ελληνικά Γράμματα, Αθήνα 2003

Περαιτέρω μελέτη Επεξεργασία

Εξωτερικοί σύνδεσμοι Επεξεργασία

Παραπομπές Επεξεργασία

  1. Χαριτόπουλος (2003), σελ. 89
  2. Ιστορία της Αντίστασης (1979)
  3. Χαριτόπουλος Διονύσης (2003). Άρης ο αρχηγός των ατάκτων, εκδ. Ελληνικά Γράμματα, Αθήνα, σελ. 520-1
  4. Χαριτόπουλος (2003), σελ. 610-611
  5. Κομπιλάκου Βασιλική, σελ. 8
  6. Μενέλαος Χαραλαμπίδης, «Δεκεμβριανά 1944, η Μάχη της Αθήνας» (εκδόσεις «Αλεξάνδρεια», 2014), σελ. 92-3
  7. Δοκίμιο Ιστορία του ΚΚΕ (2012), σελ. 475-480
  8. Κομπιλάκου,Βασιλική σελ 177-178
  9. Το ημερολόγιο της προσφυγιάς ενός αντάρτη, Δημήτρη Ραβάνη - Ρεντή Ηριδανός, 1981 σελ 62,64
  10. Στα άδυτα του εμφυλίου, Στρατόπεδα Ρούμπικ και Μπούλκες, Χρήστος Δ. Καινούργιος. Ο εμφύλιος σε α' ενικό, 2011 σελ 87
  11. Χαριτόπουλος (2003), σελ. 774-776
  12. Μόνιμοι Αξιωματικοί στον ΕΛΑΣ, οικειοθελώς ή εξ ανάγκης, εκδόσεις Αλφειός, σελ. 414, Γιάννης Πριόβολος, εκδόσεις Αλφειός σελ 358.
  13. Εφημερίδα ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ, Φύλλο: 1/12/1964, Σελίδα: 3
  14. εφημερίδα Μακεδονία Φύλλο: 26/5/1965, Σελίδα: 1
  15. εφημερίδα ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ Φύλλο: 30/7/1966, Σελίδα: 7
  16. εφημερίδα Ριζοσπάστης, Φύλλο: 11/3/1979, Σελίδα: 6