Κρήνη Μπέμπο

κρήνη στο Ηράκλειο

Συντεταγμένες: 35°20′11.393″N 25°8′0.539″E / 35.33649806°N 25.13348306°E / 35.33649806; 25.13348306

Η κρήνη Μπέμπο είναι ενετική κρήνη η οποία βρίσκεται στο Ηράκλειο Κρήτης. Κατασκευάστηκε τον 16ο αιώνα και σήμανε την πρώτη φορά που η πόλη του Χάνδακα (μεσαιωνικό όνομα του Ηρακλείου) υδροδοτήθηκε από πηγή εκτός των ορίων της πόλης. Πήρε το όνομά της από τον γενικό προβλέπτη Τζαν Ματέο Μπέμπο. Σήμερα σώζεται μόνο η πρόσοψή της, η οποία έχει τη μορφή αρχαίου ναού και είναι διακοσμημένη με αρχαίο άγαλμα πάνω σε βάθρο και ανάγλυφα με οικόσημα. Είναι το μοναδικό δημόσιο κτίριο στην Κρήτη με εντοιχισμένες αρχαιότητες.

Κρήνη Μπέμπο
Χάρτης
Είδοςκρήνη
Γεωγραφικές συντεταγμένες35°20′11″N 25°8′1″E
Διοικητική υπαγωγήΔήμος Ηρακλείου
ΧώραΕλλάδα
Έναρξη κατασκευής1552
Commons page Πολυμέσα

Περιγραφή Επεξεργασία

Η κρήνη ανήκει στις εντοιχισμένες κρήνες, αν και διαφέρει από τις υπόλοιπες παρόμοιες κρήνες στην Κρήτη λόγω της διακόσμησής της. Στο παρελθόν ήταν συνδεδεμένη με δεξαμενή ακριβώς πίσω από την πρόσοψη, άλλα κατεδαφίστηκε στα τέλη τη διάρκεια της δεκαετίας του 1930, με αποτέλεσμα σήμερα να σώζεται μόνο η μαρμάρινη πρόσοψη της κρήνης. Η σωζόμενη πρόσοψη έχει διαστάσεις 5,7 επί 2,35 μέτρα. Έχει τη μορφή ναού με τονισμένο τον κατά πλάτος άξονα.[1]

 
Το κεντρικό τμήμα της κρήνης

Το κύριο διακοσμητικό στοιχείο της κρήνης είναι το αρχαίο ρωμαϊκό άγαλμα, πιθανόν του Ασκληπιού, το οποίο σύμφωνα με τις αρχειακές πηγές μεταφέρθηκε από την Ιεράπετρα. Το σωζόμενο άγαλμα έχει ύψος 1,4 μέτρα, είναι ακέφαλο και απεικονίζει αντρική μορφή που φοράει αρχαιοελληνικό ιμάτιο το οποίο αφήνει ακάλυπτα το στήθος και το δεξί χέρι. Τμήμα του δεξιού χεριού έχει αποσπαστεί. Το κάτω τμήμα των κάτω άκρων πιθανόν να βρίσκεται μέσα στο βάθρο.[2] Η κρήνη Μπέμπο είναι το μοναδικό δημόσιο κτίριο στην Κρήτη στο οποίο έχουν ενσωματωθεί αρχαιότητες. Η ενσωμάτωση του αρχαίου αγάλματος πιθανόν ήταν απόρροια του ενδιαφέροντος για τον αρχαίο πολιτισμό που παρουσιάστηκε στην Ιταλία κατά την Αναγέννηση και πιθανόν ήθελε να υποδείξει τη συνέχεια εξουσίας των Βενετών στο νησί και τη σύνδεσή τους με την αρχαία Ρώμη.[3]

Το βάθρο έχει διαστάσεις 1,1 × 0,5 × 0,2 μέτρα, με καμπυλωμένες άκρες, και είναι σφηνωμένο ανάμεσα στους δύο κεντρικούς κίονες. Είναι από λευκό μάρμαρο με κόκκινα νερά. Το βάθρο φέρει ανάγλυφη διακόσμηση, με δύο μεγάλα φύλλα ακάνθου να καλύπτουν τις δύο πλευρές και στο κέντρο βρίσκεται ανάγλυφο στεφάνι από καρδιόσχημα άνθη και μικρά φύλλα. Μέσα στο στεφάνι υπάρχει τρύπα, στην οποία βρίσκεται κρουνός. Το πλάι του βάθρου είναι διακοσμημένο με κατακόρυφα ωοειδή στοιχεία.[2] Μπροστά από το βάθρο έχει τοποθετηθεί ως γούρνα αρχαία σαρκοφάγος.[4]

Το άγαλμα πλαισιώνεται από δύο μαρμάρινους κίονες ύψους 2,1 μέτρων χωρίς ραβδώσεις. Οι κίονες πατούν πάνω σε κυκλικές βάσεις. Τα κιονόκρανα έχουν αυλακωτό διάκοσμο και πάνω σε αυτά υπάρχουν επίκρανα με τρεις γλύφες.[2] Στο πλάι τους βρίσκονται τα πλευρικά τοιχώματα της κρήνης, τα οποία προβάλλουν 30 εκατοστά από το υπόβαθρο. Στο μέσο τους υπάρχουν κυκλικές εσοχές στις οποίες βρίσκονται ένθετα πλακίδια κόκκινου μαρμάρου. Σώζονται μόνο τα πλακίδια στην κύρια όψη, ενώ τα πλαϊνά έχουν χαθεί. Τα τοιχώματα εδράζονται σε ορθογώνιες βάσεις και έχουν και αυτά αυλακωτά κιονόκρανα και επίκρανα.[2]

Στα δύο άκρα της πρόσοψης, σε επίπεδο πιο πίσω από το υπόβαθρο, έχουν τοποθετηθεί κατακόρυφα τέσσερις μαρμάρινες μετώπες διαστάσεων 0,45 επί 0,45 μέτρων. Οι δύο μετώπες στην κορυφή απεικονίζουν λιοντάρια, ενώ από κάτω σε πλευρά βρίσκονται τρία οικόσημα.[5] Τα οικόσημα είναι του συμβόλου Τζιοβάνι Τέμπολο, του οικονόμου Τζόρτζο Έμο, και των Πιερ Μαρίνο Ντιέντο, Βιτόριο Μπραγκαντίν και Ντομένικο Κονταρίνι.[6] Οι μετώπες με τα λιοντάρια αποτελούν μεταγενέστερες προσθήκες, καθώς δεν διακρίνονται στην απεικόνιση της κρήνης από τον Ρόμπερτ Πάρσλεϊ, η οποία δείχνει τη θέση της δεξιάς κενή και στη θέση της αριστερής μια μετώπη με γκροτέσκα μορφή.[7] Δύο ανάγλυφες μετώπες, μία σε κάθε πλευρά, βρίσκονται ανάμεσα στους κίονες και τα πλευρικά τοιχώματα κάθε πλευράς, και είναι διακοσμημένα με τα οικόσημα του οίκου Μπέμπο και του δούκα Αλβίζε Γκρίτι.[3] Το υπόβαθρο αποτελείται από μαρμάρινες πλάκες που φαίνεται να προέρχονται από παλαιότερα κτίσματα, καθώς οι τομές μεταξύ τους δεν ταιριάζουν.[5]

Όλη η πρόσοψη βρίσκεται πάνω σε βάση και στην κορυφή της βρίσκεται επιστύλιο.[5] Το επιστύλιο και οι πλευρές της πρόσοψης είναι διακοσμημένες με καμπύλο κυμάτιο με το επαναλαμβανόμενο μοτίβο να είναι κρινάκι με τρία πέταλα.[4] Η κρήνη στο παρελθόν διέθετε και επίστεψη, η οποία όμως αφαιρέθηκε στις αρχές του 20ού αιώνα.[1] Η επίστεψη αυτή όπως απεικονίστηκε από τον Ρόμπερτ Πάσλεϊ είχε μορφή έλικας και ήταν διακοσμημένη με φύλλα ακάνθου.[7]

Ιστορικά στοιχεία Επεξεργασία

 
Η κρήνη το 2011

Οι πόλεις της Κρήτης μετά την αύξηση του πληθυσμού τους τον 16ο και τον 17ο αιώνα αντιμετώπιζαν πρόβλημα λειψυδρίας, καθώς τα πηγάδια και οι δεξαμενές που χρησιμοποιούνταν μέχρι τότε για την ύδρευσή τους ανεπαρκούσαν να καλύψουν τις όλο και αυξανόμενες ανάγκες τους, ενώ πολλές φορές το νερό που παρείχαν ήταν κακής ποιότητας.[8]

Η κρήνη Μπέμπο ήταν η πρώτη δημόσια κρήνη που κατασκευάστηκε στη πόλη του Χάνδακα[9] (μεσαιωνικό όνομα του Ηρακλείου) και η πρώτη που υδροδοτήθηκε από πηγή εκτός των ορίων της πόλης. Πήρε το όνομά της από τον γενικό προβλέπτη Τζαν Ματέο Μπέμπο. Ο Τζουζέπε Γκερόλα αναφέρει ότι η κρήνη κατασκευάστηκε την περίοδο 1552-1554, χρονολόγηση με την οποία συμφωνεί και ο Στέργιος Σπανάκης. Ο Λέοναρ Κιρίνι ανέφερε σε έκθεση του 1595 ότι η κρήνη κτίστηκε το 1483, ενώ ο Στέφανος Ξανθουδίδης ανέφερε σε δημοσίευμά του στην εφημερίδα Νέα Ελευθερία το 1903 ότι η κρήνη κτίστηκε το 1588. Όμως, στο δουκικό αρχείο του Χάνδακα σώζεται έγγραφο του 1579 όπου αναφέρεται ότι ο Φραντσέσκο Τζεν πήρε άδεια να διοχετεύσει τα νερά που περισσεύουν από τη κρήνη Μπέμπο στο σπίτι του.[10]

Η κρήνη κατασκευάστηκε δίπλα στην καθολική μονή Σωτήρος, του τάγματος των Αυγουστίνων, στην προέκταση της κεντρικής οδού του Χάνδακα, που οδηγούσε από το λιμάνι στο κέντρο.[11]

Πηγή νερού Επεξεργασία

Δεν είναι γνωστό ποια πηγή χρησιμοποιήθηκε για την υδροδότηση της κρήνης. Ο Τζουζέπε Γκερόλα πρότεινε ότι προερχόταν από πηγάδι στον Κατσαμπά βασισμένος σε έγγραφο του δουκικού αρχείου του 1612-1614, όπου αναφέρεται ότι τότε μεταφερόταν νερό από τον Κατσαμπά. Ο Σπανάκης αναφέρει ότι μάλλον αυτό ήταν απίθανο λόγο της υψομετρικής διαφοράς του πηγαδιού και της κρήνης. Η ακριβής θέση αυτού του πηγαδιού δεν είναι γνωστή. Πιθανόν να ήταν κοντά στο δρόμο προς Λασίθι, αλλά ίσως να ταυτιζόταν με το πηγάδι του Σκυλιανάκη, από το οποίο υδροδοτήθηκε ο Πόρος στα προπολεμικά χρόνια.[12] Στην έκθεσή του ο Φραντσέσκο Μοροζίνι ανέφερε το νερό δεν προερχόταν από πηγή αλλά από μικρά ρυάκια.[12]

Το νερό της αρχικής πηγής στέρεψε το 1574 και έτσι ο προβλέπτης Τζάκοπο Φοσκαρίνι διοχέτευσε νερό στην κρήνη από μια πηγή ενάμιση μίλι από τη πόλη. Η θέση της δεν προσδιορίζεται όμως πιθανόν να ήταν ιδιωτική διότι η Βενετία πλήρωνε για τη χρήση της δέκα δουκάτα το χρόνο.[12] Το υδραγωγείο της κρήνης υπέστη ζημιές το 1602 και το κόστος επισκευής ανήλθε σε 136 δουκάτα. Το νερό της πηγής ήταν άφθονο και με αυτό τροφοδοτήθηκε και η κρήνη της πλατείας Στράτας.[6]

Οθωμανικοί χρόνοι Επεξεργασία

Το 1776 κατασκευάστηκε δίπλα στην κρήνη το σεμπίλ του Χατζή Ιμπραήμ Αγά, μια οθωμανική κρήνη.[13] Στα τελευταία χρόνια της Τουρκοκρατίας το άγαλμα είχε βαφτεί μαύρο, ενώ ο χιτώνας λευκός. Ο Στέφανος Ξανθουδίδης ανέφερε το 1903 ότι γύρω από την κρήνη διοργανωνόταν γιορτή κάθε Μάη με χορούς και τραγούδια.[6]

Δείτε επίσης Επεξεργασία

Παραπομπές Επεξεργασία

  1. 1,0 1,1 Βαρθαλίτου 2007, σελ. 153.
  2. 2,0 2,1 2,2 2,3 Βαρθαλίτου 2007, σελ. 155.
  3. 3,0 3,1 Βαρθαλίτου 2007, σελ. 160.
  4. 4,0 4,1 Βαρθαλίτου 2007, σελ. 157.
  5. 5,0 5,1 5,2 Βαρθαλίτου 2007, σελ. 156.
  6. 6,0 6,1 6,2 Σπανάκης 1981, σελ. 51.
  7. 7,0 7,1 Βαρθαλίτου 2007, σελ. 158.
  8. Δημακόπουλος 1970, σελ. 323-324.
  9. Βαρθαλίτου 2007, σελ. 159.
  10. Σπανάκης 1981, σελ. 49.
  11. Βαρθαλίτου 2007, σελ. 161.
  12. 12,0 12,1 12,2 Σπανάκης 1981, σελ. 50.
  13. Βαρθαλίτου 2007, σελ. 162.

Πηγές Επεξεργασία

  • Βαρθαλίτου, Πετρούλα (2007). «Η κρήνη Bembo στον Χάνδακα». Γλυπτική και λιθοξοϊκή στη Λατινική Ανατολή, 13ος-17ος αιώνας. Ηράκλειο: Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Κρήτης. σελίδες 152–163. ISBN 978-960-524-242-8. 
  • Δημακόπουλος, Ιορδάνης (1970). «Η «Μεγάλη Βρύση» του Ρεθύμνου». Κρητικά Χρονικά 22: 322-343. 
  • Σπανάκης, Στέργιος (1981). Η ύδρευση του Ηρακλείου 828-1939. Ηράκλειο: Τεχνικό Επιμελητήριο Ελλάδος / Τμήμα Ανατολικής Κρήτης.