Σύμπλεγμα του Λαοκόωντος: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Ignoto (συζήτηση | συνεισφορές)
Δεν έχει γενική εφαρμογή αυτό. Και εκτός αυτού, πότε χρησιμοποιήθηκε το Ναπολέων / Ναπολέοντα από τους Γάλλους (σε οποιαδήποτε εποχή);
Γραμμή 3:
 
== Ιστορία ==
Ο μύθος του ΛαοκόοντοςΛαοκόοντα έχει γίνει θέμα χαμένης [[τραγωδία]]ς του [[Σοφοκλής|ΣοφοκλέουςΣοφοκλή]]. Αναφέρεται επίσης από άλλους Έλληνες συγγραφείς. Ο Λαοκόων θανατώθηκε, μετά την απόπειρά του να αποκαλύψει, με χτύπημα ακοντίου, το τέχνασμα του [[Δούρειος Ίππος|Δούρειου Ίππου]]. Τα φίδια που έπνιξαν αυτόν και τους γιούς του είχαν σταλεί από τη θεά [[Αθηνά]]<ref>William Smith, ''Dictionary of Greek and Roman Biography and Mythology'', Taylor and Walton, 1846, σ. 776.</ref> και η επέμβασή τους ερμηνεύτηκε από τους Τρώες ως απόδειξη της ιερότητας του Δουρείου Ίππου. Η πιο φημισμένη περιγραφή αυτών των γεγονότων βρίσκεται στην [[Αινειάδα]] του [[Βιργίλιος|Βιργιλίου]], όμως το κείμενο εκείνο πιθανότατα χρονολογείται μετά τη δημιουργία του γλυπτού.
 
Για το άγαλμα έχουν προταθεί διάφορες χρονολογίες, ξεκινώντας από το 160 π.Χ. (οι πιο πρώιμες) μέχρι το 20 π.Χ. Επιγραφές από τη [[Λίνδος|Λίνδο]] της [[Ρόδος|Ρόδου]], τοποθετούν τους γλύπτες Αγήσανδρο και Αθηνόδωρο στην περίοδο μετά το 42 π.Χ., καθιστώντας την περίοδο 42 έως 20 π.Χ. την πιο πιθανή για τη δημιουργία του αγάλματος.
 
Δεν είναι γνωστό αν πρόκειται για πρωτότυπο έργο ή αντίγραφο παλαιότερου γλυπτού. Έχει προταθεί πως οι τρεις Ρόδιοι καλλιτέχνες που το φιλοτέχνησαν ήταν αντιγραφείς, πιθανάπιθανώς ενός [[ορείχαλκος|ορειχάλκινου]] αγάλματος από την [[Πέργαμος|Πέργαμο]], το οποίο θα δημιουργήθηκε γύρω στο 200 π.Χ.<ref>Stewart, Andrew W. (1996), "Hagesander, Athanodorus and Polydorus", στο Hornblower, Simon, Oxford Classical Dictionary, Oxford: Oxford University Press.</ref> Ο [[Πλίνιος ο Πρεσβύτερος]] στο έργο του ''Φυσική Ιστορία'' (''Historia Naturalis'', XXXVI, 37) υποστηρίζει ότι το έργο ήταν τοποθετημένο στο παλάτι του αυτοκράτορα [[Τίτος|Τίτου]]. Ο ίδιος υποστηρίζει επίσης ότι είχε σκαλιστεί από μονοκόμματο μάρμαρο, αν και κατά την ανεύρεσή του ήταν φανερό ότι αποτελούνταν από 7 αλληλοσυνδεδεμένα κομμάτια.<ref>Richard Brilliant, ''My Laocoön - alternative claims in the interpretation of artworks'', University of California Press, 2000, p.29</ref><ref name="OCD">Rose, Herbert Jennings, λήμμα ''Laocoön'' στο ''Oxford Classical Dictionary'', (edit. Simon Hornblower), Oxford University Press, Oxford, 1996.</ref>
Το άγαλμα πιθανάπιθανώς παραγγέλθηκε για να κοσμήσει την κατοικία κάποιου πλούσιου Ρωμαίου. Αποκαλύφθηκε το 1506, κοντά στη θέση του Χρυσού Παλατιού (Domus aurea) του [[Νέρων|ΝέρωνοςΝέρωνα]], σε ένα αμπελώνα. Μόλις το έμαθε ο [[Πάπας Ιούλιος Β΄]], ο οποίος ήταν ενθουσιώδης κλασικιστής, το αγόρασε και το τοποθέτησε στον κήπο Μπελβεντέρε (τώρα μέρος των [[Μουσεία Βατικανού|Μουσείων του Βατικανού]]).
 
Το 1799, ο [[Ναπολέων Βοναπάρτης]], με την κατάκτηση της [[Ιταλία]]ς, μετέφερε το άγαλμα στο [[Παρίσι]] και το εγκατέστησε σε τιμητική θέση στο Μουσείο ΝαπολέοντοςΝαπολέοντα στο [[Λούβρο]]. Μετά την πτώση του ΝαπολέοντοςΝαπολέοντα, οι [[Μεγάλη Βρεττανία|Βρεττανοί]] το επέστρεψαν στο Βατικανό, το 1816.
 
Το 2005, ο Λιν Κάτερσον (Lynn Catterson) υποστήριξε ότι το άγαλμα ήταν πλαστό και κατασκευάστηκε από τον [[Μιχαήλ Άγγελος|Μιχαήλ Άγγελο]].<ref>Catterson, Lynn, "Michelangelo's 'Laocoön?'" ''Artibus et historiae''. '''52''' 2005: 29</ref> Ο Ρίτσαρντ Μπρίλιαντ (Richard Brilliant), συγγραφέας του βιβλίου ''My Laocoön'', περιέγραψε τις θέσεις του CattersonΚάτερσον ως "«εντελώς αναξιόπιστες"».<ref>[http://query.nytimes.com/gst/fullpage.html?res=9D07E0D91E3EF93BA25757C0A9639C8B63&pagewanted=all ''An Ancient Masterpiece Or a Master's Forgery?'', New York Times, April 18, 2005]</ref>
 
=== Αποκαταστάσεις ===
[[Αρχείο:Laocoonphoto.jpg|thumb|right|200px|Μετωπική όψη του αγάλματος, μετά από αποκατάσταση που έγινε πριν τον 20 αι. Συγκρίνετε με το χαρακτικό του Μπλέικ, παρακάτω]][[Αρχείο:Laocoön_and_His_Sons.jpg||thumb|right|200px|Σύγχρονη μετωπική όψη]] Όταν ανακαλύφθηκε το άγαλμα, έλειπε το δεξί χέρι του ΛαοκόοντοςΛαοκόοντα, μαζί με μέρος της παλάμης του ενός παιδιού και το δεξί χέρι του άλλου. Η αναπαράσταση αυτών των απωλεσθέντων τμημάτων έχει γίνει αντικείμενο διαφωνίας καλλιτεχνών και τεχνοκριτικών. Ο Μιχαήλ Άγγελος θεώρησε ότι τα χαμένα δεξιά χέρια λύγιζαν πίσω και πάνω από τον ώμο. Άλλοι, όμως, υποστήριξαν ότι ήταν πιο σωστό να υποτεθεί ότι τα χέρια εκτείνονταν προς τα έξω, σε ηρωική χειρονομία. Ο Πάπας κήρυξε άτυπο διαγωνισμό μεταξύ των γλυπτών για την αποκατάσταση των χεριών, με κριτή τον [[Ραφαήλ]]. Ως νικήτρια αναδείχτηκε η εκδοχή της έκτασης προς τα έξω και με αυτή τη μορφή αποκαταστάθηκαν τότε τα χέρια.
 
Το 1906, ο αρχαιολόγος, έμπορος έργων τέχνης και διευθυντής του Μουσείου Αρχαίας Γλυπτικής Τζιοβάνι Μπαράκο (Barracco), Λούντβιχ Πόλακ (Ludwig Pollak), ανακάλυψε ένα σπάραγμα μαρμάρινου χεριού σε κήπο οικοδόμου στηνστη Ρώμη. Καθώς παρατήρηση τυπολογική ομοιότητα με το σύμπλεγμα του ΛαοκόοντοςΛαοκόοντα, παρέδωσε το σπάραγμα στα Μουσεία του Βατικανού, όπου και παρέμεινε στις αποθήκες για μισό αιώνα. Στη δεκαετία του 1950, το μουσείο ότι αυτό το χέρι, το οποίο ήταν λυγισμένο με τον τρόπο που είχε μαντέψει ο Μιχαήλ Άγγελος, ανήκε στο άγαλμα του ΛαοοκόοντοςΛαοοκόοντα. Έτσι το άγαλμα αποκαταστάθηκε με την ενσωμάτωση του νέου χεριού. <ref>Βλ. Beard, Mary. ''Arms and the Man: The restoration and reinvention of classical sculpture'', [http://tls.timesonline.co.uk/article/0,,25829-2465943_2,00.html Times Literary Supplement], 02/02/2001. Η Beard, στην πραγματικότητα, βλέπει με πολύ σκεπτικισμό την απόδοση του ανευρεθέντος χεριού στον Λαοοκόντα, παρατηρώντας ότι ‘Το νέο χέρι δεν ταιριάζει απευθείας με τον σπασμένο ώμο του πατέρα (χρειάστηκε να παρεμβληθεί γύψινη σφήνα). επίσης, οι διαστάσεις του φαίνεται να ανήκουν σε μικρότερη κλίμακα και το μάρμαρο είναι ελαφρά διαφορετικού χρώματος’.</ref> Τα αποκατεστημένα τμήματα των παιδικών χεριών αφαιρέθηκαν. Κατά τη φάση της αποσυναρμολόγησης, η εξέταση των οπών των πείρων, των εγκοπών και των μεταλλικών ενώσεεων έδειξαν ότι αρχικά είχε συλληφθεί ή και υλοποιηθεί μια πιο συνεπτυγμένη πυραμιδοειδής διάταξη των τριών σωμάτων, την οποία αργότερα διαφοροποίησαν διάφορες επεμβάσεις κατά την Αρχαιότητα, την [[Αναγέννηση]] και τη σύγχρονη εποχή.<ref>Seymour Howard, "Laocoon Re-restored" ''American Journal of Archaeology'' 93.3 (07/1989, σελ. 417-422), σ. 422.</ref>
 
Υπάρχουν πολλά αντίγραφα του αγάλματος, πολά από αυτά δείχνουν το χέρι του ΛαοκόοντοςΛαοκόοντα στην παλαιότερηπαλιότερη μορφή αποκατάστασης. Ενα από τα γνωστότερα αντίγραφα είναι αυτό στο ανάκτορο του Μεγάλου Μαγίστρου των [[Ιωαννίτες Ιππότες|Ιπποτών της Ρόδου]], το οποίο ακολουθεί τη διορθωμένη σημερινή μορφή.
 
== Επιδράσεις ==
Η ανακάλυψη του ''ΛαοκόοντοςΛαοκόοντα'' δημιούργησε μεγάλη εντύπωση στους Ιταλούς γλύπτες και επηρέασε σημαντικά την πορεία της τέχνης της [[ιταλική Αναγέννηση|ιταλικής Αναγέννησης]]. Είναι γνωστό ότι ο Μιχαήλ Άγγελος εντυπωσιάστηκε ιδιαίτερα από τη μεγάλη κλίμακα του έργου και και τον αισθησιασμό της ελληνιστικής αισθητικής του, ειδικά από την αναπαράσταση των ανδρικών μορφών. Η επίδραση του ''ΛαοκόοντοςΛαοκόοντα'' είναι εμφανής σε πολλά από τα κατοπινά έργα του Μιχαήλ Άγγελου, όπως τα ''Επαναστάτης σκλάβος'' και ''Θνήσκων σκλάβος'', που δημιουργήθηκαν για τον τάφο του Πάπα Ιουλίου Β'. Η τραγική ευγένεια αυτού του αγάλματος είναι ένα από τα θέματα της πραγματείας ''Λαοκόων'' του Gotthold Lessing, ενός από τα πρώιμα κλασσικά έργα τεχνοκριτικής.
 
Ο [[Φλωρεντία|Φλωρεντινός]] γλύπτης Μπαντινέλι (Baccio Bandinelli) δέχτηκε παραγγελία, από τον Πάπα [[Πάπας Λέων Ι'|Πάπα Λέοντα Ι']] των [[Μέδικοι|Μεδίκων]], για τη δημιουργία αντιγράφου. Η εκδοχή του BandinelliΜπαντινέλι, η οποία συχνά αντιγραφόταν και διανεμόταν σε μορφή μπρούτζινων αγαλματιδίων, βρίσκεται στην Πινακοθήκη [[Ουφίτσι]], στη Φλωρεντία.<ref>[http://www.wga.hu/frames-e.html?/html/b/bandinel/laocoon.html Bandinelli, Baccio]. [[Web Gallery of Art]]. Ανακτήθηκε 27/03/2009.</ref> Ένα μπρούτζινο χυτό αντίγραφο, το οποίο παρήγγειλε ο [[Φραγκίσκος Α΄ της Γαλλίας]] για τον Πύργο του [[Φονταινεμπλώ]], κατασκευάστηκε από εκμαγείο του πρωτοτύπου, το οποίο πάρθηκε υπό την επίβλεψη του Πριματίτσιο (Francesco Primaticcio). Βρίσκεται στο Μουσείο του Λούβρου.
 
[[Αρχείο:Caricature of the Laocoon group as apes.jpg|thumb|left|Παρωδία του αγάλματος από τον Τισιανό, ως ομάδας πιθήκων]]Μια ξυλογραφίαΞυλογραφία, πιθανάπιθανώς προερχόμενη από σχέδιο του [[Τισιανός|ΤισιανούΤιτσιάνο]], παρώδησε το άγαλμα, βάζοντας πιθήκους στη θέση των ανθρώπων. Αυτή η παρωδία έχει συχνά ερμηνευτεί ως σάτιρα της αδεξιότητας του αντιγράφου του Bandinelli, αλλά έχει επίσης υποτεθεί ότι ήταν σχόλιο στις διαμάχες εκείνης της εποχής σχετικά με τις ανατομικές ομοιότητες ανθρώπων και πιθήκων.<ref>H. W. Janson, "Titian's Laocoon Caricature and the Vesalian-Galenist Controversy", ''The Art Bulletin'', Vol. 28, No. 1 (Mar., 1946), σ. 49-53</ref>
 
Κατά το διάστημα που ο ''Λαοκόων'' βρισκόταν στο Παρίσι, αποτέλεσε μια από τις πηγές έμπνευσης του [[νεοκλασσικισμός|νεοκλασσικισμού]] στη γαλλική τέχνη.
Γραμμή 33:
 
=== Ο Λαοοκόων ως καλλιτεχνικό ιδεώδες ===
[[Αρχείο:Laocoon blake.jpg|thumb|right|Χαρακτικό του [[Γουίλιαμ Μπλέικ]] (περί το 1820)]]Η περιγραφή του ΛαοκόοντοςΛαοκόοντα από τον Πλίνιο ως «το σπουδαιότερο από όλα τα έργα ζωγραφικής και γλυπτικής έως σήμερα»<ref>[http://www.idcrome.org/lacslide1.htm Ο Λαοκόων στην Αρχαιότητα]. Institute of Design + Culture, Ρώμη. Ανακτήθηκε 27/03/2009.{{en}}</ref> έχει προκαλέσει μια παράδοση από αντιδράσεις. Ο [[Γιόχαν Γιοάχιμ Βίνκελμαν]] έγραψε για το παράδοξο του να θαυμάζει κάποιος την ομορφιά βλέποντας μια σκηνής θανάτου και αποτυχίας. Η πιο σημαντική συμβολή στη διαμάχη ήταν η πραγματεία του [[Γκότχολντ Εφραίμ Λέσσινγκ]] ''Λαοκόων: Πραγματεία για τα όρια της ζωγραφικής και της ποίησης'', η οποία εξετάζει τις διαφορές μεταξύ εικαστικής τέχνης και λογοτεχνίας, συγκρίνοντας το άγαλμα με τους στίχους του Βιργιλίου. Ο LessingΛέσινγκ υποστηρίζειυποστήριξε ότι οι καλλιτέχνες δεν θα μπορούσαν να αναπαραστήσουν ρεαλιστικά τη φυσική ταλαιπωρία των θυμάτων, καθώς κάτι τέτοιο θα ήταν εξαιρετικά επίπονο. Αντιθέτως, θα έπρεπε να την εκφράσουν με ταυτόχρονη διατήρηση του κάλλους.
 
Η πιο ασυνήθης παρέμβαση στην παραπάνω διαμάχη είναι το κατάγραφο χαρακτικό ''Λαοκόων'' του [[Γουίλιαμ Μπλέικ]], στο οποίο η εικόνα του αγάλματος περιβάλλεται από σχολιασμούς σε διάφορες γλώσσες, γραμμένους σε πολλαπλές κατευθύνσεις. Ο Μπλέικ παρουσιάζει το άγαλμα ως μέτριο αντίγραφο ενός χαμένου εβραϊκού [[Ισραηλίτες|ισραηλιτικούεβραϊκού]] πρωτοτύπου, περιγράφοντάς το ως «ο Ιεχωβάς και οι δύο γιοί του, Σατανάς και Αδάμ, όπως τα αντέγραψαν τρεις Ρόδιοι, από τα Χερουβείμ του Ναού του ΣολομώντοςΣολομώντα, και τα εφάρμοσαν στο γεγονός της φύσης ή την ιστορία του Ιλίου».<ref>[http://web.archive.org/web/20061230052305/http://www.squibix.net/blake/m/laocoon/withnotes.html Τα σχόλια του Μπλέικ]. Ανακτήθηκε 30/12/2006.{{en}}</ref> Το παραπάνω αντανακλά τη θεωρία του Μπλέικ ότι η απομίμηση της αρχαίας ελληνικής και ρωμαϊκής τέχνης ήταν καταστρεπτική για τη δημιουργική φαντασία και ότι η κλασσική γλυπτική αντιπροσωπεύει έναν κοινότοπο ρεαλισμό, σε αντίθεση με την πνευματική ιουδαιο-χριστιανική τέχνη.
 
Η κεντρική μορφή στον ''Λαοκόοντα'' έδρασε ως πηγή χαλαρής έμπνευσης για τις μορφές των [[Ινδιάνοι|Ινδιάνων]] στο γλυπτό του [[Γκρίνοου (Horatio Greenough]]) ''Η διάσωση'' (1837-50) το οποίο ήταν τοποθετημένο εμπρός από την ανατολική πρόσοψη του [[Καπιτώλιο των Ηνωμένων Πολιτειών|Καπιτωλίου των ΗΠΑ]] για περισσότεραπάνω από 100 χρόνια.
 
Προς το τέλος του βιβλίου του [[Κάρολος Ντίκενς|Καρόλου Ντίκενς]], ''[[Χριστουγεννιάτικη ιστορία|Χριστουγεννιάτικα Κάλαντα]]'', ο Εμπενέζερ Σκρουτζ σχολιάζει το γεγονός ότι «με τις κάλτσες του είναι ολόιδιος ο ΛαοκόωνΛαοκόοντας». Αυτή η φράση ήταν άμεση αναφορά στο άγαλμα του ΛαοκόοντοςΛαοκόοντα, αφού ο Σκρουτζ βιάζεται τόσο πολύ να ντυθεί που μπλέκεται με τα ρούχα του.
 
Το 1910, ο κριτικός Ιρβιν Μπάμπιτ (Irving Babbit) χρησιμοποίησε τον τίτλο ''Ο νέος Λαοοκόων: Πραγματεία για τη σύγχυση των Τεχνών'' για μια πραγματεία με θέμα την κουλτούρα των αρχών του 20ου αιώνα. Το 1940, ο [[Κλέμεντ Γκρίνμπεργκ (Clement Greenberg]]) προσάρμοσε την ιδέα στη δική του πραγματεία με τίτλο ''Προς ένα νέο Λαοκόοντα'', στην οποία υποστήριξε ότι τώρα η [[αφηρημένη τέχνη]] παρείχε ένα ιδεώδες με το οποίο οι καλλιτέχνες μπορούν να συγκρίνουν την τέχνη τους. Ο τίτλος χρησιμοποιήθηκε από την Έκθεση του 2007 στο Ινστιτούτο Χένρι Μουρ (Henry Moore Institute),<ref>[http://www.henry-moore-fdn.co.uk/hmi/exhibitions/past-exhibitions/2007/towards-a-new-laocoon Towards a New Laocoon], Henry Moore Institute</ref> η οποία παρουσίασε έργα σύγχρονων καλλιτεχνών που επηρεάστηκαν από το άγαλμα.
 
== Υποσημειώσεις ==
Γραμμή 49:
{{Commonscat|Laocoon group}}
* [http://www.digitalsculpture.org/laocoon/ Τρισδιάστατα μοντέλα, βιβλιογραφία, χρονολόγηση του ''Λαοκόοντα''] {{en}}
* [http://www.idcrome.org/laocoon.htm Τα 500 χρόνια του ''ΛαοκόοντοςΛαοκόοντα''] {{en}}
 
{{Ενσωμάτωση κειμένου|en|Laocoön and His Sons}}