Tο Αμβροσιανό μέλος ή Αμβροσιανό άσμα (λατινικά: Cantus Ambrosianus‎‎) είναι η ρυθμική έμμετρη αντιφωνική[Σημ 1] ψαλμωδία που εισήγαγε στην Δυτική Εκκλησία τον 4ο αιώνα ο Άγιος Αμβρόσιος βασιζόμενος στο τυπικό λειτουργικό των Εκκλησιών της Ανατολής εκείνων των χρόνων [1].

Ιστορικό Επεξεργασία

Ο Άγιος Αμβρόσιος, χειροτονήθηκε επίσκοπος Μεδιολάνων (όνομα του σημερινού Μιλάνου της Ιταλίας) στις 7 Δεκεμβρίου του 374 μ.Χ. Εκτός των λατινικών ρητορικών σπουδών του γίνεται γνώστης και της ελληνικής παιδείας μελετώντας τον Όμηρο, τους ιστορικούς και τους φιλοσόφους της Ελληνικής αρχαιότητας[2]. Θέλοντας να καταπολεμήσει την αίρεση του Άρειου αποφασίζει να πραγματοποιήσει μεταρρύθμιση στο απλό Λατινικό λειτουργικό της Εκκλησίας για να ενδυναμωθεί το Χριστιανικό αίσθημα των πιστών. Βαθιά επηρεασμένος από τα λατρευτικά λειτουργικά τυπικά των Ανατολικών Εκκλησιών συστηματοποιεί την απλή Λατινική τελετή δημιουργώντας Εκκλησιαστικό Τυπικό[3].

Αμβροσιανό άσμα (cantus ambrosianus) Επεξεργασία

Κατά τα πρώτα χριστιανικά χρόνια οι απλοί ύμνοι που έψαλαν ( ακολουθώντας τις ελληνικές αρχαίες κλίμακες) οι πιστοί στις εκκλησιαστικές συγκεντρώσεις τους ήταν παρμένοι από την εβραϊκή θρησκευτική παράδοση. Ο φόβος της ανακάλυψης της συγκέντρωσης των πιστών απαγόρευσε την χρήση μουσικών οργάνων (λόγω των διωγμών), πρακτική που συνεχίστηκε στο Βυζαντινό τυπικό. Μετά την καθιέρωση του Χριστιανισμού η λειτουργία και η υμνωδία εμπλουτίζονται και δημιουργείται στο Βυζάντιο η «αντιφωνία», ο χωρισμός των ψαλτών σε αριστερό και δεξιό χορό[4]. Αυτό το αντίφωνο μέλος το διαμόρφωσε ο Αγ. Αμβρόσιος και καθιέρωσε έτσι την Λατινική ψαλμωδία. Βασιζόμενος στους τέσσερεις πρότυπους Ελληνικούς μουσικούς ήχους με τις εθνικές ονομασίες (Δώριος, Λύδιος, Φρύγιος, Μιξολύδιος ) δημιουργεί τους δικούς ήχους αλλάζοντας την ονομασία των εθνικών ονομάτων αντιστοίχως σε Πρώτο ήχο, Δεύτερο, Τρίτο, Τέταρτο[5]. Η μέθοδος αυτή θα καταγραφεί στο βιβλίο του Antiphonarium και αποτελεί την βάση στο ευρωπαϊκό μουσικό σύστημα. Καθιερώνεται με αυτό τον τρόπο το Αμβροσιανό άσμα το οποίο αργότερα τροποποιείται και αναπτύσσεται από τον Πάπα Γρηγόριο στο Γρηγοριανό μέλος[6].

Αμβροσιανά άσματα Επεξεργασία

Γνωστοί λατινικοί ύμνοι γραμμένοι σε "ιαμβικό δίμετρο" που αποδίδονται στον Άγιο Αμβρόσιο είναι: Deus Creator Omnium, Jam surgit hora tertia, Veni redemptor gentium, Intende qui regis Israel[7].

Σημειώσεις Επεξεργασία

  1. Το ψαλμωδικό αντίφωνο (ἀντί «απέναντι» και φωνή ) το καθιέρωσε στην δυτική χριστιανοσύνη ο Άγιος Αμβρόσιος και πρόκειται για στίχο που τραγουδιέται ως ρεφρέν στην ψαλμωδία με σκοπό να αναδείξει την θρησκευτική της ιδέα.


Παραπομπές Επεξεργασία

  1. Christofer Headington (1993). «Τόμος 1,σελίδα 25, Η μουσική των πρώτων Χριστιανών». Η Ιστορία της Δυτικής Μουσικής. Αθήνα: Gutenberg. σελ. 254. ISBN 960-01-0481-6. 
  2. Θρησκευτική και Ηθική Εγκυκλοπαίδεια (1963). «Τόμος 2, σελίδα 272 Αμβρόσιος-Η Ελληνική παιδεία (σελίδα 274)». Αθήνα: Αθ. Μαρτίνος. σελ. 1246.  Missing or empty |title= (βοήθεια)
  3. Θρησκευτική και Ηθική Εγκυκλοπαίδεια (1966). «Τόμος 8,σελίδα 199 Λειτουργικοί Τύποι-Λειτουργικοί τύποι της Δύσεως σελιδα 207 Δ) Αμβροσιανός τύπος». Αθήνα: Αθ. Μαρτίνος. σελ. 1246.  Missing or empty |title= (βοήθεια)
  4. Karl Nef (1985). «Η Βυζαντινή μουσική, σελίδα 60». Ιστορία της Μουσικής. Αθήνα: Ν Βότσης. σελ. 637. 
  5. Γεώργιος Ι. Παπαδόπουλος (2011). «Οι από του Δ΄αιώνος μέχρι του ιερού Δαμασκηνού υμνογράφοι και μελοποιοί, σελίδα 93». Ιστορική Επισκόπηση της Βυζαντινής Εκκλησιαστικής Μουσικής. Κατερίνη: Τέρτιος. σελ. 342. ISBN 960-7297-05-9. 
  6. Μεγάλη ΅Ελληνική εγκυκλοπαίδεια (1928). «Τόμος 4,σελίδα 200». Αμβρόσιος- Αμβροσιανή λειτουργία-υμνωδία. Αθήνα: Φοίνιξ ΕΠΕ. σελ. 952. 
  7. Karl Nef (1985). «Χριστιανική εποχή- το Εκκλησιαστικό τραγούδι, σελίδα 59». Ιστορία της Μουσικής. Αθήνα: Ν. Βότσης. σελ. 636.