Η Μάχη του Γκράους ήταν μια μάχη της Reconquista, σύμφωνα με την παράδοση λέγεται ότι έλαβε χώρα στις 8 Μαΐου 1063.[1] Ο ιστορικός Antonio Ubieto Arteta, στο Historia de Aragón, επαναπροσδιόρισε την ημερομηνία της μάχης το 1069.[2] Στα τέλη του δωδέκατου αιώνα, το χρονικό Chronica naierensis χρονολογεί τη συμπλοκή στο 1070.[3] Είτε μέσα στη μάχη, είτε ως αποτέλεσμα αυτής, έχασε την ζωή του ένας εκ των πρωταγωνιστών της, ο Ραμίρο Α´ της Αραγωνίας.[4]

Μάχη του Γκράους
Χριστιανική ανακατάκτηση της Ιβηρικής χερσονήσου
ΧρονολογίαΆνοιξη του 1063
ΤόποςΓκράους, Αραγωνία (Ισπανία)
ΈκβασηΝίκη του Ταϊφά της Σαρακούστα και του Βασιλείου της Καστίλλης
Αντιμαχόμενοι
Ηγετικά πρόσωπα

Η πρώτη απόπειρα του Ραμίρο για να καταλάβει την πόλη Γκράους, το πιο βόρειο Μουσουλμανικό φυλάκιο στην κοιλάδα του Σίνκα, έλαβε χώρα το 1055, πιθανώς ως απάντηση στην ήττα του Γκαρθία Σάντσεθ Γ´ της Ναβάρρας στην Αταπουέρκα το προηγούμενο έτος (1054), η οποία έθεσε τον Φερδινάνδο Α´ της Λεόν και της Καστίλλης σε θέση ισχύος απέναντι στα δυτικά σύνορα του Ραμίρο και στο μουσουλμανικό Ταϊφά της Σαρακούστα στα νότια σύνορα του. Η πρώτη του εκστρατεία ενάντια στο Γκράους απέτυχε, και το 1059 ο Φερδινάνδος απέσπασε από τον Ραμίρο τα parias (εισφορές) της Σαραγόσας. Ο Ραμίρο εξεστράτευσε ξανά ενάντια στο Γκράους την άνοιξη του 1063, αλλά αυτή τη φορά οι κάτοικοι της Σαραγόσας είχαν μαζί τους 300 Καστιλλιάνους ιππότες υπό τον πρίγκηπα Σάντσο τον Ισχυρό και (ενδεχομένως) τον στρατηγό του Ροδρίγο Ντίαθ ντε Βιβάρ, πιο γνωστό ως Ελ Σιντ.[5] Η παρουσία του Ελ Σιντ στη μάχη βασίζεται σε μια μόνο πηγή, τη γενικά αξιόπιστη Historia Roderici, η οποία ισχυρίζεται ότι ήταν ο alférez (γενικός στρατηγός) του Σάντσο. Λαμβάνοντας υπόψη τη σπανιότητα του ονόματος του Σιντ στα έγγραφα των αρχών της δεκαετίας του 1060, κάτι τέτοιο είναι αρκετά απίθανο.[6]

Οι συνθήκες της πραγματικής μάχης είναι ασαφείς. Ο λόγιος Reinhart Dozy υποστήριξε ότι ο Ραμίρο επέζησε για τέσσερις μήνες μετά την μάχη και ότι ούτε ο Ελ Σιντ ούτε Σάντσο έλαβαν μέρος σε αυτή. Το χρονικό Fragmentum historicum ex cartulario Alaonis καταγράφει μόνο πως "occisus est a mauris in bello apud Gradus" (αυτός [ο Ραμίρο] σκοτώθηκε από τους Μαυριτανούς σε πόλεμο κοντά στο Γκράους), χωρίς να αναφέρει τους Καστιλλιάνους. Το προαναφερθέν Chronica naierensis περιέχει μια έκθεση που γενικά, αν και όχι καθολικά, θεωρείται ως θρύλος: σύμφωνα με την οποία ο Σάντσο Γκαρθές, ένας νόθος γιος του Γκαρθία Σάντσεθ Γ´ της Ναβάρρας, κλέφτηκε με την κόρη της γυναίκας του Γκαρθία, Στεφανία (μάλλον από προηγούμενο γάμο), που ήταν η αρραβωνιαστικιά του Καστιλιανού πρίγκηπα Σάντσο, και πως κατέφυγε πρώτα στο δικαστήριο της Σαραγόσας, και έπειτα αργότερα σε αυτό της Αραγωνίας.[7] Ο Σάντσο, προκειμένου να εκδικηθεί για τη διακοπή των γαμήλιων σχεδίων του, εξεστράτευσε εναντίον Ραμίρο και της Σαραγόσας, και Ραμίρο πέθανε στη συμπλοκή κοντά "στο μέρος που ονομάζεται Γκράους" (loco qui Gradus dicitur) το 1064 ή το 1070. Σύμφωνα με τον Άραβα ιστορικό al-Turtūshī, ο Ραμίρο (αναφέρεται λανθασμένα ως "Ιμπν Rudmīr", ο γιος του Ραμίρο) δολοφονήθηκε από έναν Μουσουλμάνο στρατιώτη ο οποίος μιλούσε την γλώσσα των Χριστιανών και διείσδυσε στο αραγωνέζικο στρατόπεδο.[8]

Ο Charles Bishko, συνοψίζοντας τις θέσεις του Pierre Boissonnade, εξηγεί πώς η μάχη του Γκράους έδωσε ώθηση στον Πόλεμο του Μπαρμπάστρο το επόμενο έτος:

. . . η εκστρατεία εναντίον του Μπαρμπάστρο είναι πάνω από όλα μια γαλλική σταυροφορία, εμπνευσμένη από το Κλυνύ και ξεκίνησε μέσω της πειθούς του Κλυνύ από τον παπισμό του Πάπα Αλέξανδρου Β´, ο σκοπός της οποίας είναι να διατηρήσει το υπό πίεση βασίλειο της Αραγωνίας από επικείμενη εισβολή και πιθανή καταστροφή στα χέρια των Μουσουλμάνων, μετά από την καταστροφική ήττα και το θάνατο του Ραμίρο Α´στο Γκράους στις 8 Μαΐου του 1063. Το Γκράους, σε αυτό το Ισπανικό προοίμιο στο παλαιστινιακό αφήγημα gesta Dei per Francos, έχοντας τον ρόλο μιας Ιβηρικής Μαντζικέρτ, με τον Βασιλιά Σάντσο Ραμίρεθ—όπως οι απεσταλμένοι του Αυτοκράτορα Αλέξιου Κομνηνού στη Πιατσέντσα—να ζητά προς απόγνωση την παπική και Φραγκική συμπαράσταση. . .[9]

Το Γκράους τελικά καταλήφθηκε το 1083 από τον Σάντσο Ραμίρεθ, διάδοχό του Ραμίρο.

Παραπομπές Επεξεργασία

  1. The date comes from an epitaph of Ramiro preserved in the abbey of San Juan de la Peña, but not necessarily contemporary, cf. Diego Catalán (1966), "Sobre el «Ihante» que quemó la mezquita de Elvira y la crisis de Navarra en el siglo XI," Al-Andalus, 31:1/2, 230–1.
  2. A date accepted by Thomas N. Bisson (2000), The Medieval Crown of Aragon: A Short History (Oxford: Clarendon Press), 14. The basis for Ubieto Arteta's argument was a document of Ramiro's dating to March 1064, which he believed to be an original; the re-dating contradicts most primary sources, Latin and Arabic.
  3. Jaime de Salazar y Acha (1994), "Reflexiones sobre la posible historicidad de un episodio de la Crónica Najerense," Príncipe de Viana, 55(201):149–56.
  4. Richard Fletcher, The Quest for El Cid, (Oxford University Press, 1989), 113.
  5. Charles Julian Bishko (1980), "Fernando I and the Origins of the Leonese-Castilian Alliance With Cluny," Studies in Medieval Spanish Frontier History (London: Variorum Reprints), 65. Originally published in Cuadernos de Historia de España, 47(1968):31–135, and 48(1969):30–116.
  6. Bernard F. Reilly (1989), The Kingdom of León-Castilla under King Alfonso VI, 1065–1109 (Princeton: Princeton University Press), 37–8. Ramón Menéndez Pidal dates the Cid's birth to c.1043, making him about twenty years old at the time of his first battle, but Ubieto Arteta re-dates his birth to c.1054.
  7. . . . inter hec Santius rex desponsaverat sibi filiam regine Stephanie. Que, cum ad ipsum duceretur, infans domnus Santius, quem rex Garsias Pampilonensium ex concubina habuerat, saltum in viam dedit, quia nuntii amoris celo truciabantur. Rapuit eam, et cum ipsa ad regem maurorum Caesaraugustanum se contulit et ad patruum suum regem Ranimirum, qui eum pro sua probitate et armorum nobilitate quasi filium diligebat; quod rex Santius ulcisci desiderans Caesaraugustam cum suo perrexit exercitu, cui Ranimirus rex cum suis in loco qui Gradus dicitur ocurrens, ab eo in bello interfectus est era MCVIII (quoted in Salazar y Acha, 150 n2).
  8. Brian A. Catlos (2004), The Victors and the Vanquished: Christians and Muslims of Catalonia and Aragon, 1050–1300 (Cambridge: Cambridge University Press, (ISBN 0-521-82234-3)), 37.
  9. Bishko, 55.

Πηγές Επεξεργασία

  • MONTANER FRUTOS, Alberto, El Cid en Aragón, Zaragoza, CAI-Edelvives, 1998. ISBN 84-88305-75-3.