Συνθήκη Βουκουρεστίου (1913): Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Γραμμή 2:
Η '''Συνθήκη Βουκουρεστίου (1913)''' είναι η [[συνθήκη]] ειρήνης που συνομολογήθηκε στις [[28 Ιουλίου]] (π.ημερ) / [[10 Αυγούστου]] (ν.ημ.) του [[1913]] στο [[Βουκουρέστι]], εξ ου και η ονομασία της, μεταξύ των Βασιλείων της [[Ελλάδα]]ς, της [[Ρουμανία]]ς, της [[Σερβία]]ς, και του [[Μαυροβούνιο|Μαυροβουνίου]] αφενός και της [[Βουλγαρία]]ς αφετέρου. Με τη συνθήκη αυτή δόθηκε τέλος στο [[Β' Βαλκανικός Πόλεμος|Β' Βαλκανικό Πόλεμο]] ακριβώς μετά την ήττα της Βουλγαρίας.
 
== Προηγηθέντα της συνθήκης ==
[[Αρχείο:PaceaDeLaBucuresti1913.jpg|σύνδεσμος=https://el.wikipedia.org/wiki/%CE%91%CF%81%CF%87%CE%B5%CE%AF%CE%BF:PaceaDeLaBucuresti1913.jpg|δεξιά|μικρογραφία|250x250εσ|Φωτογραφία των αντιπροσωπειών στη διάσκεψη ειρήνης.]]
Η Βουλγαρία, δυσαρεστημένη με τα κέρδη της στον Α΄ Βαλκανικό Πόλεμο, και ιδιαίτερα με τα κέρδη της Ελλάδας και της Σερβίας στην [[Μακεδονία]], εξαπέλυσε επίθεση στους πρώην συμμάχους της, τον Ιούνιο του 1913. Οι επιθέσεις αποκρούστηκαν , και οι στρατοί της Ελλάδας και της Σερβίας εισέβαλαν σε Βουλγαρικό έδαφος. Την ίδια στιγμή, η [[Οθωμανική Αυτοκρατορία| Οθωμανοί]] προωθήθηκαν στην [[Ανατολική Θράκη]] και επανακατέλαβαν την [[Αδριανούπολη]], ενώ η Ρουμανία χρησιμοποίησε την ευκαιρία να εισβάλει στην Βουλγαρία από το Βορρά και προέλασε αντιμετωπίζοντας ελάχιστη αντίσταση μέχρι την βουλγαρική πρωτεύουσα, [[Σόφια]]. Απομονωμένη και περιβαλλόμενη από ένα πιο ισχυρό συνασπισμό των αντιπάλων, η Βουλγαρία αναγκάστηκε να συμφωνήσει σε μια εκεχειρία και να αρχίσει τις ειρηνευτικές διαπραγματεύσεις που θα πραγματοποιηθούν στην πρωτεύουσα της Ρουμανίας, [[Βουκουρέστι]].
 
Όλες οι σημαντικές ρυθμίσεις και οι συμβάσεις παραχώρησης που αφορούν τη διόρθωση των διαφωνιών οι διεθνείς οριακές γραμμές είχαν τελειοποιηθεί σε μια σειρά από συνεδριάσεις της επιτροπής, που είχε συσταθεί σε ξεχωριστά πρωτόκολλα, και επικυρώθηκε επισήμως και από τις μεταγενέστερες ενέργειες της γενικής συνέλευσης των αντιπροσώπων. Παρά το γεγονός ότι οι Οθωμανοί είχαν επίσης συμμετάσχει στον Β΄ Βαλκανικό Πόλεμο, δεν εκπροσωπούνται σε αυτή τη συνθήκη. Αντ' αυτού, οι διμερείς συνθήκες αργότερα συνάφθηκαν με τη Βουλγαρία ([[Συνθήκη Κωνσταντινούπολης (1913)|Συνθήκη της Κωνσταντινούπολης]]) και την Ελλάδα ([[Συνθήκη των Αθηνών]]).
 
== Διαπραγματεύσεις και πιέσεις ==
Οι διαπραγματεύσεις της διάσκεψης για τη συνομολόγηση της συνθήκης αυτής διεξάχθηκαν στο Βουκουρέστι σ΄ έναν αγώνα προσδιορισμού των νέων συνόρων και ειδικότερα των Σερβο-Βουλγαρικών και των Ελληνο-Βουλγαρικών (στη Θράκη). Πριν όμως της σύγκλησης της διάσκεψης αυτής είχαν προηγηθεί οι ακόλουθες πολιτικές, διπλωματικές και άλλες στρατιωτικές ενέργειες:
# Στις [[26 Απριλίου]] (1913) ο Έλληνας Πρωθυπουργός [[Ελευθέριος Βενιζέλος|Ε. Βενιζέλος]] ενημερώνει εγγράφως τον [[Στογιάν Δάνεφ]] περί μη ύπαρξης σχετικής συμφωνίας μεταξύ Σερβίας και Ελλάδος δηλώνοντάς του πως γενικά οι Έλληνες επιθυμούν να καταστήσουν την υπό κυριαρχία τους Θεσσαλονίκη ελεύθερο λιμένα και επιπρόσθετα πως αν επιχειρηθεί χωριστή συμφωνία με τη Βουλγαρία οι Έλληνες είναι πρόθυμοι να παύσουν να ενδιαφέρονται για τις Σερβο-Βουλγαρικές διαφορές που αφορούσαν το Μοναστήρι κ.ά. (Σημειώνεται πως την πρόταση αυτή του Βενιζέλου επικαλέσθηκε αργότερα ο Βούλγαρος Πρωθυπουργός [[Ιβάν Γκέσωφ]] σε γαλλόφωνο βιβλίο που εξέδωσε προκειμένου ν΄ αποδείξη ότι η Ελλάδα τότε, στο Βουκουρέστι, δεν απαιτούσε κάνενα ζωτικό συμφέρον στη διανομή της Μακεδονίας).
Γραμμή 11 ⟶ 17 :
# Όταν όμως έγινε γνωστό ότι τούρκοι αιχμάλωτοι και μουσουλμανικοί πληθυσμοί σφαγιάζονταν σε αντίποινα από τους Βουλγάρους ο Σουλτάνος απείλησε έναρξη νέου πολέμου. (Σημειώνεται πως αντ΄ αυτού και μετά τη παρούσα συνθήκη ακολούθησαν η διμερής Βουλγαροτουρκική [[Συνθήκη Κωνσταντινούπολης (1913)]], και η Ελληνοτουρκική [[Συνθήκη Αθηνών (1913)]]).
 
=== Εκπρόσωποι των χωρών ===
Οι πληρεξούσιοι εκπρόσωποι επί των διαπραγματεύσεων και οι υπογράψαντες τη συμφωνία ειρήνης, (κατ΄ αλφαβητική σειρά χώρας), ήταν:
# '''Βουλγαρίας''': Οι Ντίμιταρ Τόντσεφ (Dimitar Tontschew) - Υπουργός οικονομίας, Ιβάν Φίτσεφ (Ι. Fichev) - Αρχηγός του Γενικού Επιτελείου από την έναρξη του Β΄ Βαλκανικού Πολέμου, Συμεών Ράντεφ (Radev) - Διπλωμάτης και δημοσιογράφος, ο συνταγματάρχης Στάντσοφ (Stantschow), ο Τέοχαρ Παπάζοφ (Teochar Papazow), διοικητικός δικαστής, Πέταρ Νέτζκοφ (Petar Nejkow), διπλωμάτης, Ιορδάνης Ιβάνοφ, Ατανάς Ιστσίρκοφ (Α. Ischirkow) και ο Ιβάν Στρογκόφ (Strogow).
Γραμμή 19 ⟶ 25 :
# '''Σερβίας''': Ο [[Νικόλα Πάσιτς]] - Πρωθυπουργός και Υπουργός Εξωτερικών, ο Μιχαΐλο Ristić, ο Miroslav Spalajkovic - Πρέσβης στη Σόφια και ο αντισυνταγματάρχης Μιλάνο Nedić
 
=== Οι Μεγάλες Δυνάμεις ===
Η θέση των [[Μεγάλες Δυνάμεις|Μεγάλων Δυνάμεων]] όπως αυτή εκδηλώθηκε κατά τη διάρκεια της συνδιάσκεψης των Βαλκανικών Βασιλείων στο Βουκουρέστι και ειδικότερα επί των ελληνικών αιτημάτων ήταν η ακόλουθη:
# Τόσο πρώτη η [[Γερμανία]] όσο και η [[Γαλλία]] υποστήριξαν θερμά τις ελληνικές θέσεις και μάλιστα σε βαθμό που η δεύτερη εκ του γεγονότος αυτού να περιέλθει σε διπλωματική ψυχρότητα με τη σύμμαχό της Ρωσία.
Γραμμή 32 ⟶ 38 :
 
Αν και η συνθήκη αυτή δεν συμπεριέλαβε διατάξεις σχετικά με τον καθορισμό συνόρων μεταξύ των νικητριών Χωρών εν τούτοις οι κύριες συνέπειες εξ αυτής της ήταν:
 
# Η Σερβία να λάβει υπό τη κυριαρχία της όλη τη Βόρεια Μακεδονία μέχρι τη Ραντοβίτσα και τη Στρώμνιτσα περιλαμβάνοντας το Μοναστήρι και το μεγαλύτερο τμήμα του Βαρδάρη (Βαρντάσκας). Τα δε Ελληνο-Σερβικά σύνορα είχαν όμως καθορισθεί από συνελθούσα ειδική διμερή επιτροπή που συνέταξε ιδιαίτερο πρακτικό το οποίο και είχαν προσυπογράψει, επτά ημέρες πριν, στις [[3 Αυγούστου]] [[1913]] οι Πρωθυπουργοί της Ελλάδας και της Σερβίας [[Ελευθέριος Βενιζέλος]] και [[Νικόλα Πάσιτς]] αντίστοιχα (²).
=== Κέρδος της Σερβίας σε έδαφος ===
# Τα Ελληνο-Βουλγαρικά σύνορα (οροθετική γραμμή) σύμφωνα με το άρθρο 5 της Συνθήκης και του προσαρτημένου στη συνθήκη Πρωτοκόλλου της [[17 Αυγούστου]] (1913) καθορίζονται ανατολικά μεν μεταξύ του όρους Μπέλες και των εκβολών του ποταμού Νέστου στο Αιγαίο, και βόρεια από εγγύς Στρωμνίτσας μέχρι όρους Μπέλες.
Το ανατολικό σύνορο της Σερβίας συντάχθηκε από τη σύνοδο κορυφής της Παταρίκα, στα παλιά σύνορα, και ακολούθησε την καμπή μεταξύ των [[Βαρδάρης| Βαρδάρη]] και [[Στρυμόνας| Στρυμόνα]] ποτάμια στην ελληνική-βουλγαρική όριο, εκτός από ότι η άνω κοιλάδα του [[Στρούμιτσα]] παρέμεινε στην κατοχή της Βουλγαρίας. Το έδαφος που κερδήθηκε συγχωνεύθηκε με τον κεντρικό Βαρδάρη, συμπεριλαμβανομένης της [[Οχρίδα]], [[Στιπ]], [[Κότσανη]] και [[Μπίτολα]] στη σημερινή [[ΠΓΔΜ]]. Με τη διάταξη αυτή, η Σερβία αύξησε την επικράτειά της από 48.300 σε 87,780 km2 και ο πληθυσμός αυξήθηκε περισσότερο από 1,5 εκατ. κατοίκους. <ref>Anderson and Hershey, p. 439</ref>
# Η Ρουμανία μετά την επίθεση που ξεκίνησε η Βουλγαρία, παρασυρόμενη από το πάθος πολεμικής λύσης, είχε εισβάλει στη Βουλγαρία, από την οποία και προσάρτησε τη Βουλγαρική Δομβρουτσά.
 
# Η δε Οθωμανική Αυτοκρατορία επανέκτησε την Αδριανούπολη και τμήματα της Α. Θράκης.
=== Κέρδος της Ελλάδας σε έδαφος ===
# Αλλά και η Βουλγαρία αν και ηττημένη, διατήρησε το Μελένοικο και το Νευροκόπι στη βόρεια Μακεδονία καθώς και τη Δυτική Θράκη, εκτός της Καβάλας. Συνεπώς η Βουλγαρία, από τη Συνθήκη αυτή, εξήλθε πολλαπλά κερδισμένη τόσο σε έκταση, όσο και σε πληθυσμό. Συγκεκριμένα έστω και με τα εδάφη που της απέμειναν από εκείνα που είχε προσαρτήσει στον Α' Βαλκανικό Πόλεμο έφθανε σε έκταση και πληθυσμό την Ελλάδα (³), υπερβαίνοντας και τη Σερβία.
Η συνοριακή γραμμή που χωρίζει την Ελλάδα από τη Βουλγαρία συντάχθηκε από την κορυφή του [[Μπέλες]] στο στόμα του [[Νέστος| Νέστου]], σχετικά με το [[Αιγαίο]]. Αυτή η σημαντική εδαφική παραχώρηση, στην οποία η Βουλγαρία προσβλήθηκε σημαντικά, σε συμμόρφωση με τις οδηγίες που έλαβε στις σημειώσεις τις οποίες η [[Ρωσική Αυτοκρατορία]] και [[Αυστροουγγαρία]] παρουσιάστηκαν στο συνέδριο, αύξησε την περιοχή της Ελλάδας από 64.790 σε 108.610 km2 και ο πληθυσμός της έγινε από 2.660.000 σε 4.363.000. <ref>Anderson and Hershey, pp. 439-440</ref>
 
Στο έδαφος που προσάρτησε η Ελλάδα, συμπεριλαμβάνονται μεγάλα τμήματα της [[Ήπειρος| Ηπείρου]] και της [[Μακεδονία|Μακεδονίας]], συμπεριλαμβανομένης και της [[Θεσσαλονίκη]]. Τα ελληνοβουλγαρικά σύνορα μεταφέρθηκαν προς τα ανατολικά μέχρι πέρα ​​από την [[Καβάλα]], περιορίζοντας έτσι τα παράλια της Βουλγαρίας στο Αιγαίο σε αμελητέο ύψος 110 km, με μόνο το Δεδέαγατς (σύγχρονη [[Αλεξανδρούπολη]]) ως επίνειο. Επιπλέον, η [[Κρήτη]] ενσωματώθηκε οριστικά στην Ελλάδα και επίσημα στις 14 Δεκεμβρίου του ίδιου έτους. Μέσα σε αυτή την περιοχή ήταν επίσης η [[Φλώρινα]]. <ref>Anderson and Hershey, p. 440</ref>
 
=== Κέρδος της Βουλγαρίας σε έδαφος ===
Το μερίδιο της Βουλγαρίας από τα λάφυρα, αν και μειώθηκε σημαντικά, δεν ήταν εντελώς αμελητέο. Υπήρξαν καθαρά κέρδη της σε ένα τμήμα της Μακεδονίας, [[Μακεδονία του Πιρίν]] (ή Βουλγαρική Μακεδονία), συμπεριλαμβανομένης της πόλης της [[Στρώμνιτσα]], [[Δυτική Θράκη]], και 110 χλμ. παράλια του Αιγαίου, ήταν περίπου 25.030 km2, και ο πληθυσμός της αυξήθηκε κατά 129.490. Επιπλέον, η Βουλγαρία συμφώνησε να καταργήσει όλα τα υπάρχοντα φρούρια και δεσμεύθηκε από μόνο της να μην ξανακατασκευαστούν στο μέλλον φρούρια μεταξύ των ελληνο-βουλγαρικών συνόρων ή οπουδήποτε σε από το έδαφος μεταξύ των δύο πόλεων, ή μέσα σε μια ακτίνα 20 χιλιομέτρων γύρω από το [[Μπάλτσικ]].
 
=== Κέρδος της Ρουμανίας σε έδαφος ===
Η Βουλγαρία παραχώρησε στη Ρουμανία την [[Δοβρουτσά| Νότια Δοβρουτσά]], που βρίσκεται βόρεια της γραμμής που εκτείνεται από το Δούναβη, ακριβώς πάνω απ' το Tutrakan στη δυτική ακτή της [[Μαύρη Θάλασσα| Μαύρης Θάλασσας]], νότια της [[Δοβρουτσά| Νότιας Δοβρουτσάς]] έχει επιφάνεια περίπου 6.960 km2, με πληθυσμό 286.000, και περιλαμβάνει το φρούριο της Σιλίστρα και οι πόλεις της Τουτρακάν στον [[Δούναβης| Δούναβη]] στη Μαύρη Θάλασσα.
 
== Εκτίμηση ==
Σύμφωνα με τους Anderson and Hershey, η σοβαρή επιδείνωση των όρων που επιβάλλονται για τη Βουλγαρία αντιπαρέβαλε τις φιλοδοξίες της κυβέρνησής του κατά την έναρξη του Βαλκανικού Πολέμου: το έδαφος τελικά που κέρδισε ήταν σχετικά περιορισμένο; Η Βουλγαρία απέτυχε να κερδίσει την Μακεδονία, η οποία ήταν το μήλον της έριδος του κατά τον πόλεμο και ιδιαίτερα οι περιοχές της Οχρίδας και της Μπίτολα, το οποίο ήταν και το κύριο αίτημα. Με μόνο μια μικρή διέξοδο στο Αιγαίο γύρω από τη μικρή λιμάνι της Αλεξανδρούπολης, η Βουλγαρία έπρεπε να εγκαταλείψει το σχέδιο της ηγεμονίας των Βαλκανίων.
 
Σύμφωνα με τους Anderson and Hershey, η νικήτρια και θριαμβεύτρια μετά την εξαγορά της [[Θεσσαλονίκης]] και την περισσότερη από την Μακεδονία μέχρι και το λιμάνι της Καβάλας, η Ελλάδα είχε ακόμη εκκρεμή ζητήματα . <ref>Anderson and Hershey, p. 440</ref> Η [[Ιταλία]] ήταν σε αντίθεση με τις ελληνικές διεκδικήσεις στην [[Βόρεια Ήπειρος| Βόρεια Ήπειρο]] και καθώς επίσης έλεγχε τα ελληνο-κατοικούμενα [[Δωδεκάνησα]]. Επιπλέον, το status quo των νησιών του [[Νησιά του βορειοανατολικού Αιγαίου| Βορειοανατολικού Αιγαίου]], το οποίο η Ελλάδα το είχε λάβει από τους Οθωμανούς, παρέμεινε απροσδιόριστο μέχρι τον Φεβρουάριο του 1914, όταν οι Μεγάλες Δυνάμεις αναγνώρισαν την ελληνική κυριαρχία πάνω τους. Οι εντάσεις με τους Οθωμανούς παρέμειναν σε υψηλά επίπεδα, ωστόσο, για την αντιμετώπιση των διωγμών των Ελλήνων της Ανατολής, που οδήγησε σε μια κρίση και έναν ναυτικό αγώνα το καλοκαίρι του 1914, που σταμάτησε μόνο με το ξέσπασμα του [[Α΄ Παγκόσμιος Πόλεμος|Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου]]. Στο τέλος του πολέμου, η Ελλάδα είχε ακόμη αξιώσεις στα εδάφη εκτός των συνόρων της, που κατά εκείνη τη χρονική στιγμή ήταν περίπου 3 εκατομμύρια [[Έλληνες]].
 
== Σημειώσεις ==
Γραμμή 66 ⟶ 86 :
{{βικιθήκη|Συνθήκη του Βουκουρεστίου}}
{{commonscat}}
* {{cite book|title=Handbook for the Diplomatic History of Europe, Asia, and Africa 1870-1914|first=Frank Marby|last=Anderson|publisher=National Board for Historical Service, Government Printing Office|date=1918|chapter=The Treaty of Bucharest, August 10, 1913|location=Washington, DC|coauthors=Amos Shartle Hershey|chapterurl=http://archive.org/stream/handbookfordipl01hersgoog#page/n442/mode/2up}}
* Karl Adam: Βρετανικό δίλημμα Βαλκανίων. Η βρετανική βαλκανική πολιτική της βοσνιακής κρίσης μέχρι τους Βαλκανικούς Πολέμους 1908-1913 , Verlag Δρ Κόβατς, Αμβούργο 2009, ISBN 978-3-8300-4741-4 .
* Katrin Boeckh: Από τους Βαλκανικούς Πολέμους στο Παγκόσμιο Πόλεμο. Μικρά κράτη πολιτικής και εθνικής αυτοδιάθεσης στα Βαλκάνια . Oldenbourg Verlag, Μόναχο 1996, ISBN 3-486-56173-1 .