Άρης Βελουχιώτης: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Χωρίς σύνοψη επεξεργασίας
Ετικέτες: Αναίρεση Αναιρέθηκε
Βανδαλισμός
Ετικέτα: Αναίρεση
Γραμμή 1:
{{πληροφορίες προσώπου}}
{{Κομμουνισμός}}
Ο '''Θανάσης Κλάρας''' ([[Λαμία]], [[27 Αυγούστου]] [[1905]] – [[Μεσούντα Άρτας]], [[15 Ιουνίου]] [[1945]]), γνωστός ως '''Άρης Βελουχιώτης ή Μιζέριας''', ήταν [[Έλληνες|Έλληνας]] δοσίλογος, φασίστας,δημοσιογράφος, πολιτικός, στέλεχος του [[Κομμουνιστικό Κόμμα Ελλάδας|ΚΚΕ]] και ηγέτης του [[ΕΛΑΣ]], της μεγαλύτερης [[Εθνική Αντίσταση|αντιστασιακής οργάνωσης]] στην Ελλάδα υπό ηγεσία κομμουνιστικής ιδεολογίας κατά την περίοδο της [[Κατοχή της Ελλάδας 1941-1944|Κατοχής]].
 
Γεννήθηκε στη [[Λαμία]], όντας γόνος εύπορης οικογένειας. Σπούδασε στην Αβερώφεια Μέση Γεωργική Σχολή Λαρίσης γεωπονική, αλλά σύντομα εγκατέλειψε το επάγγελμά του και μετέβη στην [[Αθήνα]]. Εκεί μυήθηκε στην [[Κομμουνισμός|κομμουνιστική]] ιδεολογία και το 1924 έγινε μέλος της [[Κομμουνιστική Νεολαία Ελλάδας|Κομμουνιστικής Νεολαίας Αθήνας]]. Στην διάρκεια της στρατιωτικής του θητείας στάλθηκε στον [[Πειθαρχικός Ουλαμός Καλπακίου|Πειθαρχικό Ουλαμό Καλπακίου]]. Στις γραμμές του ΚΚΕ ανέπτυξε έντονη δράση, ενώ στο τέλος του 1928 έγινε αρχισυντάκτης του ''[[Ριζοσπάστης|Ριζοσπάστη]]''. Φυλακίστηκε στου [[Φυλακές Συγγρού|Συγγρού]], στην [[Αίγινα]] και στη [[Γυάρος|Γυάρο]] και ως στέλεχος του ΚΚΕ έδρασε στη [[Θράκη]]. Κατά τη [[Καθεστώς της 4ης Αυγούστου|μεταξική δικτατορία]] φυλακίστηκε στην Αίγινα και στην [[Κέρκυρα]], όπου υπέγραψε δήλωση μετάνοιας. Στον [[Ελληνοϊταλικός πόλεμος (1940-1941)|Ελληνοϊταλικό πόλεμο]] υπηρέτησε στο πυροβολικό και μετά την κατάρρευση του μετώπου ζήτησε από το ΚΚΕ την οργάνωση αντάρτικου κατά των κατακτητών. Μετά την ίδρυση του ΕΛΑΣ τον Φεβρουάριο του 1942, τέθηκε επικεφαλής μικρής ένοπλης ομάδας αλλάζοντας το όνομά του σε Άρης Βελουχιώτης. Με δικές του ενέργειες το τμήμα του αναπτύχθηκε εντυπωσιακά και έγινε ο πυρήνας του ΕΛΑΣ στην κεντρική Ελλάδα.
Γραμμή 7:
Τον Νοέμβριο του 1942 συνεργάστηκε με τον [[Ναπολέων Ζέρβας|Ναπολέοντα Ζέρβα]] και Βρετανούς σαμποτέρ στην [[Μάχη του Γοργοποτάμου|ανατίναξη της γέφυρας του Γοργοπόταμου]], μιας επιχείρησης δολιοφθοράς από τις μεγαλύτερες του [[Β΄ Παγκόσμιος Πόλεμος|Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου]]. Έγινε καπετάνιος του Γενικού Αρχηγείου Ρούμελης τον Μάρτιο του 1943 και τον Μάιο του ίδιου έτους έγινε καπετάνιος του ΓΣ του ΕΛΑΣ, όπου και παρέμεινε μέχρι τη διάλυσή του. Με το ξέσπασμα των [[ενδοαντιστασιακές συγκρούσεις στην Ελλάδα|εμφυλίων συγκρούσεων]] με τον [[ΕΔΕΣ]] τον Οκτώβριο του 1943, ο Βελουχιώτης διοίκησε τα τμήματα του ΕΛΑΣ που έκαναν διμέτωπο στην [[Ήπειρος (διαμέρισμα)|Ήπειρο]] κατά του Ζέρβα και των Γερμανών. Στα μέσα Απριλίου του 1944 επιτέθηκε και διέλυσε το 5/42 Σύνταγμα Ευζώνων της αντιστασιακής οργάνωσης [[Εθνική και Κοινωνική Απελευθέρωση|ΕΚΚΑ]]. Κατά το διάστημα Απριλίου–Σεπτεμβρίου 1944 στάλθηκε στην [[Πελοπόννησος|Πελοπόννησο]], όπου διεύθυνε τις επιχειρήσεις κατά των Γερμανών και των [[Τάγματα Ασφαλείας|Ταγμάτων Ασφαλείας]]. Για την προσφορά του η Κυβέρνηση του Βουνού [[ΠΕΕΑ]] τον Μάιο του 1944 του απένειμε τον βαθμό του Υποστράτηγου. Στα [[Δεκεμβριανά]] στάλθηκε μαζί με τον [[Στέφανος Σαράφης|Στέφανο Σαράφη]] στην Ήπειρο, όπου διάλυσε με ευκολία τις δυνάμεις του ΕΔΕΣ. Μετά την ήττα του ΕΛΑΣ στα Δεκεμβριανά και την επακόλουθη [[Συμφωνία της Βάρκιζας]] υπέγραψε διαταγή αποστράτευσης και αφοπλισμού των ανδρών του, νομιμοποιώντας με αυτό τον τρόπο την συμφωνία της Βάρκιζας, όμως λίγο καιρό μετά συγκρότησε ένοπλη ομάδα από πιστούς συντρόφους του. Διαγράφηκε και αποκηρύχτηκε από το ΚΚΕ και διωκόμενος από κυβερνητικές δυνάμεις αυτοκτόνησε στις 15 Ιουνίου 1945 στη [[Μεσούντα Άρτας]].
 
Χαρισματικός και αμφιλεγόμενος, ο Βελουχιώτης είναι μια από τις πλέον τραγικές φυσιογνωμίες της Νεοελληνικής Ιστορίας. Για ένα μεγάλο κομμάτι της ελληνικής κοινωνίας ειναιθεωρείται μέχρι και σήμερα ένας ήρωας ή προδομένος ήρωας, ενώ για ένα άλλο τμήμα της ένας βίαιος εγκληματίας. Τον Ιούλιο του 2011 το ΚΚΕ τον απεκατέστησε πολιτικά και τον Ιούνιο του 2018 του αποδόθηκε η ιδιότητα του μέλους του κόμματος.
 
==Τα πρώτα χρόνια==
Γραμμή 16:
[[Αρχείο:Takis Fitsios with Aris Velouchiotis in Lamia.gif|thumb|350px|δεξιά|Ο Τάκης Φίτσιος σε ομιλία του στην Λαμία και στα δεξιά του ο Άρης Βελουχιώτης]]
 
Το 1923 κατέβηκε στην Αθήνα και ήρθε σε επαφή με τον κομμουνιστή συμπατριώτη του και πολιτικό του μέντορα [[Τάκης Φίτσιος|Τάκη Φίτσιο]].<ref>Σαμπατακάκης (2004) σ. 7</ref> Το 1924, και μετά από μια περίοδο δοκιμής, εντάχθηκε ως μέλος της Τοπικής Επιτροπής της Κομμουνιστικής Νεολαίας της Αθήνας και αφοσιώθηκε στον αγώνα για τη διάδοση των αρχών του κομμουνισμού. Ένα χρόνο μετά κατατάχθηκε στον στρατό και λόγω των γραμματικών του γνώσεων έγινε Δεκανέας Πυροβολικού. Όταν όμως έγινε αντιληπτή η κομμουνιστική του δράση καθαιρέθηκε και στάλθηκε στον Πειθαρχικό Ουλαμό Καλπακίου να εκτίσει ποινή τριών μηνών.<ref>Χανδρινός (2009), σ. 6</ref> Μετά από ψυχικά και σωματικά βασανιστήρια απολύθηκε από τον στρατό, επανήλθε στην Αθήνα και εγκατέλειψε κάθε άλλη δραστηριότητα για να γίνει «επαγγελματίας επαναστάτης» (όρος που είχε εισαχθεί από τον Λένιν για την προετοιμασία της σοσιαλιστικής επανάστασης).
 
Από το 1925{{efn| Τα μέλη της ΟΚΝΕ γίνονταν μέλη του ΚΚΕ όταν έφταναν στην ηλικία των 25 ετών. Έτσι ο Κλάρας έγινε μέλος του ΚΚΕ το 1929, όταν πλέον συμπλήρωσε αυτή την ηλικία. Όσοι νεολαίοι επιδείκνυαν έντονη δραστηριότητα μπορούσαν μετά τα 25 να συνέχιζαν να εργάζονται για την ΟΚΝΕ, υποχρεωτικά όμως θα έπρεπε να παρακολουθούν τις δραστηριότητες του ΚΚΕ, γεγονός που συνέβη και στην περίπτωση του Κλάρα<ref>Λαγδάς (1965) τ. Α΄ σ. 258</ref>}} πρωταγωνίστησε μέσα από τηςτις γραμμές της [[ΟΚΝΕ|Κομμουνιστικής Νεολαίας]] σε πολλές επιχειρήσεις αποδράσεως κομμουνιστών. Μάλιστα βοήθησε δύο φορές το τότε ηγετικό στέλεχος της νεολαίας, [[Νίκος Ζαχαριάδης|Νίκο Ζαχαριάδη]], να δραπετεύσει. Εκείνη την εποχή άρχισε να χρησιμοποιεί το ψευδώνυμο «Μιζέριας», με τις πιθανότερες εκδοχές αυτού του προσωνύμιου να είναι ότι έτσι τον αποκαλούσαν οι φίλοι του λόγω της μεγάλης ευταξίας του ακόμα και στα απλούστερα πράγματα που χρησιμοποιούσε,<ref>Λαγδάς (1965), τ. Α΄ σ. 261</ref> ή η συνεχής αναφορά του στη μιζέρια των ανθρώπων.<ref>Χαριτόπουλος (2003), σ. 40</ref> Από τότε και στο εξής η ζωή του είναι ταυτισμένη με τον κομμουνιστικό αγώνα και τις πολιτικές διώξεις.
 
Με πειθαρχία στο ΚΚΕ και αντοχή σε συμπλοκές και τους ξυλοδαρμούς, ο Κλάρας συμμετείχε σε περιφρουρήσεις διαδηλώσεων και συγκεντρώσεων, διανομή του ''[[Ριζοσπάστης|Ριζοσπάστη]]'', μοίρασμα προκηρύξεων και κοινωνικήςκοινωνική εργασίαςεργασία για την βοήθεια των οικογενειών των φυλακισμένων ή εκτοπισμένων κομμουνιστών. Επιπλέον ανέλαβε κάθε είδους πρακτική εργασία στα γραφεία του Ριζοσπάστη και του Σοσιαλιστικού Βιβλιοπωλείου και επιμελήθηκε μαρξιστικές εκδόσεις, αφήνοντας «εντυπωσιακές αναμνήσεις» χάρη στο μεγάλο ενδιαφέρον που έδειξε για τα συγκεκριμένα βιβλία που πίστευε ότι διαπαιδαγωγούσαν τους συναγωνιστές του. Εκτός από τα μαρξιστικά βιβλία ο Κλάρας διάβασε με μεγάλη προσοχή το έργο του [[Καρλ φον Κλάουζεβιτς|Κλαούζεβιτς]], ''[[Περί Πολέμου]]'', το οποίο τον βοήθησε σημαντικά στις στρατιωτικές ικανότητες που ανέδειξε κατά την περίοδο της [[Κατοχή]]ς.<ref>Χανδρινός (2009), σ. 8</ref>
 
Στα τέλη του 1928, ο Κλάρας έγινε συντάκτης του εργατικού ρεπορτάζ στον Ριζοσπάστη και για ένα μεγάλο διάστημα αντικατέστησε τον αρχισυντάκτη της εφημερίδας, ο οποίος είχε συλληφθεί. Παράλληλα, συνέχισε τη δραστηριότητά του στην κομματική ασφάλεια και τις εμπιστευτικές υποθέσεις. Τον Φεβρουάριο του 1929, η ηγεσία του ΚΚΕ τον συμπεριέλαβε στους έμπιστους που θα περιφρουρούσαν το συνέδριο της [[Ενωτική Γενική Συνομοσπονδία Εργατών Ελλάδος|Ενωτικής Γενικής Συνομοσπονδίας Εργατών Ελλάδος]], μιας κομμουνιστικής συνδικαλιστικής οργάνωσης που είχε συγκροτηθεί ως αντίδραση στην τότε [[Βενιζελισμός|φιλοβενιζελική]] πολιτική των εργατικών συνδικάτων. Συμμετείχε δυναμικά στα αιματηρά επεισόδια που έγιναν στο συνέδριο και καθιερώθηκε στις συνειδήσεις των συνοδοιπόρων του ως «σκληρός» και των αντιπάλων του ως «αλήτικο στοιχείο».<ref>Χανδρινός (2009), σ. 8-9</ref>
Γραμμή 113:
Λίγες μέρες αργότερα, περίπου 25 αντάρτες, με επικεφαλής έναν πρώην υπαξιωματικό της Πολεμικής Αεροπορίας, τον [[Νικόλαος Κωστορίζος|Νικόλαο Κωστορίζο]] (Γκέκα), εγκατέλειψαν τον ΕΛΑΣ. Θεωρώντας ως υπεύθυνο της φυγής του Γκέκα τον Ζέρβα, ο οργισμένος Βελουχιώτης συγκάλεσε γενική συνέλευση, στην όποια αποφασίστηκε να κατευθυνθούν αμέσως προς την Ήπειρο, όπου ήταν το πεδίο δράσης του ΕΔΕΣ, να συλλάβει τους λιποτάκτες και να τους περάσει στρατοδικείο<ref>Ρίχτερ (1975) τ. Α΄, σ. 283</ref>. Στόχος του Βελουχιώτη ήταν να σταματήσει την αποχώρηση των ελασιτών προς τον ΕΔΕΣ<ref>Μαργαρίτης (2003) σ. 120</ref>. Έχοντας υπό τις διαταγές του 400 περίπου αντάρτες, ξεκίνησε την εκστρατεία του και στην διάρκεια της διαδρομής αποφάσισε να διαλύσει με βίαιο τρόπο τον ΕΔΕΣ<ref>Φλάισερ (1988) σ. 248</ref>. Περνώντας από το [[Μικρό Χωριό Ευρυτανίας|Μικρό Χωριό]] έστησε ενέδρα σε με μια φάλαγγα Ιταλών στρατιωτών, σκοτώνοντας μάλιστα τον επικεφαλής συνταγματάρχη, ενώ οι ελασιτες είχαν μόνο έναν νεκρό<ref>Χαριτόπουλος (2003) σ. 162</ref>.
 
Φτάνοντας στηστην Ήπειρο ο Βελουχιώτης διεπίστωσεδιαπίστωσε ότι ο Κωστορίζος δεν βρίσκοντανβρισκόταν εκεί, ενώ ο Ζέρβας δεν είχε κάποια σχέση με λιποταξία. Επιπλέον οι ελασίτες εξαντλήθηκαν από την κακοκαιρία και την έλλειψη ανεφοδιασμού, αδυνατώνταςκαι αδυνατούσαν να συνεχίσουν την εκστρατεία<ref>Χαριτόπουλος (2003) σ. 172</ref>. Μπροστά στα νέα δεδομένα, ο Βελουχιώτης άλλαξε τους στόχους του και με την μεσολάβηση του Γουντχάουζ και της τοπικής επιτροπής του ΕΑΜ συναντήθηκε με τον Ζέρβα την 31η Δεκεμβρίου στο μοναστήρι της Ροβέλιστας. ΜεΗ τηνσυνάντηση έγινε με τη συμμετοχή του ΓούντχάουζΓουντχάουζ, από τον [[ΕΔΕΣ]] των Ζέρβα και [[Κομνηνός Πυρομάγλου |Πυρομάγλου]] και από τον ΕΛΑΣ των Λευτεριά και Βελουχιώτη,. οΟ τελευταίος πρότεινε την συγχώνευση των δύο οργανώσεων υπό την ηγεσία ενός κοινού αρχηγείου, με τον ίδιο καπετάνιο, τον Ζέρβα στρατιωτικό διοικητή και τρίτο μέλος έναν πολιτικό καθοδηγητή κοινής εμπιστοσύνης<ref>Ρίχτερ (1975) τ. Α΄, σ. 284</ref>. Ο Ζέρβας συμφώνησε στην ύπαρξη πολιτικού καθοδηγητή, υπό τον όρο να αναλάβει τηντη θέση αυτή ο Γουντχάουζ. Αυτό όμως δεν έγινε δεκτό από τον ΕΛΑΣ, καθώς θεωρήθηκε ότι η πρόταση ήταν ασυμβίβαστη με το εθνικό φιλότιμο,. αντιπροτείνονταςΑντιπρότειναν τοντο Ζέρβα γι αυτή τηντη θέση. Στο τέλος, υπήρξε μια κοινή βάση συμφωνίας, αλλά οι προτάσεις θα έπρεπε να επεξεργαστούν και να επικυρωθούν από τις Κεντρικές Επιτροπές των δύο οργανώσεων<ref>Φλάισερ (1988) σ. 248-249</ref>.
 
Όταν οι προτάσεις και η προκαταρκτική συμφωνία έγιναν γνωστές στην ηγεσία του ΚΚΕ επικράτησε «αγανάκτηση» για την «αυθαιρεσία» του Λευτεριά και ιδιαίτερα του Βελουχιώτη που αγνόησαν το κόμμα. Άλλωστε, δεν είχαν καμία αρμοδιότητα να διαπραγματευθούν συνένωση των δύο οργανώσεων αφού η εξουσιοδότησή τους ήταν μόνο για τη [[Στερεά Ελλάδα|Ρούμελη]]<ref>Φλάισερ (1988) σ. 249</ref>{{efn|Όπως αναφέρει ο Ν. Κλόουζ, ήδη από τον Δεκέμβριο του 1942 πολιτική γραμμή του Σιάντου ήταν η μη ανεκτικότητα προς άλλες πολιτικές ομάδες, προειδοποιώντας τους συντηρητικούς πολιτικούς να σταματήσουν να έχουν εχθρική στάση απέναντι στο ΕΑΜ/ ΚΚΕ, διότι εάν επέμεναν «συνειδητά η ασυνείδητα θα ενίσχυαν τον κατακτητή». Τον Ιανουάριο του 1944 μάλιστα η δυσπιστία των ηγετών του ΚΚΕ είχε ως συνέπεια να αποκηρύξει όσους «πολιτικούς ή αντιστασιακές οργανώσεις ήταν εκτός ΕΑΜ ως συνεργαζόμενους με την κατοχική Κυβέρνηση»<ref>Κλόουζ (2003) σ. 142-143</ref>.{{πηγή}} }}. Ωστόσο, οι συζητήσεις στη Ροβέλιστα είχαν κάποια αποτελέσματα για τον ΕΛΑΣ, καθώς από τις αρχές του 1943 ξεκίνησε η εφαρμογή της τριπλής διοίκησης των μονάδων, όπως είχε προταθεί στην περίπτωση κοινού αρχηγείου ΕΛΑΣ-ΕΔΕΣ. Συνεπώς, στρατιωτικός, πολιτικός και καπετάνιος{{efn| Τα καθήκοντα ενός καπετάνιου αφορούσαν τη ζωή του τμήματος και δεν εμπλέκονταν με σχεδιασμό στρατιωτικών επιχειρήσεων<ref>Χανδρινός (2011) Α΄σ. 46</ref>. Ήταν υπεύθυνος για την επιμελητεία και τη στρατολογία, αλλά και τη ψυχική, σωματική και πολιτική ευρωστία των ανταρτών<ref name="Φ 250">Φλάισερ (1988) σ. 250</ref>.}} συμμετείχαν ισότιμα στηνστη διοίκηση,. μεΟ τονΒελουχιώτης Βελουχιώτη να θεωρείταιθεωρούταν ανώτερος όλων των καπετάνιων, αναγνωριζόμενος από όλους ως «αρχικαπετάνιος»<ref name="Φ 250"/> ή «πρωτοκαπετάνιος»<ref>Χανδρινός (2011) Α΄σ. 48</ref>.
 
===«Κατηγορούμενος» στην Αθήνα===