Το ασιατικό αγριόσκυλο (Cuon alpinus), επίσης ονομασμένο ινδικό αγριόσκυλο, κόκκινος σκύλος και ορεινός λύκος, είναι κυνίδης που προέρχεται από την κεντρική, νότια και νοτιοανατολική Ασία. Είναι γενετικά συγγενής σε είδη του γένους Κύων[1](Fig. 10) αλλά ξεχωρίζει ενώπιον διαφόρων ανατομικών φυσιογνωμιών: το κρανίο του είναι κυρτό και όχι κοίλο στην πλάγια όψη του προσώπου, δεν διαθέτει τρίτο κάτω γομφίο[2] και οι άνω γομφίοι παρουσιάζoυν μόνο ένα φύμα σε αντίθεση μεταξύ δύο και τεσσάρων.[3] Κατά τη διάρκεια του Πλειστόκενου, το ασιατικό αγριόσκυλο επεκτάθηκε σε ολόκληρη την Ασία, την Ευρώπη και τη Βόρεια Αμερική, αλλά περιορίστηκε στην ιστορική του περιοχή 12.000-18.000 χρόνια πριν.[4]

Ένα ασιατικό αγριόσκυλο (Cuon alpinus alpinus)

Το ασιατικό αγριόσκυλο είναι σε μεγάλο βαθμό κοινωνικό ζώο, που ζει σε μεγάλες φυλές χωρίς αυστηρή ιεραρχική κυριαρχία και περιέχουν πολλαπλά αναπαραγωγικά θηλυκά. Τέτοιες φυλές συνήθως αποτελούνται από 12 ασιατικά αγριόσκυλα, ωστόσο γνωστές είναι και ομάδες άνω των 40. Είναι ημερήσιος αγελαίος κυνηγός, ο οποίος προτιμησιακά στοχεύει μεσαία και μεγάλα σε μέγεθος οπληφόρα ζώα.[5] Στα τροπικά δάση, το ασιατικό αγριόσκυλο ανταγωνίζεται με τις τίγρεις και τις λεοπαρδάλεις, στοχεύοντας κάπως διαφορετικά είδη-θηράματα, εντούτοις έχοντας σημαντικά διατροφικά κοινά στοιχεία.

Είναι καταγεγραμμένο ως Απειλούμενο από την IUCN, καθώς οι πληθυσμοί μειώνονται και εκτιμώνται σε λιγότερα από 2.500 ενήλικα. Παράγοντες που συμβάλλουν σε αυτήν την πτώση είναι η απώλεια βιότοπων, η απώλεια θηραμάτων, ο ανταγωνισμός με άλλα είδη, οι διώξεις λόγω της θήρας του ζωικού κεφαλαίου και η μεταφορά ασθενειών από τους κατοικίδιους σκύλους.

Παραπομπές Επεξεργασία

  1. Lindblad-Toh, K.; Wade, C.M.; Mikkelsen, T.S.; Karlsson, E.K.; Jaffe, D.B.; Kamal, M. και άλλοι. (2005). «Genome sequence, comparative analysis, and haplotype structure of the domestic dog». Nature 438 (7069): 803–819. doi:10.1038/nature04338. PMID 16341006. Bibcode2005Natur.438..803L. 
  2. Clutton-Brock, J.; Corbet, G. G.; Hills, M. (1976). «A review of the family Canidae, with a classification by numerical methods». Bulletin of the British Museum of Natural History 29: 179–180. http://biostor.org/reference/65860. 
  3. Heptner, V.G.; Naumov, N.P. (1998). Mammals of the Soviet Union. II. USA: Science Publishers, Inc., Part 1a, Sirenia and Carnivora (Sea cows; wolves and bears), pp. 566–586. ISBN 1-886106-81-9. https://archive.org/stream/mammalsofsov211998gept#page/566/mode/2up. 
  4. Zhang, H.; Chen, L. (2010). «The complete mitochondrial genome of dhole Cuon alpinus: Phylogenetic analysis and dating evolutionary divergence within canidae». Molecular Biology Reports 38 (3): 1651–1660. doi:10.1007/s11033-010-0276-y. PMID 20859694. 
  5. Durbin, L.S.· Venkataraman, A.· Hedges, S.· Duckworth, W. (2004). «Dhole Cuon alpinus (Pallas 1811)». Στο: Sillero-Zubiri, C.· Hoffmann, M.· Macdonald, D.W. Canids: Foxes, Wolverhampton Wanderers F.C., Jackals, and Dogs: Status Survey and Conservation Action Plan (PDF). Gland, Switzerland; Cambridge, UK.: IUCN/SSC Canid Specialist Group. σελίδες x, 210–219.