Τα ακυλαλογονίδια ή αλογονίδια καρβονικών οξέων είναι οργανικές χημικές ενώσεις που είναι άμεσα παράγωγα των καρβονικών οξέων, με υποκατάσταση του υδροξυλίου του καρβοξυλίου τους από αλογόνο. Ο γενικός τους τύπος είναι, λοιπόν, RCOX, όπου R η υπόλοιπη, μετά το πρώην καρβοξύλιο ένωση, CO το καρβονύλιο του πρώην υδροξυλίου και X το αλογόνο. Η χαρακτηριστική ομάδα των ακυλαλογονιδίων (-COX) ονομάζεται αλοφορμική ομάδα και χαρακτηρίζεται κύρια, εκτός αν στην οργανική ένωση συνυπάρχουν καρβοξύλια, ομάδες άλλων οργανικών οξέων (όπως π.χ. σουλφοξυομάδες) ή και εστερικές ομάδες. Στην περίπτωση που μια οργανική ένωση περιέχει αλοφορμική ομάδα ως δευτερεύουσα χαρακτηριστική ομάδα, δεν χαρακτηρίζεται ακυλαλογονίδιο, αν και η αλοφορμική ομάδα διατηρεί τις ιδιότητές της.

Γενικός τύπος ακυλαλογονιδίων

Ονοματολογία Επεξεργασία

Η ονομασία κάθε ακυλαλογονιδίου προέρχεται από την ονομασία του κύριου υδρογονάνθρακα (που κυριαρχεί στην αλυσίδα του μορίου της) όπου η κατάληξη "-ιο", αντικαθίσταται με την "-οϋλοαλογονίδιο", π.χ. μεθάνιο → μεθανοϋλοαλογονίδιο, αιθάνιο → αιθανοϋλοαλογονίδιο, προπάνιο → προπανοϋλοαλογονίδιο, προπένιο → προπενοϋλοαλογονίδιο, κ.τ.λ..

Η τυχόν παρουσία και δεύτερης αλοφορμικής ομάδας σημειώνεται με ένα πρόθεμα -δι-. Π.χ. αιθανοδιοϋλοαλογονίδιο, προπανοδιοϋλοαλογονίδιο, κ.τ.λ.. Αν τυχόν υπάρχουν περισσότερες ή αν είναι απαραίτητο για λόγους απλούστευσης της ονομασίας της ένωσης, οι αλδεϋδομάδας μπορούν να μπουν και ως υποκαταστάτες, με τον αύξοντα αριθμό του ανθρακοατόμου της κύριας αλυσίδας στο οποίο ενώνεται η αλδεϋδομάδα και το πρόθεμα «αλοφορμυλο-». Π.χ. 2-αλοφορμυλοπενταανοδιοϋλοαλογονίδιο.

Αν συνυπάρχουν δευτερεύουσες χαρακτηριστικές ομάδες, αυτές μπαίνουν ως προθέματα μπροστά από το κυρίως όνομα της αλδεΰδης, με τους αριθμούς θέσης τους, αν είναι απαραίτητο. Π.χ. 2-αμινοαιθανοϋλοαλογονίδιο.

Ακυλογονίδια με εμπειρικές ονομασίες Επεξεργασία

  1. Φορμυλοχλωρίδιο ή μεθυλοϋλοχλωρίδιο.
  2. Ακετυλοχλωρίδιο ή αιθανοϋλοχλωρίδιο.

Παραγωγή Επεξεργασία

1. Τα ακυλοχλωρίδια παράγονται με επίδραση χλωριωτικών μέσων στα αντίστοιχα καρβονικά οξέα:

α. Με θειονυλοχλωρίδιο (SOCl2):

 

β. Με πενταχλωριούχο φωσφόρο (PCl5):

 

γ. Με τριχλωριούχο φωσφόρο (PCl3):

 

2. Τα ακυλοβρωμίδια παράγονται με επίδραση βρωμιωτικών μέσων στα αντίστοιχα καρβονικά οξέα:

Με τριβρωμιούχο φωσφόρο (PBr3):

 

3. Τα ακυλοφθορίδια παράγονται με επίδραση Hg2F2 στα αντίστοιχα ακυλοχλωρίδια ή ακυλοχρωμίδια:

 

4. Τα ακυλοϊωδίδια παράγονται με επίδραση υδροϊωδίου (HI) στα αντίστοιχα ακυλοχλωρίδια ή ακυλοχρωμίδια:

 

Παράγωγα ακυλαλογονιδίων Επεξεργασία

  • Τα ακυλαλογονίδια γενικά είναι τα κατεξοχήν ακυλιωτικά μέσα, δηλαδή μπορούν να προσαρτούν σε διάφορες ενώσεις την ομάδα RCO-.

1. Υδρόλυση προς καρβονικά οξέα:

 

2. Αλκοόλυση προς εστέρα:

 

3. Αμμωνιόλυση προς αμίδιο:

α. Με NH3:

 

β. Με πρωτοταγείς αμίνες προς αλκυλαμίδιο:

 

γ. Με δευτεροταγείς αμίνες προς διαλκυλαμίδιο:

 

4. Επίδραση με άλατα καρβονικών οξέων προς ανυδρίτη καρβονικού οξέος:

 

5. Ακυλίωση αρωματικών ενώσεων κατά Friedel-Crafts:

 

6. Παραγωγή ακετυλαλομαγνησιακών ενώσεων:

 

7. Αναγωγή:

α. Με καταλυτική υδρογόνωση προς αλδεΰδη ή και προς πρωτοταγή αλκοόλη:

 

β. Με LiAlH4 ή NaBH4 απευθείας προς πρωτοταγή αλκοόλη:

 

8. Με επίδραση διαζωμεθανίου προς καρβονικό οξύ:

 

Πηγές Επεξεργασία

  • Γ. Βάρβογλη, Ν. Αλεξάνδρου, Οργανική Χημεία, Αθήνα 1972
  • Α. Βάρβογλη, «Χημεία Οργανικών Ενώσεων», παρατηρητής, Θεσσαλονίκη 1991
  • SCHAUM'S OUTLINE SERIES, ΟΡΓΑΝΙΚΗ ΧΗΜΕΙΑ, Μτφ. Α. Βάρβογλη, 1999
  • Ασκήσεις και προβλήματα Οργανικής Χημείας Ν. Α. Πετάση 1982
  • Δημήτριου Ν. Νικολαΐδη: Ειδικά μαθήματα Οργανικής Χημείας, Θεσσαλονίκη 1983.