Η Εξέγερση του Ταμπόφ (σοβιετική εσφαλμένη ονομασία: Αντονόφτσινα) η οποία εκδηλώθηκε μεταξύ του 1920 και 1921, ήταν μια από τις μεγαλύτερες και καλύτερα οργανωμένες αγροτικές εξεγέρσεις αμφισβήτησης του καθεστώτος των Μπολσεβίκων κατά τον Ρωσικό Εμφύλιο Πόλεμο.[9][10] Η εξέγερση έλαβε χώρα στις περιοχές της σύγχρονης Επαρχίας Ταμπόφ και μέρους της Επαρχίας Βορονέζ, λιγότερο από 300 μίλια νοτιοανατολικά της Μόσχας.

Εξέγερση του Ταμπόφ
Ρωσικός Εμφύλιος Πόλεμος
Έκταση της εξέγερσης του Ταμπόφ, 1920 - 1921
Χρονολογία19 Αυγούστου 1920 - Ιούνιος 1921
ΤόποςΚυβερνείο Ταμπόφ, Ρωσική ΣΟΣΔ
ΈκβασηΝίκη των Μπολσεβίκων
Αντιμαχόμενοι
Ηγετικά πρόσωπα
Δυνάμεις

Πιθανώς 20.000 τακτικοί και 20.000 πολιτοφύλακες,[1]
14.000 (Αύγουστος 1920)[2]
50.000 (Οκτώβριος 1920)[3]
40.000[4]-70.000[5] (Φεβρουάριος 1921)

1.000 (Σεπτέμβριος 1921)[4]

5.000 (Νοέμβριος 1920)[3]

50.000[6] - 100.000[7] (Μάρτιος 1921)
50.000 πολίτες αιχμάλωτοι πολέμου,[4] 240.000 νεκροί[8]

Στη σοβιετική ιστοριογραφία, η εξέγερση αναφερόταν ως η ανταρσία του Αντόνοφ ή Αντονόφτσινα, που ονομάστηκε έτσι από τον Αλεξάντερ Αντόνοφ, πρώην στέλεχος του Σοσιαλ-Επαναστατικού Κόμματος, αρχηγού των ανταρτών. Το κίνημα περιγράφηκε αργότερα από τους Σοβιετικούς σαν ένα είδος αναρχικής ληστείας, όπως άλλα αντι-Σοβιετικά κινήματα, τα οποία τους αντιτάχθηκαν εκείνη την περίοδο.

Σύντομο ιστορικό Επεξεργασία

Η εξέγερση προκλήθηκε από την αναγκαστική κατάσχεση των σιτηρών από τις Μπολσεβίκικες αρχές, μια πολιτική γνωστή στα Ρωσικά ως “προντραζβόρτσκα”. Το 1920, οι επιτάξεις αυξήθηκαν από 18 εκατομμύρια σε 27 εκατομμύρια πουντ [Σημ 1] στην περιοχή. Αυτό έκανε τους γεωργούς να μειώσουν την παραγωγή σιτηρών, αφού γνώριζαν ότι οτιδήποτε δεν θα κατανάλωναν οι ίδιοι, θα κατασχόταν αμέσως. Η ικανοποίηση των κρατικών ποσοστών σήμαινε θάνατο για πολλούς από πείνα.[10] Η εξέγερση άρχισε στις 19 Αυγούστου 1920 στην μικρή πόλη Κίτροβο, όπου ένα στρατιωτικό απόσπασμα επίταξης του Ερυθρού Στρατού άρπαξε οτιδήποτε μπορούσε και “ξυλοκόπησαν ακόμη και ηλικιωμένους άνδρες των εβδομήντα ετών μπροστά σε κόσμο”.[10]

Ένα ιδιαίτερο χαρακτηριστικό αυτής της εξέγερσης, μεταξύ πολλών άλλων εκείνης της εποχής, ήταν ότι καθοδηγούνταν από μια πολιτική οργάνωση, την Ένωση Εργαζομένων Αγροτών (Σογιούζ Τρουντόβογκο Κρεστγιάνστβα). Η Συνέλευση των ανταρτών του Ταμπόφ κατάργησε την Σοβιετική εξουσία και δημιούργησε την Συντακτική Συνέλευση που ζήτησε καθολική ψήφο και αγροτική μεταρρύθμιση. Η βασική αξίωση που προβλήθηκε ήταν η επιστροφή όλης της γης στους αγρότες.[9]

Στις 2 Φεβρουαρίου 1921, η Σοβιετική ηγεσία ανακοίνωσε το τέλος της “προντραζβόρτσκα”, και εξέδωσε ένα ειδικό διάταγμα προς τους αγρότες της περιοχής που έθετε σε ισχύ την πολιτική “πρόντναλογκ”. Η νέα πολιτική ήταν ουσιαστικά ένας φόρος επί των σιτηρών και τα άλλα είδη τροφίμων. Αυτό έγινε πριν από το 10ο Συνέδριο των Μπολσεβίκων, όπου το μέτρο υιοθετήθηκε επίσημα. Η ανακοίνωση άρχισε να κυκλοφορεί στην περιοχή του Ταμπόφ στις 9 Φεβρουαρίου 1921. Η εξέγερση του Ταμπόφ και ο αναβρασμός αλλού, ήταν σημαντικοί λόγοι που τέθηκε εν ισχύ η πολιτική “πρόντναλογκ” και εγκαταλείφθηκε η “προντραζβόρτσκα”.

Χρονοδιάγραμμα Επεξεργασία

Ο Αλεξάντερ Αντόνοφ, ριζοσπαστικό μέλος των Αριστερών Σοσιαλ-Επαναστατών, είχε συνταχθεί με τους Μπολσεβίκους κατά την Ρωσική Επανάσταση του 1917, αλλά απογοητεύτηκε μαζί τους, αφού εφάρμοσαν την πολιτική της επίταξης των σιτηρών το 1918. Ο Αντόνοφ έγινε λαϊκός ήρωας για τον λαό της περιοχής του Ταμπόφ της κεντρικής Ρωσίας, όπου άρχισε τις εκστρατείες του.

Τον Οκτώβριο του 1920 ο αγροτικός στρατός αριθμούσε πάνω από 50.000 μαχητές. πολυάριθμοι λιποτάκτες του Ερυθρού Στρατού εντάχτηκαν σε αυτόν. Η πολιτοφυλακή των ανταρτών αποδείχτηκε ιδιαίτερα αποτελεσματική και ακόμη διείσδυσε στην Τσεκά του Ταμπόφ.[10] Ο Αλεξάντερ Σλίτστερ, πρόεδρος της Εκτελεστικής Επιτροπής του Κυβερνείου του Ταμπόφ, επικοινώνησε με τον Βλαντιμίρ Λένιν, ο οποίος διέταξε τις ενισχύσεις του Ερυθρού Στρατού στην περιοχή.[11] Τον Ιανουάριο του 1921 οι εξεγέρσεις των αγροτών εξαπλώθηκαν σε Σαμάρα, Σαράτοφ, Τσαρίτσιν, Αστραχάν και Σιβηρία. Το Φεβρουάριο, ο στρατός των αγροτών έφτασε στο αποκορύφωμά του, αριθμώντας έως και 70.000 και υπερασπιζόταν με επιτυχία την περιοχή από τις εκστρατευτικές αποστολές των Μπολσεβίκων.

 
Ο Αλεξάντερ Αντόνοφ (κέντρο) και το επιτελείο του

Η σοβαρότητα της εξέγερσης προκάλεσε την ίδρυση της “Πληρεξούσιας Επιτροπής της Πανρωσικής Κεντρικής Εκτελεστικής Επιτροπής του Μπολσεβίκικου Κόμματος για την Εκκαθάριση της Ληστείας στο Κυβερνείο του Ταμπόφ”. Με το τέλος του Πολωνο-Σοβιετικού πολέμου (τον Μάρτιο του 1921) και την ήττα του στρατηγού Βράγγελ το 1920, ο Ερυθρός Στρατός μπορούσε να στρέψει τα τακτικά του στρατεύματα στην περιοχή – αναπτύσσοντας συνολικά πάνω από 100.000 στρατιώτες, μαζί με ειδικά αποσπάσματα της Τσεκά.[10]

Ο Ερυθρός Στρατός υπό την διοίκηση του Μιχαήλ Τουχατσέφσκι, χρησιμοποίησε βαρύ πυροβολικό και τεθωρακισμένα τρένα και έκανε εκτελέσεις πολιτών με συνοπτικές διαδικασίες. Ο Τουχατσέφσκι και ο Αντόνοφ-Οβσέγενκο υπέγραψαν διαταγή, με ημερομηνία 12 Ιουνίου 1921, η οποία όριζε:

“Τα δάση όπου κρύβονται οι ληστές πρέπει να εκκαθαριστούν με την χρήση δηλητηριωδών αερίων. Αυτό πρέπει να υπολογιστεί προσεκτικά, έτσι ώστε το στρώμα αερίου να διαπερνά τα δάση και να σκοτώνει όσους κρύβονται εκεί”.[10]

Οι Μπολσεβίκικες δυνάμεις χρησιμοποίησαν χημικά όπλα “από το τέλος του Ιουνίου 1921 μέχρι το φθινόπωρο του 1921”, με άμεση εντολή από την ηγεσία του Ερυθρού Στρατού και από το Κομμουνιστικό Κόμμα.[8] Δημοσιεύματα σε τοπικές Κομμουνιστικές εφημερίδες εκθείαζαν ανοικτά τις εκκαθαρίσεις των “ληστών” με δηλητηριώδες αέριο.[8]

Δημιούργησαν επίσης επτά στρατόπεδα συγκέντρωσης. Τουλάχιστον 50.000 άνθρωποι κλείστηκαν εκεί, κυρίως γυναίκες, παιδιά και ηλικιωμένοι – κάποιοι από τους οποίους στάλθηκαν στα στρατόπεδα σαν όμηροι. Κάθε μήνα 15 με 20 τοις εκατό των κρατουμένων στα στρατόπεδα πέθαιναν.[10]

Οι Μπολσεβίκοι σταδιακά κατέπνιξαν την εξέγερση στην διάρκεια του 1921. Ο Αντόνοφ σκοτώθηκε το 1922 σε μια προσπάθεια να τον συλλάβουν. Ο Σενικόφ εκτίμησε τις συνολικές απώλειες στον πληθυσμό της περιοχής του Ταμπόφ από το 1920 έως το 1922 που προκύπτουν από τον πόλεμο, τις εκτελέσεις και την φυλάκιση σε στρατόπεδα συγκέντρωσης, σε περίπου 240.000.[12]

Η διάσωση των ντοκουμέντων Επεξεργασία

Κάποια ντοκουμέντα που έχουν σχέση με την εξέγερση βρέθηκαν από τον τοπικό εθνογράφο Μπορίς Σενικόφ το 1982 ενώ ασχολούταν με τον καθαρισμό της άμμου από την Αγία Τράπεζα της Χειμερινής Εκκλησίας της Μονής του Καζάν.«An illustrated article about Tambov revolt from Gulag website (Russian)». gulag.ipvnews.org. Ανακτήθηκε στις 8 Απριλίου 2016.  Κατά την δεκαετία του 1920, το μοναστήρι είχε επιταχθεί για να χρησιμοποιηθεί σαν τοπικό αρχηγείο και η εκκλησία είχε χρησιμεύσει σαν αρχείο του Στρατιωτικού Κομισαριάτου του Ταμπόφ.

Το 1933, η τοπική κυβέρνηση αποφάσισε να κάψει τα ντοκουμέντα, τα οποία θα μπορούσαν να εκθέσουν το σοβιετικό καθεστώς. Ωστόσο, κατά την διαδικασία, η φωτιά βγήκε εκτός ελέγχου και έπρεπε να σβήσει με νερό και, κυρίως, άμμο. Όλα τα ντοκουμέντα στο αρχείο πιστευόταν ότι καταστράφηκαν, και καλυμμένα από ένα στρώμα άμμου, δεν είχαν βρεθεί ποτέ. Το 1982, το τοπικό αρχείο άλλαξε την διεύθυνσή του και η εκκλησία εγκαταλείφτηκε. Όταν ο Σενικόφ βρήκε τα ντοκουμέντα, το τμήμα της KGB στο Ταμπόφ τον εδίωξε ποινικώς. Αργότερα, η υπόθεση έκλεισε, ο Σενικόφ όμως έχασε την δουλειά του.

Το 2004, ο εκδοτικός οίκος Ποσέβ εξέδωσε το αρχείο του Σενικόφ σαν μέρος του βιβλίου Η Εξέγερση του Ταμπόφ και η Εκκαθάριση της Ρωσικής Αγροτιάς[8] μαζί με έγγραφα που έχουν σχέση με το Στρατιωτικό Κομισαριάτο του Κυβερνείου (περιλαμβανομένων εκείνων που ασχολούνται με την αντι-Μπολσεβίκικη επιδρομή το 1919 του Κονσταντίν Μαμόντοφ και εκείνων που περιγράφουν την Μεγάλη Εκκαθάριση της δεκαετίας του 1930). Στα ντοκουμέντα επίσης περιλαμβάνονται διαταγές του Ερυθρού Στρατού, που εκδόθηκαν κατά την εξέγερση, αλληλογραφία, εκθέσεις για την χρήση χημικών όπλων κατά των αγροτών ανταρτών και ντοκουμέντα της Ένωσης των Εργαζομένων Αγροτών.

Στην λαϊκή κουλτούρα Επεξεργασία

  • Κάποιες σκηνές της εξέγερσης περιγράφονται στην ταινία του 2011 του Αντέι Σμυρνώφ, Κάποτε ζούσε μια απλή γυναίκα (Жила-была одна, Ζήλα-μπήλα όντνα μπάμπα),.
  • Μαρμελάδα βερίκοκο και άλλες ιστορίες (2010) του Aleksandr Solzhenitsyn. Σε μια σύντομη ιστορία για τις μάταιες προσπάθειες του στρατάρχη Ζούκοφ να γράψει τα απομνημονεύματά του, ο συνταξιούχος στρατάρχης αναπολεί ότι είναι ένας νεαρός αξιωματικός που πολεμάει κατά της Ένωσης Εργαζομένων Αγροτών. Θυμάται την άφιξη του Μιχαήλ Τουχατσέφσκι για να αναλάβει την διοίκηση της εκστρατείας και την πρώτη του ομιλία στους άνδρες του. Ο ίδιος ανακοίνωσε ότι ο ολοκληρωτικός πόλεμος και η τακτική της καμένης γης θα χρησιμοποιηθούν κατά των αμάχων που βοηθούν ή ακόμη συμπαθούν την Ένωση. Ο Ζούκοφ με υπερηφάνεια θυμάται πως οι τακτικές του Τουχατσέφσκι εγκρίθηκαν και πέτυχαν να καταπνίξουν την εξέγερση. Κατά την διαδικασία αυτή, ωστόσο, κατ' ουσίαν ερημώθηκε η γύρω ύπαιθρος.

Παραπομπές Επεξεργασία

  1. Hosking, 1993: 78; Mayer, 2000: 392
  2. Powell, 2007: 219; Werth, 1998: 131
  3. 3,0 3,1 Powell, 2007: 219; Werth, 1998: 132
  4. 4,0 4,1 4,2 Werth, 1998: 139
  5. Waller, 2012: 194
  6. Figes, 1998: 811; Mayer, 2000: 392
  7. Waller, 2012: 115; Werth, 1998: 132, 138
  8. 8,0 8,1 8,2 8,3 Sennikov, B.V. (2004). Tambov rebellion and liquidation of peasants in Russia. Moscow: Posev. In Russian. ISBN 5-85824-152-2. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 30 Μαρτίου 2019. Ανακτήθηκε στις 8 Απριλίου 2016. 
  9. 9,0 9,1 Robert Conquest (1986). The Harvest of Sorrow: Soviet Collectivization and the Terror-Famine. New York: Oxford University Press. ISBN 0-19-504054-6. 
  10. 10,0 10,1 10,2 10,3 10,4 10,5 10,6 Nicolas Werth· Karel Bartošek· Jean-Louis Panné· Jean-Louis Margolin· Andrzej Paczkowski· Stéphane Courtois (1999). The Black Book of Communism: Crimes, Terror, Repression. Harvard University Press. σελ. 858. ISBN 0-674-07608-7. 
  11. V. I. Lenin (1975). To: V. S. KORNEV. Lenin Collected Works. 44. Moscow: Progress Publishers. σελ. 450b. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 3 Μαρτίου 2016. Ανακτήθηκε στις 8 Απριλίου 2016. 
  12. Sennikov, Boris V (2004). Тамбовское восстание 1918-1921 гг. и раскрестьянивание России 1929-1933гг.: "Тамбовская Вандея" [The Tambov uprising of 1918 to 1921 and the de-peasantisation of Russia of 1929 to 1933: "The Tambov Vendee"] Серия "Библиотечка россиеведения". Moscow: Посев. ISBN 5-85824-152-2. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 30 Μαρτίου 2019. Ανακτήθηκε στις 8 Απριλίου 2016.  Во всяком случае, по самым осторожным подсчетам, потери населения Тамбовской губернии в 1920-1922 гг. составили около 240 тыс. человек. [In any case, according to the most careful reckoning, the losses of the residents of the Tambov Governorate in the years 1920 to 1922 amounted to approximately 240 thousand persons.]

Σημειώσεις Επεξεργασία

  1. Пуд στη ρωσική. μονάδα βάρους ίση περίπου με 16,5 κιλά.

.

Επιπλέον υλικό για ανάγνωση Επεξεργασία

Εξωτερικοί Σύνδεσμοι Επεξεργασία