Το Ελεύθερο πνεύμα είναι δοκίμιο του Γιώργου Θεοτοκά.

Οι περιστάσεις Επεξεργασία

Στα τέλη Σεπτεμβρίου 1929 ο εικοσιτετράχρονος Γιώργος Θεοτοκάς, μετά από απουσία τριών ετών στο Παρίσι και στο Λονδίνο, επιστρέφει στην Αθήνα, με σκοπό να ξεκινήσει δικηγορική σταδιοδρομία δίπλα στον πατέρα του. Στο χρονικό διάστημα, οπότε βρισκόταν στο Λονδίνο, (15 Οκτωβρίου 1928-1 Σεπτεμβρίου 1929) έγραψε το Ελεύθερο Πνεύμα, το οποίο ολοκλήρωσε τον Ιούλιο του 1929.

Αρχικά ο εκδότης Μιχάλης Ζηκάκης απέρριψε την ιδέα της έκδοσης του βιβλίου του Θεοτοκά. Ο Θεοτοκάς γράφει χαρακτηριστικά σε μια επιστολή του προς τον Θράσο Καστανάκη, «Λυπάμαι να σου αναφέρω ότι ο κ.Ζηκάκης είναι ένα μεγάλο γουρούνι. Με υποδέχθηκε με το προπολεμικό ύφος του Κρόνμπριτς (=πρίγκηπα), το πρόσωπο γυρισμένο troisqurts, το βλέμμα χαμένο στο άπειρο. […] ‘’Τα ελληνικά βιβλία είναι χαμένα λεφτά. Μόλις πουλιούνται οι μεταφράσεις. Η καλύτερη δουλειά είναι το σχολικό’’» Κι όταν ο Θεοτοκάς του ζήτησε να του ρίξει μια ματιά, ο εκδότης απάντησε, «Δεν έχω καιρό».[1] Τελικά τυπώθηκε τον Νοέμβριο του 1929 στον εκδοτικό οίκο Αθηνά του Αριστείδη Ράλλη με έξοδα του Θεοτοκά.[2] Κι όταν τυπώθηκε και κυκλοφόρησε, γράφει ο Θεοτοκάς στον Καστανάκη, «Ο Ελευθερουδάκης έχει δέκα αντίτυπα στη βιτρίνα εγκατεστημένα μονίμως. […] Δε φοβούμαι πως θα με ζαλίσει αυτός ο θόρυβος που γίνεται γύρω από το Ελεύθερο Πνεύμα[…]»[3]

Ο τίτλος του βιβλίου Επεξεργασία

Είναι πιθανότερο να τον βρήκε έτοιμο τον τίτλο και τον δανείστηκε πιθανώς από τον ειρηνιστή Romain Rolland που είχε γράψει το έργο L’ esprit libre, που είχε περιληφθεί στον τόμο Au dessus de la mellee με κείμενα γραμμένα κατά τον Α Παγκόσμιο πόλεμο.[4]

Περιεχόμενα Επεξεργασία

Το κείμενο δημοσιεύθηκε ολόκληρο, αλλά είναι χωρισμένο σε τέσσερα κεφάλαια. Το Ελεύθερο Πνεύμα απαρτίζεται από τα ακόλουθα κεφάλαια : ‘’Περίπατος στην Ευρώπη’’, ‘’Εθνικός χαρακτήρας και πνευματικός μιλιταρισμός’’, ‘’Η ηθογραφία’’, ‘’Προϋποθέσεις μιας αληθινής πρωτοπορείας».[5] Έτσι όμως διασπάται η εξωτερική ενότητά του χωρίς όμως και να διακόπτεται η ενιαία ροή της σκέψης.[6] Το κυκλοφορεί με ψευδώνυμο: ΄’’Ορέστης-Δεγενής’’, το όνομα δηλαδή ενός «μητροκτόνου» (Ορέστης).[7] Σε αυτό ανέλυε την ιδεολογική-λογοτεχνική κατάσταση της εποχής του και της προηγούμενης του και την κληρονομιά που άφησαν οι προγενέστεροι, οραματιζόμενος ένα μέλλον δυναμικότερο.[8]

Πολιτική και κοινωνική κατάσταση της εποχής του επιρροές Επεξεργασία

Γράφεται σε μια περίοδο ακμαίας αισιοδοξίας: κυβερνητική σταθερότητα, εκτέλεση μεγάλης κλίμακας παραγωγικών δημοσίων έργων, οικονομική ανάπτυξη, ,καλλιέργεια προσδοκιών. Την εποχή του ο Θεοτοκάς την προσεγγίζει «όχι με όρους παρακμής, αλλά μετάβασης». «Οι μεταμορφωτικές δυνατότητες της τεχνολογίας εξυμνούνταν με ένα τόνο φουτουριστικής αισιοδοξίας και σχετίζονταν με τη δυναμική απομάκρυνση από την παράδοση» «Στην απόπειρα υπονόμευσης των περίκλειστων και απαρασάλευτων σχημάτων που πνίγουν τη ζωή, ο Θεοτοκάς δεν θα χρησιμοποιήσει μόνο τα τεχνολογικά σύμβολα της λεωφόρου Συγγρού, του αυτοκινήτου και του αεροπλάνου […] -συστατικά μέρη του βενιζελικού εκσυγχρονιστικού προγράμματος των χρόνων 1928-1932[9] Απηχεί ιδέες του Αντρέ Ζιντ και του Στέφαν Τσβάιχ. Από τον πρώτο αντλεί την εγωτιστική αισθητική φιλοσοφία του. Από τον δεύτερο αντλεί την προσήλωση στο ιδεώδες της υπερεθνικής Ευρώπης. Επίσης η επιμονή του Θεοτοκά στην ατομική ιδιοσυγκρασία, όπως αυτή εκφράζεται στο Ελεύθερο Πνεύμα, έχει τις καταβολές της στη σκέψη του Τσβάιχ, ο οποίος μνημονεύεται δυο φορές στο κείμενο.[10]

Συνέχειες και ασυνέχειες του Ελεύθερου Πνεύματος με το πεζογραφικό έργο του Θεοτοκά Επεξεργασία

Το πρώτο του μυθιστόρημα, η Αργώ, ξεκινά ως μια μεταφορά του Ελεύθερου Πνεύματος στη μυθοπλασία, σαν να αντέγραφε από το μανιφέστο του στην Αργώ, «Πίεζε την καρδιά τους η τραγική μοίρα του ελληνικού γένους, το βάρος του μεγάλου ονόματος, η ιδέα της ανυπαρξίας της Ελλάδας στη σύγχρονη πνευματική ζωή του κόσμου». Στην πορεία όμως η Αργώ απομακρύνθηκε από το Ελεύθερο Πνεύμα.[11] Έτσι στο μυθιστόρημά του αυτό ο ποιητής «δεν είναι ο γυμνασμένος, δυναμικός νέος του ελεύθερου πνεύματος, αλλά μια χλωμή θλιμμένη μοναχική μορφή που χάνεται πρόωρα»[12]

Χαρακτήρας Επεξεργασία

Για τον καθηγητή Νάσο Βαγενά , είναι ένα μανιφέστο πνευματικό, για μια ελληνική πολιτισμική αναγέννηση, αφού σκοπός του ήταν ο προσδιορισμός του νεοελληνικού χαρακτήρα και το κάλεσμά του αφορά σε μια γενικότερη απελευθέρωση της νεοελληνικής σκέψης από τους κυρίαρχους δογματισμούς.[13] Είναι μανιφέστο διότι, «προβάλλει και ‘’φανερώνει’’ εφικτούς στόχους (τον εξευρωπαϊσμό, το φιλελευθερισμό, την έξοδο από το τέλμα), κατορθώνοντας τελικά να μεταβάλει το συγγραφικό του εγώ σε έκφραση ενός συλλογικού εμείς».[14]

Ο νεοελληνιστής Δημήτρης Τζιόβας, το χαρακτηρίζει, ως «το πιο νεανικά ορμητικό, το πιο ευρωπαϊκά προσανατολισμένο και το πιο ριζοσπαστικό στην αντιμετώπιση του παρελθόντος δοκίμιο»[15]

Οι λογοτεχνικές αναφορές είναι εκτεταμένες διότι ο Θεοτοκάς πιστεύει ότι η λογοτεχνία είναι το πεδίο όπου η απελευθέρωση του πνεύματος μπορεί να φτάσει στην υψηλότερη μορφή της και διότι οι πιο ισχυρές πνευματικές αγκυλώσεις εμφανίζονται στη λογοτεχνική κριτική της εποχής του.[16]

Η πρόσκληση του Θεοτοκά για άνοιγμα στα ευρωπαϊκά δρώμενα , αδικούσε τις πιο ζωντανές λογοτεχνικές φωνές της δεκαετίας του 20’ (Σικελιανός, Καρυωτάκης Παπατσώνης κ.α) οι οποίοι συνδιαλέγονταν με ευρωπαϊκά ρεύματα. Το όραμά του για μια αισιόδοξη πρόσληψη της πραγματικότητας είχε μερική μόνο ανταπόκριση (Ελύτης, Εμπειρίκος), αφού η έλλειψη αισιοδοξίας και η εγκαρτέρηση χαρακτηρίζει ένα μεγάλο μέρος αυτής της γενιάς(Σεφέρης) Η έκταση των λογοτεχνικών αναφορών «έκαναν το βιβλίο να κρίνεται ως έργο λογοτεχνικής κριτικής».[17] Με επιχειρηματολογία «ενίοτε αβάσιμη και υποκειμενική»[18] ο Θεοτοκάς εμφανίζεται «’’ατσαλάκωτος’’ και μεταφορικά και πραγματικά, όσο αφορά στη διάθεσή του, αν κρίνουμε από την αυτοπεποίθησή του»[19]

«Το ανώριμα αλαζονικό ύφος του που μπορεί να εξηγηθεί από το νεαρό της ηλικίας του (24) είτε στη χρονίως θερμοκέφαλη φύση του», κατά Σεφέρη, δεν μειώνει την αξία του.[20] Αν και ο Θεοτοκάς χρησιμοποιεί τη ρητορική της ρήξης και της υπέρβασης του παρελθόντος (λέει π.χ., «Η χειραφέτηση της μεταπολεμικής γενεάς είναι μια υπόθεση που επείγει), ο αρνητισμός του δεν τον οδηγεί ποτέ στη βία ή σε φασιστικού τύπου απόψεις. Αυτό που υπογραμμίζεται στις σελίδες του Ελεύθερου Πνεύματος, είναι η ιδέα της σύγκλισης των αναζητήσεων.[21] Η φιλοσοφία που διέπει το κείμενο είναι στη βάση της ατομοκεντρική, «εφόσον η απελευθέρωση της ατομικότητας είναι το πρίσμα και το κριτήριο μέσω του οποίου ο Θεοτοκάς αντιμετωπίζει τον εθνικό χαρακτήρα, την πολιτική, την τέχνη, το μυθιστόρημα και τη λογοτεχνική παράδοση».[22] Η εικόνα της Ευρώπης που προβάλει μέσα από τις σελίδες είναι μια «αρμονία των αντιθέσεων» Οι Έλληνες κατά τον Θεοτοκά δεν είναι Ευρωπαίοι ,διότι δεν διαθέτουν ευρύτητα πνεύματος, ευελιξία σκέψεως αλλά είναι προσηλωμένοι στο δόγμα και την απολυτότητα. Ο Θεοτοκάς φιλοδοξεί να προβάλει το μοντέλο της ευρωπαϊκής συναινετικής πολυγνωμίας στην αδιαλλαξία της ελληνικής πνευματικής και πολιτικής ζωής.[23] Το πρώτο δημοσίευμά του, αποτύπωνε «την ιδιαίτερη στοχαστική κατεύθυνση του πνεύματός του».[24]

Η πολιτική διάστασή του Επεξεργασία

Ο ‘’ιδεολογικός διμέτωπος αγώνας’’[25] του βιβλίου απέναντι σε αριστερά και δεξιά διανόηση της εποχής του προσλήφθηκε «ως η πρώτη έκφραση ενός φιλελευθερισμού», που για τους δεξιούς σήμαινε συνοδοιπορία με την αριστερά και για τους μαρξιστές ταύτιση με ην αντίδραση.[26] Βρισκόταν σε αναλογία με τον αγώνα του βενιζελικού φιλελευθερισμού στην πολιτική.[27]

Οι θέσεις του για άλλους λογοτέχνες και διανοούμενους Επεξεργασία

Όπως επισημαίνει ο Γάλλος νεοελληνιστής Henri Tonnet, «αυτό που ξαφνιάζει στο Ελεύθερο Πνεύμα είναι ο τρόπος με τον οποίο με τον οποίο προσεγγίζεται σ’ αυτό η προηγούμενη λογοτεχνία.[28]

Οι απόψεις του για τον Καβάφη, για τον οποίο αφιερώνει έξι σελίδες, και για την ποίησή του, της οποίας το κλίμα και η διάθεση δεν ανταποκρίνονται στην ιδιοσυγκρασία στις ροπές και στις διαθέσεις του, είναι αυστηρές [29] Απορρίπτει την Καβαφική ηττοπάθεια.[30] Η σύγκριση Καβάφη-Γαιγκούλα και οι αντιφατικές κρίσεις για τον Αλεξανδρινό, ο οποίος πρέπει να εξοβελισθεί για το θανατηφόρο πνεύμα που εκφράζει πιστοποιούσαν «τη σοβαρή του πλευρά ταυτόχρονα με την αφελή»[31] Αναφέρεται επαινετικά σε άλλους πεζογράφους, Ροΐδη, Ψυχάρη, Κ. Θεοτόκη, Ιώνα Δραγούμη, παραλείπει τους Βιζυινό, Παπαδιαμάντη, Καρκαβίτσα. Όταν πάλι μιλάει για τα ‘’ήθη της ταβέρνας και του πορνείου’’ φωτογραφίζει τους Δημοσθένη Βουτυρά και Πέτρο Πικρό, εκφράζοντας την απόρριψή του προς το ελληνικό διήγημα. Η αποσιώπηση του Σικελιανού δεν θα μπορούσε παρά να εξηγηθεί από την έμπνευσή του από τις πολιτισμικές και πολιτικοκοινωνικές συνθήκες του καιρού του παρά από την αρχαιότητα. Με ρεαλισμό και λογοκρατία βρίσκεται στον αντίποδα των οραματισμών του Σικελιανού.[32]

Για τον Καρυωτάκη[33] τον οποίο μάλλον δεν τον θεωρεί «ούτε καν άξιο μνείας»[34]

Χωρίς να απορρίπτει το αίτημα της ιθαγένειας και της εθνικής τέχνης, κατακεραυνώνει τον Φώτο Πολίτη και τον Γιάννη Αποστολάκη. Η αποδοκιμασία αυτή «ίσως υποκρύπτει και τη διάσταση του αστικού φιλελελευθερισμού και ενός συντηρητισμού που έχει τις ρίζες στη λαϊκή παράδοση», επισημαίνει ο Δημήτρης Τζιόβας.[35]

Μανιφέστο της Γενιάς του 30 Επεξεργασία

Ο Louis Roussel στο περιοδικό Libre το θεωρεί μανιφέστο της γενιάς του 30.[36] Αν και απορρίφθηκε ως τέτοιο από τους συγχρόνους του δεν υπάρχει άλλο όμοιό του κείμενο που «να μας δίνει όσο αυτό μια ολοκληρωμένη αυτοσυνείδηση της νέας ομάδας λογοτεχνών»[37]

Η κριτική των συγχρόνων του και των μεταγενεστέρων Επεξεργασία

Πριν εκδοθεί το Ελεύθερο Πνεύμα η Ιωάννα Τσάτσου ήταν ένας από τους πρώτους που το πήραν στα χέρια τους πριν εκδοθεί, σε μορφή χειρογράφου, όταν συναντήθηκε με τον συγγραφέα του στο Λονδίνο: «[…] είχε μια σπίθα, μιαν ανησυχία, μια πίστη στην πνευματική αναγέννηση του τόπου. Η δημοτική του μ΄άρεσε», σημειώνει η ίδια.[38] Ενώ ο ποιητής Οδυσσέας Ελύτης γράφει πόσο Το Ελεύθερο Πνεύμα είχε προσδώσει στον συγγραφέα του «την αίγλη του πρωτοπόρου»[39]

Συνολικά είκοσι δύο βιβλιοκρισίες καταγράφονται από τις 28 Νοεμβρίου 1929 μέχρι τον Δεκέμβριο 1930.[40]

Ο Κώστας Παρορίτης γράφει στον Νουμά επικριτικό άρθρο[41] Άλλοι που ασχολήθηκαν με αυτό ήταν οι Κώστας Νταϊφάς, Ξένιος, Στέλιος Ξεφλούδας, Γιώργος Δέλιος, Σπύρος Μελάς, Μάρκος Τσιριμώκος, Άλκης Θρύλος, Αδ. Παπαδήμας, Αντώνης Τραυλαντώνης, Φώτος Γιοφύλλης, Ανδρέας Καραντώνης.[42] Ο μαρξιστής Βαρίκας το χαρακτηρίζει «θεωρητικό πιστεύω των φρουρών της πνευματικής αντίδρασης».[43] Παράλληλα σε επιστολές που έλαβε από φίλους τους λογοτέχνες και κριτικούς γίνονται σχετικά σχόλια:

Ο Άλκης Θρύλος μιλά για τον ενθουσιασμό και τη χαρά που του μετέδωσε η ανάγνωση του βιβλίου και οι αρετές του είναι η χωρίς πάθος γραφή, η απουσία στεγνών σχηματοποιήσεων, ενώ η θεώρηση της λογοτεχνίας είναι βαθιά κι ανεξάρτητη.[44] Ο Στέλιος Ξεφλούδας του τονίζει πως εκφράζει με τον πιο υψηλό τρόπο τις ιδέες τους.[45] Ο Ηλίας Τσιριμώκος, του τονίζειπως έτσι δεν θα αγνοηθεί καθόλου αφού και ο Σπύρος Μελάς έγραψε εγκωμιαστικά γι αυτόν και μάλιστα σε πρωτοσέλιδο μεγάλης εφημερίδας.[46] Ο Φαίδων Βεγλερής υπογραμμίζει τον ανδρικό τόνο, την απουσία αυθάδειας, τις γοητευτικές, σωστές και υγιείς απόψεις του.[47] Ο Γιάννης Μηλιάδης θεωρεί πως το Ελεύθερο Πνεύμα του Θεοτοκά δεν είναι ‘’ξεκαπίστρωτο’’, ούτε εκτός τόπου και χρόνου, αλλά ικανό να διακρίνει τη δημιουργικότητα από τον σχολαστικισμό.[48] Ο Αλέκος Σεφεριάδης, αναφέρει την πολυμάθειά του και την κριτική διάθεσή του.[49]

Ο φιλόλογος Δημήτρης Πλάκας αμφισβητεί τον χαρακτήρα μανιφέστου και της θεωρητικής αφετηρίας των στοιχείων που άντλησε η κατοπινή γενιάς του 30. «Ο νεαρός Θεοτοκάς εισβάλει με πάταγο και φιλοδοξίες […] Θεμιτά τα όνειρα και η ηλικία ερμηνεύει τους τρόπους […] Βιάζεται και πολυμερίζεται. Κεντρική του όμως επιδίωξη η δράση, για να σώσει αλλά και να σωθεί.».[50] Ο Χριστόφορος Μηλιώνης, ασκεί κριτική θεωρώντας πως συνέβαλε Το Ελεύθερο Πνεύμα στην ανάπτυξη ενός ιδεολογήματος για τον εξευρωπαϊσμό της νεοελληνικής λογοτεχνίας και για την υποτίμηση της αξίας της ηθογραφίας.[51]

Παραπομπές Επεξεργασία

  1. Αμαλία Ξυνόγαλα, «Ανέκδοτες επιστολές για το Ελεύθερο Πνεύμα του Γιώργου Θεοτοκά», Νέα Εστία, τομ. 152, τχ. 1749 (Οκτώβριος 2002), σελ.417, υπος. 1
  2. Αμαλία Ξυνόγαλα, «Ανέκδοτες επιστολές για το Ελεύθερο Πνεύμα του Γιώργου Θεοτοκά», Νέα Εστία, τομ. 152, τχ. 1749 (Οκτώβριος 2002), σελ.417
  3. Αμαλία Ξυνόγαλα, «Ανέκδοτες επιστολές για το Ελεύθερο Πνεύμα του Γιώργου Θεοτοκά», Νέα Εστία, τομ. 152, τχ. 1749 (Οκτώβριος 2002), σελ.420
  4. Mario Vitti, Η γενιά του τριάντα. Ιδεολογία και μορφή, εκδ. Ερμής, Αθήνα,1979, σελ.31
  5. Αλέξανδρος Αργυρίου, Ιστορία της ελληνικής λογοτεχνίας και η πρόσληψή της στα χρόνια του Μεσοπολέμου (1918-1940), τομ.Α, εκδ.Καστανιώτης, Αθήνα, 2002, σελ.178
  6. Νικόλαος Πετρόπουλος, «Το δοκίμιο ως λογοτεχνικό είδος: Γ’ η περίοδος ανθήσεως της νεοελληνικής δοκιμιογραφίας-λογοτεχνική γενεά του 1930 και επίγονοι: προσδοκίες και (;)πραγματοποίηση», Επιστημονική Επετηρίδα Φιλοσοφικής Σχολής Πανεπιστημίου Αθηνών, τομ. ΛΓ’(2000-2001), σελ.368
  7. Δημήτρης Πλάκας, «Γιώργος Θεοτοκάς ‘’Ο Καρτεσιανός’’»Λογοτεχνικός περίπλους. Πρόσωπα, κείμενα, ρεύματα, εκδ.Βικελαία Δημοτική βιβλιοθήκη Ηράκλειο Κρήτης 1991, σελ.171
  8. Mario Vitti, Η γενιά του τριάντα. Ιδεολογία και μορφή, εκδ. Ερμής, Αθήνα,1979,σελ. 20
  9. Βασίλης Μπογιατζής, «Η τεχνολογία ως εικόνα και ως αναπαράσταση: διαβάζοντας τον Γιώργο Θεοτοκά μέσα από τις σπουδές επιστήμης και τεχνολογίας», Νέα Εστία, τομ. 167, τχ.1829 (Ιανουάριος 2010), σελ.64-65 Tάκης Καγιαλής, «Λογοτεχνία και πνευματική ζωή», Ιστορία της Ελλάδας του 20ου αιώνα 1922-1940 Ο μεσοπόλεμος, τομ. Β2, εκδ. Βιβλιόραμα, 2003, σελ .329-330
  10. Δημήτρης Τζιόβας, Ο μύθος της γενιάς του τριάντα, εκδ.Πόλις, Αθήνα, 2011, σελ.109, 120-123
  11. Αγγέλα Καστρινάκη, «Κατασκευάζοντας την έμπνευση», Νέα Εστία, τομ. 158, τχ.1784 (Δεκέμβριος 2005), σελ 908
  12. Χριστίνα Ντουνιά, Κ.Γ.Καρυωτάκης. Η αντοχή μιας αδέσποτης τέχνης, εκδ.Καστανιώτης, Αθήνα, 2001, σελ.197, υπος. 34
  13. Νάσος Βαγενάς, «Γιώργος Θεοτοκάς: Ένα ελεύθερο πνεύμα», στο: Κινούμενος στόχος, κριτικά κείμενα ,εκδ.Πόλις, Αθήνα, 2011, σελ 188
  14. Παναγιώτης Μουλλάς, «Οι σιωπές του Ελεύθερου Πνεύματος», Νέα Εστία, τομ. 158, τχ.1784 (Δεκέμβριος 2005), σελ .975
  15. Δημήτρης Τζιόβας, Ο μύθος της γενιάς του τριάντα, εκδ.Πόλις, Αθήνα, 2011, σελ.108-109
  16. Νάσος Βαγενάς, «Γιώργος Θεοτοκάς: Ένα ελεύθερο πνεύμα», στο:Κινούμενος στόχος, κριτικά κείμενα ,εκδ.Πόλις, Αθήνα, 2011, σελ 188
  17. Νάσος Βαγενάς, «Γιώργος Θεοτοκάς: Ένα ελεύθερο πνεύμα», στο:Κινούμενος στόχος, κριτικά κείμενα ,εκδ.Πόλις, Αθήνα, 2011, σελ 189
  18. Αντώνης Δρακόπουλος, Ο Σεφέρης και η κριτική. Η υποδοχή του σεφερικού έργου (1931-1971), εκδ.Πλέθρον, Αθήνα, 2002, σελ.24
  19. Mario Vitti, Η γενιά του τριάντα. Ιδεολογία και μορφή, εκδ. Ερμής, Αθήνα,1979,σελ.24
  20. Νικόλαος Πετρόπουλος, «Το δοκίμιο ως λογοτεχνικό είδος: Γ’ η περίοδος ανθήσεως της νεοελληνικής δοκιμιογραφίας-λογοτεχνική γενεά του 1930 και επίγονοι: προσδοκίες και (;)πραγματοποίηση», Επιστημονική Επετηρίδα Φιλοσοφικής Σχολής Πανεπιστημίου Αθηνών, τομ. ΛΓ’(2000-2001), σελ.368
  21. Δημήτρης Τζιόβας, Ο μύθος της γενιάς του τριάντα, εκδ.Πόλις, Αθήνα, 2011, σελ.77,81
  22. Δημήτρης Τζιόβας, Ο μύθος της γενιάς του τριάντα, εκδ.Πόλις, Αθήνα, 2011, σελ.109
  23. Δημήτρης Τζιόβας, Ο μύθος της γενιάς του τριάντα, εκδ.Πόλις, Αθήνα, 2011, σελ.238, 240-241
  24. Λίνος Πολίτης, Ιστορία της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας, εκδ.Μ.Ι.Ε.Τ., Αθήνα, 2004,σελ.309
  25. Η φράση στο Άγγελος Ελεφάντης, Η επαγγελία της αδύνατης επανάστασης. ΚΚΕ και αστισμός στον μεσοπόλεμο, εκδ. Θεμέλιο, Αθήνα, 1979, σελ.355
  26. Νάσος Βαγενάς, «Γιώργος Θεοτοκάς: Ένα ελεύθερο πνεύμα», στο:Κινούμενος στόχος, κριτικά κείμενα ,εκδ.Πόλις, Αθήνα, 2011, σελ 190
  27. Χριστίνα Ντουνιά, «Βενιζελικοί και αντιβενιζελικοί λογοτέχνες: από τη φθίνουσα δεκαετία του 1920 στην ανερχόμενη δεκαετία του 1930», στο:Ελευθέριος Βενιζέλος και Πολιτιστική πολιτική-Πρακτικά συμποσίου,, εδκ.Μουσείο Μπενάκη-Εθνικό Ίδρυμα Ερευνών’’Ελευθέριος Βενιζέλος, Αθήνα,-Χανιά 2012, σελ.232,241
  28. Henri Tonnet, Ιστορία του Ελληνικού μυθιστορήματος, μτφρ, Μαρίνα Καραμάνου, εκδ.Πατάκης, Αθήνα, 2010, σελ.208
  29. Χ.Λ.Καράογλου, «Ο ηδονισμός της Καβαφικής ποίησης και η κριτική», στο:Μιχάλης Πιερής (επίμ), Η ποίηση του κράματος. Μοντερνισμός και διαπολιτισμικότητα στο έργο του Καβάφη, εκδ.Πανεπσυημιακές Εκδόσεις Κρήτης, Ηράκλειο, 2000, σελ.312
  30. Mario Vitti, Η γενιά του τριάντα. Ιδεολογία και μορφή, εκδ. Ερμής, Αθήνα,1979, σελ.36
  31. Αλέξανδρος Αργυρίου, Ιστορία της ελληνικής λογοτεχνίας και η πρόσληψή της στα χρόνια του Μεσοπολέμου (1918-1940), τομ.Α, εκδ.Καστανιώτης, Αθήνα, 2002, σελ.184
  32. Παναγιώτης Μουλλάς, «Οι σιωπές του Ελεύθερου Πνεύματος», Νέα Εστία, τομ. 158, τχ.1784 (Δεκέμβριος 2005), σελ .975
  33. Η αποσιώπηση του Καρυωτάκη ίσως εξηγείται όχι από το ότι αγνοεί την αρνητική του επιρροή, αλλά «άτομο καλής αγωγής , ο Θεοτοκάς, αποφεύγει συνειδητά να αναφέρειτον αυτό΄χειρα ποιητή, ένα χρόνο μετά το θάνατό του[…](όμως) έστω και αόρατο, το φάντασμα του Καρυωτάκη πλανιέται επίμονα πάνω από τις σελίδες του Ελεύθερου Πνεύματος» Παναγιώτης Μουλλάς, «Οι σιωπές του Ελεύθερου Πνεύματος», Νέα Εστία, τομ. 158, τχ.1784 (Δεκέμβριος 2005), σελ 974
  34. Χριστίνα Ντουνιά, Κ.Γ.Καρυωτάκης. Η αντοχή μιας αδέσποτης τέχνης, εκδ.Καστανιώτης, Αθήνα, 2001, σελ.195
  35. Δημήτρης Τζιόβας, «Ο Γιάννης Αποστολάκης και ο τύπος του αρνητή –διανοούμενου στην Ελλάδα», στο:Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης Επ.Επ.Φιλοσοφικής Σχ. Περ.Β τχ. παράρτημα αριθ.5 Τομέας Μεσαιωνικών και Νέων Ελληνικών Σπουδών, ‘’’Όψεις της λαϊκής και της λόγιας νεοελληνικής λογοτεχνίας-5η επιστημονική συνάντηση αφιερωμένη στον Γιάννη Αποστολάκη, Θεσσαλονίκη , 14-16 Μαΐου 1992, Θεσσαλονίκη, 1994, σελ.44-45, 45 υπος.10
  36. Mario Vitti, Η γενιά του τριάντα. Ιδεολογία και μορφή, εκδ. Ερμής, Αθήνα,1979, σελ. 29 , 3.5
  37. Mario Vitti, Η γενιά του τριάντα. Ιδεολογία και μορφή, εκδ. Ερμής, Αθήνα,1979, σελ.45
  38. Ιωάννα Τσάτσου, Ο αδελφός μου Γιώργος Σεφέρης, εκδ.Βιβλιοπωλείον της Εστίας, Αθήνα, 1980 (γ έκδ.), σελ.271-272
  39. Οδυσσέας Ελύτης, «Το χρονικό μιας δεκαετίας», στο:Ανοιχτά χαρτιά, εκδ.Ίκαρος, Αθήνα, 1996, (4η εκδ.),σελ.358
  40. Αμαλία Ξυνόγαλα, «Ανέκδοτες επιστολές για το Ελεύθερο Πνεύμα του Γιώργου Θεοτοκά», Νέα Εστία, τομ. 152, τχ. 1749 (Οκτώβριος 2002), σελ.418
  41. Αλέξανδρος Αργυρίου, Ιστορία της ελληνικής λογοτεχνίας και η πρόσληψή της στα χρόνια του Μεσοπολέμου (1918-1940), τομ.Α, εκδ.Καστανιώτης, Αθήνα, 2002, σελ.362
  42. Αλέξανδρος Αργυρίου, Ιστορία της ελληνικής λογοτεχνίας και η πρόσληψή της στα χρόνια του Μεσοπολέμου (1918-1940), τομ.Α, εκδ.Καστανιώτης, Αθήνα, 2002, σελ.397
  43. Αλέξανδρος Αργυρίου, Ιστορία της ελληνικής λογοτεχνίας και η πρόσληψή της στα χρόνια του Μεσοπολέμου (1918-1940), τομ.Β, εκδ.Καστανιώτης, Αθήνα, 2002, σελ.962
  44. Αμαλία Ξυνόγαλα, «Ανέκδοτες επιστολές για το Ελεύθερο Πνεύμα του Γιώργου Θεοτοκά», Νέα Εστία, τομ. 152, τχ. 1749 (Οκτώβριος 2002), σελ.421-422
  45. Αμαλία Ξυνόγαλα, «Ανέκδοτες επιστολές για το Ελεύθερο Πνεύμα του Γιώργου Θεοτοκά», Νέα Εστία, τομ. 152, τχ. 1749 (Οκτώβριος 2002), σελ.425-426
  46. Αμαλία Ξυνόγαλα, «Ανέκδοτες επιστολές για το Ελεύθερο Πνεύμα του Γιώργου Θεοτοκά», Νέα Εστία, τομ. 152, τχ. 1749 (Οκτώβριος 2002), σελ.425-426
  47. Αμαλία Ξυνόγαλα, «Ανέκδοτες επιστολές για το Ελεύθερο Πνεύμα του Γιώργου Θεοτοκά», Νέα Εστία, τομ. 152, τχ. 1749 (Οκτώβριος 2002), σελ.427
  48. Αμαλία Ξυνόγαλα, «Ανέκδοτες επιστολές για το Ελεύθερο Πνεύμα του Γιώργου Θεοτοκά», Νέα Εστία, τομ. 152, τχ. 1749 (Οκτώβριος 2002), σελ.428
  49. Αμαλία Ξυνόγαλα, «Ανέκδοτες επιστολές για το Ελεύθερο Πνεύμα του Γιώργου Θεοτοκά», Νέα Εστία, τομ. 152, τχ. 1749 (Οκτώβριος 2002), σελ.450-452
  50. Δημήτρης Πλάκας, «Γιώργος Θεοτοκάς ‘’Ο Καρτεσιανός’’»Λογοτεχνικός περίπλους. Πρόσωπα, κείμενα, ρεύματα, εκδ.Βικελαία Δημοτική βιβλιοθήκη Ηράκλειο Κρήτης 1991, σελ 172
  51. Χριστόφορος Μηλιώνης, «Ο Θεοτοκάς και οι ‘’Γιουροράιτερς», Το Δέντρο,τχ. 114 (καλοκαίρι 2001), σελ.41-44

Πηγές Επεξεργασία

  • Χ. Λ. Καράογλου, Ναταλία Δεληγιαννάκη, Αλκμήνη Ριζοπούλου, Βιβλιογραφία Γιώργου Θεοτοκά 1974-2002, εκδ. University Studio Press, Θεσσαλονίκη, 2004.
  • Νάσος Βαγενάς, «Γιώργος Θεοτοκάς: Ένα ελεύθερο πνεύμα», στο:Κινούμενος στόχος, κριτικά κείμενα , εκδ.Πόλις, Αθήνα, 2011, σελ.186-191
  • Γιώργος Θεοτοκάς, Ελεύθερο Πνεύμα, (επίμ.Κ.Θ.Δημαράς, εκδ.Ερμής, Αθήνα, 1979
  • Ν.Δ. Τριανταφυλλόπουλος, «Σχόλιο στο Ελεύθερο Πνεύμα και στην Αργώ», Νέα Εστία, τομ. 158, τχ.1784 (Δεκέμβριος 2005), σελ.920-926
  • Αγγέλα Καστρινάκη, «Κατασκευάζοντας την έμπνευση», Νέα Εστία, τομ. 158, τχ.1784 (Δεκέμβριος 2005), σελ.906-919
  • Παναγιώτης Μουλλάς, «Οι σιωπές του Ελεύθερου Πνεύματος», Νέα Εστία, τομ. 158, τχ.1784 (Δεκέμβριος 2005), σελ.974-975
  • Άγγελος Ελεφάντης, Η επαγγελία της αδύνατης επανάστασης. ΚΚΕ και αστισμός στον μεσοπόλεμο, εκδ. Θεμέλιο, Αθήνα, 1979
  • Βασίλης Μπογιατζής, «Η τεχνολογία ως εικόνα και ως αναπαράσταση: διαβάζοντας τον Γιώργο Θεοτοκά μέσα από τις σπουδές επιστήμης και τεχνολογίας», Νέα Εστία, τομ. 167, τχ.1829 (Ιανουάριος 2010), σελ.56-81
  • Αλέξανδρος Αργυρίου, Ιστορία της ελληνικής λογοτεχνίας και η πρόσληψή της στα χρόνια του Μεσοπολέμου (1918-1940), τομ.Α, εκδ.Καστανιώτης, Αθήνα, 2002
  • Αλέξανδρος Αργυρίου, Ιστορία της ελληνικής λογοτεχνίας και η πρόσληψή της στα χρόνια του Μεσοπολέμου (1918-1940), τομ.Β, εκδ.Καστανιώτης, Αθήνα, 2002
  • Αμαλία Ξυνόγαλα, «Ανέκδοτες επιστολές για το Ελεύθερο Πνεύμα του Γιώργου Θεοτοκά», Νέα Εστία, τομ. 152, τχ. 1749 (Οκτώβριος 2002), σελ.417-542
  • Νικόλαος Πετρόπουλος, «Το δοκίμιο ως λογοτεχνικό είδος: Γ’ η περίοδος ανθήσεως της νεοελληνικής δοκιμιογραφίας-λογοτεχνική γενεά του 1930 και επίγονοι: προσδοκίες και (;)πραγματοποίηση», Επιστημονική Επετηρίδα Φιλοσοφικής Σχολής Πανεπιστημίου Αθηνών, τομ. ΛΓ’(2000-2001), σελ.363-405
  • Henri Tonnet, Ιστορία του Ελληνικού μυθιστορήματος, μτφρ, Μαρίνα Καραμάνου, εκδ.Πατάκης, Αθήνα, 2010
  • Χριστόφορος Μηλιώνης, «Ο Θεοτοκάς και οι ‘’Γιουροράιτερς», Το Δέντρο,τχ. 114 (καλοκαίρι 2001), σελ.41-44
  • Δημήτρης Πλάκας, «Γιώργος Θεοτοκάς ‘’Ο Καρτεσιανός’’», στο: Λογοτεχνικός περίπλους. Πρόσωπα, κείμενα, ρεύματα, εκδ.Βικελαία Δημοτική βιβλιοθήκη Ηράκλειο Κρήτης 1991, σελ.166-173
  • Tάκης Καγιαλής, «Λογοτεχνία και πνευματική ζωή», Ιστορία της Ελλάδας του 20ου αιώνα 1922-1940 Ο μεσοπόλεμος, τομ. Β2, εκδ. Βιβλιόραμα, 2003, σελ.295-365
  • Χριστίνα Ντουνιά, «Βενιζελικοί και αντιβενιζελικοί λογοτέχνες: από τη φθίνουσα δεκαετία του 1920 στην ανερχόμενη δεκαετία του 1930», στο: Ελευθέριος Βενιζέλος και Πολιτιστική πολιτική-Πρακτικά συμποσίου,, εκδ. Μουσείο Μπενάκη-Εθνικό Ίδρυμα Ερευνών Ελευθέριος Βενιζέλος, Αθήνα,-Χανιά 2012, σελ.231-243
  • Χριστίνα Ντουνιά, Κ. Γ. Καρυωτάκης. Η αντοχή μιας αδέσποτης τέχνης, εκδ. Καστανιώτης, Αθήνα, 2001
  • Ιωάννα Τσάτσου, Ο αδελφός μου Γιώργος Σεφέρης, εκδ. Βιβλιοπωλείον της Εστίας, Αθήνα, 1980 (γ έκδ.)
  • Λίνος Πολίτης, Ιστορία της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας, εκδ. Μ.Ι.Ε.Τ., Αθήνα, 2004
  • Mario Vitti, Η γενιά του τριάντα. Ιδεολογία και μορφή, εκδ. Ερμής, Αθήνα,1979
  • Δημήτρης Τζιόβας, Ο μύθος της γενιάς του τριάντα, εκδ.Πόλις, Αθήνα, 2011
  • Αντώνης Δρακόπουλος, Ο Σεφέρης και η κριτική. Η υποδοχή του σεφερικού έργου (1931-1971), εκδ.Πλέθρον, Αθήνα, 2002
  • Οδυσσέας Ελύτης, «Το χρονικό μιας δεκαετίας», στο: Ανοιχτά χαρτιά, εκδ.Ίκαρος, Αθήνα, 1996, (4η εκδ.),σελ319-459
  • Δημήτρης Τζιόβας, «Ο Γιάννης Αποστολάκης και ο τύπος του αρνητή –διανοούμενου στην Ελλάδα», στο:Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης Επ.Επ.Φιλοσοφικής Σχ. Περ.Β τχ. παράρτημα αριθ.5 Τομέας Μεσαιωνικών και Νέων Ελληνικών Σπουδών, ‘’’Όψεις της λαϊκής και της λόγιας νεοελληνικής λογοτεχνίας-5η επιστημονική συνάντηση αφιερωμένη στον Γιάννη Αποστολάκη, Θεσσαλονίκη , 14-16 Μαΐου 1992, Θεσσαλονίκη, 1994, σελ.37-55
  • Χ.Λ.Καράογλου, «Ο ηδονισμός της Καβαφικής ποίησης και η κριτική», στο:Μιχάλης Πιερής (επίμ), Η ποίηση του κράματος. Μοντερνισμός και διαπολιτισμικότητα στο έργο του Καβάφη, εκδ.Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Κρήτης, Ηράκλειο, 2000, σελ.309-329