Γατόπαρδος: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Elanus (συζήτηση | συνεισφορές)
Χωρίς σύνοψη επεξεργασίας
Gts-tg (συζήτηση | συνεισφορές)
Γραμμή 47:
 
Το -εξαφανισμένο σήμερα- [[είδος]] ''Acinonyx pardinensis'', που έζησε κατά την Πλειόκαινο Εποχή, ήταν πολύ μεγαλύτερο από ό, τι το σύγχρονο είδος και εξαπλωνόταν στη Ευρώπη, την Ινδία και την Κίνα. Το είδος ''Acinonyx intermedius'' έζησε κατά την Μέση Πλειστόκαινο και υπήρχε στις ίδιες περιοχές. Το εξαφανισμένο [[γένος (βιολογία)|γένος]] ''Miracinonyx'' ήταν σε μεγάλο βαθμό παρόμοιο με το σημερινό, αν και πρόσφατη ανάλυση DNA έδειξε ότι τα είδη ''Miracinonyx inexpectatus'', ''M. studeri'' και ''M. trumani'' (αρχές έως τέλη της Πλειστόκαινου Εποχής), από τη [[Βόρεια Αμερική]], δεν ήταν «πραγματικοί» γατόπαρδοι και, μάλλον, συνδέονται φυλογενετικά με το σημερινό [[πούμα]] (''Puma concolor''). <ref>Mattern & Mclennan</ref>
*Ο γατόπαρδος έχει ''ασυνήθιστα χαμηλή γενετική ποικιλότητα'', η οποία συνδυάζεται με πολύ χαμηλό αριθμό, μικρή κινητικότητα και παραμορφωμένα μαστίγια σπερματοζωαρίων. <ref>O'Brien et al</ref> Επικρατεί η θεωρία ότι, το είδος πέρασε από μια παρατεταμένη περίοδο ''ενδογαμίας'' (''inbreeding'') μετά από εκτεταμένη ''γενετική συμφόρηση'' (''genetic bottleneck'') κατά τη διάρκεια της τελευταίας [[Εποχή των Παγετώνων|εποχής των παγετώνων]]. Ωστόσο, ο ''γενετικός μονομορφισμός'' (''genetic monomorphism'') δεν εμπόδισε το είδος να πετύχει εξελικτικά σε δύο ηπείρους για χιλιάδες χρόνια. <ref>Young & Harcourt</ref>
 
Σήμερα αναγνωρίζονται 5 υποείδη, αυτό όμως δεν σημαίνει ότι η συστηματική του γατόπαρδου έχει επιλυθεί. Μέχρι πρόσφατα, οι εξαφανισμένοι σήμερα πληθυσμοί ενός ''taxon'' που εμφάνιζαν διαφορετικές κηλίδες στο σώμα (ροζέτες σαν της λεοπάρδαλης), θεωρείτο ως [[είδος|υποείδος]] υπό την ονομασία ''Acinonyx rex'' «βασιλικός γατόπαρδος». Αργότερα αποδείχθηκε ότι η συγκεκριμένη «ανωμαλία» ήταν απλώς μια ''παραλλαγή'' (''variation'') που οφειλόταν σε ενιαίο [[αλληλόμορφα γονίδια|υπολειπόμενο γονίδιο]] (βλ. Μορφές και ποικιλίες).