Το Εγιαλέτι του Τσιλντίρ[1] (οθωμανικά τουρκικά: Eyālet-i Čildir)[2][3] ήταν διοικητική εδαφική οντότητα της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, η οποία περιελάμβανε την περιοχή στον Νοτιοδυτικό Καύκασο. Η περιοχή του πρώην Εγιαλέτι του Τσιλντίρ χωρίζεται τώρα μεταξύ τoy Σάμτσχε-Τζαβαχέτι και της Αυτόνομης Δημοκρατίας της Ατζαρία στη Γεωργία και των επαρχιών Αρτβίν, Αρνταχάν και Ερζερούμ στην Τουρκία. Το διοικητικό κέντρο ήταν το Τσιλντίρ μεταξύ 1578 και 1628, Αχαλτσίχε μεταξύ 1628 και 1829 και το Oltu μεταξύ 1829 και 1845.

Εγιαλέτι του Τσιλντίρ
Οθωμανικά Τουρκικά: Eyālet-i Čildir
Εγιαλέτι της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας

 

1578 – 1845
 

 

Τοποθεσία {{{κοινό_όνομα}}}
Πρωτεύουσα Τσιλντίρ (1578-1628)
Αχαλτσίχε (1628-1829)
Ολτού (1829-1875)
Πολιτική δομή Εγιαλέτι της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας
Ιστορία
 -  Μάχη του Τσιλντίρ 1578
 -  Κατάλυση 1845
Σήμερα  Γεωργία
 Τουρκία

Το Σάμτσχε ήταν το μόνο γεωργιανό πριγκιπάτο που έγινε μόνιμα οθωμανική επαρχία (ως το εγιαλέτι του Τσιλντίρ). Στα ογδόντα χρόνια μετά τη μάχη του Ζιβίν, η περιοχή απορροφήθηκε σταδιακά από την αυτοκρατορία.

Οι Οθωμανοί πήραν την περιοχή Αχαλτσίχε από το Πριγκιπάτο των Μεσκέτι, ένα υποτελές κράτος της δυναστείας των Σαφαβιδών. Το 1578, όταν ιδρύθηκε η νέα επαρχία, διόρισαν ως πρώτο κυβερνήτη τον πρώην Γεωργιανό πρίγκιπα, Μίνουτσιρ (που πήρε το όνομα Μουσταφά αφού ασπάστηκε το Ισλάμ).[4] Αυτό το εγιαλέτι επεκτάθηκε αφού πήρε την περιοχή της Ατζαρίας από το Πριγκιπάτο της Γκουρία το 1582.

Από το 1625 και μετά ολόκληρο το εγιαλέτι ήταν κληρονομική ιδιοκτησία των πλέον μουσουλμάνων Τζακέλι Ατάμπεη του Σάμτσχε,[5] που το διαχειρίζονταν ως κληρονομικοί κυβερνήτες, με ορισμένες εξαιρέσεις, μέχρι τα μέσα του 18ου αιώνα. Μετά το 1639, οι Τζακέλι Πασάδες του Τσιλντίρ χρεώθηκαν να χαλιναγωγήσουν τους βασιλείς της Ιμερετίας.[6]

Κατά τη διάρκεια του Ρωσοτουρκικού πολέμου (1828–1829), οι Ρώσοι κατέλαβαν μεγάλο μέρος της επαρχίας. Το διοικητικό κέντρο μεταφέρθηκε από την Αχαλτσίχα, η οποία παραχωρήθηκε στη Ρωσία, στο Ολτού.

Με τη Συνθήκη της Αδριανούπολης, μεγάλο μέρος του πασαλίκου παραχωρήθηκε στη Ρωσία και έγινε μέρος του ρωσικού κομητείου Αχαλζίκ στο Κυβερνείο Κουτέσι.[7] Το εναπομείναν, μικρότερο εσωτερικό τμήμα ενώθηκε με το εγιαλέτι του Καρς (αργότερα τμήμα του εγιαλέτι του Ερζερούμ) το 1845 και οι παράκτιες περιοχές του ενώθηκαν με το εγιαλέτι της Τραπεζούντας το 1829.[8]

Παραπομπές

Επεξεργασία
  1. Society for the diffusion of useful knowledge (1843). The penny cyclopædia [ed. by G. Long]. σελ. 180. Ανακτήθηκε στις 1 Ιουνίου 2013. 
  2. «Some Provinces of the Ottoman Empire». Geonames.de. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 28 Σεπτεμβρίου 2013. Ανακτήθηκε στις 25 Φεβρουαρίου 2013. 
  3. Other variants of this name include Akalzike (from Malthe Conrad Bruun (1822). Universal geography, or A description of all the parts of the world. σελ. 121. Ανακτήθηκε στις 2 Ιουνίου 2013. )
  4. Gábor Ágoston· Bruce Alan Masters (1 Ιανουαρίου 2009). Encyclopedia of the Ottoman Empire. Infobase Publishing. σελ. 141. ISBN 978-1-4381-1025-7. Ανακτήθηκε στις 1 Ιουνίου 2013. 
  5. D. E. Pitcher (1972). An Historical Geography of the Ottoman Empire: From Earliest Times to the End of the Sixteenth Century. Brill Archive. σελ. 140. GGKEY:4CFA3RCNXRP. Ανακτήθηκε στις 1 Ιουνίου 2013. 
  6. Armani, Henry John (1970). «THE RUSSIAN ANNEXATION OF THE KINGDOM OF IMERETIA, 1800-1815: IN THE LIGHT OF RUSSO-OTTOMAN RELATIONS». ProQuest (στα Αγγλικά). σελ. 20. Ανακτήθηκε στις 9 Απριλίου 2024. 
  7. The Penny Cyclopaedia of the Society for the Diffusion of Useful Knowledge. Charles Knight. 1838. σελ. 174. Ανακτήθηκε στις 2 Ιουνίου 2013. 
  8. The Penny Cyclopædia of the Society for the Diffusion of Useful Knowledge. C. Knight. 1843. σελ. 393. Ανακτήθηκε στις 1 Ιουνίου 2013.