Β΄ Αιγυπτοτουρκικός Πόλεμος

Ο Β΄ Αιγυπτοτουρκικός Πόλεμος ήταν η δεύτερη στρατιωτική σύγκρουση μεταξύ της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας και της Αιγύπτου του Μεχμέτ Αλή Πασά και διεξήχθη από το 1839 έως το 1841 στα εδάφη της Συρίας.[1] Ο πόλεμος ήταν το αποτέλεσμα του συνεχιζόμενου ανταγωνισμού μεταξύ της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας και του Βαλή της Αιγύπτου, Μεχμέτ Αλή, ο οποίος είχε αναδειχθεί ως η σημαντικότερη πολιτική και στρατιωτική δύναμη της Εγγύς Ανατολής.[2]

Β΄ Αιγυπτοτουρκικός Πόλεμος (1831-1833)
Ο βομβαρδισμός της Άκρας από τον Τσαρλς Νάπιερ (3 Νοεμβρίου 1840).
Χρονολογία1839–1841
ΤόποςΕγγύς Ανατολή (κυρίως στα εδάφη του σημερινού Λιβάνου)
ΈκβασηΟθωμανική νίκη
  • Η Αίγυπτος παραιτείται από την αξίωση της Μείζωνος Συρίας.
  • Η Βρετανία αναγνωρίζει τον [Μεχμέτ Αλή Πασάς
Αντιμαχόμενοι

Αίγυπτος

Σύμμαχοι των Αιγυπτίων:
Γαλλία
Ισπανία
Ηγετικά πρόσωπα

Οθωμανική ήττα Επεξεργασία

Στις 24 Ιουνίου 1839 ο οθωμανικός στρατός, στον οποίο συμπεριλαμβανόταν ο Γερμανός στρατηγός Χέλμουτ Καρλ Μπέρνχαρντ φον Μόλτκε, εισέβαλε στη Συρία και επιχείρησε να ανακαταλάβει τα εδάφη που κέρδισε ο Μεχμέτ Αλή κατά τον Α΄ Αιγυπτοτουρκικό Πόλεμο. Στη Μάχη του Νεζίμπ υπέστη συντριπτική ήττα από τον γιο του Μεχμέτ Αλή, τον Ιμπραήμ Πασά.[3] Το γεγονός επιβεβαίωσε την κατοχή ολόκληρης της Συρίας στις δυνάμεις της Αιγύπτου. Για άλλη μία φορά η Οθωμανική Αυτοκρατορία και η ίδια η Κωνσταντινούπολη βρέθηκε σε κίνδυνο να καταληφθεί από τον Ιμπραήμ Πασά. Λίγες μέρες μετά τη μάχη του Νεζίμπ ο Οθωμανός σουλτάνος, Μαχμούτ Β΄, πέθανε, αφήνοντας την Αυτοκρατορία στα χέρια του 16χρονου Αμπντούλ Μετζίτ Α΄. Εν τω μεταξύ, ο οθωμανικός στόλος είχε αυτομολήσει και είχε παραδοθεί στον Μεχμέτ Αλή.[4]

Η Βρετανία, η Αυστρία, η Ρωσία και η Πρωσία έσπευσαν να παρέμβουν για να αποτρέψουν την κατάρρευση της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας και να αναγκάσουν τον Μεχμέτ Αλή (ο οποίος είχε την υποστήριξη της Γαλλίας και της Ισπανίας) να αποσυρθεί από τη Συρία. Αν και οι νέοι υπουργοί του σουλτάνου επιχείρησαν να επιλύσουν την κρίση προσφέροντας την κυριαρχία της Συρίας στον Μεχμέτ Αλή, οι Βρετανοί, οι Αυστριακοί και οι Ρώσοι πρεσβευτές ανάγκασαν τους Οθωμανούς να ακυρώσουν αυτή την προσφορά και να μείνουν αμετακίνητοι απέναντί του. Από την άλλη, η Γαλλία επιθυμούσε μία νίκη του Μεχμέτ Αλή για να αυξήσει τη σφαίρα επιρροής της στην Εγγύς Ανατολή.[5]

Πτώση της Βηρυτού Επεξεργασία

Τον Ιούνιο του 1840 ο ναύαρχος Ρόμπερτ Στόπφορντ, διοικητής του βρετανικού μεσογειακού στόλου, έστειλε τον Τσαρλς Νάπιερ με μια μικρή μοίρα στη συριακή (σήμερα λιβανέζικη) ακτή. Στη συνέχεια διατάχθηκε να προχωρήσει στη Βηρυτό για να αναγκάσει τους Αιγυπτίους να την παραδώσουν.

Στις 11 Αυγούστου τα πλοία του Νάπιερ εμφανίστηκαν στα ανοικτά της Βηρυτού και ζήτησαν από τον Σουλεϊμάν Πασά, κυβερνήτη του Μεχμέτ Αλή Πασά, να εγκαταλείψει την πόλη και να εγκαταλείψει τη Συρία. Τον Σεπτέμβριο έφθασε στην Βηρυτό ο Ρόμπερτ Στόπφορντ με νέες ναυτικές ενισχύσεις. Στις 11 Σεπτεμβρίου ξέσπασε ανοιχτός πόλεμος όταν ο Νάπιερ βομβάρδισε τη Βηρυτό και αποβιβάστηκε στη Τζουνίγια με 1.500 Τούρκους και πεζοναύτες. Ο Ιμπραήμ δεν κατάφερε να σταματήσει την αποβίβαση, καθώς ήταν απασχολημένος με την καταστολή μίας εξέγερσης που είχε ξεσπάσει στη Συρία. Οι Αιγύπτιοι παρέδωσαν τη Βηρυτό στις 3 Οκτωβρίου.[6]

Πτώση της Σιδώνας Επεξεργασία

Ο Τσαρλς Νάπιερ έλαβε εντολή να προωθηθεί, αντιμετωπίζοντας μία αλβανική στρατιωτική δύναμη στο Ναχρ αλ-Καλμπ. Στη συνέχεια, με μια μικτή μοίρα βρετανικών, τουρκικών και αυστριακών πλοίων, βομβάρδισε την Σιδώνα στις 26 Σεπτεμβρίου και αποβιβάστηκε στην πόλη. Η Σιδώνα συνθηκολόγησε μέσα σε δύο ημέρες. Ενώ ετοιμάζεται να επιτεθεί στις αιγυπτιακές θέσεις στα ύψη Μποχάρσεφ, ο Νάπιερ έλαβε εντολή να αποσυρθεί από την διοίκηση των χερσαίων δυνάμεων και να την παραχωρήσει στον Τσαρλς Σμιθ. Όμως, ο Νάπιερ αποφάσισε να αγνοήσει τη διαταγή και συνέχισε την επίθεση εναντίον του στρατού του Ιμπραήμ. Στις 9 Οκτωβρίου, έπειτα από σκληρές μάχες, κατάφερε να νικήσει τον στρατό του Ιμπράημ. Στη συνέχεια ο Νάπιερ παραχώρησε τη διοίκηση των χερσαίων δυνάμεων στον Τσαρλς Σμιθ.

Πτώση της Άκρας Επεξεργασία

Στη συνέχεια, ο στόλος έλαβε εντολή να καταλάβει την Άκρα, η οποία ήταν η μόνη παράκτια θέση της Συρίας που είχε απομείνει σε αιγυπτιακά χέρια. Ο βρετανικός στόλος, υπό τη διοίκηση του Ρόμπερτ Στόπφορντ, υποστηριζόμενος από μικρές αυστριακές και τουρκικές μοίρες, κινήθηκε επιτιθέμενος εναντίον της δυτικής και νότιας πλευράς της Άκρας στις 3-4 Νοεμβρίου. Τα πλοία αγκυροβόλησαν πολύ κοντά στην ακτή, με αποτέλεσμα να μην βρίσκονται στην ακτίνα βολής των αιγυπτιακών πυροβόλων. Τα πυροβόλα αχρηστεύτηκαν με τα άμεσα χτυπήματα των πολεμικών πλοίων, ενώ σύντομα ξεκίνησε η απόβαση των πληρωμάτων. Η κεντρική πυριτιδαποθήκη της Άκρας εξερράγη με μία οβίδα, σκοτώνοντας 1.100 άνδρες.[7] Η πόλη καταλήφθηκε και οι Αιγύπτιοι αποσύρθηκαν από αυτήν. Οι βρετανικές απώλειες ήταν 18 άνδρες νεκροί και 41 τραυματίες. Υπολογίζεται ότι τα πλοία είχαν εκτοξεύσει 48.000 κανονιοβολισμούς εναντίον των αιγυπτιακών θέσεων.

Επακόλουθα Επεξεργασία

Μετά την κατάρρευση των αιγυπτιακών γραμμών άμυνας, ο Ρόμπερτ Στόπφορντ έστειλε τον Τσαρλς Νάπιερ με μία μοίρα στην Αλεξάνδρεια. Εκεί, ενεργώντας ξανά ανεξάρτητα, εμφανίστηκε μπροστά στην πόλη στις 25 Νοεμβρίου και επέβαλε ναυτικό αποκλεισμό. Στη συνέχεια διαπραγματεύτηκε προσωπικά μία συνθήκη ειρήνης με τον Μεχμέτ Αλή, εγγυώμενος σε αυτόν και τους κληρονόμους του την κυριαρχία της Αιγύπτου και δεσμευόμενος να επιτρέψει την επιστροφή του στρατού του Ιμπραήμ στην Αλεξάνδρεια. Ο Μεχμέτ Αλή από την πλευρά του παραιτήθηκε από όλες τις αξιώσεις για την Συρία, έγινε εκ νέου υποτελής στον σουλτάνο, στον οποίο επέστρεψε τον οθωμανικό στόλο.[8][9] Ο Ρόμπερτ Στόφορντ και ο Βρετανός πρέσβης ήταν έξαλλοι με αυτή τη διαπραγμάτευση. Μάλιστα, τόσο η βρετανική κυβέρνηση όσο και οι συμμαχικές στους Οθωμανούς δυνάμεις χαρακτήρισαν άκυρη τη συμφωνία του Νάπιερ. Ωστόσο, η επίσημη συνθήκη που συνάφθηκε αργότερα και επικυρώθηκε από τον σουλτάνο χρησιμοποίησε ως βάση της τη συμφωνία που πέτυχε ο Νάπιερ, διαφοροποιούμενη σε λίγα σημεία της.[10]

Παραπομπές Επεξεργασία

Βιβλιογραφία Επεξεργασία