Θεοδώρα (11ος αιώνας)

Βυζαντινή Αυτοκράτειρα
Αυτό το λήμμα αφορά την Αυτοκράτειρα της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας, του 11ου αιώνα. Για άλλες γυναίκες με το ίδιο όνομα, δείτε: Θεοδώρα.

Η Θεοδώρα η Πορφυρογέννητη (984 - 31 Αυγούστου 1056) ήταν συναυτοκράτειρα της βυζαντινής αυτοκρατορίας από τις 19 Απριλίου 1042 έως και της 10 Ιανουαρίου 1055. Ενώ στις 11 Ιανουαρίου 1055 έως και το θάνατο της, τον Αύγουστο του 1056 ήταν αυτοκράτειρα της αυτοκρατορίας από την Μακεδονική δυναστεία που κυβέρνησε της Βυζαντινή Αυτοκρατορία για σχεδόν δύο αιώνες.

Θεοδώρα των Μακεδόνων
Σόλιδος με επιγρ.: ΘΕΟΔΩ. ΑΥΓΟΥC.
Περίοδος11 Ιανουαρίου 105531 Αυγούστου 1056
ΠροκάτοχοςΚωνσταντίνος Θ΄ ο Μονομάχος
ΔιάδοχοςΜιχαήλ ΣΤ΄ ο Στρατιωτικός
Γέννησηπ. 984
Κωνσταντινούπολη
Θάνατος31 Αυγούστου 1056
Κωνσταντινούπολη
Τόπος ταφήςΝαός των Αγίων Αποστόλων (Κωνσταντινούπολη)
ΟίκοςΔυναστεία των Μακεδόνων
ΠατέραςΚωνσταντίνος Η΄
ΜητέραΕλένη του Αλυπίου
ΘρησκείαΧριστιανή Ορθόδοξη
Commons page Σχετικά πολυμέσα
δεδομένα (π  σ  ε )

Βιογραφία

Επεξεργασία

Η Θεοδώρα, η νεότερη από τις κόρες του Κωνσταντίνου του Η’ ήταν - όπως μας μαρτυρεί ο Μιχαήλ Ψελλός σκιαγραφώντας το χαρακτήρα της, σε αντιπαραβολή με αυτόν της Ζωής - ψηλή, αδύνατη, απότομη και γρήγορη στο λόγο, χαμογελαστή, όχι ιδιαίτερα εύστροφη και όμορφη, και ιδιαίτερα φειδωλή.[1]

Διέθετε δυναμικό και φιλόδοξο χαρακτήρα καθώς στην αρχή της βασιλείας του Ρωμανού Γ’ Αργυρού (1029) φαίνεται ότι έπαιξε κάποιο ρόλο στην εκδήλωση των συνωμοσιών του Προυσιανού και του Κωνσταντίνου Διογένη, οδηγώντας τη Ζωή στην απόφαση να την περιορίσει στη μονή Πετρίου. Ο Ψελλός αναφέρει ότι «ο φθόνος [...] χώρισε τις δύο αδελφές» και πως η θέση της στο μοναστήρι ήταν «αξιοσέβαστη».[2] Η κουρά της Θεοδώρας, ισοδυναμούσε με ποινή και αποκλεισμό από την πολιτειακή οργάνωση της αυτοκρατορίας. Συμμετείχε επίσης και στην τιμωρία με τύφλωση του Μιχαήλ Ε’ και του Ιωάννη Ορφανοτρόφου το 1043.

Η Θεοδώρα, θα αναλάβει για δεύτερη φορά την αυτοκρατορική εξουσία - ως μόνη κάτοχός της - στις 11 Ιανουαρίου του 1055, [3] αμέσως μετά το θάνατο του Μονομάχου, αφού πρώτα εξουδετέρωσε τις απειλές που είχαν εμφανισθεί. Από την μιά πλευρά οι άνθρωποι του Κωνσταντίνου Θ΄ προσπάθησαν να αναγορεύσουν αυτοκράτορα τον δούκα Βουλγαρίας Νικηφόρο Πρωτεύοντα. Απέτυχαν όμως και έχασαν τις θέσεις τους. Από την άλλη πλευρά, ο πατρίκιος Βρυέννιος, εκπρόσωπος της στρατιωτικής αριστοκρατίας και αρχηγός των Μακεδονικών δυνάμεων (των δυνάμεων δηλαδή που είχαν υποστηρίξει τον πατρίκιο Λέοντα Τορνίκιο οκτώ χρόνια νωρίτερα) αποπειράθηκε φαίνεται και αυτός να στασιάσει. Απέτυχε και εξορίστηκε, ενώ η μεγάλη περιουσία του δημεύτηκε[4]. Τα παραπάνω γεγονότα παραλείπονται από την εξιστόρηση του Ψελλού.

Αποφάσισε να μην παντρευτεί και απέκρουσε κάθε προσπάθεια από στρατό ή κλήρο - ο πατριάρχης Μιχαήλ Α΄ Κηρουλάριος δυσανασχετούσε επειδή αυτοκράτωρ ήταν μια γυναίκα[5] - να πάρει σύζυγο συνάρχοντα[6], υπερασπίσθηκε δραστικότατα την ανεξαρτησία της από τις επιβουλές και επιρροές της στρατιωτικής τάξης, αλλά και της κοινής γνώμης που σύμφωνα με τον Ψελλό δεν ήταν σύμφωνη με μία τέτοια διευθέτηση των πραγμάτων. «Όλοι βέβαια το θεωρούσαν απρεπές να εκθηλύνεται έτσι η άλλοτε αρρενωπή εξουσία των Ρωμαίων»[7]. Όχι τόσο από την επιθυμία για μονοκρατορία, αλλά -όπως παρατηρεί ο Ψελλός- επειδή ίσως δεν ήθελε να ακολουθήσει τη μοίρα της Ζωής[8]. Έτσι, παίρνοντας την έγκριση των ικανών αξιωματούχων που επρόσκειντο ευνοϊκά,[9] παραχώρησε τη διοίκηση του κράτους στον έμπιστό της πρωθυπουργό πρωτοσύγκελο Λέοντα Παρασπόνδυλο, έναν δυσπρόσιτο αλλά ικανό πολιτικό τον οποίο ο Ψελλός μέμφεται και κατακρίνει τη Θεοδώρα για την επιλογή της αυτή.[10]

Παρά το ότι ο Ψελλός καταρχάς χαρακτηρίζει τη διακυβέρνηση της Θεοδώρας συνετή, κατόπιν παρατηρεί ότι ήταν απαραίτητη η ανάληψη των κρατικών ηνίων από έναν άνδρα. Εντούτοις, ο Ψελλός μαρτυρεί την ύπαρξη ενός γενικότερου κλίματος δυσαρέσκειας, εξαιτίας του ότι η Ρωμαϊκή αρχή βρισκόταν στα χέρια μιας γυναίκας, ενώ τέλος, ακόμη και τα θετικά στοιχεία που αποδίδει στη βασιλεία της Θεοδώρας έχουν να κάνουν περισσότερο με τη διεθνή και εσωτερική πολιτική συγκυρία και πολλή λιγότερο με τις πραγματικές της ικανότητες στην άσκηση της αυτοκρατορικής εξουσίας.[11]

Κυβέρνησε όπως οι αυτοκράτορες: ήταν προϊσταμένη της αυλής, διόριζε αξιωματούχους, εξέδιδε διατάγματα, ρύθμιζε δικαστικές διαφορές, δέχονταν πρέσβεις και αρχηγούς κρατών, εκπλήρωνε τυπικό ρόλο του αυτοκράτορα και λάμβανε αποφάσεις σχετικά με ζητήματα οικονομικής ή εξωτερικής πολιτικής, πάντα με «σοβαρή φωνή» όπως μας πληροφορεί ο Ψελλός.[10] Το μοναδικό ίσως μειονέκτημα ήταν ότι δεν μπορούσε να οδηγήσει προσωπικά το στρατό στη μάχη.

Φαίνεται πως είχε πλήρη συναίσθηση της δύναμής της. Όταν ανέβηκε στο θρόνο, ενώ κατά το έθιμο, για να πάρει με το μέρος της αρχές και λαό έπρεπε να κάνει δωρεές, εκείνη αρνήθηκε δικαιολογώντας την απόφασή της αυτή, σύμφωνα με τον Ψελλό, ως ανανέωση αρχής που ανήκε στη νόμιμη κληρονόμο.[12] Εδώ έχουμε και μια πρόσθετη πληροφορία που αφορά στη φιλαργυρία της αλλά και την οικονομική πολιτική που εφάρμοσε κατά την περίοδο που ήταν στην εξουσία. Η Θεοδώρα κατά την περίοδο της βασιλείας της έκοψε χρυσά νομίσματα.

Πέθανε τον Αύγουστο του 1056 σε ηλικία περίπου εβδομήντα πέντε ετών, από κάποιο γαστρεντερικό πρόβλημα, όπως αναφέρει ο Ψελλός και έστεψε διάδοχό της τον Μιχαήλ ΣΤ΄ τον Στρατιωτικό, χωρίς όμως να έχει προνοήσει για τη διαδοχή. Ετάφη στον ναό των Αγίων Αποστόλων. Η βασιλεία της Θεοδώρας της πορφυρογέννητης σήμανε και το τέλος της Μακεδονικής δυναστείας.

Φαίνεται πως οι βυζαντινές αυτοκράτειρες που κατάφεραν να αναρριχηθούν στο ύπατο αξίωμα και πιο συγκεκριμένα η Θεοδώρα, εκτός από την ευγλωττία της, την φιλοδοξία και την ανάμειξή της στις δολοπλοκίες και τις ίντριγκες του παλατιού της Κωνσταντινούπολης, έδρασε ως ικανή αυτοκρατόρισσα που εκμεταλλεύθηκε τις προσωπικές ατέλειες και αδυναμίες του κύκλου της, χωρίς να παραιτηθεί από τα προνόμια που της παρείχε η θέση της ως μέλους της Μακεδονικής δυναστείας.

Πινακοθήκη

Επεξεργασία

Σημειώσεις - παραπομπές

Επεξεργασία
  1. Χρονογραφία, 193-194. [20] ό.π., 180.
  2. Οικονομίδης Ν., στο Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, «Η ενοποίηση του Ευρασιατικού χώρου 945-1071» στο «Η Θεοδώρα (1055-1056) τόμος Ζ', Εκδοτική Αθηνών, 2000, Αθήνα, 140.
  3. Schlumberger G, Η Βυζαντινή εποποία κατά τα τέλη της Ι’ εκατονταετηρίδος , Τρίτο μέρος , Αι πορφυρογέννηται Ζωή και Θεοδώρα (1025-1057), μτφ. Λαμπρίδου Ι., Σακελλαρίου Δ., Αθήνα 1906.
  4. Χρονογραφία, 304.
  5. ό.π., 300.
  6. Νικολάου Κ., ό.π., 35.
  7. Χρονογραφία, 296.
  8. {ό.π., 296.
  9. ό.π., 298.
  10. 10,0 10,1 ό.π., 297.
  11. ό.π., 296.
  12. ό.π., 306.

Βιβλιογραφία

Επεξεργασία
  • Ψελλός Μιχαήλ, Χρονογραφία, τόμ. Β’, (μτφρ-εισ-σχ. Βρ. Καραλής, Άγρωστις, Αθήνα, 1992.
  • Οικονομίδης Ν., «Η ενοποίηση του Ευρασιατικού χώρου 945-1071» στο Το Βυζαντινό κράτος στην ακμή της δυνάμεως του τόμ. Ζ΄, Εκδοτική Αθηνών, Αθήνα, 2000.
  • Norwich, J.J. "Byzantium", Vol. II-The Apogee
  • Vasiliev, A. "History of the Byzantine Empire, 324–1453"
  • Ostrogorsky, G. "History of the Byzantine State"

Εξωτερικοί σύνδεσμοι

Επεξεργασία
Προηγούμενος
Κωνσταντίνος Θ' ο Μονομάχος
Αυτοκράτορας του Βυζαντίου
Επόμενος
Μιχαήλ ΣΤ' ο Στρατιωτικός