Το ημερολόγιο ενός περιττού ανθρώπου

Νουβέλα του Ιβάν Τουργκένιεφ

Το ημερολόγιο ενός περιττού ανθρώπου (Ρωσικός τίτλος: Дневник лишнего человека ) είναι νουβέλα του Ιβάν Τουργκένιεφ που δημοσιεύθηκε το 1850. Το έργο είναι γραμμένο σε πρώτο πρόσωπο με τη μορφή ημερολογίου από έναν ετοιμοθάνατο άνδρα, ο οποίος στις τελευταίες μέρες της ζωής του καταγράφει περιστατικά της ζωής του και κυρίως αναφέρεται στον ανεκπλήρωτο έρωτά του.[1]

Το ημερολόγιο ενός περιττού ανθρώπου
ΣυγγραφέαςΙβάν Τουργκένιεφ
ΤίτλοςДневник лишнего человека
ΓλώσσαΡωσικά
Ημερομηνία δημιουργίας1849
Ημερομηνία δημοσίευσης1850

Η ιστορία είναι μια καυστική σάτιρα της ρωσικής κοινωνίας και πολλά αποσπάσματα λογοκρίθηκαν κατά την αρχική δημοσίευση σε περιοδικό το 1850. Το κείμενο δημοσιεύθηκε χωρίς περικοπές το 1856 - μετά την άνοδο του Αλέξανδρου Β' στην εξουσία.

Το έργο εδραίωσε στη ρωσική λογοτεχνική παράδοση το αρχέτυπο του «περιττού ανθρώπου» - όρος που τονίζει την ασημαντότητα και την αχρηστία κάποιου για την κοινωνία - εμβληματικός χαρακτήρας στη ρωσική λογοτεχνία.[2]

Αν και είναι ακόμη νέος, ο Τσουλκατούριν πεθαίνει από μια ανίατη ασθένεια. Ο επικείμενος θάνατος τον ενθαρρύνει να θυμηθεί τη σύντομη ζωή του, την οποία αφηγείται, μέρα με τη μέρα, σε ένα είδος ημερολογίου. Γιος μιας οικογένειας εύπορων γαιοκτημόνων, μεγάλωσε χωρίς χαρά. Ο πατέρας του, ένας παθιασμένος τζογαδόρος που σπατάλησε τα πάντα και έχασε την περιουσία του, σχεδόν δεν νοιάζονταν γι' αυτόν. Η μητέρα του, στοργική αλλά ψυχρή γυναίκα, ήταν βυθισμένη στον πόνο της ως εγκαταλελειμμένη σύζυγος.[3]

Όταν ο πατέρας του πέθανε ξαφνικά, θύμα αποπληξίας, ο Τσουλκατούριν ήταν μόλις 12 ετών. Η μητέρα του αναγκάστηκε να πουλήσει όλη τη γη για να ξεπληρώσει τα χρέη του συζύγου της στα τυχερά παιχνίδια, εκτός από ένα μικρό κτήμα. Μετά από αυτή την κακή τροπή της μοίρας, αποφάσισε να εγκατασταθεί με τον γιο της στη Μόσχα. Όταν ενηλικιώθηκε, ο Τσουλκατούριν έγινε χαμηλόβαθμος υπάλληλος και τότε είναι που συνειδητοποίησε σταδιακά την ασημαντότητά του, τη θέση του ως «περιττός άνθρωπος», όπως αποκαλεί υποτιμητικά τον εαυτό του.

Κάποια εποχή, ο Τσουλκατούριν χρειάστηκε να περάσει έξι μήνες στο οικογενειακό κτήμα του, κοντά στην πόλη O... Σύντομα έγινε τακτικός επισκέπτης στο σπίτι του πλούσιου και εξέχοντα αξιωματούχου Κιρίλ Ματβέγιεβιτς Οζόγκιν όπου ερωτεύτηκε την όμορφη και ζωηρή κόρη του Λίζα. Η 17χρονη κοπέλα ήταν πολύ ευγενική μαζί του και συμπεριφέρονταν στον θαυμαστή της με αμοιβαία συμπάθεια: περπατούσαν στο δάσος μαζί το ηλιοβασίλεμα, παρέα με τον πατέρα και άλλους, έπαιρναν το τσάι σαν οικογένεια, διάβαζαν μαζί τον Αιχμάλωτο του Καυκάσου του Πούσκιν: όλα φαίνονταν να τους φέρνουν κοντά.

Ωστόσο, αυτή η αρχή της ερωτικής ιστορίας τους, αν υπήρξε ποτέ, εξαφανίστηκε λίγες εβδομάδες αργότερα με την άφιξη του πρίγκιπα Ν..., ο οποίος είχε έρθει από την Αγία Πετρούπολη στην πόλη Ο. για να επιθεωρήσει τη στρατολόγηση νεοσυλλέκτων. Ο πρίγκιπας ήταν ένας ελκυστικός 25χρονος αξιωματικός, με αυτοπεποίθηση και με πλούσια εμπειρία σε ερωτικές περιπέτειες. Ο συνεσταλμένος Τσουλκατούριν ένιωσε αμέσως κρυφή εχθρότητα προς τον επισκέπτη, ο οποίος ωστόσο τον αντιμετώπισε συγκαταβατικά. Ήταν καλοδεχούμενος από τους γονείς της Λίζας, γεγονός που αναστάτωσε περισσότερο τον φτωχό αξιωματούχο της Μόσχας. Ως αποτέλεσμα, η Λίζα τον ερωτεύτηκε παράφορα και άρχισε να γίνεται απόμακρη και αδιάφορη, ακόμη και ενοχλημένη, από τον Τσουλκατούριν, ο οποίος συνειδητοποίησε ότι η παρουσία του στο σπίτι των Οζόγκιν γινόταν όλο και πιο ανεπιθύμητη. Όλη η προσοχή ήταν στραμμένη στον πρίγκιπα N., τον οποίο πλέον αντιμετώπιζαν ως μελλοντικό γαμπρό της Λίζας. Ο πρίγκιπας τους επισκέπτονταν συχνά και γοήτευε τους πάντες με τις ρητορικές του ικανότητες, το λεπτό και γεμάτο ψυχή παίξιμο πιάνου, το αστραφτερό χιούμορ και το ταλέντο του στη ζωγραφική. Ο Οζόγκιν σύντομα φαντάστηκε την κόρη του μελλοντική πριγκίπισσα.[4]

 
Ο Ιβάν Τουργκένιεφ

Σε έναν χορό στο κτήμα των Οζόγκιν, και ενώ ο πρίγκιπας βρισκόταν στο επίκεντρο όλων, ο Τσουλκατούριν, εντελώς μόνος, απαρατήρητος, παραμελημένος από όλους και σε κατάσταση πάθους, πρόσβαλε τον πρίγκιπα αποκαλώντας τον «αδειανό κεφάλι της Πετρούπολης». Ακολούθησε πρόκληση για μονομαχία, η οποία έγινε στο ίδιο άλσος όπου έκαναν ρομαντικές βόλτες με τη Λίζα. Ο Τσουλκατούριν πυροβόλησε πρώτος και τραυμάτισε τον πρίγκιπα και αυτός με τη σειρά του πυροβόλησε σκόπιμα στον αέρα, προκαλώντας ακόμη μεγαλύτερη προσβολή στον νεαρό αξιωματούχο.

Μετά τη γελοιοποίησή του στη μονομαχία, όλες οι πόρτες της πόλης και ιδιαίτερα το σπίτι των Οζόγκιν έκλεισαν για πάντα για τον Τσουλκατούριν. Ο πρίγκιπας ξαφνικά έφυγε από την πόλη, απογοητεύοντας τις προσδοκίες της Λίζας. Ωστόσο, η κοπέλα άντεξε το χτύπημα στωικά, λέγοντας σε μια ιδιωτική συνομιλία στον κήπο στον οικογενειακό φίλο Μπεζμένκοφ, ο οποίος επίσης λάτρευε τη Λίζα και έγινε ο έμπιστος της στενοχώριας της, ότι ήταν έτοιμη να ζήσει με τις αναμνήσεις του έρωτά της για τον πρίγκιπα και ήταν ευτυχισμένη που τον αγάπησε. Ο Τσουλκατούριν έγινε μάρτυρας αυτής της μυστικής συνάντησης και η συνομιλία που κρυφάκουσε απέβη μοιραία για την ψυχοσυναισθηματική και σωματική του κατάσταση. Δύο εβδομάδες αργότερα, η Λίζα παντρεύτηκε τον Μπεζμένκοφ, θάβοντας οριστικά τις ελπίδες του Τσουλκατούριν, ο οποίος σύντομα αρρώστησε. [5]

Η τραγωδία του «περιττού ανθρώπου»

Επεξεργασία

Ο Τουργκένιεφ παρουσιάζει την τραγωδία της ζωής ενός «περιττού ανθρώπου»: χωρίς συγγενείς, φίλους και γνωστούς, προσβεβλημένου, ταπεινωμένου, παρεξηγημένου από τους γύρω του και εξοβελισμένου από την υψηλή κοινωνία.

Ο όρος εξακολουθεί να χρησιμοποιείται από τους ιστορικούς της λογοτεχνίας για να ορίσει έναν άνθρωπο ιδεαλιστή, ίσως ταλαντούχο και ικανό, ο οποίος δεν εντάσσεται στα κοινωνικά πρότυπα, απορρίπτει τις συμβατικές αξίες και είναι ανίκανος ή απρόθυμος να προσαρμοστεί στις πρακτικές πραγματικότητες της ζωής.[6]

Μετάφραση στα ελληνικά

Επεξεργασία
  • Το ημερολόγιο ενός περιττού ανθρώπου, μετάφραση: Βασίλης Ντινόπουλος, εκδόσεις Ερατώ, 2011 [7]

Παραπομπές

Επεξεργασία