Ο αυτοσχεδιασμός των Βερσαλλιών

κωμωδία του Μολιέρου

Ο αυτοσχεδιασμός των Βερσαλλιών (γαλλικός τίτλος: L'Impromptu de Versailles) είναι μονόπρακτη κωμωδία σε πρόζα του Μολιέρου, που παρουσιάσθηκε για πρώτη φορά στις Βερσαλλίες στις 14 Οκτωβρίου 1663 και για το κοινό στο θέατρο του Παλαί Ρουαγιάλ τον Νοέμβριο του ίδιου έτους. [1]Δημοσιεύτηκε μετά τον θάνατο του Μολιέρου, το 1682. [2]

Ο αυτοσχεδιασμός των Βερσαλλιών
Εικονογράφηση της έκδοσης του 1682
ΣυγγραφέαςΜολιέρος
ΓλώσσαΓαλλικά
Ημερομηνία δημιουργίας1663
Ημερομηνία δημοσίευσης1663
Μορφήθεατρικό έργο

Στο έργο, που κατατάσσεται στο είδος «θέατρο μέσα στο θέατρο», παρακολουθούμε την πρόβα μιας παράστασης που δεν δίνεται ποτέ, όπου εκτίθενται οι θεατρικές και αισθητικές απόψεις του Μολιέρου. [3]

Με αυτή την κωμωδία ο Μολιέρος απάντησε για δεύτερη φορά - η πρώτη ήταν με την Κριτική του σχολείου των γυναικών - στις επικρίσεις που είχε δεχθεί μετά την παράσταση της κωμωδίας του Το σχολείο των γυναικών (1662). Συγκεκριμένα, επιτίθεται στον Έντμ Μπουρσώ ως απάντηση στο έργο του Το πορτρέτο του ζωγράφου, ή η αντικριτική του σχολείου των γυναικών (1663), σε συνέχεια της διαμάχης. [4]

Ο Μολιέρος ενθαρρύνθηκε από τον ίδιο τον Λουδοβίκο ΙΔ ' να απαντήσει στις επιθέσεις των επικριτών του, καθώς διασκέδαζε με τον ανταγωνισμό που υπήρχε μεταξύ των ηθοποιών του Μεγάρου της Βουργουνδίας (Hôtel de Bourgogne) και του θιάσου του Μολιέρου.[2]

Υπόθεση Επεξεργασία

Ο Μολιέρος, συγγραφέας, διευθυντής θιάσου, σκηνοθέτης και ηθοποιός, διευθύνει την πρόβα ενός έργου που θα παιχτεί σε λίγες ώρες παρουσία του βασιλιά. Οι ηθοποιοί είναι αγχωμένοι γιατί δεν έχουν προλάβει να μάθουν τους ρόλους τους. Κατηγορούν τον Μολιέρο που δεν έκανε μια παρωδία με τους ηθοποιούς του Μεγάρου της Βουργουνδίας [5]οι οποίοι τους είχαν επικρίνει.

Ο Μολιέρος διασκεδάζει διακωμωδώντας μερικούς από αυτούς πριν ξαναρχίσει την πρόβα και καθοδηγήσει τους ηθοποιούς του με ακριβείς οδηγίες για το πώς να κατανοήσουν τον κάθε ρόλο, την τεχνική ομιλίας, τη στάση του σώματος κλ. Μετά από αίτημα μιας ηθοποιού, απαγγέλλει μερικούς στίχους από τραγωδίες του Κορνέιγ σατιρίζοντας το εμφατικό, στομφώδες, «αφύσικο» ύφος του θιάσου του Μεγάρου της Βουργουνδίας. Η πρόβα διακόπτεται από κάποιον περίεργο αυλικό που τους καθυστερεί με κουραστικές ερωτήσεις και παρατηρήσεις, συμφωνεί τελικά να φύγει, λέγοντας ότι θα ενημερώσει τον βασιλιά ότι ο θίασος είναι έτοιμος να παίξει.

Η πρόβα μπορεί επιτέλους να ξεκινήσει. Ο Μολιέρος και ο Λα Γκρανζ υποδύονται δύο μαρκήσιους που πιστεύουν ότι έχουν στοχοποιηθεί στην Κριτική του σχολείου των γυναικών. Οι υπόλοιποι ηθοποιοί διακωμωδούν άλλους συγγραφείς, τις περισπούδαστες κυρίες κλ. Ο Μολιέρος εξηγεί ότι αυτό που ζηλεύουν οι αντίπαλοί του είναι η επιτυχία του. Αρνείται να συνεχίσει τις προσωπικές τους κατηγορίες και παρακαλεί να κρατηθεί η κριτική εντός των ορίων της ευπρέπειας.

Όμως η πρόβα διακόπτεται ξανά, οι ηθοποιοί βεβαιώνουν ότι δεν μπορούν να παίξουν τους ρόλους τους σε τόσο σύντομο χρονικό διάστημα. Οι υπηρέτες του βασιλιά ενημερώνουν τον Μολιέρο ότι ο βασιλιάς είναι ήδη στην αίθουσα και περιμένει την παράσταση, ο θίασος πανικοβάλλεται αλλά ο Μολιέρος συνεχίζει να καθυστερεί την έναρξη. Στο τέλος, ο βασιλιάς μαθαίνει για την αμηχανία τους και επιτρέπει να παιχτεί κάποιο άλλο έργο, αναβάλλοντας το νέο έως ότου ετοιμασθεί.[6]

Αυτό το απλό σχέδιο πλοκής χρησιμεύει μόνο ως ένα γενικό υπόβαθρο πάνω στο οποίο αναδύονται ξεκάθαρα οι θεατρικές αρχές του Μολιέρου, του ηθοποιού, σκηνοθέτη του θιάσου και θεατρικού συγγραφέα, και οι αισθητικές του απόψεις.

Η διαμάχη με το Μέγαρο της Βουργουνδίας Επεξεργασία

 
Το πορτρέτο του Μολιέρου, Σαρλ Αντουάν Κουαπέλ (1730)

Στον Αυτοσχεδιασμό των Βερσαλλιών ο Μολιέρος άσκησε σκληρή και μάλλον λανθασμένη κριτική στο θέατρο του Μεγάρου της Βουργουνδίας - αναφερόμενος στο στυλ των έργων, τους ηθοποιούς, το ρεπερτόριο.

Απαντώντας στον Αυτοσχεδιασμό, το Μέγαρο της Βουργουνδίας ανέβασε την ίδια χρονιά το έργο Αυτοσχεδιασμός του Μεγάρου Κοντέ, στο οποίο καταφέρονταν ανοιχτά κατά του Μολιέρου, την προτίμησή του για τη φάρσα που χαρακτήριζε «χαμηλό θεατρικό είδος, του οποίου η θέση δεν είναι στη σκηνή, αλλά στα πανηγύρια του Πον-Νεφ» και την αδυναμία του να παίξει τραγωδίες (το Μέγαρο της Βουργουνδίας ανέβαζε τραγωδίες). Η προσωπική του ζωή γίνεται επίσης αντικείμενο χλευασμού, συγκεκριμένα στο έργο αναφέρεται ξεκάθαρα ο δυστυχισμένος γάμος του Μολιέρου και η απιστία της συζύγου του Αρμάντ Μπεζάρ.[2]

Η αντιπαράθεση μεταξύ του θιάσου του Μολιέρου και του Μεγάρου της Βουργουνδίας ξεκίνησε από το 1658, όταν ο Μολιέρος έλαβε από τον Λουδοβίκο ΙΔ ' τη σκηνή του Παλαί Ρουαγιάλ και την αιγίδα του Κυρίου, αδελφού του βασιλιά, και συνεχίστηκε μέχρι το 1680, όταν με διάταγμα του βασιλιά οι δύο θίασοι συγχωνεύτηκαν σε ένα ενιαίο θέατρο, την Κομεντί Φρανσαίζ. Το κοινό του Παρισιού παρακολουθούσε στενά τη διαμάχη των θεάτρων και των θεατρικών συγγραφέων και περίμενε με ανυπομονησία κάθε νέα απάντηση.[1]

Ελληνική μετάφραση Επεξεργασία

  • Μετάφραση: Λουίζα Μητσάκου για παράσταση του Εθνικού θεάτρου το 2003.[7]

Παραπομπές Επεξεργασία