Βυζαντινή Αυτοκρατορία: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Χωρίς σύνοψη επεξεργασίας
→‎Γλώσσα: αφαιρεση του κειμένου λόγω παραβασης πν. δικαιωμάτων. Ολοκληρες προτάσεις εχουν παρθεί απο την πηγή, χωρις καν attribution.
Γραμμή 107:
 
== Πολιτισμός ==
 
===Γλώσσα===
Πριν τη μεταφορά της πρωτεύουσας της αυτοκρατορίας στην Κωνσταντινούπολη, οι ρωμαίοι αυτοκράτορες απευθύνονταν στα ελληνικά προς τις ανατολικές επαρχίες, επειδή εκεί επικρατούσε η ελληνική. Ωστόσο ο Μέγας Κωνσταντίνος και μετέπειτα ο Διοκλητιανός επέβαλαν τη χρήση της λατινικής ως επίσημης γλώσσας. Στους πρώτους βυζαντινούς αιώνες η σπουδή της λατινικής έγινε απαραίτητη για όσους ήθελαν να καταλάβουν δημόσια αξιώματα, παρά τις αντιδράσεις των λογίων όπως ο Λιβάνιος, ο Θεμίστιος και ο Συνέσιος. Αρνητική στάση προς τη λατινική είχαν και οι ιεράρχες. Στην Α' Οικουμενική Σύνοδο ο Κωνσταντίνος απευθύνεται προς τους ιεράρχες στα λατινικά τα οποία μεταφράζονται στα ελληνικά. Ο ίδιος παρακολουθεί τις εργασίες της Συνόδου που γίνονταν στα ελληνικά, καθώς γνώριζε τη γλώσσα, όπως αναφέρει ο Ευσέβιος. Η λατινική εθεωρείτο ανεπαρκής γλώσσα για τη διατύπωση των θρησκευτικών κειμένων. Σταδιακά επικρατεί η διγλωσσία, και στην εποχή του Θεοδοσίου προβλέπεται η απασχόληση ελληνόφωνων και λατινόφωνων γραμματέων, βιβλιοθηκονόμων, καθηγητών ανώτατης παιδείας κλπ. Οι πολίτες στις καθημερινές τους συναλλαγές χρησιμοποιούν κυρίως τα ελληνικά. Αυτοκρατορικά και δικαιοπρακτικά κείμενα όταν γράφονται στα λατινικά, συνοδεύονται από ελληνική περίληψη. Στο στρατό μόνο οι αξιωματικοί ήταν λατινόφωνοι. Έτσι η Πολιτεία εισάγει σταδιακά την ελληνική γλώσσα ως επίσημη. Το 397 επιτρέπεται να γίνονται δίκες και στις δύο γλώσσες. Από το 439 οι διαθήκες συντάσσονται στα ελληνικά. Ο [[Αναστάσιος Α΄ ο Δίκορος|Αναστάσιος Α']] (491-518) θεσμοθετεί στα ελληνικά για τις ανατολικές επαρχίες του κράτους. Ο [[Ιουστινιανός Α´|Ιουστινιανός]] (527-565) πρώτος νομοθετεί στα ελληνικά "''ώστε οι νόμοι να γίνουν γνωστοί σε όλους και να ερμηνεύονται εύκολα''". Από τον 6ο αιώνα η διδασκαλία την νομικής γίνεται και στην Κωνσταντινούπολη στα ελληνικά. Την 1η Νοεμβρίου 541 ο [[Τριβωνιανός]] απευθύνει την τελευταία λατινόφωνη διάταξη. Αυτή η μετατόπιση προς την ελληνική συνάντησε αντιδράσεις από λατινόφωνους αξιωματούχους. Ωστόσο, ένας από αυτούς, ο [[Ιωάννης Λαυρέντιος ο Λυδός|Ιωάννης ο Λυδός]] (6ος αι.) αναγνωρίζει ότι οι υπήκοοι των ανατολικών επαρχιών είναι "''Έλληνες εκ του πλείονος''". Η χρήση της λατινικής ως επίσημης γλώσσας καταργείται επί [[Ηράκλειος|Ηρακλείου]] (610-641) ο οποίος πρώτος εκδίδει νομίσματα με ελληνικές επιγραφές. Η λατινική παραμένει στα χρυσά νομίσματα μέχρι την εποχή του Ρωμανού του Διογένη (1068-1071). Μέχρι το τέλος της αυτοκρατορίας διατηρούνται πολλές λατινικές λέξεις σε κείμενα ευρείας χρήσης όπως νομικές διατάξεις, στρατιωτικά τακτικά, λογοτεχνία. Λατινικές λέξεις εισάγονται και λόγω των επαφών με τη Δύση. Η λατινική γλώσσα αποκτά τον συμβολισμό της συνέχειας με την Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία και για το λόγο αυτό οι Δυτικοί ηγεμόνες και [[Πάπας|Πάπες]] θεωρούν τη Βυζ. Αυτοκρατορία ξένη προς τη Ρωμαϊκή. Από τον 5ο αιώνα, οι εκπρόσωποι του αυτοκράτορα που στέλνονται για να διοικήσουν τις δυτικές επαρχίες θεωρούνται Έλληνες από τους Δυτικούς. Οι Βυζαντινοί θεωρούνται από τους Δυτικούς μόνο κατ' όνομα Ρωμαίοι, αφού άλλαξαν τη γλώσσα, τα ήθη και την ενδυμασία.<ref>Βασιλικοπούλου Αγνή, "Η πάτριος φωνή", στο "Η επικοινωνία στο Βυζάντιο". Πρακτικά Β’ Διεθνούς Συμποσίου, 4-6 Οκτ. 1990, έκδοση Κέντρο Βυζ. Ερευνών, ΕΙΕ, Αθήνα 1993, σ. 103-113. Διαθέσιμο στο google.gr.</ref>
 
=== Παιδεία ===