Ο Ρουρίκιος Α΄, λατιν.: Ruricius I, (π. 440 – π. 508) ήταν Γαλλο-Ρωμαίος αριστοκράτης και επίσκοπος της Λιμόζ από το π. 485 έως 510. Είναι ένας από τους συγγραφείς, των οποίων οι επιστολές σώζονται από την ύστερη Ρωμαϊκή Γαλατία, που απεικονίζουν την επιρροή των Βησιγότθων στον ρωμαϊκό τρόπο ζωής. Δεν πρέπει να συγχέεται με τον γαμπρό του, τον Άγιο Ρούστικο (αρχιεπίσκοπο της Λυών).

Ρουρίκιος
Γενικές πληροφορίες
Γέννηση440
Θάνατος510
Λιμόζ
Εκπαίδευση και γλώσσες
Ομιλούμενες γλώσσεςλατινική γλώσσα
Πληροφορίες ασχολίας
Ιδιότηταιερέας
Αξιώματα και βραβεύσεις
Αξίωμαεπίσκοπος

Βιογραφία Επεξεργασία

Λίγα είναι γνωστά για τη ζωή του Ρουρίκιου, και ορισμένες από τις διαθέσιμες πληροφορίες δεν είναι βέβαιες. Είναι ένας από τους τέσσερις Γαλλο-Ρωμαίους αριστοκράτες του 5ου - 6ου αι., των οποίων οι επιστολές σώζονται σε ποσότητα: οι άλλοι περιλαμβάνουν τον Σιδώνιο Απολλινάριο, έπαρχο της πόλης της Ρώμης το 468 και επίσκοπο του Κλερμόν (απεβ. το 485), τον Άλκιμο Έκδικο Άβιτο, επίσκοπο του Βιέν (απεβ. το 518). και τον Μάγκνο Φήλιξ Εννόδιο της Αρλ, επίσκοπο του Τικίνουμ (απεβ. το 534). Όλοι τους ήταν συνδεδεμένοι σε ένα στενά δεμένο, γαλλο-ρωμαϊκό αριστοκρατικό δίκτυο, που παρείχε τους επισκόπους της Καθολικής Γαλατίας. [1]

Αν και υπάρχουν ελάχιστες πληροφορίες για τη ζωή του Ρουρίκιου, είναι γνωστό ότι τελικά έγινε παππούς, υποδηλώνοντας ότι πρέπει να έζησε τουλάχιστον 65 ή 70. Μπορεί να απεβίωσε από το 506 έως και το 510, οπότε αυτό τοποθετεί την ημερομηνία γέννησής του γύρω στο 440 [2]. Ομοίως, δεν υπάρχουν πληροφορίες σχετικά με τη γενέτειρά του, αν και φαίνεται ότι είχε ισχυρούς δεσμούς με την Ακουιτανία στην περιοχή του Καόρ (Cahors), και υπάρχουν σημαντικές πληροφορίες σχετικά με την οικογένειά του.

Καταγωγή Επεξεργασία

Σύμφωνα με τον Βενάντιο Φορτουνάτο, ο Ρουρίκιος ήταν μέλος της οικογένειας των Aνικίων, μίας από τις σημαντικότερες αριστοκρατικές οικογένειες της Ρώμης. [3] Οι λεπτομέρειες της καταγωγής του αποτέλεσαν αντικείμενο συζήτησης. [4] Η εξήγηση του Mάθισεν είναι ότι ο Ρουρίκιος ήταν γιος ενός "Κωνστάντιου" και μίας "Λεοντίας" με βάση την υπόθεση ότι ο παππούς του μπορεί να ήταν ο Φλάβιος Κωνστάντιος Φήλιξ και η μητέρα του μέλος του αριστοκρατικού γένους Ποντίων Λεοντίων από τη Βουρδιγαλία στην Aκουιτανία. Περαιτέρω στοιχεία που παρέχει περιλαμβάνει (1) για τον Κωνστάντιο, σχετικά με την ύπαρξη υπατικού διπτύχου από ελεφαντόδοντο για τον Φλ. Κωνστάντιο Φήλικα (υπάτου το 428), πατρίκιου και magister militum από το 425 έως το 430 στη Λιμόζ [5] και το γεγονός ότι ο Ρουρίκιος είχε έναν γιο με αυτό το όνομα και (2) για τη Λεοντία, [6] η χρήση του ονόματος Λεόντιος για τον αδελφό και τον γιο του Ρουρίκιου.

Ο Κριστιάν Σετιπάνι συμφωνεί ότι η μητέρα του Ρουρίκιου ήταν μέλος των Pontii Leontii, αλλά δεν κάνει καμία συγκεκριμένη αναφορά για το ποιος μπορεί να είναι ο πατέρας του Ρουρίκιου. [7] Υποστηρίζει ότι το όνομα του υπάτου του 428 ήταν στην πραγματικότητα Φλάβιος Φήλιξ και ότι το όνομα "Κωνστάντιος" προστέθηκε κατά λάθος, γεγονός που θα έκανε αυτό το άτομο ένα από τους Eννοδίουςi και ότι οι Ennodii δεν συνδέθηκαν με τον Ρουρίκιο μέχρι την επόμενη γενιά μέσω του γάμου με έναν από τους γιους του από μία Εννοδία, μητέρα του Παρθένιου. [8]

Ο Mομμάερτς και ο Kέλλυ προτείνουν ότι ο Ρουρίκιος μπορεί να είναι γιος ενός Αφρικανού ανθυπάτου, το όνομα του οποίου είναι άγνωστο, αλλά προσδιορίζεται διαφορετικά (με τίτλο) από τον Σιδόνιο στην επιστολή του προς τον Mόντιο ως ο πατέρας του εν λόγω Καμίλλου. Αυτό θα έκανε τον Ρουρίκιο αδελφό με τον Κάμιλλο και τον Φιρμίνο της Αρλ. [9] Η αντίρρηση σε αυτήν την υπόθεση ήταν ότι καθιστά τον ανώνυμο Αφρικανό ανθύπατο έναν κατά τα άλλα ανεπιβεβαίωτο γιο του αυτόχειρα Αυτοκράτορα Πετρόνιου Μάξιμου και ότι δεν υπάρχουν ονόματα Φιρμινίων μεταξύ των άμεσων απογόνων του Ρουρίκιου. Ο Σετιπάνι δέχεται τώρα τον Πετρόνιο Μάξιμο ως Ανίκιο, αλλά υποστηρίζει ότι ο ανώνυμος Αφρικανός ανθύπατος ήταν απίθανο να ήταν γιος του Μάξιμου. [10] Προς υποστήριξη της υπόθεσης Kέλλυ/Μομμάερτς είναι τα στοιχεία στις επιστολές του για τους ισχυρούς δεσμούς του Ρουρίκιου με την Aρλ και ένα επιχείρημα ότι το όνομα "Φιρμίνος" στην πραγματικότητα χρησιμοποιήθηκε μεταξύ των Φερρεόλων μέσω του γάμου της Παπιανίλλας, την οποία υποθέτουν ότι ήταν μία αδελφή του Ρουρίκιου, του Toνάνντιου Φερρεόλου. Ωστόσο, το θέμα της πατρικής κληρονομιάς του Ρουρίκιου παραμένει αμφιλεγόμενο.

Ίσως το πιο περίεργο είναι η αχαρακτήριστη αποτυχία του Σιδόνιου να ενθουσιαστεί με τον πατέρα του Ρουρίκιου, όποιος και αν ήταν. Ίσως επειδή ο Ρουρίκιος ήταν προφανώς κάποια στιγμή προστατευόμενος του Σιδόνιου, ο Σιδόνιος μπορεί να το ένιωθε κάπως ακατάλληλο. Ωστόσο μερικοί προτείνουν ότι ο Ρουρίκιος μπορεί να μην ήταν Ανίκιος, επειδή δεν κάνει καμία αναφορά στις σωζόμενες επιστολές του ότι είναι συγγενής του, ούτε επικοινωνεί με κάποιο γνωστό μέλος της οικογένειας. [11] Συνολικά, τα στοιχεία του Βενάντιου Φορτουνάτου είναι μάλλον πιο πειστικά.

Οικογένεια Επεξεργασία

Ο Ρουρίκιος παντρεύτηκε την Ιβερία, κόρη ενός Αρβέρνιου συγκλητικού Ομμάτιου, απογόνου ενός πατρικίου [12] που έζησε τον 4ο αι., ονόματι Φιλάγριου. [13] Σημειώνεται ότι συμμετείχε στη μεταστροφή του στη θρησκευτική ζωή, και ως εκ τούτου στη διαδοχή στην επισκοπική έδρα της Λιμόζ το 485 περίπου. [14]

Αν και δεν υπάρχουν άμεσες αποδείξεις που να λένε αν είχαν κόρες, είναι γνωστό ότι ο Ρουρίκιος και η Ιβερία είχαν πέντε γιους: τον Ομμάτιο (πρεσβύτερο), τον Επάρχιο, τον Κωνστάντιο, τον Λεόντιο και τον Αυρηλιανό. Επίσης, ο Ρουρίκιος είχε πολλά εγγόνια και τουλάχιστον ένα δισεγγονό. [15]

Επίσκοπος Επεξεργασία

Κατά τη διάρκεια της ύστερης Αυτοκρατορίας και μετά την κατάληψη της αυτοκρατορικής Γαλατίας από τους Βησιγότθους, ήταν σύνηθες για τους Γαλλο-Ρωμαίους αριστοκράτες να καταφεύγουν σε εκκλησιαστικά αξιώματα, επιτρέποντας όχι μόνο τη διατήρηση της τοπικής επιρροής, αλλά και κάποια προσωπική ασφάλεια. [16] Παρεμπιπτόντως, ο Ρουρίκιος διορίστηκε επίσκοπος της Λιμόζ μετά το τέλος του βασιλιά Ευάριχ στις 28 Δεκεμβρίου 484. Τον Eυάριχ διαδέχθηκε ο γιος του, Aλάριχ Β΄. Βασίλευσε καθ' όλη τη διάρκεια του Ρουρίκιου ως επισκόπου, προφανώς αξιοποιώντας, μεταξύ άλλων, τη νομική οξυδέρκεια του Ρουρίκιου, έως ότου ο Ρουρίκιος έφυγε από τη σκηνή, όπως αναφέρθηκε προηγουμένως, μεταξύ τέλους 506 και 510 [17] Εκτός από τις επιστολές του, η μόνη άλλη γνωστή φυσική κληρονομιά του Ρουρίκιου είναι το μοναστήρι και η εκκλησία του Αγίου Αυγουστίνου, που έκτισε περί το 485. [18]

Γραπτά Επεξεργασία

Η συλλογή 83 επιστολών του Ρουρίκιου, εκ των οποίων οι 12 απευθύνονται σε αυτόν, σώζεται σε ένα μόνο χειρόγραφο που ονομάζεται Codex Sangallensis 190. [19] Καλύπτουν μία περίοδο περίπου 30 ετών και περιγράφουν τι συνέβη στη Γαλατία μετά την τελική αποχώρηση των Ρωμαίων λίγο πριν το 480. Οι επιστολές δίνουν μία εικόνα, για το πώς ήταν η ζωή του εγγράμματου ρωμαϊκού πληθυσμού υπό τη βάρβαρη κυριαρχία, τι άλλαξε και τι έμεινε. Για παράδειγμα, δεν σημειώνουν σχεδόν καθόλου την επίδραση των Βησιγότθων στην τοπική ζωή και τις δραστηριότητες, θέτοντας το ερώτημα εάν οι ντόπιοι επηρεάστηκαν πολύ. [20] Το μεγαλύτερο μέρος της αλληλογραφίας του Ρουρίκιου απευθυνόταν σε κοντινούς επισκόπους και σε άτομα της οικογένειάς του. [21] Αν και είχε κάποιους διάσημους στην εποχή τους παραλήπτες, ως επί το πλείστον, δεν είναι πια πολύ γνωστοί. Τέλος, οι επιστολές του Ρουρίκιου έριξαν φως στις υποκείμενες συνθήκες γύρω από τη μάχη του Βουγιέ, κοντά στο Πουατιέ το 507, μία θεμελιώδη μάχη στη Γαλλική ιστορία, αφού εκεί οι Φράγκοι νίκησαν τους Βησιγότθους. [20]

Ιστοριογραφική συμβολή Επεξεργασία

Διαμάχη γύρω από τη συνάφεια Επεξεργασία

Ο Ραλφ Γου. Μάθισεν, ο μεταφραστής των πιο πρόσφατων επιστολών του Ρουρίκιου, γράφει ότι έχουν μεγάλη σημασία για την κατανόησή μας για την επιβίωση της κλασικής λογοτεχνίας και την ανάπτυξη της δυτικοευρωπαϊκής θρησκείας και κοινωνίας. [20] Ωστόσο, ορισμένοι ιστορικοί επικρίνουν τις επιστολές λόγω της ιστορικής ασχετοσύνης τους. Ο Ντ. Ρ. Μπράντλεϋ σημειώνει ότι οι επιστολές δίνουν ανεπαρκείς πληροφορίες είτε για τον εκκλησιαστικό ιστορικό, είτε για τον θεολόγο, επειδή παραμελούν σημαντικά σύγχρονα γεγονότα. Το κύριο επιχείρημά του είναι ότι ο Ρουρίκιος είχε τη συνήθεια να στέλνει προφορικά μηνύματα με τον κομιστή των επιστολών του, επομένως οι επιστολές του δεν δίνουν καμία εικόνα για τα γεγονότα της Βησιγοτθικής Γαλατίας. [22]

Σχέση με τους σύγχρονους Επεξεργασία

Παρόμοια με την ιστοριογραφική διαμάχη, υποστηρίζεται ότι σε σύγκριση με άλλους επιστολογράφους όπως ο Σιδώνιος Απολλινάριος, Άβιτος του Βιέν και Eννόδιος της Παβία, ο Ρουρίκιος είναι εξαιρετικά σιωπηλός για τα σύγχρονα ιστορικά γεγονότα. [22] Για παράδειγμα, ο Ρουρίκιος δεν κάνει καμία αναφορά στις επιστολές του για εξελίξεις, όπως οι επιδρομές των Φράγκων στο βασίλειο των Βησιγότθων, αλλά μπορεί να υποτεθεί ότι προκαλούσαν μεγάλη ανησυχία. [23] Η αλληλογραφία του Ρουρίκιου είναι επομένως πιο αντιπροσωπευτική των τυπικών αριστοκρατικών γραπτών συναλλαγών της ύστερης ρωμαϊκής εποχής. Ως εκ τούτου, παρέχει μία διαφορετική και πολύτιμη προοπτική στα στοιχεία των πιο ενεργών πολιτικά επιστολογράφων, όπως ο Αυγουστίνος, ο Σιδόνιος, ο Άβιτος, ο Εννόδιος και ο Κασσιόδωρος. Οι επιστολές του διακρίνονται από εκείνες που έγραψε ο Σιδόνιος: για παράδειγμα, πολλές από τις επιστολές του συντάχθηκαν όταν η Γαλατία ήταν ακόμη μέρος της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας. [20] Ο Mάθισεν σημειώνει ότι η παραμέληση του Ρουρίκιου στη μετάφραση είναι ατυχής, επειδή παρέχει μία εικόνα της ζωής στην ύστερη Ρωμαϊκή Γαλατία, που επαινεί σημαντικά αυτή που έδωσε ο Σιδόνιος. [20] Ο Ρουρίκιος είναι έγκυρος εκπρόσωπος του «γαλλικού ρητορικού ύφους». [24]

Επιστολογραφία Επεξεργασία

Οι επιστολές του Ρουρίκιου καταδεικνύουν τη σημασία της συγγραφής επιστολών, γνωστής και ως επιστολογραφία. Είχε πολλούς διάσημους σύγχρονους ανταποκριτές, των οποίων τα γράμματα επαινούν τα δικά του, και το αντίστροφο. Η επιστολογραφία ήταν το πιο σημαντικό μέσο για τη διατήρηση των αριστοκρατικών δεσμών κατά την περίοδο της λογοτεχνικής παρακμής στην ύστερη Ρωμαϊκή Γαλατία, καθώς καταργήθηκαν οι αυτοκρατορικές λογοτεχνικές παραδόσεις. [1]

Σημειώσεις Επεξεργασία

  1. 1,0 1,1 Mathisen 1981, p.107.
  2. Mathisen 1999, p.19.
  3. Venantius Fortunatus, Carmina, 4.5; translated in Mathisen, p. 253
  4. between Stanford Mommaerts and Dave Kelley (1992), Christian Settipani (1991) and Ralph Mathisen (1999).
  5. Mathisen 1999, p.21.
  6. Mathisen 1999, p.24.
  7. Settipani 1991, p. 196, 218.
  8. Settipani 2002, p. 11.
  9. Kelley and Mommaerts, 1992 p. 114.
  10. Settipani 2000, p. 381.
  11. Mathisen 1999, p.4.
  12. Gilliard 1979, p.686.
  13. Mathisen 1999, p. 22.
  14. Mathisen 1999, p.23.
  15. Mathisen 1999, p.25.
  16. Mathisen 1984, p.168.
  17. Mathisen 1999, p.12.
  18. Mathisen 1999, p.36.
  19. Mathisen 1981, p.108.
  20. 20,0 20,1 20,2 20,3 20,4 Mathisen 1999, p.3.
  21. Mathisen 1999, p.31.
  22. 22,0 22,1 Bradley 1954, p.268.
  23. Mathisen 1999, p.39.
  24. Bradley 1954, p.168.

Πηγές Επεξεργασία

  • Bradley, DR "Review: The Letters of Ruricius." The Classical Review, Νέα Σειρά 4, αρ. 3/4 (1954): 268–269.
  • Γκίλιαρντ, Φρανκ. «Οι Γερουσιαστές της Γαλατίας του έκτου αιώνα». Speculum, 54 (1979): 685–697.
  • Mathisen, RW Ruricius of Limoges and Friends: A Collection of Letters from Visigothic Gaul . Liverpool: Liverpool University Press, 1999.
  • Mathisen, RW "Βάρβαροι Επίσκοποι και οι Εκκλησίες "in Barbaricis Gentibus" κατά την Ύστερη Αρχαιότητα." Speculum, 72 (1997): 664-697.
  • Mathisen, RW Roman Aristocrats in Barbarian Gaul: Strategies for Survival in an Age of Transition . Austin, TX: University of Texas Press, 1993.
  • Mathisen, RW Studies in the History, Literature, and Society of Late Antiquity . Άμστερνταμ: Hakert, 1991.
  • Mathisen, RW Ecclesiastical Factionalism and Religious Controversy in Fifth Century Gaul . Washington, DC: Catholic University of America Press, 1989.
  • Mathisen, RW "The Theme of Literary Decline in Late Roman Gaul." Classical Philology, 83 (1988): 45–52.
  • Mathisen, RW "Μετανάστες, Εξόριστοι και Επιζώντες: Αριστοκρατικές Επιλογές στη Βησιγοτθική Ακουιτανία." Phoenix, 38 (1984): 159–170.
  • Mathisen, RW «Επιστολογραφία, λογοτεχνικοί κύκλοι και οικογενειακοί δεσμοί στην Ύστερη Ρωμαϊκή Γαλατία». Transactions of the American Philogical Association, 111 (1981): 95–109.
  • Mathisen, RW και Danuta Shanzer. Society and Culture in Late Antique Gaul: Revisiting the Sources . Michigan: Ashgate, 2001.
  • Mommaerts, T. Stanford και Kelley, David H. «The Anicii of Gaul and Rome», στο Fifth-Century Gaul: A Crisis of Identity? Επιμέλεια John Drinkwater και Hugh Elton. Cambridge, 1992.
  • Neri, Marino (επιμ. ), Ruricio di Limoges: Lettere (Πίζα: Edizioni ETS, 2009) (Publicazioni della Facoltà di Lettere e Filosofía dell' Università di Pavia, 122).
  • Settipani, Christian. «Ruricius, premier évêque de Limoges et ses alliances familiales». Francia, 18 (1991).
  • Settipani, Christian. Continuite Gentilice et Continuite Familiae Das Les Familles Senatoriales Romaines a L'Epoque Imperialle: Mythe et Realite . Oxford: Unit for Prosopographical Research, Linacre College, University of Oxford, 2000.
  • Settipani, Christian. ΠΡΟΣΘΗΚΗ και ΔΙΟΡΘΩΣΗ (Juillet 2000-Οκτώβριος 2002) για Continuite Gentilice et Continuite Familiae Das Les Familles Senatoriales Romaines a L'Epoque Imperialle: Mythe et Realite . http://users.ox.ac.uk/~prosop/publications/volume-two.pdf Αρχειοθετήθηκε 2011-06-04 στο Wayback Machine. Archived (2002)

Περαιτέρω ανάγνωση Επεξεργασία

  • Χάγκενταλ, Χάραλντ. " La correspondance de Ruricius", Acta Universitatis Gotenburgensis 58 .3 (Γκέτεμποργκ) 1952.
  • Krusch, B. Ruricii Epistolae στο Μον. Γερ. Ιστορ. AA8 (Βερολίνο) 1887; A. Englebrecht, επιμ. Ruricii Epistolarum Libri Duo (Βιέννη) 1891. Δεν υπάρχουν σύγχρονες εκδόσεις.

Εξωτερικοί σύνδεσμοι Επεξεργασία