Παναγιώτης Σπηλιωτόπουλος

Παναγιώτης Σπηλιωτόπουλος

Ο Παναγιώτης Σπηλιωτόπουλος (1891 - 16 Αυγούστου 1962) ήταν Έλληνας στρατιωτικός. Έφθασε μέχρι τον βαθμό του αντιστράτηγου και διατέλεσε αρχηγός του Γενικού Επιτελείου Στρατού, υπουργός σε υπηρεσιακές κυβερνήσεις και μέλος του κεντρικού διοικητικού συμβουλίου του Ελληνικού Ερυθρού Σταυρού.

Παναγιώτης Σπηλιωτόπουλος
Γενικές πληροφορίες
Γέννηση1891[1]
Θάνατος1962[1]
Χώρα πολιτογράφησηςΕλλάδα
Εκπαίδευση και γλώσσες
Ομιλούμενες γλώσσεςΕλληνικά
Πληροφορίες ασχολίας
Ιδιότηταστρατιωτικός
Στρατιωτική σταδιοδρομία
Βαθμός/στρατόςστρατηγός/Ελληνικός Στρατός
Πόλεμοι/μάχεςΑ΄ Παγκόσμιος Πόλεμος
Αξιώματα και βραβεύσεις
ΑξίωμαΥπουργός Εθνικής Άμυνας της Ελλάδας
Παναγιώτης Σπηλιωτόπουλος το 1952

Υπήρξε αντιπρόσωπος στην κατεχόμενη Ελλάδα της εξόριστης ελληνικής κυβέρνησης κατά το διάστημα 1942-1943, το 1944 αντιπρόσωπος του Γενικού Στρατηγείου Μέσης Ανατολής και τον Σεπτέμβριο του ίδιου χρόνου διορίζεται στρατιωτικός διοικητής Αττικής από την κυβέρνηση Εθνικής Ενότητας του Γεωργίου Παπανδρέου έως την εγκατάσταση της κυβέρνησης στην Αθήνα στις 18 Οκτωβρίου 1944.

Ο Π. Σπηλιωτόπουλος γεννήθηκε το 1891 στο χωριό Μαζαίικα (Κάτω Κλειτορία) της επαρχίας Καλαβρύτων του νομού Αχαΐας.[2] Φοίτησε δύο χρόνια στη Νομική Σχολή του Εθνικού Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών και το 1910 κατατάχθηκε εθελοντικά στο Πεζικό και πολέμησε ως υπαξιωματικός στους Βαλκανικούς Πολέμους, στη διάρκεια των οποίων προήχθη επ’ ανδραγαθία σε επιλοχία και ανθυπασπιστή, ενώ τον Απρίλιο του 1914 ονομάσθηκε ανθυπολοχαγός Πεζικού, αφού πρώτα είχε αποφοιτήσει από την Σχολή Υπαξιωματικών. Εν συνεχεία, πολέμησε στον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο (1917-18), στο μακεδονικό μέτωπο και προήχθη σε λοχαγό και στην Μικρασιατική εκστρατεία (1919-22).[2]

Κατά την περίοδο του Μεσοπολέμου, συμπλήρωσε τις σπουδές του αποφοιτώντας από την τότε Ανωτέρα Σχολή Πολέμου.[2] Το 1934 προήχθη σε συνταγματάρχη και για τρία χρόνια, από το 1937 έως το 1940, διατέλεσε διοικητής της Σχολής Εφέδρων Αξιωματικών Πεζικού (ΣΕΑΠ). Το φθινόπωρο του 1940 τοποθετήθηκε αρχηγός Πεζικού της Μεραρχίας Σερρών.[3][2]

Στο Αλβανικό Μέτωπο πολέμησε αρχικά ως αρχηγός Πεζικού της Ι Μεραρχίας και στην συνέχεια ως διοικητής της XV Μεραρχίας αναλαμβάνοντας σημαντικές αμυντικές και επιθετικές επιχειρήσεις. Ήταν αντίθετος στη Συνθηκολόγηση με τους Γερμανούς και φρόντισε για την συντεταγμένη υποχώρηση της Μεραρχίας του[4][5].[2] Μετά την γερμανική εισβολή και την συνθηκολόγηση, ορίστηκε από την κυβέρνηση Τσολάκογλου αρχηγός της Χωροφυλακής θέση την οποία ανέλαβε για να εξυπηρετήσει τα συμφέροντα της ελληνικής εξόριστης κυβέρνησης και των Συμμάχων. Για το λόγο αυτό, εξάλλου, εκδιώχθηκε από τις αρχές Κατοχής και τη δωσιλογική κυβέρνηση υπήρξε μέλος της Επιτροπής των Έξι Συνταγματαρχών ή «Θέρος» της οποίας και ηγήθηκε. Ανάμεσα στα μέλη της οργάνωσης ήταν και ο Θρασύβουλος Τσακαλώτος. Επίσης υπήρξε συναρχηγός της αντιστασιακής οργάνωσης ΡΑΝ (1943-1944)[6].

Τον Ιούλιο του 1944 ο πρωθυπουργός Γεώργιος Παπανδρέου διόρισε τον Σπηλιωτόπουλο αντιπρόσωπο στην κατεχόμενη Ελλάδα της εξόριστης ελληνικής κυβέρνησης και του Συμμαχικού Στρατηγείου, προκαλώντας πολλές αντιδράσεις, όχι μόνο από το ΕΑΜ, αλλά και από τον ΕΔΕΣ. Στις 26 Σεπτεμβρίου 1944, με την Συμφωνία της Καζέρτας, ενόψει της επικείμενης αποχώρησης των Γερμανών, ο Παπανδρέου τον όρισε στρατιωτικό διοικητή Αττικής. Αμέσως μετά την ανάληψη των καθηκόντων του ο Σπηλιωτόπουλος προχώρησε στην μετονομασία και μετατροπή των ενόπλων αντιΕΑΜικών οργανώσεων σε επίσημες μονάδες του Στρατού. Χαρακτηριστικά, δημιούργησε το 1ο Σύνταγμα από την Οργάνωση «Χ» του Γεωργίου Γρίβα και την «Εθνική Δράση» του Χρήστου Ζαλοκώστα, το 20ό Σύνταγμα από τις οργανώσεις «ΡΑΝ», «Εθνικό Κομιτάτο» και άλλες μικρότερες Δεξιές ένοπλες ομάδες.[7]

Στις αρχές Σεπτεμβρίου, ο Γεώργιος Παπανδρέου έστειλε στον Σπηλιωτόπουλο διαταγή με τηλεγράφημα, όπου τον ενημέρωνε για ποσότητα όπλων που εξασφάλισε από τους Βρετανούς, προς εξοπλισμό των έμπιστων στην εξόριστη κυβέρνηση δυνάμεων, εναντίον πιθανής απόπειρας του ΕΑΜ να φέρει την κυβέρνηση προ τετελεσμένων αμέσως μετά την επικείμενη αναχώρηση των Γερμανών:[8]

«Με ταχύπλοον σκάφος αποστέλλομεν οπλισμόν διά εκτέλεσιν της αποστολής σας. Υποδείξατε χώρον προσεγγίσεως πλοίου και οργανώσατε υποδοχήν πλοίου, εκφόρτωσιν πλοίου, παραλαβήν οπλισμού και μεταφορά του εις Αθήνας προς εξοπλισμόν Σωμάτων Ασφαλείας κατά την κρίσιν σας. Αναφέρατε τάχιστα σχέδιόν σας.»[8]

Ο Σπηλιωτόπουλος επέλεξε να αναθέσει την παραλαβή και μεταφορά του οπλισμού στον Γρίβα και την Χ, η οποία πραγματοποιήθηκε επιτυχώς την νύχτα της 21ης Σεπτεμβρίου και τα ξημερώματα της 22ης σε ακτή στο Πόρτο Ράφτη. Η επιλογή του Γρίβα προκάλεσε πολλές αντιδράσεις.

Σε συνεννόηση με το ΕΑΜ και από κοινού με τους υπουργούς της κυβέρνησης εθνικής ενότητας Θ. Τσάτσο, Γ. Ζέβγο εξασφάλισε την Απελευθέρωση της Αθήνας χωρίς απώλειες αμάχων και χωρίς σημαντικές καταστροφές στις δημόσιες υποδομές και παραιτήθηκε από τη θέση του όταν έφθασε η κυβέρνηση στην Αθήνα.

Πολέμησε στην συνέχεια στα Δεκεμβριανά, το 1945 τοποθετήθηκε διοικητής Σχολών Εκπαιδεύσεως Αξιωματικών και τον Μάιο του 1946 ανέλαβε αρχηγός του Γενικού Επιτελείου Στρατού. Τον Μάρτιο του 1947 αντικαταστάθηκε από τον στρατηγό Κωνσταντίνο Βεντήρη και ανέλαβε γενικός επιθεωρητής Στρατού, έως την αποστρατεία του τον Φεβρουάριο του 1948.[2]

Μετά την αποτυχία του κινήματος του ΙΔΕΑ το 1951, με τον οποίο υπήρξε αντίθετος, διορίσθηκε υπηρεσιακός Υπουργός Εθνικής Αμύνης στην κυβέρνηση Σοφ. Βενιζέλου, ενώ το 1958 έλαβε μέρος στην υπηρεσιακή κυβέρνηση Κ. Γεωργακόπουλου ως Υπουργός Βορείου Ελλάδος. Τη δεκαετία του 1950 υπήρξε μέλος του Κεντρικού Διοικητικού Συμβουλίου του Ελληνικού Ερυθρού Σταυρού.

Ο Παναγιώτης Σπηλιωτόπουλος πέθανε στις 16 Αυγούστου 1962, σε ηλικία 71 ετών. Ήταν έγγαμος και είχε τρία παιδιά, τον Γεώργιο, αξιωματικό του Πεζικού, τον Επαμεινώνδα, Επίτιμο καθηγητή Διοικητικού Δικαίου της Νομικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών και μέλος της Ακαδημίας Αθηνών, και την Αθηνά. Ο λοχαγός Γεώργιος Σπηλιωτόπουλος σκοτώθηκε τον Αύγουστο του 1948 στον εμφύλιο, σε μάχη με μαχητές του ΔΣΕ στην Θεοτόκο Ιωαννίνων.

Παραπομπές

Επεξεργασία
  1. 1,0 1,1 1,2 data.nlg.gr/resource/authority/record34975.
  2. 2,0 2,1 2,2 2,3 2,4 2,5 Συνοπτική Ιστορία του Γενικού Επιτελείου Στρατού, σελ. 167, Ειδική Έκδοση Γενικού Επιτελείου Στρατού, Αθήνα 2001
  3. «Διατελέσαντες Δκτες Σ.Ε.Α.Π». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 10 Αυγούστου 2020. Ανακτήθηκε στις 29 Οκτωβρίου 2018. 
  4. Σπηλιωτόπουλος, Παναγιώτης (1992). Τεκμήρια για τον πόλεμο του 1940-1941. Δράση της XV Μεραρχίας Πεζικού. Η άλλη όψη για την συνθηκολόγηση. Αθήνα. 
  5. Καζάνης, Κωνσταντίνος Β. (1978). «Θα ζήσωμε ελεύθεροι ως Έλληνες». Ιστορικά έγγραφα του Στρατηγού Παναγιώτη Σπηλιωτόπουλου, πρόλογος Π. Κανελλόπουλου. Αθήνα. 
  6. Αρχεία Εθνικής Αντίστασης (1941-1944). 7ος. Αθήνα: Γενικό Επιτελείο Στρατού, Διεύθυνση Ιστορίας Στρατού. 1998. 
  7. Αρχεία Εμφυλίου Πολέμου (1944-1949). 1ος. Αθήνα: Γενικό Επιτελείο Στρατού, Διεύθυνση Ιστορίας Στρατού. 1998. 
  8. 8,0 8,1 Σπύρος Παπαγεωργίου, Ο Γρίβας και «Χ»: το χαμένο αρχείο, σελίδες 351-352, Εκδόσεις Νέα Θέσις, Αθήνα Ιούνιος 2004