Εθνικοσοσιαλιστικό Γερμανικό Εργατικό Κόμμα: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
μΧωρίς σύνοψη επεξεργασίας
Γραμμή 136:
Το [[1931]] και το [[1932]] η πολιτική κρίση βαθαίνει στην χώρα, καθώς η οικονομική κρίση είναι στο απόγειό της. Το 1932 ο Χίτλερ βάζει υποψηφιότητα για Πρόεδρος της Δημοκρατίας με αντίπαλο τον [[Πάουλ φον Χίντενμπουργκ]]. Στον πρώτο γύρο καταφέρνει να συγκεντρώσει το 30% έναντι 49% του Χίντενμπουργκ και στον δεύτερο συγκεντρώνει περίπου 37%, χάνοντας την εκλογή από τον Χίντενμπουργκ, που συγκεντρώνει το 53%. Οι εκλογές αυτές αποτελούν ένα είδος δημοσκόπησης τόσο για το Κόμμα όσο και για τον Ηγέτη του. Από τον πολιτικό λόγο του Κόμματος έχει πέσει σε δεύτερη μοίρα ο έντονος αντισημιτισμός (χωρίς, ασφαλώς, να απαλειφθεί ποτέ ολοσχερώς). Οι Γερμανοί δίνουν την ψήφο τους στον Χίτλερ κατά κύριο λόγο επειδή υπόσχεται να αναθερμάνει την Οικονομία (χωρίς, ωστόσο, να εξαγγείλει συγκεκριμένα μέτρα) και επειδή υπόσχεται να αποκαταστήσει τον Νόμο και την τάξη. Αυτό είναι σημαντικό για τους πολίτες, καθώς η [[SA]], αριθμώντας ήδη 400.000 μέλη, είναι μια από τις αντιμαχόμενες οργανώσεις (και τα άλλα μεγάλα Κόμματα, SPD και KPD, διαθέτουν αντίστοιχες ομάδες κρούσης), που μετατρέπουν πολλές γερμανικές πόλεις κυριολεκτικά σε πεδία μάχης. Κυρίως, όμως, υπόσχεται να αποκαταστήσει το Γερμανικό γόητρο, το οποίο είχε ταπεινωθεί από τους όρους της Συνθήκης των Βερσαλλιών. Κανένα στέλεχός του, βεβαίως, δεν παραλείπει να αναφέρει ότι το Κόμμα θα προστατεύσει (η έκφραση που χρησιμοποιείται είναι «θα σώσει») την χώρα από την «Κομμουνιστική απειλή».
 
Νέες εκλογές διεξάγονται τον [[Γερμανικές γενικές εκλογές Ιουλίου 1932|Ιούλιο του 1932]]. Ο επικεφαλής της Προπαγάνδας του Κόμματος δρ. Γκέμπελς και η ρητορική δεινότητα του Χίτλερ καταφέρνουν να εκτοξεύσουν το ποσοστό του NSDAP στο 37,4% και 230 έδρες στο Ράιχσταγκ, φέρνοντάς το στην πρώτη θέση στην Γερμανία. Το Κομμουνιστικό Κόμμα παίρνει 14,6% αλλά, όπως είναι φυσικό, ο σχηματισμός Κυβέρνησης συνασπισμού είναι αδύνατος, καθώς οι ιδεολογικές διαφορές των δύο Κομμάτων είναι αγεφύρωτες. Σχηματίζονται, έτσι, Κυβερνήσεις μειοψηφίας, που αδυνατούν να επιλύσουν τα οξύτατα προβλήματα της Οικονομίας. Το Κομμουνιστικό Κόμμα δεν αναγνωρίζει ως κύριο αντίπαλο το NSDAP αλλά το Σοσιαλιστικό Κόμμα, κι αυτό κάνει χαλαρότερη την αντιπολίτευση απέναντι στους Ναζιστές.
 
[[Αρχείο:Bundesarchiv Bild 102-03126, Berlin, Wahlplakate NSDAP.jpg|left|thumb|250px|Προεκλογικό περίπτερο του Ναζιστικού Κόμματος. Απρίλιος 1932. <small>Φωτ. Γερμανικού Ομοσπονδιακού Αρχείου</small>]]
 
Ο Καγκελάριος [[Φραντς φον Πάπεν]] προκηρύσσει νέες εκλογές για τον [[Γερμανικές γενικές εκλογές Νοεμβρίου 1932|Νοέμβριο του ίδιου έτους]], ελπίζοντας να επιτύχει συσχετισμούς που να επιτρέπουν σχηματισμό ισχυρής Κυβέρνησης. Το αποτέλεσμα για το NSDAP προκαλεί έκπληξη: Το ποσοστό του πέφτει στο 33% και 196 έδρες. Σε αυτό συνέβαλε η μερική υποχώρηση της οικονομικής κρίσης αλλά και ο φόβος των ψηφοφόρων της μεσαίας τάξης, που το είχαν υποστηρίξει στις προηγούμενες εκλογές, ότι πράγματι το NSDAP μπορεί να ερχόταν στην εξουσία. Οι Ναζιστές, από την άλλη, έλαβαν το μήνυμα των εκλογών: Έπρεπε να πάρουν την εξουσία τώρα, πριν τα ποσοστά του Κόμματος μειωθούν ακόμη περισσότερο. Απαιτούν από τον Πρόεδρο να ονομάσει τον Χίτλερ Καγκελάριο, αφού είναι ο ηγέτης του πρώτου Κόμματος στις εκλογές. Ο φον Πάπεν, ο διάδοχός του [[Κουρτ φον Σλάιχερ]] και πολλοί μεγαλοεπιχειρηματίες, όπως οι Κρουπ, πιέζουν τον - σφοδρά αντιτιθέμενο - Χίντενμπουργκ προς αυτή την κατεύθυνση. Τελικά ο Πρόεδρος ενδίδει και ονομάζει τον Χίτλερ Καγκελάριο στις [[30 Ιανουαρίου]] [[1933]]. Η Κυβέρνηση που συγκροτείται περιλαμβάνει πολύ λίγους Ναζιστές, αλλά το Κόμμα ξέρει πολύ καλά τη δουλειά του: Στις 27 Φεβρουαρίου ξεσπά η [[Εμπρησμός του Ράιχσταγκ|πυρκαϊά στο Ράιχσταγκ]], αλλάκαι το Κόμμα κατηγορεί τους Κομμουνιστές, καθώς συλλαμβάνεται στον τόπο της πυρκαϊάς ως υπεύθυνος ο νεαρός Ολλανδός κομμουνιστής [[Μαρίνους φαν ντερ Λούμπε]] (Marinus van der Lubbe). Ο Χίτλερ εκμεταλλεύεται στο έπακρο τη θέση του και πείθει τον πρόεδρο φον Χίντενμπουργκ να εκδώσει το λεγόμενο «[[Διάταγμα τηςτου Εξουσιοδοτήσεως»εμπρησμού (γερμ.του '''Ermächtigungsgesetz''')Ράιχσταγκ]]», με το οποίο αναστέλλονται οι δημοκρατικέςσυνταγματικά ελευθερίεςκατοχυρωμένες πουατομικές είχε επιφέρει η Δημοκρατία της Βαϊμάρης. Το πλήρες και ορθό όνομαελευθερίες του νόμου είναι «Νόμος για την σωτηρία τουγερμανικού λαού και του Ράϊχ, 24.03.1933». Το Κομμουνιστικό Κόμμα κηρύσσεται εκτός Νόμου, οι ηγέτες του συλλαμβάνονται, τα μέλη του διώκονται.
 
Έχοντας απαλλαγεί από ένα βασικό ιδεολογικό αντίπαλο, ο Χίτλερ προκαλεί νέες εκλογές το Μάρτιο του 1933, με σκοπό να αποκτήσει την πλειοψηφία στο Κοινοβούλιο. Οι εκλογές διεξάγονται με τον Χίτλερ Καγκελάριο και το αποτέλεσμα δίνει το 44% των ψήφων και 288 έδρες στο NSDAP. Έχοντας υποστηρικτή το μικρό Γερμανικό Εθνικό Λαϊκό Κόμμα (DNVP), οι Εθνικοσοσιαλιστές επιτυγχάνουν την απόλυτη πλειοψηφία στο Κοινοβούλιο (52%). Η κυριαρχία του Εθνικοσοσιαλιστικού Κόμματος αρχίζει. Θα λήξει μόνον με τον τερματισμό του [[Β΄ Παγκόσμιος Πόλεμος|Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου]] στην Ευρώπη, το Μάιο του [[1945]].