Ο επιθεωρητής

θεατρικό έργο του Νικολάι Γκόγκολ

Ο επιθεωρητής (τίτλος στα ρωσικά: Ревизор), είναι σατιρικό θεατρικό έργο σε πέντε πράξεις του Ρώσου δραματουργού και μυθιστοριογράφου Νικολάι Γκόγκολ που έκανε πρεμιέρα και δημοσιεύτηκε το 1836. Ο συγγραφέας συνέχισε να εργάζεται πάνω στο έργο του και παρέδωσε μια δεύτερη εκδοχή το 1842.[1]

Ο επιθεωρητής
Ревизоръ
Αφίσα του 1926
ΣυγγραφέαςΝικολάι Γκόγκολ
Πρωτότυπος τίτλοςРевизоръ
Παγκόσμια πρώτη παράσταση19  Απριλίου 1836
Τοποθεσία πρώτης παράστασηςΘέατρο Αλεξάντρινσκι
ΡόλοιΑντόν Αντόνοβιτς, Ιβάν Αλεξάντροβιτς Χλεστάκωφ, Πιότρ-Ιβάνοβιτς Ντοπτσένσκι και Πιότρ-Ιβάνοβιτς Μποπτσένσκι
Γλώσσα πρωτότυπουΡωσικά
Είδοςκωμωδία
Commons page Σχετικά πολυμέσα

Η υπόθεση βασίζεται σε μια ιστορία που φέρεται να αφηγήθηκε στον Γκόγκολ ο Πούσκιν. Είναι μια κωμωδία παρεξηγήσεων, που σατιρίζει την ανθρώπινη απληστία, την υποκρισία, την ανοησία, τη γραφειοκρατία και την εκτεταμένη πολιτική διαφθορά της Αυτοκρατορικής Ρωσίας.[2]

Η δημοσίευση του έργου προκάλεσε μεγάλη κατακραυγή στον αντιδραστικό Τύπο της εποχής. Χρειάστηκε η προσωπική παρέμβαση του Τσάρου Νικολάου Α' για να σωθεί η παράσταση.

Το 2014, το έργο κατατάχθηκε από την εφημερίδα The Telegraph ως ένα από τα 15 καλύτερα θεατρικά έργα που γράφτηκαν ποτέ.

Ιστορικό Επεξεργασία

Στην αρχή της καριέρας του, ο Γκόγκολ ήταν περισσότερο γνωστός για τα διηγήματά του, με τα οποία κέρδισε τον θαυμασμό των ρωσικών λογοτεχνικών κύκλων, συμπεριλαμβανομένου του Αλεξάντρ Πούσκιν. Αφού έγινε γνωστός, ο Γκόγκολ άρχισε να εργάζεται σε θεατρικά έργα. Η πρώτη του απόπειρα να γράψει ένα σατιρικό έργο για την αυτοκρατορική γραφειοκρατία το 1832 εγκαταλείφθηκε λόγω του φόβου της λογοκρισίας. Το 1835, αναζήτησε έμπνευση για ένα νέο σατιρικό έργο από τον Πούσκιν. [3]

Κάνε μου μια χάρη, στείλε μου κάποιο θέμα, κωμικό ή όχι, αλλά ένα αυθεντικό ρωσικό ανέκδοτο. Θα ήθελα να γράψω μια κωμωδία... Δώσε μου το θέμα και θα κάνω μια κωμωδία σε πέντε πράξεις – το υπόσχομαι, πιο αστεία κι από την κόλαση. Για όνομα του Θεού, κάντε το...

Ο Πούσκιν του έγραψε για μια ιστορία που είχε ακούσει ότι συνέβη το 1833 σε μια επαρχιακή ρωσική πόλη. Οι σημειώσεις του είναι παρόμοιες με το βασικό θέμα του Επιθεωρητή.[4]

Ο Κρίσπιν φτάνει στην επαρχία ... σε ένα πανηγύρι - τον οδηγούν ... Ο κυβερνήτης είναι ένας έντιμος ανόητος – η σύζυγος του κυβερνήτη τον φλερτάρει – ο Κρίσπιν μαγεύει την κόρη...

Υπόθεση Επεξεργασία

 
Ρωσικό γραμματόσημο που απεικονίζει τον Επιθεωρητή, αφιερωμένο στα 200 χρόνια από τη γέννηση του Νικολάι Γκόγκολ, 2009

Οι διεφθαρμένοι αξιωματούχοι μιας μικρής ρωσικής πόλης, με επικεφαλής τον Έπαρχο, αντιδρούν πανικόβλητοι στην είδηση ​​ότι σύντομα θα φτάσει σε μυστική αποστολή στην πόλη τους ινκόγκνιτο ένας επιθεωρητής για να τους ελέγξει. Η αναταραχή για να καλύψουν τις σημαντικές τους ατασθαλίες και να κρύψουν την ανικανότητα και τις καταχρήσεις της διοίκησης διακόπτεται από την αναφορά ότι ένα ύποπτο άτομο είχε φτάσει δύο εβδομάδες νωρίτερα από την Αγία Πετρούπολη και μένει στο πανδοχείο. Αυτό το άτομο, ωστόσο, δεν είναι ο επιθεωρητής. Είναι ο Ιβάν Αλεξάντροβιτς Χλεστάκοφ, ένας χρεοκοπημένος νεαρός δημόσιος υπάλληλος που βρέθηκε εκεί τυχαία, έφυγε από την Πετρούπολη πριν από δύο μήνες πνιγμένος στα χρέη από χαρτοπαιξία.[5]

Μαθαίνουμε ότι ο Χλεστάκοφ δεν έχει πληρώσει για το ξενοδοχείο και χρεώνει τον λογαριασμό του. Επιπλέον, ο προορισμός του ήταν το Κυβερνείο του Σαράτοφ, αλλά για άγνωστο λόγο μένει στην πόλη τους για λίγο. Ο Έπαρχος και οι απατεώνες αξιωματούχοι αμέσως συμπεραίνουν ότι αυτός ο κύριος της ανώτερης τάξης είναι ο επίφοβος επιθεωρητής. Αρχικά, ο Χλεστάκοφ δεν συνειδητοποιεί καν ότι τον έχουν μπερδέψει με κάποιον άλλο αλλά ακόμη και όταν το αντιλαμβάνεται συνεχίζει να παριστάνει τον επιθεωρητή και μάλιστα λέει ψέματα ότι είναι κεντρικό πρόσωπο της αυτοκρατορικής διοίκησης, έχει γνωριμίες με κόμητες, ακόμη και με τον αυτοκράτορα, είναι φίλος του Πούσκιν και γνωρίζει όλον τον δημοσιογραφικό κόσμο, δίνει χορούς για ξένους διπλωμάτες κλ. Έτσι, απολαμβάνει τον τρομοκρατημένο σεβασμό των επισήμων και μετακομίζει ως φιλοξενούμενος στο σπίτι του Έπαρχου. Επίσης, απαιτεί και λαμβάνει μαζικά «δάνεια» από τον Έπαρχο και όλους τους αξιωματούχους. Φλερτάρει αδιάντροπα τόσο τη γυναίκα όσο και την κόρη του Επάρχου.[6]

Αγανακτισμένοι και κουρασμένοι από τις απαιτήσεις του Έπαρχου για δωροδοκίες, έμποροι της πόλης καταφθάνουν και τον καταγγέλουν στον Χλεστάκοφ ζητώντας να τον απολύσει από τη θέση του. Μαθαίνοντας για τη διαφθορά του Επάρχου, ο Χλεστάκοφ δηλώνει ότι πράγματι, του αξίζει να εξοριστεί αλυσοδεμένος στη Σιβηρία. Δεν παραλείπει όμως να ζητήσει «δάνεια» και από τους εμπόρους, υποσχόμενος ότι θα ικανοποιήσει το αίτημά τους.

Τρομοκρατημένος από τις καταγγελίες, ο Έπαρχος παρακαλεί τον Χλεστάκοφ να μην τον συλλάβει. Στη συνέχεια, μαθαίνει ότι ο τελευταίος αρραβωνιάστηκε την κόρη του. Ο Χλεστάκοφ ανακοινώνει ότι φεύγει για μια σύντομη επίσκεψη σε έναν πολύ πλούσιο θείο του, έχοντας πειστεί από τον υπηρέτη του Όσιπ ότι είναι πολύ επικίνδυνο να συνεχίσει άλλο την κωμωδία.[7]

Ο Χλεστάκοφ και ο Όσιπ αναχωρούν με άμαξα ενώ τα στελέχη της τοπικής αυτοδιοίκησης επισκέπτονται τον Έπαρχο για να τον συγχαρούν υποκριτικά για τους αρραβώνες. Βέβαιος ότι πλέον η θέση του δεν κινδυνεύει, καυχιέται για τον αρραβώνα της κόρης του και ορκίζεται να εκδικηθεί τους εμπόρους. Ωστόσο, καταφθάνει ξαφνικά ο διευθυντής του Ταχυδρομείου που άνοιξε μια επιστολή του Χλεστάκοφ και τους αποκαλύπτει την αληθινή ταυτότητα του νεαρού – και την κοροϊδευτική γνώμη του για όλους.

Ο Έπαρχος εξοργίζεται που ταπεινώθηκε τόσο πολύ από έναν απατεώνα. Ουρλιάζει στους φίλους του, δηλώνοντας ότι φταίνε αυτοί, όχι ο ίδιος. Αυτή τη στιγμή, λέει την περίφημη φράση απευθυνόμενος στο κοινό: «Τι γελάτε; Γελάτε με τον εαυτό σας!». Ενώ οι αξιωματούχοι συνεχίζουν να μαλώνουν, έρχεται ένα μήνυμα από τον πραγματικό κυβερνητικό επιθεωρητή, ο οποίος απαιτεί να δει αμέσως τον Έπαρχο.[8]

Υποδοχή Επεξεργασία

 
Ρωσικό γραμματόσημο του 1959

Το έργο έκανε πρεμιέρα στις 19 Απριλίου 1836 στην Αγία Πετρούπολη, παρουσία του αυτοκράτορα Νικολάου Α' , γεγονός που έδωσε στη βραδιά μια νότα αριστοκρατικής κοσμικότητας. Ο Γκόγκολ, πολύ νευρικός, παρακολούθησε την παράσταση από τα παρασκήνια. Αλλά το έργο είχε κακή υποδοχή, όπως έγραψε ο ίδιος ο Γκόγκολ σε μια επιστολή του στον Πούσκιν. Αρχικά προκάλεσε μικτές αντιδράσεις στο κοινό: κάποιοι το θεώρησαν απλή φάρσα, αλλά πολλοί αγανάκτησαν με την κοινωνική σάτιρα. [9]Τελικά, ένα ευνοϊκό σχόλιο του αυτοκράτορα, που είχε γελάσει πολύ, έσωσε το έργο.

Αλλά αυτή η σκανδαλώδης επιτυχία επηρέασε και απογοήτευσε τον Γκόγκολ, που στην ίδια επιστολή στον Πούσκιν, ανακοίνωσε ότι θα φύγει στο εξωτερικό, έφυγε στα μέσα Ιουνίου 1836 και δεν επέστρεψε πλέον στη Ρωσία παρά μόνο για σύντομα χρονικά διαστήματα.

Η επιτυχία των παραστάσεων αυξήθηκε σύντομα και πλέον το έργο αποτελεί μέρος του κλασικού θεατρικού ρεπερτορίου, με συχνές παραστάσεις και στην Ελλάδα.[10]Έχει διασκευαστεί για τον κινηματογράφο και την όπερα.

Η τελευταία σκηνή Επεξεργασία

Σε σημείωμά του, ο Γκόγκολ επιμένει και προσδιορίζει προσεκτικά τις συνθήκες υπό τις οποίες πρέπει να παιχτεί η τελευταία σκηνή:

«Οι ηθοποιοί να δώσουν ιδιαίτερη προσοχή στην τελευταία σκηνή. Η τελευταία λέξη που λέγεται πρέπει να προκαλέσει κάτι σαν ηλεκτροπληξία, σε όλους ταυτόχρονα. Όλοι πρέπει να αλλάξουν θέση αμέσως. Μια κραυγή έκπληξης πρέπει να ξεπηδήσει από όλες τις γυναίκες ταυτόχρονα, σαν να ήταν από έναν άνθρωπο. Η μη τήρηση αυτών των παρατηρήσεων μπορεί να προκαλέσει απώλεια ολόκληρου του αποτελέσματος. »

Μεταφράσεις στα ελληνικά Επεξεργασία

  • Ο Επιθεωρητής, μετάφραση: Π.Δ. Παναγόπουλος (για την παράσταση του 1936 στο Εθνικό Θέατρο σε σκηνοθεσία Δημήτρη Ροντήρη) [11]
  • Ο Επιθεωρητής, μετάφραση: Άρης Αλεξάνδρου, εκδόσεις Γκοβόστης, 1980
  • Ο Επιθεωρητής, μετάφραση: Αγγελική Κλουτσινιώτη, εκδόσεις Στοχαστής, 1995.
  • Ο Επιθεωρητής, μετάφραση: Ερρίκος Μπελιές, εκδόσεις Ηριδανός, 2009 [12]

Εξωτερικοί σύνδεσμοι Επεξεργασία

Παραπομπές Επεξεργασία