Γέμελλος (όνομα): Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
→‎Ετυμολογία του ονόματος: ισχυρισμός χωρίς τεκμηρίωση
Αναίρεση έκδοσης 6995054 από τον Chalk19 (Συζήτηση) Φυσικά κ είναι συνώνυμα. Έχουν όλα τη σημασία δίδυμος.
Ετικέτα: Αναίρεση
Γραμμή 2:
 
== Ετυμολογία του ονόματος ==
Σύμφωνα με τον [[Εμίντιο Ντε Φελίτσε|Emidio De Felice]], το όνομα ''Γέμελ(λ)ος'' και το συνώνυμό του μεταγενέστερο ελληνικό ''Γέμινος'' προέρχονται από το ρωμαϊκό επώνυμο (''cognomen'') ''Geminus'' (Γέμινος) και αυτό από το λατινικό επίθετο ''geminus'' ή το υποκοριστικό του ''gemellus'', και σημαίνουν «δίδυμος».<ref>[[Εμίντιο Ντε Φελίτσε|Emidio De Felice]], ''Dizionario dei nomi italiani'', Mondadori, [[Μιλάνο]] [[1986]], <small>ISBN 978-88-04-42791-9</small>, σ. 181.</ref> <ref>[http://www.etimo.it/?cmd=id&id=7682&md=a82f6935a390192d5e85023bdc24ba1b ''Dizionario Etimologico'', «gèmino»].</ref> Τα ονόματα ''Γέμελλος'' και ''Γέμινος'' είναι δηλαδή σημασιολογικά ταυτόσημα με τοτα ελληνικά αντρικόαντρικά όνομαονόματα ''[[Δίδυμος (όνομα)|Δίδυμος]]'', ''[[Θωμάς (όνομα)|Θωμάς]]'' και ''[[Τομάζος]]''.
 
Σύμφωνα με τον [[Δικαίος Βαγιακάκος|Δικαίο Βαγιακάκο]], και σήμερα στις [[Κυκλάδες]] και τα [[Δωδεκάνησα]] ο δίδυμος λέγεται ''γέμελλος'' ή ''γιμέλλης'', και στα [[Δωδεκάνησα]] με αντικατάσταση του ''γ'' με το ''δ'' ''διμέλλης''.<ref>[[Δικαίος Βαγιακάκος]], ''Ιστορικό λεξικό ελληνικών επωνύμων'', τμ. 1ος, [[Πάπυρος (εκδοτικός οίκος)|Πάπυρος]], Αθήνα 2016, σ. 88, και περιοδικό ''[[Ιστορία (περιοδικό)|Ιστορία]]'', #45 (1972).</ref>