Τη νύχτα των Χριστουγέννων, συμβολικό χαρακτήρα παίρνει το άναμμα της φωτιάς στο τζάκι του κάθε σπιτιού.

Λατρευτικά έθιμα Επεξεργασία

Σύμφωνα με την παράδοση, πρέπει σε κάθε σπίτι να καίει η φωτιά όχι μόνο για να αποτρέπονται οι ανεπιθύμητοι καλικάντζαροι αλλά και για να ζεσταθεί ο μικρός Χριστός. Έτσι το πιο διαλεκτό και μεγάλο κούτσουρο, φυλαγμένο ως τότε, το προσκομίζουν στο τζάκι την παραμονή και το ραίνουν με αμύγδαλα και καρύδια, με ξηρούς δηλαδή καρπούς της περασμένης πλέον χρονιάς. Τα παιδιά του σπιτιού τρέχουν τότε να μαζέψουν τα «καταχύσματα» αυτά, όπως μαζεύουν τα κουφέτα που ρίχνουν στους νεόνυμφους στην εκκλησία. Το κούτσουρο αυτό με το άναμμά ονομάζεται Χριστόξυλο.

Σε μερικά μέρη τη φωτιά αυτή των Χριστουγέννων, πριν την ανάψουν ή και μετά, τη σταυρώνουν τρεις φορές, χύνοντας επάνω της σταυρωτά κρασί κόκκινο. Δηλαδή επιβιώνει ακέραια η αρχαία τελεστική σπονδή που συνηθιζόταν να γίνεται στην «ιερή εστία» του σπιτιού.

Επίσης με το άναμμα του Χριστόξυλου, σε πολλά μέρη οι γεωργοί φέρνουν κοντά στη φωτιά γεωργικά εργαλεία που τα μετατρέπουν σε λιβανιστήρια, βάζοντας επάνω κάρβουνα και θυμίαμα και θυμιατίζουν τα δωμάτια, τα πρόσωπα, το στάβλο, τα ζώα κλπ. Επίσης σε κάποια μέρη διαλέγουν ένα παιδί για να ανακατέψει τη φωτιά δίνοντάς του ένα ραβδί. Ανακατεύοντας τη φωτιά λέει τη ευχή και μαζί προφητεία: «Πουλιά, κατσίκια, αρνιά, γρόσια», δηλαδή την άνοιξη οι κότες να γεννήσουν πολλά μικρά, και πλούσια κτηνοτροφία που θα φέρει πολλά κέρδη).

Όταν τελειώσει το Δωδεκαήμερο, πολλοί πιστεύουν ότι η στάχτη από το Χριστόξυλο έχει χρήσιμες διότητες για τη σοδειά των χωραφιών, γι' αυτό και τη μαζεύουν και μετά τα Θεοφάνια τη ρίχνουν στο νιόβγαλτο γέννημα.

Δεν θα πρέπει να συγχέεται η στάχτη του Χριστόξυλου με τις στάχτες όλου του Δωδεκαήμερου που έχουν σχέση με το έθιμο των καλικάντζαρων

Με τα έθιμα αυτά γίνεται παραδεκτός ο γεωργικός χαρακτήρας των Χριστουγέννων.

Πανάρχαια λατρεία Επεξεργασία

Σε αντίθεση με τη φωτιά στο τζάκι των σπιτιών, κατά τη περίοδο των Χριστουγέννων, οι υπαίθριες φωτιές έχουν πανάρχαια καταγωγή. Θα ήταν παρακινδυνευμένο όμως να υποστηρίξουμε ότι είναι αυστηρά αρχαίο ελληνικό έθιμο επειδή δεν βρέθηκαν ανάλογες περιγραφές σε άλλους πολιτισμούς, όταν αυτό ανάγεται στη παρατήρηση.

Ο αρχαίος κόσμος πρόσεξε στην εποχή του χειμώνα πως σταδιακά ο Ήλιος φώτιζε όλο και λιγότερο (χειμερινό ηλιοστάσιο), έτσι άρχισαν να φοβούνται πως μετά από κάποια νύκτα δεν θα ξημέρωνε ποτέ. Κοντά στο χειμερινό ηλιοστάσιο, αντιλήφθηκαν πως έπαψε να λιγοστεύει η ημέρα και αντίθετα αυτή να αυξάνει. Τότε άναψαν μεγάλες φωτιές και πανηγύριζαν τη «νίκη» του Θεού Ήλιου έναντι του Θεού Κρόνου. Γι' αυτό και οι γιορτές των Κρονίων ήταν οι μόνες γιορτές που τιμούσαν «ήττα» Θεού σε αντίθεση με όλες τις άλλες, που ήταν ικετικές ή θριαμβικές.

Επειδή λοιπόν δεν είχαν οι προϊστορικοί εκείνοι πρόγονοι τη γνώση να εξηγήσουν το φαινόμενο αυτό, αποδέχθηκαν να το εορτάζουν ετήσια, φοβούμενοι μη τυχόν και χωρίς αυτές τις εορτές δεν επαναληφθεί το γεγονός αυτό.

Συνέχεια όλων αυτών είναι σήμερα το παγκόσμιο πλέον έθιμο να φωταγωγούνται ιδιαίτερα στις εορτές των Χριστουγέννων οικίες, πλατείες, δρόμοι, δημόσια κτίρια κλπ. με πλουμιστά λαμπιόνια και με ιδιαίτερες ακόμη εκδηλώσεις κατά την έλευση του νέου έτους, με χρήση και βεγγαλικών.

Δείτε επίσης Επεξεργασία

Πηγές Επεξεργασία