Φωτεινότητα
Το λήμμα δεν περιέχει πηγές ή αυτές που περιέχει δεν επαρκούν. |
Στην Οπτική με τον όρο φωτεινότητα χαρακτηρίζεται το ποσό φωτεινής ενέργειας που πέφτει πάνω σε μια μοναδιαία επιφάνεια, (που έχει δηλαδή εκληφθεί ως μονάδα μέτρησης), ανά δευτερόλεπτο. Πρόκειται δηλαδή για φωτομετρικό μέγεθος που αναφέρεται σε μια φωτιζόμενη επιφάνεια και που ορίζεται ως ο λόγος της φωτεινής ροής που δέχεται αυτή ως προς το μέγεθός της.
Η φωτεινότητα ή φωτισμός των επιφανειών, που φωτίζονται ομοιόμορφα, εξαρτάται από τρεις παράγοντες: Την ένταση της φωτεινής πηγής, την απόσταση της πηγής από την επιφάνεια και τον προσανατολισμό της επιφάνειας, ως προς τη διεύθυνση των φωτεινών ακτίνων που προσπίπτουν σ΄ αυτή.
Μονάδα μέτρησης φωτεινότητας (και εν προκειμένω του φωτισμού ως μέτρου) κατά συστήματα:
- 1.) Στο Διεθνές Σύστημα (SI) είναι το λουξ, διεθνές σύμβολο το lx, που ισούται με ένα λούμεν (lm) ανά τετραγωνικό μέτρο (1 lm/m2).
- 2.) Στο δε Μετρικό Σύστημα CGS είναι το φωτ, διεθνές σύμβολο ph, που αντιστοιχεί σε 1 λούμεν ανά τετραγωνικό εκατοστόμετρο (1 lm/cm2').
- Προσοχή: Δεν θα πρέπει να συγχέεται η φωτεινότητα με τη λαμπρότητα φωτεινής πηγής που είναι τελείως διαφορετικό φωτομετρικό μέγεθος, η πρώτη αφορά το φωτισμό επιφάνειας, ενώ η δεύτερη ένταση φωτεινής πηγής. Επίσης η μονάδα μέτρησης ph (φωτ) με τη μονάδα pH (πε-χα).
Φωτεινότητα ενός επιταχυντή
ΕπεξεργασίαΗ φωτεινότητα ενός ανιχνευτή σωματιδίων αναφέρεται στην ένταση της ακτινοβολίας που ανιχνεύει ο ανιχνευτής. Δίνει τον αριθμό των σωματιδίων ή φωτονίων ανά μονάδα επιφάνειας και χρόνου που φθάνουν στον ανιχνευτή.
Η φωτεινότητα εξαρτάται από διάφορους παράγοντες, όπως η πηγή ακτινοβολίας, η γεωμετρία του ανιχνευτή και η ενέργεια των σωματιδίων ή φωτονίων. Μια μεγαλύτερη φωτεινότητα σημαίνει ότι περισσότερα σωματίδια ή φωτόνια ανά μονάδα χρόνου φθάνουν στον ανιχνευτή, με αποτέλεσμα να αυξάνεται η πιθανότητα εντοπισμού σημάτων από τον ανιχνευτή.
Η φωτεινότητα είναι ένας σημαντικός παράμετρος στην υψηλή ενεργειακή φυσική και μετριέται, για παράδειγμα, σε πειράματα στο Large Hadron Collider (LHC) του CERN, προκειμένου να αυξηθεί η πιθανότητα σύγκρουσης μεταξύ δυο δέσμεων σωματιδίων και να διευκολυνθεί η ανακάλυψη νέων σωματιδίων.