Λεύκιος Αυρήλιος Αβιάνιος Σύμμαχος

Ο Λεύκιος Αυρήλιος Αβιάνιος Σύμμαχος, Signo Φωσφόριος, λατιν.: Lucius Aurelius Avianius Symmachus signo Phosphorius (απεβ. το 376) ήταν αριστοκράτης της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας και πατέρας του Κόιντου Αυρήλιου Σύμμαχου.

Λεύκιος Αυρήλιος Αβιάνιος Σύμμαχος
Γενικές πληροφορίες
Γέννηση4ος αιώνας
Θάνατος376
Ρώμη
Χώρα πολιτογράφησηςΑρχαία Ρώμη
ΘρησκείαΘρησκεία στην αρχαία Ρώμη
Εκπαίδευση και γλώσσες
Ομιλούμενες γλώσσεςλατινική γλώσσα
Πληροφορίες ασχολίας
Ιδιότηταπολιτικός
Αξιοσημείωτο έργοPortraits
Οικογένεια
ΤέκναΚόιντος Αυρήλιος Σύμμαχος
ΓονείςΑυρήλιος Βαλέριος Σύμμαχος Τουλιανός
Αξιώματα και βραβεύσεις
ΑξίωμαΡωμαίος συγκλητικός
πολίαρχος (364–365)
Praefectus annonae (από 350)

Βιογραφία

Επεξεργασία

Μέλος της αριστοκρατικής οικογένειας των Συμμάχων, ήταν γιος του Αυρήλιου Βαλέριου Τουλιανού, υπάτου το 330. Είχε μια κόρη και τέσσερις γιους, μεταξύ των οποίων ήταν ο Κελσινός Τιτιανός[1] και ο με τη μεγαλύτερη επιρροή από τους Συμμάχους, ο ρήτωρ Κόιντος Αυρήλιος Σύμμαχος. Ο Αβιάνιος ήταν μεταξύ των συγκλητικών που δεν είχαν μεταστραφεί στον Χριστιανισμό, και συνέχισαν να ασκούν την παραδοσιακή κρατική θρησκεία της Ρώμης,[2] και ήταν μέλος αρκετών ιερατικών συλλόγων (collegia), συμπεριλαμβανομένων τoύ συλλόγου των ποντιφίκων των Εστιάδων (pontefices Vestae) και τού συλλόγου των δεκαπέντε ιερών έργων (quindecimviri sacris faciundi) από το 351 έως το 375.

Μέχρι τον Ιανουάριο του 350 κατέλαβε το αξίωμα του επάρχου των προμηθειών (praefectus annonae)· αργότερα εκείνη την δεκαετία ήταν αναπληρωτής της πόλης της Ρώμης (vicarius urbis Romae). Το 361 πήγε στην Αντιόχεια (στη Συρία), όπου πιθανότατα συναντήθηκε με τον Λιβάνιο, για να συναντήσει τον Αυτοκράτορα Κωνσταντίνο Β΄: είναι πιθανό ότι η Ρωμαϊκή Σύγκλητος ήθελε να εξασφαλίσει την πίστη της στον κυβερνώντα Αυτοκράτορα μετά την παραλαβή επιστολής από τον Ιουλιανό, καίσαρα και εξάδελφο τού Κωνσταντίνου Β΄, ο οποίος είχε μόλις κηρυχθεί αυτοκράτορας από τα στρατεύματά του. Στο δρόμο τους για την επιστροφή, ο Σύμμαχος και ο συνάδελφός του Βαλέριος Μάξιμος ταξίδεψαν μέσω του Νασού, όπου τους δέχτηκε ο Ιουλιανός με όλες τις τιμές.[3][4]

Από τον Απρίλιο του 364 έως τον Μάρτιο του 365 κατέλαβε το αξίωμα του επάρχου της πόλης (praefectus urbi) της Ρώμης, υπό την κυριαρχία του Βαλεντινιανού Α΄. Ως έπαρχος, αποκατέστησε την αρχαία γέφυρα του Αγρίππα (pons Agrippae) στον Τίβερη (στην θέση της σύγχροης Ponte Sisto), [5] η οποία πήρε το όνομα γέφυρα του Βαλεντινιανού (pons Valentiniani). Ο Σύμμαχος πλήρωσε ακόμη και μια πλούσια δημόσια εορτή για την εγκαινίαση αυτής της γέφυρας. Ο Αμμμμιανός Μαρκελλίνος έχει κολακευτική γνώμη για τη θητεία εκείνου. [6]

Η οικία του ήταν στην δεξιά πλευρά του Τίβερη, στο Τραστέβερε, και κάηκε από το πλήθος κατά τη διάρκεια μιας εξέγερσης το 367. Σύμφωνα με την ιστορία που διηγείται ο Αμμμιανός, η εξέγερση προήλθε από μια φήμη, που διαδόθηκε από ένα μέλος τού λαού, σύμφωνα με την οποία ο Σύμμαχος, κατά τη διάρκεια της θητείας του, είχε πει επηρμένα ότι "θα προτιμούσε να σβήσει τις ασβεστοκαμίνους με το δικό του κρασί, από το να πωλήσει τον ασβέστη στην τιμή που αναμένεται από αυτόν". Ξεχνώντας την ευημερία που επιτεύχθηκε κατά τη διάρκεια του αξιώματος τού Συμμάχου, το οργισμένο πλήθος έκαψε την οικία του.[6][7] Ο Σύμμαχος εγκατέλειψε την πόλη μετά από αυτό το αδίκημα που προκλήθηκε από "φθόνο",[8] που προσπάθησε να παρηγορηθεί γράφοντας ένα λογοτεχνικό έργο.[9] Μετά από λίγο, ωστόσο, ο λαός άλλαξε γνώμη και άρχισε να υποστηρίζει τον Σύμμαχο, ζητώντας ακόμη και την τιμωρία των παραβατών. [10] Ο Σύμμαχος επέστρεψε στη Ρώμη, κατόπιν αιτήματος της Ρωμαϊκής Συγκλήτου, την οποία ευχαρίστησε την 1η Ιανουαρίου 376. Οι συγκλητικοί, ακόμη και οι Χριστιανοί, τον πρότειναν στον Αυτοκράτορα Γκρατιανό ως praetorian prefect και ύπατο για το έτος 377 . [11][2][12]

Ο Αβιανός Σύμμαχοος απεβίωσε το 376, ως εκλεγμένος ύπατος.[13] Το επόμενο έτος, η μνήμη του τιμήθηκε με ένα χρυσό άγαλμα, το οποίο ανεγέρθηκε με αυτοκρατορικό διάταγμα μετά από αίτημα της Συγκλήτου, στις 29 Απριλίου. [4]

Πολιτισμός

Επεξεργασία

Ο Αβιάνιος Σύμμαχος περιγράφεται από τον γιο του ως αναγνώστης κάθε είδους λογοτεχνίας. Συνέθεσε ένα μικρό αριθμό επιγραμμάτων χαμηλής ποιότητας για μέλη της εποχής του Κωνσταντίνου Α΄, όπως ο Άμνιος Ανίκιος Ιουλιανός και ο Λεύκιος Αράδιος Βαλέριος Πρόκουλος.[14]

Μεταξύ των ανταποκριτών του ήταν ο Βέτιος Αγόριος Πραιτεξτάτος, ο οποίος ήταν μέλος της εθνικής (ειδωλολατρικής) και συγκλητικής αριστοκρατίας.

Σημειώσεις

Επεξεργασία
  1. Jones, Arnold Hugh Martin, John Robert Martindale, John Morris, The Prosopography of the Later Roman Empire, volume 1, Cambridge University Press, 1992, (ISBN 0-521-07233-6), p. 869.
  2. 2,0 2,1 Mazzarino, p. 412.
  3. Ammianus Marcellinus, xxi.12.24; CIL, VI, 1698.
  4. 4,0 4,1 Sogno, pp. 3–4.
  5. CIL, VI, 31403, 31404.
  6. 6,0 6,1 Ammianus Marcellinus, xxvii.3.3-4.
  7. It was proposed that the riot had had a political purpose, being a means of putting Symmachus under pressure (Lizzi Testa).
  8. Symmachus, Orationes, v.1.
  9. Symmachus, Epistulae, i.2.2.
  10. Mazzarino, p. 411.
  11. Symmachus, Epistulae, i.44.2.
  12. Wace.
  13. Sogno, p. 77.
  14. Salzman, Michele Renee, The Making of a Christian Aristocracy, Harvard University Press, 2002, (ISBN 0-674-00641-0), pp. 58-59.

Βιβλιογραφία

Επεξεργασία
Πρωτογενείς πηγές
  • Κβίντος Αυρηλίος Σίμακος, Επίστουλες, I.1-12 (υπεύθυντος στον πατέρα του); Ορασιόνες, IV (προ πατρός) και V (προ Τρίγετιο)
  • Αμμμμυάνος Μαρκελλήνος, Ρεζ Γεσταε xxxi βιβλία, xxi.12.24, xxvii.3.3-4.
Δευτερογενείς πηγές
  • Kahlos, Maijastina, Vettius Agorius Praetextatus - Senatorial Life in Between, Acta Instituti Romani Finlandiae n. 26, Roma 2006.
  • Lizzi Testa, Rita, Senatori, popolo, papi: il governo di Roma al tempo dei Valentiniani, EDIPUGLIA, 2004, (ISBN 88-7228-392-2), pp. 327–333.
  • Mazzarino, Santo, Antico, tardoantico ed èra costantiniana, Edizioni Dedalo, 1980, (ISBN 88-220-0513-9), pp. 410–414.
  • Sogno, Cristiana, Q. Aurelius Symmachus: A Political Biography, University of Michigan Press, 2006, (ISBN 0-472-11529-4)
  • Wace, Henry, "Symmachus (3) Q. Aurelius", Dictionary of Christian Biography and Literature to the End of the Sixth Century A.D., with an Account of the Principal Sects and Heresies, Hendrickson Publishers, Inc., 1999 [1911], (ISBN 1-56563-460-8)