Επί διακοπής της καρδιακής λειτουργίας (ανακοπή), από έμφραγμα του μυοκαρδίου, από μεγάλο φόβο, από έντονο πόνο κ.τ.λ., το άτομο δίνει την εντύπωση του νεκρού (κλινικός θάνατος), διότι δεν χτυπάει η καρδιά του, δεν αναπνέει και χάνει τις αισθήσεις του.

Σε περίπτωση που, αυτομάτως (σπανίως) ή, πιο συχνά, με ιατρική βοήθεια (μαλάξεις, ηλεκτρική απινίδωση, ενδοκάρδια έγχυση αδρεναλίνης κ.τ.λ.), αποκατασταθεί η καρδιακή λειτουργία εντός 4΄ λεπτών, ο ασθενής συνέρχεται χωρίς κανένα αξιόλογο κλινικό κατάλοιπο εγκεφαλικής βλάβης, διότι ο φλοιός του εγκεφάλου μπορεί να παραμείνει χωρίς οξυγόνο μόνο μέχρι 4΄ λεπτά, χωρίς να πάθει μη αναστρέψιμες αλλοιώσεις, αν και αυτό δεν είναι απόλυτο. Μερικές καταστάσεις, όπως η υποθερμία, ο πυρετός κ.ά. μπορεί να αυξήσουν ή να μειώσουν για λίγο αυτό το χρονικό διάστημα.

Στον φλοιό του εγκεφάλου ευρίσκονται τα κέντρα της μνήμης, της κρίσης και γενικά οι «ανώτερες» εγκεφαλικές λειτουργίες. Εάν αποκατασταθεί η καρδιακή λειτουργία μετά το πέρας του διαστήματος τούτου, αλλά σε χρόνο όχι περισσότερο από 6΄ - 7΄ λεπτά, από την αρχή της διακοπής της, τότε ο ασθενής επανέρχεται μεν, υπό την έννοια ότι μπορεί να αναπνέει και πάλι μόνος του, αλλά με κατεστραμμένο τον φλοιό του εγκεφάλου και, επομένως, χωρίς συνείδηση (φλοιώδης θάνατος ή «φυτό»).