Αμπντούρ Ραχμάν Χαν
Ο Αμπντούρ Ραχμάν Χαν (παστού: عبد رحمان خان) (μεταξύ 1840 και 1844 – 1 Οκτωβρίου 1901) ήταν Εμίρης του Αφγανιστάν από το 1880 έως το 1901.[4]
Αμπντούρ Ραχμάν Χαν | |
---|---|
Ο Αμπντούρ Ραχμάν Χαν | |
Γενικές πληροφορίες | |
Όνομα στη μητρική γλώσσα | عبد رحمان خان (Πάστο) |
Γέννηση | 1844[1][2] ή 1840 Καμπούλ |
Θάνατος | 1 Οκτωβρίου 1901 Καμπούλ |
Τόπος ταφής | Καμπούλ |
Χώρα πολιτογράφησης | Αφγανιστάν |
Θρησκεία | Σουνιτισμός |
Πληροφορίες ασχολίας | |
Ιδιότητα | πολιτικός |
Οικογένεια | |
Τέκνα | Νασρουλάχ Χαν Χαμπιμπουλάχ Χαν |
Γονείς | Μοχαμάντ Αφζάλ Χαν[3] |
Συγγενείς | Sardar Muhammad Ishaq Khan (ξάδελφος) |
Οικογένεια | Δυναστεία των Μπαρακζάι |
Αξιώματα και βραβεύσεις | |
Αξίωμα | Εμίρης του Αφγανιστάν (1880–1901) |
Βραβεύσεις | Μεγαλόσταυρος Ιππότης του Τάγματος του Λουτρού |
Σχετικά πολυμέσα | |
Ήταν ο τρίτος γιος του Μοχαμάντ Αφζάλ Χαν, και εγγονός του Ντοστ Μοχαμάντ Χαν. Ο Αμπντούρ Ραχμάν Χαν αποκατέστησε την αφγανική κυβέρνηση μετά την αταξία που ακολούθησε τον Β΄ Αγγλοαφγανικό Πόλεμο.
Έγινε γνωστός ως o Σιδηρούς Εμίρης επειδή η διακυβέρνησή του χαρακτηριζόταν από στρατιωτικό δεσποτισμό που βασιζόταν σε έναν καλά διορισμένο στρατό με διοίκηση από αξιωματούχους απόλυτα υποταγμένους με άκαμπτη θέληση και ελεγχόμενοι από ένα ευρύτατο σύστημα κατασκοπείας,[5] και για τη διάλυση εξεγέρσεων διάφορων φυλών οι οποίες καθοδηγούνταν από τους συγγενείς του[6] μία εκ των οποίων είχε ως αποτέλεσμα τη δολοφονία και απομάκρυνση του 60% του πληθυσμού των Χάζαρων.[7]
Παρασκήνιο και πρώτα χρόνια
ΕπεξεργασίαΠριν από το θάνατό του στη Χεράτ, στις 9 Ιουνίου 1863, ο παππούς του Αμπντούρ Ράχμαν, ο Ντοστ Μοχαμάντ Χαν, όρισε τον τρίτο γιο του, Σερ Αλί Χαν, ως διάδοχό του, περνώντας τους δύο μεγαλύτερους αδελφούς, Αφζάλ Χαν και Αζαμ Χαν. Αρχικά, ο νέος Εμίρης αναγνωρίστηκε καθολικά. Αλλά μετά από μερικούς μήνες, ο Αφζάλ Χαν οργάνωσε μια εξέγερση στο βόρειο τμήμα της χώρας, όπου διέμενε όταν πέθανε ο πατέρας του. Το γεγονός αυτό προκάλεσε άγρια σύγκρουση για την εξουσία μεταξύ των γιων του Ντοστ Μοχαμάντ, η οποία διήρκεσε σχεδόν πέντε χρόνια.[8] Οι Μουσαχιμπάν είναι απόγονοι του μεγαλύτερου αδελφού του Ντοστ Μοχαμάντ Χαν, του Σουλτάνου Μοχαμάντ Χαν.
Περιγράφεται από τον Αμερικανό μελετητή και εξερευνητή Γιουτζίν Σούιλερ ως «ψηλό άρτιο σώμα, με μεγάλο κεφάλι, και ένα αξιοσημείωτο αφγανικό, σχεδόν εβραϊκό, πρόσωπο».[9] Ο Αμπντούρ Ραχμάν διακρίθηκε για την ικανότητά του και την ενεργητική του τόλμη. Αν και ο πατέρας του, Αφζάλ Χαν είχε έρθει σε συμφωνία με τον Εμίρη Σερ Αλί, η συμπεριφορά του Αμπντούρ στις βόρειες επαρχίες ενέτεινε σε σύντομο διάστημα τις υποψίες του Εμίρη και, όταν κλήθηκε στην Καμπούλ, διέφυγε δια μέσω του Ώξου προς την Μπουχάρα. Ο Σερ Αλί φυλάκισε τον Αφζάλ Χαν και ακολούθησε επανάσταση στο νότιο Αφγανιστάν.[8]
Ο Εμίρης τον κατέστειλε επικρατώντας σε μία μάχη κατά την επανεμφάνιση του Αμπντούρ Ραχμάν στα βόρεια. Η μάχη αυτή αποτέλεσε σήμα για ανταρσία για τα στρατεύματα που βρισκόταν σε αυτές τις περιοχές τα οποία συγκέντρωναν ενόπλους. Μετά από καθυστερήσεις και ασύνδετες μάχες, ο ίδιος και ο θείος του, ο Αζάμ Χαν, κατέλαβαν την Καμπούλ τον Μάρτιο του 1866. Ο Εμίρης Σερ Αλί προέλασε εναντίον τους από την Κανταχάρ. Αλλά στη μάχη που ακολούθησε στο Σεϊχαμπάντ στις 10 Μαΐου εγκαταλείφθηκε από ένα μεγάλο σώμα των στρατευμάτων του και μετά την ήττα του, ο Αμπντούρ Ραχμάν απελευθέρωσε τον πατέρα του Αφζάλ Χαν από τη φυλακή στο Γκαζνί και τον εγκατέστησε στο θρόνο του Εμίρη του Αφγανιστάν. Παρά την ανικανότητα του νέου Εμίρη, και τον φθόνο μεταξύ των διεκδικητών του θρόνου, ο Αμπντούρ Ραχμάν και ο θείος του, καταδίωξαν και πάλι τις δυνάμεις του Σερ Αλί, καταλαμβάνοντας την Κανταχάρ το 1867. Όταν ο Αφζάλ Χαν πέθανε στο τέλος της χρονιάς, ο Αζάμ Χαν έγινε ο νέος ηγέτης, με τον Αμπντούρ Ραχμάν να ορίζεται ως κυβερνήτης της βόρειας επαρχίας. Αλλά προς το τέλος του 1868, η επιστροφή του Σερ Αλί και μία γενική εξέγερση υπέρ του οδήγησαν στην ήττα του Αμπντούρ Ραχμάν και του Αζάμ Χαν στο Τινάχ Χαν στις 3 Ιανουαρίου 1869. Και οι δύο προσπάθησαν να βρουν άσυλο στην ανατολική Κεντρική Ασία, όπου ο Αμπντούρ Ραχμάν τέθηκε υπό Ρωσική προστασία στη Σαμαρκάνδη.[10] Ο Αζάμ πέθανε στην Καμπούλ τον Οκτώβριο του 1869.[8]
Εξορία και διαπραγματεύσεις για την επιστροφή στην εξουσία
ΕπεξεργασίαΟ Αμπντούρ Ραχμάν έζησε σε εξορία στην Τασκένδη. Ο Γενικός Κυβερνήτης της Τασκένδης μετέφερε στον Αμπντούρ Ράχμαν την ευλογία του Ιακώβ, πατριάρχη του Αμπντούρ. Του ζητήθηκε να διασχίσει το Ώξο και να διεκδικήσει τον θρόνο του Εμίρη.[8][10] Τον Μάρτιο του 1880, κατέφθασε στην Ινδία αναφορά ότι ο Αμπντούρ Ραχμάν βρισκόταν στο βόρειο Αφγανιστάν. Ο Γενικός Κυβερνήτης, Λόρδος Λύτον, άρχισε να επικοινωνεί μαζί του, μεταφέροντάς του πως η Βρετανική Κυβέρνηση ήταν διατεθειμένη να αποσύρει τα στρατεύματά της και να αναγνωρίσει τον Αμπντούρ Ραχμάν ως Εμίρη του Αφγανιστάν, με εξαίρεση την Κανταχάρ και ορισμένες περιοχές κοντά της, μετά από διαπραγματεύσεις και μια συνέντευξη με τον Λέπελ Γκρίφιν, τον διπλωματικό εκπρόσωπο της ινδικής κυβέρνησης στην Καμπούλ. Ο Γκρίφιν περιέγραψε τον Αμπντούρ Ραχμάν ως άνθρωπο μεσαίου ύψους, με ένα εξαιρετικά ευφυές πρόσωπο και ειλικρινείς και ευγενείς τρόπους, έξυπνο και ικανό να συζητήσει τα προβλήματα.[8]
Βασιλεία
ΕπεξεργασίαΣτο βασιλικό ανάκτορο ντουρμπάρ, στις 22 Ιουλίου 1880, ο Αμπντούρ Ραχμάν αναγνωρίστηκε επισήμως ως Εμίρης, του δόθηκε βοήθεια σε όπλα και χρήματα και έλαβε την υπόσχεση, σε περίπτωση απρόκλητης ξένης επίθεσης, για περαιτέρω βοήθεια που θα χρειαζόταν για να την αποκρούσει, υπό τον όρο ότι θα ευθυγραμμιζόταν με την εξωτερική πολιτική των Βρετανών. Η εκκένωση του Αφγανιστάν από το Αφγανιστάν διευθετήθηκε με τους προτεινόμενους όρους και το 1881 τα βρετανικά στρατεύματα παρέδωσαν επίσης την Κανταχάρ στον νέο Εμίρη.[8]
Ωστόσο, ο Αγιούμπ Χαν, ένας από τους γιους του Σερ Αλί Χαν, προέλασε προς την πόλη από τη Χεράτ, νίκησε τα στρατεύματα του Αμπντούρ Ραχμάν και κατέλαβε την περιοχή τον Ιούλιο του 1880. Αυτή η σοβαρή εξέγερση περικύκλωσε τον Εμίρη, που δεν είχε δείξει μεγάλη δραστηριότητα. Αντ' αυτού, ο Αγιούμπ Χαν ηττήθηκε στην Κανταχάρ από τον Βρετανό στρατηγό Φρέντερικ Ρόμπερτς την 1η Σεπτεμβρίου 1880. Ο Αγιούμπ Χαν αναγκάστηκε να διαφύγει στην Περσία. Έκτοτε, ο Αμπντούρ Ραχμάν ήταν σταθερά εδραιωμένος στον θρόνο της Καμπούλ, χάρη στις αδιάκοπες βρετανικές προστασίες όσον αφορά την παροχή μεγάλων ποσοτήτων όπλων και χρημάτων. Κατά τη διάρκεια των επόμενων ετών, ο Αμπντούλ Ραχμάν εδραίωσε την εξουσία του σε ολόκληρο το Αφγανιστάν, καταστέλλοντας τις εξεγέρσεις με αμείλικτη και βάναυση χρήση της δεσποτικής εξουσίας του. Ο ισχυροί Γκιλζάι εξεγέρθηκαν ενάντια στη βαρύτητα των μέτρων του αρκετές φορές. Την ίδια χρονιά, ο Αγιούμπ Χαν πραγματοποίησε μια άκαρπη επέλαση από την Περσία.
Το 1885, τη στιγμή που ο Εμίρης βρισκόταν σε διάσκεψη με τον Βρετανό αντιβασιλέα, Λόρδο Ντάφεριν, στην Ινδία, κατέφθασαν ειδήσεις σχετικά με μια αψιμαχία μεταξύ ρωσικών και αφγανικών στρατευμάτων στο Παντζντέχ, σε ένα αμφισβητούμενο σημείο στα βορειοδυτικά σύνορα του Αφγανιστάν. Η στάση του Αμπντούρ Ραχμάν σε αυτή την κρίσιμη συγκυρία είναι ένα καλό παράδειγμα της πολιτικής του οξύνοιας. Για κάποιον που μαχόταν από τη νεαρή ηλικία του, ο οποίος είχε κερδίσει και έχασε πολλές μάχες, η κατατρόπωση ενός αποσπάσματος και η βίαιη καταπάτηση ορισμένων αμφισβητούμενων εδαφών ήταν ένα δυσάρεστο περιστατικό. Αλλά δεν ήταν επαρκής λόγος για να την κλήση των Βρετανών, αν και αυτοί είχαν εγγυηθεί την ακεραιότητα της επικράτειάς του, υπερασπιζόμενοι τα δικαιώματά του με εχθροπραξίες που ασφαλώς θα προκαλούσαν μία ρωσική εισβολή από τον βορρά και θα ανάγκαζαν τους Βρετανούς συμμάχους να φέρουν στρατό στο Αφγανιστάν από τα νοτιοανατολικά.[11] Επίσης δημοσίευσε την αυτοβιογραφία του το 1885, η οποία χρησίμευε περισσότερο ως οδηγός για ηγεμόνες παρά οτιδήποτε άλλο.[12]
Το ενδιαφέρον του βρισκόταν στο να διατηρεί ισχυρούς γείτονες, είτε φίλους είτε εχθρούς, εκτός του βασιλείου του. Ήξερε ότι αυτή είναι η μόνη πολιτική που θα υποστηριζόταν από το αφγανικό έθνος. Και παρόλο που για κάποιο διάστημα μια ρήξη με τη Ρωσία φαινόταν να πλησιάζει, ενώ η κυβέρνηση της Ινδίας προετοιμαζόταν για αυτό το ενδεχόμενο, ο συγκρατημένος και επιφυλακτικός τόνος του Εμίρη στις διαβουλεύσεις βοήθησε να μεταβληθεί η ισορροπία μεταξύ ειρήνης και πολέμου και ουσιαστικά οδήγησε σε μία ειρηνική λύση. Ο Αμπντούρ Ραχμάν άφησε σε εκείνους που τον συνάντησαν στην Ινδία την εντύπωση ενός ξεκάθαρα δραστήριου ανθρώπου, με μεγάλη αυτοπεποίθηση και σκληρότητα, όχι χωρίς ενδείξεις της αδυσώπητης βαρύτητας που πολύ συχνά σημάδεψε τη διοίκησή του. Η απόδοση του υψηλότερου βαθμού του Τάγματος του Αστέρα της Ινδίας φάνηκε να του δίνει μεγάλη ευχαρίστηση.[5]
Η περιπετειώδης ζωή του, ο βίαιος χαρακτήρας του, η θέση του κράτους του ως ορίου μεταξύ της ινδικής και της ρωσικής αυτοκρατορίας και η δεξιότητα με την οποία κρατούσε την ισορροπία στην αντιμετώπισή τους συνδυάστηκαν για να τον κάνουν ένα εξέχον πρόσωπο στη σύγχρονη ασιατική πολιτική και σηματοδότησε τη βασιλεία του ως μια διακριτή εποχή στην ιστορία του Αφγανιστάν. Ο Εμίρης λάμβανε ετήσια επιδότηση από τη βρετανική κυβέρνηση ύψους 1.850.000 ρουπίων. Του επετράπη να εισάγει πυρομαχικά.[5] Κατόρθωσε να επιβάλει μια οργανωμένη κυβέρνηση στον πιο άγριο και πιο απείθαρχο πληθυσμό στην Ασία. Χρησιμοποίησε τις ευρωπαϊκές εφευρέσεις για την ενδυνάμωση του εξοπλισμού του, ενώ αντιτάχθηκε σθεναρά σε όλες τις καινοτομίες, όπως οι σιδηρόδρομοι και ο τηλέγραφος, οι οποίες θα μπορούσαν να δώσουν στους Ευρωπαίους βήμα εντός της χώρας του.[5]
Το 1893 έχτισε για τον εαυτό του μία θερινή έπαυλη που ονομάζεται παλάτι Μπαγκέ Μπαλά.
Ο Εμίρης δήλωσε ανίκανος να δεχτεί, λόγω κακής κατάστασης της υγείας του, πρόσκληση από τη βασίλισσα Βικτώρια να επισκεφθεί την Αγγλία, αλλά ο δεύτερος γιος του Νασρουλάχ Χαν μετέβη αντ' αυτού.[5]
Γραμμή Ντουράντ
ΕπεξεργασίαΤο 1893, ο Μόρτιμερ Ντουράντ μετατέθηκε στην Καμπούλ από την κυβέρνηση των Βρετανικών Ινδιών για να διευθετήσει την ανταλλαγή εδαφών που απαιτούνταν για την οριοθέτηση των συνόρων μεταξύ του βορειοανατολικού Αφγανιστάν και των ρωσικών κτήσεων και για να συζητήσει με τον Εμίρη Αμπντούρ Ραχμάν Χαν και άλλα θέματα. Ο Αμπντούρ Ραχμάν Χαν κατέδειξε τη συνηθισμένη του ικανότητα στις διπλωματικές σχέσεις, την επιμονή του όπου οι δικές του απόψεις ή διεκδικήσεις συζητούνταν, με μια διεισδυτική επίγνωση της πραγματικής κατάστασης.[13]
Με τη συμφωνία που ακολούθησε οι σχέσεις μεταξύ των κυβερνήσεων των Βρετανικών Ινδιών και του Αφγανιστάν, όπως είχαν προηγουμένως ρυθμιστεί, επιβεβαιώθηκαν, και επιτεύχθηκε κατανόηση σχετικά με το σημαντικό και δύσκολο θέμα της μεθοριακής γραμμής του Αφγανιστάν στα ανατολικά προς την Ινδία. Δημιουργήθηκε Βασιλική Επιτροπή δημιουργήθηκε με σκοπό τον καθορισμό των συνόρων μεταξύ του Αφγανιστάν και της Ινδίας και για να διαπραγματευτεί τους όρους συμφωνίας για τη γραμμή Ντουράντ μεταξύ των δύο πλευρών. Το 1893, ο Μόρτιμερ Ντουράντ διαπραγματεύτηκε με τον Αμπντούρ Ραχμάν Χαν τη Συνθήκη της Γραμμής Ντουράντ για την οριοθέτηση των συνόρων μεταξύ Αφγανιστάν και Πακιστάν. Η γραμμή Ντουράντ εξακολουθεί να παραμένει ως μη αναγνωρισμένο όριο από την κυβέρνηση του Αφγανιστάν.[14]
Θάνατος και διάδοχοι
ΕπεξεργασίαΟ Αμπντούρ Ραχμάν πέθανε στις 1 Οκτωβρίου του 1901 στο θερινό ανάκτορό του, και τον διαδέχθηκε ο γιος του Χαμπιμπουλάχ Χαν. Είχε καταστείλει όλες τις απόπειρες από αντιπάλους εναντίον του θρόνου του, διαλύοντας την ισχύ των τοπικών φυλάρχων και δάμασε τις σκλητροτράχηλες φυλές. Έτσι οι διαταγές του δε δεχόταν αντιρρήσεις σε ολόκληρη την επικράτεια του.[5]
Κληρονομιά
ΕπεξεργασίαΗ αφγανική κοινωνία έχει ανάμικτα συναισθήματα για τη διακυβέρνησή του. Κάποιοι τον θεωρούν ως ηγεμόνα που ξεκίνησε πολλά προγράμματα εκσυγχρονισμού και εμπόδισε αποτελεσματικά την κατάληψη της χώρας από τη Ρωσία και τη Βρετανία κατά τη διάρκεια του Μεγάλου Παιχνιδιού. Από την άλλη πλευρά, μερικοί κάτοικοι του Αφγανιστάν τον θεωρούν ως βίαιο στο εσωτερικό και γεωπολιτικά αδύναμο κυβερνήτη, επειδή ανέλαβε τον θρόνο με βοήθεια από τους Βρετανούς και κήρυξε τον πόλεμο στις αφγανικές μειονότητες αντί να κηρύξει τον πόλεμο στους Βρετανούς που αποφάσιζαν αντί αυτού για την εξωτερική πολιτική του Αφγανιστάν.[10]
Τιμές
Επεξεργασία- Ιππότης Μεγάλος Διοικητής του Τάγματος του Αστέρα της Ινδίας – 1885
- Ιππότης Μεγαλόσταυρος του Τάγματος του Λουτρού – 1893[15]
Δείτε επίσης
ΕπεξεργασίαΠαραπομπές
Επεξεργασία- ↑ 1,0 1,1 Εθνική Βιβλιοθήκη της Γερμανίας: (Γερμανικά) Gemeinsame Normdatei. Ανακτήθηκε στις 9 Απριλίου 2014.
- ↑ 2,0 2,1 Trove. 1277138. Ανακτήθηκε στις 9 Οκτωβρίου 2017.
- ↑ 3,0 3,1 Freebase Data Dumps. Google. Ανακτήθηκε στις 28 Σεπτεμβρίου 2014.
- ↑ Ωστόσο, η χρονολογία γέννησης του δίδεται ως 1830 στο Chambers Biographical Dictionary, (ISBN 0-550-18022-2), σελ. 2
- ↑ 5,0 5,1 5,2 5,3 5,4 5,5 Chisholm 1911, σελ. 38.
- ↑ «ʿAbd al-Raḥmān Khān». Ανακτήθηκε στις 15 Ιουλίου 2013.
- ↑ دلجو, عباس (2014). تاریخ باستانی هزاره ها. کابل: انتشارات امیری. ISBN 9936801504.
- ↑ 8,0 8,1 8,2 8,3 8,4 8,5 Chisholm 1911, σελ. 37.
- ↑ Eugene Schuyler, Turkistan : notes of a journey in Russian Turkistan, Kokand, Bukhara and Kuldja, F.A. Praeger (1966), p. 136
- ↑ 10,0 10,1 10,2 «'Abdor Rahman Khan». Encyclopædia Britannica. I: A-Ak – Bayes (15th έκδοση). Chicago, IL: Encyclopædia Britannica, Inc.. 2010, σσ. 20. ISBN 978-1-59339-837-8. https://archive.org/details/newencyclopaedia2009ency/page/20.
- ↑ Chisholm 1911, σελίδες 37–38.
- ↑ «Worthy Advice in the Affairs of the World and Religion: The Autobiography of Emir Abdur Rahman Khan». World Digital Library. 1885. Ανακτήθηκε στις 14 Ιανουαρίου 2019.
- ↑ Alikuzai, Hamid Wahed (2013). A Concise History of Afghanistan in 25 Volumes. USA: Trafford Publishing. σελ. 719. ISBN 9781490714479.
- ↑ Paul, T. V.· Wirtz, James J. (2004). Balance of Power: Theory and Practice in the 21st Century. Stanford: Stanford University Press. σελ. 309. ISBN 9780804750172.
- ↑ Barak12. Royalark.net. Ανακτήθηκε στις 15 Ιανουαρίου 2019
Βιβλιογραφία
Επεξεργασία- κοινό κτήμα: Chisholm, Hugh, επιμ.. (1911) «Abdur Rahman Khan» Εγκυκλοπαίδεια Μπριτάννικα 1 (11η έκδοση) Cambridge University Press, σσ. 37–38 Το παρόν λήμμα ενσωματώνει κείμενο από έκδοση που είναι πλέον
Εξωτερικοί σύνδεσμοι
Επεξεργασία- «Abdurrahman Khan». Collier's New Encyclopedia. 1921.