Μονή Αγίου Νικολάου Πριγκήπου
Το λήμμα παραθέτει τις πηγές του αόριστα, χωρίς παραπομπές. |
Στην περιοχή του παλιού οικισμού των Καρυών της Πριγκήπου, απέναντι από την Αντιρόβυθο, βρίσκεται η Μονή του Αγίου Νικολάου.
Η μονή καταλαμβάνει τη θέση παλιότερης μονής, που είχε ερειπωθεί σε πολύ παλιά εποχή, άγνωστο πότε. Μέχρι πριν από μερικές δεκαετίες, κάποια κατάλοιπα αυτής της παλαιάς μονής διακρίνονταν στο βυθό της θάλασσας, όπου είχαν καταποντιστεί. Πρόσφατες επιχωματώσεις τα εξαφάνισαν. Πάντως, η μονή αναφέρεται από περιηγητές στα τέλη του 17ου αιώνα: το 1680 από τον Thomas Smith και το 1688 από τον Όλφερτ Ντάπερ. Το 18ο αιώνα λειτουργούσε αλλά είχε περιέλθει σε παρακμή. Παρόλα αυτά το 1783 φιλοξενήθηκαν εδώ για ένα διάστημα οι μαθητές της Μεγάλης του Γένους Σχολής, που μεταφέρθηκαν επειγόντως από την Πόλη λόγω της επιδημίας πανώλους που είχε ενσκήψει εκεί.
Από τη δεκαετία του 1820 ως το 1850 περίπου τα κτίρια της μονής χρησιμοποιήθηκαν από τον τουρκικό στρατό για την εκπαίδευση των στρατιωτικών μουσικών. Τελικά, το 1850 αποδόθηκαν πάλι στο Οικουμενικό Πατριαρχείο, το οποίο ενοικίαζε τα κελιά της σε παραθεριστές ως το 1852 που καταστράφηκε ολοσχερώς από πυρκαγιά. Στην επανοικοδόμησή της συνέβαλαν πολλοί φορείς και μεμονωμένοι ιδιώτες, αρκετοί Ρώσοι, μιας και ο χώρος είχε χρησιμοποιηθεί ως καταυλισμός αιχμαλώτων του Κριμαϊκού πολέμου. Νέες καταστροφές προκλήθηκαν από το σεισμό του 1894. Τελικά, την ριζική ανακαίνιση της μονής και την εκ βάρθων ανέγερση του ναού του Αγίου Νικολάου ανέλαβε και έφερε εις πέρας ο Παύλος Στεφάνοβικ Σκυλίτζης.
Στους χώρους της μονής φιλοξενήθηκαν Λευκορώσοι φυγάδες μετά την Οκτωβριανή επανάσταση, Μικρασιάτες πρόσφυγες μετά το 1922 καθώς και τα παιδιά του Ορφανοτροφείου μετά το κλείσιμό του το 1964. Στη συνέχεια παρέμεινε έρημο καθώς σε αυτό διέμενε μόνο ο φύλακας με την οικογένειά του. Σήμερα η ανακαίνιση του μοναστηριού βρίσκεται σε εξέλιξη με τη μέριμνα του πατριάρχη Βαρθολομαίου.
Πηγές
Επεξεργασία- Ακύλα Μήλλα, Πριγκηπόνησα, εκδ. ΤΑ ΝΕΑ, 2008, ISBN 978-960-6731-91-4