Πόλεμος των Τσιτσιμέκων
Ο Πόλεμος των Τσιτσιμέκων (1550–1590) ήταν η στρατιωτική σύγκρουση μεταξύ της Ισπανικής Αυτοκρατορίας και της Συνομοσπονδίας των Τσιτσιμέκων, που έλαβε χώρα στην περιοχή που σήμερα είναι γνωστή ως Κεντρικό Μεξικανικό Οροπέδιο, αποκαλούμενη τότε από τους Ισπανούς κονκισταδόρες Η Μεγάλη Τσιτσιμέκα. Επίκεντρο των εχθροπραξιών ήταν η σημερινή περιοχή Μπαχίο (Bajío). Η σύγκρουση αυτή αποτέλεσε την πιο μακρόχρονη και δαπανηρή στρατιωτική εκστρατεία των Ισπανών κατακτητών εναντίον των ιθαγενών πληθυσμών της Μεσοαμερικής. Η σαρανταετής σύγκρουση διευθετήθηκε με τη σύναψη αρκετών συνθηκών ειρήνης με πρωτοβουλία των Ισπανών, που οδήγησαν τελικώς στην ειρήνευση της περιοχής και την εξορθολογισμένη ενσωμάτωση των ιθαγενών πληθυσμών στην κοινωνία της Νέας Ισπανίας.
Ο πόλεμος ξεκίνησε οκτώ χρόνια μετά το διετή πόλεμο των Ισπανών με τους Μιξτόνες, έναν επίσης ιθαγενή λαό, και μπορεί να θεωρηθεί μια συνέχεια της εξέγερσης των Μιξτόνων, καθώς οι συγκρούσεις δεν σταμάτησαν πραγματικά στο μεσοδιάστημα. Η διαφορά ήταν πως αυτή τη φορά οι ιθαγενείς Καξκάνες ήταν τώρα σύμμαχοι των Ισπανών. Ο πόλεμος των Τσιτσιμέκων έλαβε χώρα στις περιοχές που σήμερα αποτελούν τις μεξικανικές πολιτείες Σακατέκας, Γκουαναχουάτο, Αγουασκαλιέντες, Χαλίσκο, Κερέταρο, και Σαν Λουίς Ποτοσί.
Πρελούδιο
ΕπεξεργασίαΣτις 8 Σεπτεμβρίου 1546 οι ιθαγενείς κοντά στο λόφο Ελ Τσέρρο δε λα Μπούφα (τμήμα της σημερινής πόλης Σακατέκας), έδειξαν στον Ισπανό κονκισταδόρ Χουάν δε Τολόσα αρκετά κομμάτια μεταλλεύματος πλούσιου σε άργυρο. Τα νέα για άργυρο σύντομα απλώθηκαν σε όλη τη Νέα Ισπανία. Το όνειρο του γρήγορου πλουτισμού οδήγησε ένα μεγάλο αριθμό Ισπανών να μεταναστεύσουν από το νότιο Μεξικό στη σημερινή πόλη Σακατέκας, στην καρδιά της περιοχής με την ονομασία Μεγάλη Τσιτσιμέκα. Σύντομα δημιουργήθηκαν ορυχεία στις περιοχές Σαν Μαρτίν, Τσαλτσιουίτες, Αβίνο, Σομπρερέτε, Φρεσνίγιο, Μαζαπίλ και Νιέβες. Το έθνος των Τσιτσιμέκων απεχθανόταν τις διεισδύσεις των Ισπανών στην κυρίαρχη πατρογονική γη τους. Οι Ισπανοί στρατιώτες σύντομα ξεκίνησαν τις επιδρομές στην περιοχή των Τσιτσιμέκων για απόκτηση σκλάβων για τα ορυχεία. Επιπλέον, για τον εφοδιασμό και την επικοινωνία με τα ορυχεία μέσα και γύρω από την περιοχή Σακατέκας, νέοι δρόμοι ανοίχτηκαν από το Κερέταρο έως το Χαλίσκο, που διέσχιζαν τις περιοχές των Τσιτσιμέκων. Τα καραβάνια φορτωμένα αγαθά κατά μήκος των οδών αυτών αποτέλεσαν στόχο των Τσιτσιμέκων πολεμιστών.
Οι Τσιτσιμέκοι
ΕπεξεργασίαΟι Τσιτσιμέκοι ήταν ιθαγενείς του σημερινού Μεξικού, με νομαδικό και ημινομαδικό τρόπο ζωής, που καταλάμβαναν το μεγάλο ερημικό λεκανοπέδιο που απλώνεται από τις σημερινές περιοχές Σαλτίγιο και Ντουράνγκο στα βόρεια έως τις περιοχές Κερέταρο και Γκουαδαλαχάρα στα νότια. Μέσα σε αυτή την περιοχή των περίπου 160.000 τετρ. χλμ. οι Τσιτσιμέκοι ζούσαν κυρίως από το κυνήγι και τη συλλογή καρπών, ιδιαίτερα οσπρίων του είδους μεσκίτ, βρώσιμων τμημάτων από φυτά αγαύης, του φρούτου τούνας (tunas) και φύλλων κάκτου. Σε ευνοϊκές περιοχές κάποιοι Τσιτσιμέκοι αποδίδονταν στην καλλιέργεια αραβόσιτου και λοιπών ειδών. Ο πληθυσμός των Τσιτσιμέκων είναι δύσκολο να υπολογιστεί, παρόλο που με βάση τη μέση πυκνότητα πληθυσμού των νομαδικών κοινωνιών πιθανόν αριθμούσαν περίπου 30.000-60.000 άτομα.
Οι Τσιτσιμέκοι ζούσαν σε μικρούς οικισμούς, που αποτελούνταν από πρωτόγονες οικίες ή φυσικά καταφύγια όπως σπηλιές, μετακινούμενοι συχνά από περιοχή σε περιοχή για κυνήγι και τροφή. Αναφέρονταν στον εαυτό τους ως Παιδιά του Ανέμου, ζώντας με έντονο το θρησκευτικό στοιχείο, σε αρμονία με το φυσικό περιβάλλον. Τα χαρακτηριστικά που ανέφεραν περισσότερο γι' αυτούς οι Ισπανοί ήταν ο ελαφρύς ρουχισμός τους, το ό,τι άφηναν τα μαλλιά τους μακριά, και το βάψιμο και στόλισμα με τατουάζ των σωμάτων τους. Συχνά τούς κατηγορούσαν για κανιβαλισμό, παρόλο που οι κατηγορίες αυτές έχουν αμφισβητηθεί, δεδομένου ότι οι Ισπανοί είχαν συμφέρον να παρουσιάζουν τους ιθαγενείς ως αγρίους, προκειμένου να δικαιολογήσουν τον εξαναγκασμό τους στο να δεχθούν τον Καθολικισμό κατά τη διάρκεια της λεγόμενης Μεξικανικής Ιεροεξέτασης.
Η Συνομοσπονδία των Τσιτσιμέκων αποτελούνταν από τέσσερα κύρια έθνη, τους Γκουατσιτσίλες, Πάμες, Γκουαμάρες, και Ζακατέκους. Τα έθνη αυτά είχαν αποκεντρωμένες κυβερνήσεις, αποτελώντας περισσότερο ανεξάρτητα κράτη. Εξαιτίας των αποκεντρωμένης πολιτικής δομής και ένωσης, οι εδαφικές επικράτειές τους επικαλύπτονταν και ενίσχυαν αλλήλους στις διάφορες επιδρομές τους.