Χιλιετία είναι μία χρονική περίοδος ίση με χίλια έτη (χρόνια). Ο όρος συχνότερα αναφέρεται στις «ημερολογιακές» χιλιετίες, που είναι συνδεμένες σε κάποιο συγκεκριμένο ημερολόγιο, από την αρχή του οποίου και αρχίζει η μέτρησή τους. Μπορεί ωστόσο να αναφέρεται και σε χρονικό διάστημα που αρχίζει οποτεδήποτε. Συχνά με τις παραπάνω σημασίες αναφέρεται και η λέξη χιλιετηρίδα, πράγμα που είναι λάθος, καθώς χιλιετηρίδα σημαίνει την επέτειο των χιλίων ετών από κάποιο γεγονός, τη χιλιοστή επέτειο.

Συζήτηση για τους εορτασμούς της «νέας χιλιετίας»

Επεξεργασία

Στο κοινό σε όλες τις δυτικές χώρες Γρηγοριανό Ημερολόγιο, η αρχή της πρώτης χιλιετίας ορίσθηκε ως η αρχή του έτους 1 μ.Χ.. Επομένως, η κάθε περίοδος (χρονικό διάστημα) 1000 ετών τελειώνει σε έτος με αριθμό που έχει τρία μηδενικά. Ωστόσο, στην πράξη υπάρχουν δύο απόψεις, η παραπάνω, που στηρίζεται στην ορθή λειτουργία του ημερολογίου, και μία που υιοθετεί το ευρύτερο «λαϊκό αίσθημα».

Μία ευρύτερη συζήτηση έλαβε χώρα σχετικά με τους εορτασμούς για το έτος 2000 ως προς το αν η έναρξή του θα έπρεπε να εορτάζεται ως η έναρξη μιας νέας ημερολογιακής χιλιετίας. Ιστορικά, υπήρξε παρόμοια συζήτηση περί τις αλλαγές προηγούμενων δεκαετιών και αιώνων.

Η επιστημονική άποψη: xx01–xx00

Επεξεργασία

Η άποψη ότι η άφιξη της νέας χιλιετίας θα έπρεπε να είχε εορτασθεί κατά τη μετάβαση από το έτος 2000 στο 2001, δηλαδή στις 31 Δεκεμβρίου 2000), στηρίζεται στο ότι στο Γρηγοριανό (όπως και στο Ιουλιανό ή «παλαιό» ημερολόγιο) δεν υπήρξε έτος 0 (μηδέν). Επομένως, το πρώτο χρονικό διάστημα χιλίων πλήρων ετών αρχίζει με την αρχή του 1 μ.Χ. και τελειώνει στο τέλος του 1000 μ.Χ., οπότε η αρχή της Β΄ χιλιετίας μ.Χ. έλαβε χώρα την 1η Ιανουαρίου 1001 μ.Χ.. Ακριβώς χίλια χρόνια μετά άρχισε η Γ΄ χιλιετία, δηλαδή την 1η Ιανουαρίου 2001 μ.Χ.. Οι υποστηρικτές της αντίθετης απόψεως υποστηρίζουν ότι η νέα χιλιετία άρχισε μαζί με το έτος 2000 (εξαιτίας των αλλαγών που έγιναν κατά τη μετάβαση από το Ιουλιανό στο Γρηγοριανό Ημερολόγιο το 1582, ή επειδή η πρώτη χιλιετία άρχισε το 1 μ.Χ. αλλά έληξε το 999 μ.Χ., όντας η μόνη (μαζί με την τελευταία π.Χ.) που δεν είχε 1000 χρόνια, αλλά 999).

Ο Άρθουρ Κλαρκ έδωσε την εξής αναλογία (από δήλωση στο Πρακτορείο Ρόιτερ): «Αν η ζυγαριά του οπωροπώλη σας είχε κλίμακα που άρχιζε στο 1 αντί για το 0, θα ήσασταν ικανοποιημένοι όταν θα ισχυριζόταν ότι σας είχε δώσει 10 κιλά τσάι;». Αυτή η δήλωση αντικατοπτρίζει την κοινή σύγχυση για το ημερολόγιο.

Η δημοφιλής και λανθασμένη άποψη : xx00–xx99

Επεξεργασία

Το «έτος 2000» υπήρξε από παλιά μία δημοφιλής φράση αναφερόμενη σε ένα συχνά ουτοπικό μέλλον, ή ένα έτος στο οποίο λάβαιναν χώρα μυθιστορίες σε ένα τέτοιο μέλλον, προσθέτοντας έτσι στην πολιτιστική του σημασία. Δόθηκε εξάλλου δημοσιότητα στον αποκληθέντα «Ιό του 2000». Με αυτό τον τρόπο, το «λαϊκιστικό» επιχείρημα ήταν ότι και η νέα χιλιετία θα έπρεπε να ξεκινά όταν τα 0 του 2000 «γύρισαν», δηλαδή στο τέλος της 31 Δεκεμβρίου 1999. Οι άνθρωποι αισθάνθηκαν ότι η μεταβολή του ψηφίου των εκατοντάδων ετών στον αριθμό του έτους, σήμαινε ότι και ένας νέος αιώνας και χιλιετία είχαν αρχίσει εκείνη τη στιγμή. Αυτή είναι παρόμοια με τη συνηθισμένη «ονοματοδοσία» των δεκαετιών από τα σημαντικότερα ψηφία τους, π.χ. το διάστημα από το 1980 ως το 1989 ως τη «δεκαετία του 80». Παρόμοια, θα ήταν έγκυρο να εορτασθεί το έτος 2000 ως ένα πολιτιστικό γεγονός καθεαυτό και να αποκληθεί η περίοδος 2000 ως 2999 ως «η χιλιετία του 2000».

Οι περισσότεροι ιστορικοί συμφωνούν ότι ο Διονύσιος ο Μικρός όρισε την ημερομηνία γεννήσεως του Χριστού ως την 25η Δεκεμβρίου του έτους πριν το 1 μ.Χ. (History Today, Ιούνιος 1999, σ.60). Αυτό αντιστοιχούσε στην πίστη ότι το ίδιο το έτος της γεννήσεώς του το θεωρούσαν πολύ ιερό ώστε να το αναφέρουν, όπως και στο ότι το 1 ήταν «το πρώτο έτος της ζωής του Κυρίου».

Παρόμοια, το 1000 μ.Χ. η Εκκλησία απεθάρρυνε ενεργά κάθε ιδιαίτερη αναφορά στο έτος εκείνο, ενώ στη νεότερη εποχή ονόμασε το 2000 μ.Χ. ως το «έτος του ιωβηλαίου» που σημείωνε τη δισχιλιοστή επέτειο της γεννήσεως του Χριστού.

Η λαϊκή προσέγγιση

Επεξεργασία

Η άποψη που υιοθέτησε η πλειοψηφία των ανθρώπων ήταν η αντιμετώπιση του τέλους του 1999 ως τέλους και της χιλιετίας και ο εορτασμός του «μιλένιουμ» τα μεσάνυχτα της 31ης Δεκεμβρίου 1999 προς την 1η Ιανουαρίου 2000, σε συμφωνία με την άποψη 2. Η πολιτιστική και ψυχολογική σημασία των παραπάνω συνετέλεσαν στο να προκαλέσουν εορτασμούς της χιλιετίας 1 έτος νωρίτερα από την επίσημη Γρηγοριανή ημερομηνία. Αυτό δεν σημαίνει βέβαια ότι η επιμονή στη Γρηγοριανή αλλαγή της χιλιετίας είναι λάθος, μολονότι κάποιοι τη βλέπουν ως σχολαστικότητα.

Ο επιστήμονας Στήβεν Τζέι Γκουλντ έγραψε (Dinosaur in a Haystack, 1995) ότι οι εορτασμοί και οι ανακοινώσεις των εφημερίδων τοποθέτησαν την είσοδο στον εικοστό αιώνα στο σύνορο μεταξύ 1900 και 1901. Ο συγγραφέας Ντάγκλας Άνταμς υπεγράμμισε την αίσθηση ότι όσοι προτιμούσαν ένα εορτασμό το 2001 ήταν σχολαστικοί που «χαλούσαν τη γιορτή» στο σύντομο ηλεκτρονικό του άρθρο Significant Events of the Millennium. Το ίδιο αίσθημα αναδύθηκε όταν το 1997 ο Αυστραλός πρωθυπουργός Τζον Χάουαρντ τόλμησε να υπερασπιστεί τον εορτασμό της χιλιετίας το 2001, οπότε αποκλήθηκε ο «χαλαστής του πάρτι του αιώνα» ("the party pooper of the century") από τοπικές εφημερίδες.

Δείτε επίσης

Επεξεργασία

Εξωτερικοί σύνδεσμοι

Επεξεργασία