Οι Λαουτουμίαι, λατιν.: Lautumiae, ήταν λατομεία πωρόλιθου (τόφφου) [1], που έγιναν ένα τοπογραφικό σημείο (τοπόσημο) στην αρχαία Ρώμη. Ευρίσκοντο στη βορειοανατολική πλαγιά του Καπιτωλίνου λόφου, [2] σχηματίζοντας τη μία πλευρά της Γραικόστασης, όπου συγκεντρώνοντο οι ξένες πρεσβείες πριν εμφανιστούν ενώπιον της Ρωμαϊκής Συγκλήτου. [3]

Λαουτουμίαι
ΧώραΙταλία

Ο Κλίβους Λαουτουμιάρουμ (Clivus Lautumiarum) ήταν ο δρόμος (clivus: "πλαγιά", "δρόμος με κλίση") στον οποίο ευρίσκοντο τα λατομεία. Ο Πλάτνερ προσδιορίζει τον δρόμο, ως αυτόν που περνούσε μεταξύ της Κουρίας και του Ναού της Ομόνοιας, που έγινε ο Κλίβους Αργεντάριους στην μετέπειτα εποχή της Αυτοκρατορίας [4], αλλά ο Κλίβους Αργεντάριους πιστεύεται επίσης ότι ήταν ένας ξεχωριστός δρόμος. [5] Στην ανάλυση του Πλάτνερ ήταν έτσι ένας από τους έξι δρόμους, που οδηγούσαν στην Αγορά, την οποία ο δρόμος συνέδεε με την Πόρτα Φοντινάλις, από εκεί αποτελούσε τον άμεσο σύνδεσμο με το Πεδίον του Άρεως, έως ότου το ρυμοτομικό σχέδιο τροποποιήθηκε από το κτίριο των Αυτοκρατορικών Αγορών. [6] Το Βίκους Λαουτουμιάρουμ (Vicus Lautumiarum) αναφέρεται στην περιοχή ως γειτονιά ή συνοικία (βλ. vicus).

Τα ίδια τα λατομεία χρησιμοποιήθηκαν ως υπόγειες φυλακές, [7] κυρίως για κρατούμενους χαμηλής κοινωνικής θέσης, όπως σκλάβους. Ήταν δίπλα ή κοντά στο Tullianum ή Carcer, [8] σχηματίζοντας μαζί του ένα συγκρότημα σωφρονισμού, που περιλάμβανε την Tαρπήια Πέτρα και τη Γεμόνιαν κλίμακα. [9] Το όνομα Lautumiae θεωρείται ότι προέρχεται από τα latomia (λατομεία) των Συρακουσών, [10] όπου χρησιμοποιούντο ως φυλακές. [11] Παρά τη δήλωση του Βάρρο ότι ο Σέρβιος Τύλλιος σχεδίασε έναν υπόγειο θάλαμο σύμφωνα με τα latomiae των Συρακουσών, [12] η λέξη πιθανότατα τέθηκε σε χρήση κάπου μεταξύ των ετών 212 και 180 π.Χ. [13]

Η φωτιά του 210 π.Χ. έκαψε μία περιοχή κατά μήκος της βορειοανατολικής πλευράς της Ρωμαϊκής Αγοράς, όπως οριοθετήθηκε από τα Λαουτουμίαι. [14] Το Atrium Maenium βρισκόταν στο lautumiis στο Κλίβους Αργεντάριους. [15]

Κλίβους Αργεντάριους Επεξεργασία

Αν και ο Πλάτνερ ταύτισε τον Clivus Argentarius ("Οδό των Τραπεζιτών") με τα Λαουτουμίαι, ο Λώρενς Ρίτσαρντσον διακρίνει τα δύο στο Ένα νέο τοπογραφικό λεξικό της αρχαίας Ρώμης (1992). Ο Ρίτσαρντσον αναγνωρίζει τον Κλίβους Αργεντάριους ως τον δρόμο που συνδέει τη Ρωμαϊκή Αγορά με το Πεδίον του Άρεως, δηλ. εκτείνεται από το Vulcanal και κατά μήκος του μπροστινού μέρους του Carcer (Tullianum) επάνω από τη βορειοανατολική πλαγιά του λόφου του Καπιτωλίου. Μόνο οι μεσαιωνικές πηγές αναφέρουν έναν Κλίβους Αργεντάριους, αλλά αυτή η ορολογία πιθανότατα αντανακλά την αρχαία οικονομική δραστηριότητα, που επικεντρωνόταν στα γραφεία των argentarii, [16] επαγγελματιών τραπεζιτών. [17]

Βιβλιογραφικές αναφορές Επεξεργασία

  1. Samuel Ball Platner, The Topography and Monuments of Ancient Rome (Allyn and Bacon, 1911, 2nd ed.), p. 169.
  2. Lawrence Richardson, A New Topographical Dictionary of Ancient Rome (Johns Hopkins University Press, 1992), p. 234.
  3. Richardson, Topographical Dictionary, p. 142.
  4. Platner, Topography and Monuments of Ancient Rome, pp. 171–172.
  5. Richardson, Topographical Dictionary, p. 88.
  6. Platner, Topography and Monuments of Ancient Rome, pp. 171–172.
  7. Livy 32.26.17; Seneca Rhetor Controversiae 9.4[27].21; Richardson, Topographical Dictionary, p. 234.
  8. Platner, Topography and Monuments of Ancient Rome, p. 252.
  9. Ann Thomas Wilkins, "Sallust's Tullianum: Reality, Description, and Beyond," in Rome and Her Monuments: Essays on the City and Literature of Rome in Honor of Katherine A. Geffcken (Bolchazy-Carducci, 2000), p. 123.
  10. Platner, Topography and Monuments of Ancient Rome, p. 252.
  11. Varro, De lingua latina 5.151; Paulus ex Festo 104 (edition of Lindsay); Richardson, Topographical Dictionary, p. 234.
  12. Varro, De lingua latina 5.151; Wilkins, "Sallust's Tullianum," p. 123.
  13. Richardson, Topographical Dictionary, p. 234.
  14. Livy 26.27.3, 27.11.16; Richardson, Topographical Dictionary, pp. 42, 169.
  15. Richardson, Topographical Dictionary, p. 41.
  16. Richardson, Topographical Dictionary, p. 88.
  17. Jean Andrea, Banking and Business in the Roman World (Cambridge University Press, 1999), p. xiii.